Οι τουρκικές προκλήσεις και ο ρόλος του άξονα σταθερότητας Ελλάδος - Κύπρου - Ισραήλ
Σε μια προσπάθεια αποπροσανατολισμού της παγκόσμιας κοινής γνώμης από
τα εσωτερικά προβλήματα της Τουρκίας, ο πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν
προέβη ξανά σε «εμπρηστικές» δηλώσεις για το Κυπριακό, στο πλαίσιο μιας
διεθνούς πολιτικής συνδιάσκεψης στην Πολωνία. Στο κλείσιμο της ομιλίας
του, ο κ. Ερντογάν δήλωσε ευθαρσώς πως «δεν υπάρχει κράτος που να
ονομάζεται Κύπρος», και υποστήριξε πως απλά υπάρχει «μια τοπική διοίκηση
του νότιου τμήματος της Κύπρου» η οποία παρανόμως απολαμβάνει μια θέση
στο Ευρωπαικό οικοδόμημα, εξαιτίας «κρυφών» πολιτικών συμφερόντων.
Από την πλευρά του, ο ηγέτης των τουρκοκυπρίων Ντερβίς Έρογλου, ανήμερα της 30ης
επέτειου (15 Νοεμβρίου) της ανακήρυξης της ανεξαρτησίας του
ψευδοκράτους, υποστήριξε πως οι συνομιλίες υπό την αιγίδα των Ηνωμένων
Εθνών για τη δημιουργία μιας διζωνικής και δικοινοτικής ομοσπονδίας
μεταξύ των δύο κοινοτήτων έχουν πέσει στο κενό. Συνεπώς, για τον κ.
Έρογλου, ένα νέο σχέδιο επίλυσης του κυπριακού πρέπει να εφαρμοσθεί,
βασισμένο πάνω στην αρχή των δύο ανεξάρτητων κρατών στην Κύπρο. Τα δύο
κράτη θα μπορούν να επισυνάψουν εν καιρώ μια στενότερη «φιλική σχέση»
μεταξύ τους.
Η ελληνική και κυπριακή πλευρά προέβησαν στα απαραίτητα διαβήματα
στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και εξέλαβαν ως θετική αντίδραση τις
αποστάσεις που κράτησε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ από τα λεγόμενα του τούρκου
πρωθυπουργού. Αίσθηση όμως προκάλεσε η στάση της Ευρωπαικής Επιτροπής, η
οποία απέφυγε να σχολιάσει τις δηλώσεις του τούρκου πρωθυπουργού.
Εξετάζοντας λοιπόν εις βάθος τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις στο
Κυπριακό, οδηγούμαστε σε δύο επιμέρους συμπεράσματα για το τρίγωνο των
σχέσεων μεταξύ Ελλάδος, Κύπρου και Τουρκίας. Πρωτίστως, η αδιάλλακτη
ρητορική εναντίον της Κύπρου δείχνει πως η λύση της διζωνικής και
δικοινοτικής ομοσπονδίας οδεύει σταδιακά προς το τέλος της. Οι δηλώσεις
της Άγκυρας δείχνουν πως η τουρκική κυβέρνηση δεν έχει την καλή θέληση
ούτε να ανακαλέσει τον στρατό των 74.000 «εποίκων» στρατιωτών, ούτε
προτίθεται να παραχωρήσει την γνωστή ως «πόλη φάντασμα», Αμμόχωστο, ως
αντάλλαγμα για την επανέναρξη των συνομιλιών υπό την αιγίδα του
Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Η ιδέα της διζωνικής και δικοινοτικής ομοσπονδίας πρωτο-εισήχθη στη
δεκαετία του 1950 από το Ηνωμένο Βασίλειο στις Συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου
και θεωρήθηκε ως η καλύτερη «μέση» λύση για την ειρηνική συνύπαρξη των
δύο κοινοτήτων υπό ενιαία διοίκηση. Ωστόσο, η συνεχιζόμενη παράνομη
εισβολή και κατοχή του βόρειου τμήματος του νησιού από το 1974 ως
σήμερα, και η τουρκική αδιαλλαξία να συζητήσει το κυπριακό πάνω σε αυτή
τη βάση, έχει καταστήσει άκαρπες όλες τις προσπάθειες της διεθνούς
κοινότητας να βρεθεί μια συμβιβαστική λύση, μέσα στα πλαίσια του
διεθνούς δικαίου.
Όμως και σε επίπεδο συμβολισμών, ο πρόσφατος θάνατος του κ. Κληρίδη
επίσης δείχνει την σταδιακή αποκαθήλωση της ιδέας του ομοσπονδιακού
κράτους στην Κύπρο. Καθ’όλη τη διάρκεια της ζωής του, ο κ. Κληρίδης
δούλεψε για την αποκατάσταση της δημοκρατίας και την εξεύρεση μιας
δίκαιης πολιτικής λύσης του κυπριακού προβλήματος. Παρολαυτά, ο κ.
Κληρίδης είχε επίσης στενή συνεργασία με τους τουρκοκύπριους ηγέτες
Ραούφ Ντεκτάς και Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, και υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής της
λύσης της διζωνικής και δικοινοτικής ομοσπονδίας, η οποία ήταν και η
βασική ιδέα πίσω από το Σχεδίο Αννάν. Όλες αυτές οι εξελίξεις σε
συνδυασμό με την συμβολική πλευρά του θέματος με το θάνατο του κ.
Κληρίδη, δείχνουν πως παγιώνεται σταδιακά μια λύση που προωθεί
περισσότερο τη δημιουργία δύο διαφορετικών κρατών στην Κύπρο παρά την
συνένωση των δύο κοινοτήτων κάτω από μια ομοσπονδιακή κυβέρνηση, στα
πρότυπα της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης.
Το δεύτερο συμπέρασμα αφορά το φιάσκο του δόγματος του κ.
Νταβούτογλου περί εξομάλυνσης και βελτίωσης των σχέσεων της Τουρκίας με
τα γειτονικά κράτη της. Η τουρκική εξωτερική πολιτική, παρ’όλες τις
φιλότιμες προσπάθειές της να βελτιώσει τις σχέσεις της με τις γειτονικές
χώρες τα προηγούμενα χρόνια, έχει αποτύχει για λόγους κυρίως
ιδεολογικού χαρακτήρα. Τα στρατηγικά λάθη της Τουρκίας όσον αφορά τις
σχέσεις της με την Ευρωπαική Ένωση, την Αμερική, το Ισραήλ, ακόμα και με
πρώην συμμαχικές χώρες όπως το Ιράν, η Συρία, η Αίγυπτος ακόμα και με
το Ιράκ, έχουν προκληθεί από τις νεο-οθωμανικές επεκτατικές βλέψεις της
Άγκυρας στα γειτονικά κράτη. Παρόμοια αποτελέσματα επίσης συναντώνται
στο εσωτερικό της Τουρκίας, με την απότομη στροφή του κυβερνώντος
κόμματος του κ. Ερντογάν προς το θρησκευτικό συντηρητισμό. Όλες αυτές οι
κινήσεις της Τουρκίας, σε συνδυασμό με το ψυχροπολεμικό κλίμα που
υπάρχει στις σχέσεις Ελλάδος-Τουρκίας, έχουν απομονώσει την γείτονα χώρα
από το διεθνές προσκήνιο και κατέστησαν την Άγκυρα από πανέξυπνο
περιφερειακό παίκτη της ανατολικής Μεσογείου σε έναν απρόβλεπτο και
πιθανώς «ανώριμο» πρωταγωνιστή σε μια τόσο ευαίσθητη περιοχή.
Απεναντίας, η στενή ενεργειακή και αμυντική συνεργασία Ελλάδος και
Κύπρου με το Ισραήλ, έχουν καταστήσει το τρίγωνο αυτό ως φορέα
σταθερότητας στην ανατολική Μεσόγειο. Τα πρόσφατα παραδείγματα κοινών
στρατηγικών ασκήσεων στο Αιγαίο, η προβλεπόμενη δημιουργία διεθνούς
τερματικού σταθμού φυσικού αερίου στην κυπριακή ΑΟΖ, ώστε το φυσικό
αέριο του Ισραήλ να μεταφέρεται στην Ευρώπη μέσω υποθαλάσσιας σύνδεσης
Ελλάδος-Κύπρου, καθώς και οι συνεχείς επισκέψεις και συνεργασία
αξιωματούχων σε θέματα επενδύσεων, και αξιοποίησης φυσικών πόρων
αποδεικνύουν την υφιστάμενη πολιτική πραγματικότητα. Εν κατακλείδι, ο
ενεργειακός άξονας Ελλάδος-Κύπρου-Ισραήλ προσδίδει σταθερότητα σε μια
γεωγραφική περιοχή που είναι προς το παρόν βυθισμένη σε θρησκευτικές
συγκρούσεις και πολιτική αστάθεια.
Παναγιώτης Παρασκευόπουλος,
Υποψήφιος Διδάκτωρ Διεθνούς Δικαίου,
Πανεπιστήμιο Λονδίνου,http://kostasxan.blogspot.gr/2013/11/blog-post_7719.html
Σχόλια