Προβόπουλος: Τι πήγε λάθος και ο δρόμος μπροστά



Η Ελλάδα έχει πάρει επώδυνα μέτρα για την προσαρμογή της οικονομίας της και έχει σημειώσει πρόοδο στην επίλυση των προβλημάτων της, ωστόσο η επίτευξη των στόχων που προσπαθεί να επιτύχει δείχνει συνεχώς να απομακρύνεται.


Η οικονομία διανύει το πέμπτο συνεχόμενο έτος ύφεσης, η ανεργία διογκώνεται, το δημοσιονομικό και το εξωτερικό έλλειμμα παραμένουν μεγάλα και οι ελληνικές επιχειρήσεις είναι αποκλεισμένες από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίων. Αυτές οι εξελίξεις δεν ήταν αναμενόμενες από το πρόγραμμα προσαρμογής που συμφωνήθηκε τον Μάιο του 2010 μεταξύ της Ελλάδας, του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το οποίο προέβλεπε επιστροφή στην ανάπτυξη και στις διεθνείς αγορές το 2012.



Καθώς η χώρα διαπραγματεύεται ένα νέο πρόγραμμα προσαρμογής, είναι σημαντικό να αναρωτηθούμε γιατί εκτροχιάστηκε το πρόγραμμα του Μαΐου του 2010 και ποια μαθήματα προκύπτουν.


Το πρώτο αφορά την ίδια την υλοποίηση των μέτρων. Στην περίπτωση της Ελλάδας, η εφαρμογή πολλών από τα μέτρα υπήρξε βραδεία και αναποτελεσματική.


Δεύτερον, η εμπειρία δείχνει ότι τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής που βασίζονται κυρίως σε περικοπές δαπανών προκαλούν μικρότερη ύφεση σε σχέση με εκείνα που βασίζονται στην αύξηση των φόρων.
Στην Ελλάδα, τα δημοσιονομικά μέτρα της περασμένης χρονιάς ήταν ένα μίγμα που βασίστηκε κατά 60% στα έσοδα (κυρίως στους φόρους) και κατά 40% στη μείωση των δαπανών. Αυτό το μίγμα είχε αρκετές παρενέργειες: περιόρισε τα κίνητρα των επιχειρήσεων για επενδύσεις, αφού μείωσε την καθαρή (μετά από φόρους) απόδοση των επενδύσεών τους.


Αν κάποιες από τις αυξήσεις των φόρων έχουν έκτακτο χαρακτήρα, επιβραδύνουν την οικονομία επειδή προκαλούν αβεβαιότητα για τη μελλοντική οικονομική πολιτική. Την ίδια στιγμή, οι αυξήσεις των φόρων μείωσαν το καθαρό εισόδημα των πολιτών περιορίζοντας και την ιδιωτική κατανάλωση. Η συμμετοχή του κράτους στο ΑΕΠ παρέμεινε πάνω από το 50%, εκτοπίζοντας τις ιδιωτικές επενδύσεις, οι οποίες θα έδιναν ώθηση στην παραγωγή εμπορεύσιμων αγαθών, γεγονός που θα βοηθούσε εν συνεχεία την επέκταση του εξαγωγικού τομέα και την οικονομική ανάπτυξη. Επιπρόσθετα, ένας από τους τομείς όπου μειώθηκαν απότομα οι κρατικές δαπάνες ήταν οι δημόσιες επενδύσεις, οι οποίες συμβάλλουν καθοριστικά στη μελλοντική ανάπτυξη της χώρας.


Το τρίτο μάθημα αφορά το μέγεθος της δημοσιονομικής προσαρμογής, που στην περίπτωση της Ελλάδας ήταν μεγάλο εξαιτίας των αρχικών ανισορροπιών της. Η προσαρμογή δεν θα μπορούσε να είναι χωρίς δυσκολίες, αφού η ανά νοικοκυριό δημοσιονομική προσαρμογή στην Ελλάδα πέρυσι ήταν διπλάσια από εκείνη στην Ιρλανδία και υπερδιπλάσια από εκείνη στην Πορτογαλία. Ωστόσο, οι δυσχέρειες στην υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και των μέτρων βελτίωσης της αποτελεσματικότητας των φοροεισπρακτικών μηχανισμών επέτειναν σημαντικά το αναπόφευκτο κοινωνικό κόστος.


Καθώς για να είναι αποτελεσματικό ένα πρόγραμμα προσαρμογής πρέπει να εφαρμόζονται όλα τα μέτρα ταυτόχρονα, οι παραπάνω δυσχέρειες είχαν ως αποτέλεσμα η δημοσιονομική προσαρμογή να οδηγήσει σε μεγαλύτερη ύφεση από την αρχικά αναμενόμενη.


Τέλος, υπάρχει το θέμα του δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή. Η Ελλάδα όχι μόνο προέβη σε μεγαλύτερη προσαρμογή από την Ιρλανδία ή την Πορτογαλία, αλλά και για κάθε εκατοστιαία μονάδα προσαρμογής η οικονομία της συρρικνώθηκε περισσότερο. Αυτό είναι αποτέλεσμα του ότι είναι σχετικά κλειστή οικονομία. Κάθε μείωση στη ζήτηση πλήττει πρωτίστως τα εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα και έχει μεγαλύτερη επίπτωση στο εισόδημα από ό,τι θα είχε αν η οικονομία της ήταν πιο ανοιχτή.


Αυτοί οι τέσσερις παράγοντες δημιούργησαν από κοινού έναν αλληλοτροφοδοτούμενο κύκλο απαισιοδοξίας, συρρίκνωσης της ιδιωτικής δαπάνης και αρνητικής ανάπτυξης. Ας πάρουμε για παράδειγμα το τραπεζικό σύστημα, το οποίο εισήλθε στην κρίση με ισχυρά θεμελιώδη στοιχεία και συνεχίζει να δείχνει ανθεκτικότητα.


Ο κύκλος υποβαθμίσεων της πιστοληπτικής ικανότητας του ελληνικού δημοσίου οδήγησε σε απόσυρση καταθέσεων και σε απομόχλευση, οι οποίες επιδείνωσαν ακόμη περισσότερο τα προβλήματα του τραπεζικού τομέα και ενίσχυσαν την ύφεση.


Τέλος, δεν υπήρξε ενδελεχής δημόσια συζήτηση για τα αίτια και τις συνέπειες της κρίσης και αυτό κατέστησε δύσκολη την επίτευξη κοινωνικής συναίνεσης.


Όλα αυτά υποδεικνύουν και τις λύσεις τις οποίες έχω από καιρό υποστηρίξει. Ειδικότερα, η ελληνική οικονομία διαθέτει τεράστιο αναπτυξιακό δυναμικό. Η Ελλάδα χρειάζεται να κινηθεί γρήγορα και να εφαρμόσει τολμηρές μεταρρυθμίσεις, εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις και αποτελεσματικά μέτρα αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής.


Η δημοσιονομική προσαρμογή θα πρέπει να αποτελείται κατά τα δύο τρίτα από περικοπές δαπανών, ώστε η συμμετοχή του δημοσίου στην οικονομία να μειωθεί και να δώσει ώθηση σε έναν ανταγωνιστικό εξαγωγικό τομέα. Όταν έρθει η ανάκαμψη και αυξηθούν τα φορολογικά έσοδα, πολλές από τις πρόσφατες αυξήσεις φόρων θα μπορούν να αντιστραφούν.


Ο αρχαίος Έλληνας μαθηματικός Αρχιμήδης είχε κάποτε πει: «Δώσε μου τόπο (βάση) να σταθώ και θα κινήσω τη Γη». Για την Ελλάδα, η βάση που χρειάζεται για το μέλλον είναι σαφής.




* Ο συγγραφέας είναι διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ.

ΠΗΓΗ: FT.com
Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Γνωρίζατε ότι το Εθνικό Ζώo της Ελλάδας είναι το δελφίνι;

ΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑ ΤΟΥ ΣΤΑΛΙΝ ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΤΑ!