Την οργή των Ελλήνων της Αυστραλίας προκαλεί η νέα ταινία του Ρ.Κρόου
Μελβούρνη, Αυστραλία
Αντιδράσεις προκαλεί στις τάξεις της ομογένειας της Αυστραλίας η νέα ταινία του Ράσελ Κρόου. Ο λόγος είναι ότι η ταινία του The Water Diviner
που αναφέρεται στην εκστρατεία των ΑΝΖΑΚ (ακρωνύμιο του εκστρατευτικού
σώματος Αυστραλών και Νεοζηλανδών) στην Καλλίπολη, παρουσιάζει τους
Έλληνες ως βάρβαρους και αιμοβόρους κατακτητές.
Ο ηθοποιός έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με την ταινία, η οποία έκανε την πρεμιέρα Χριστούγεννα στην Αυστραλία.
Ο Κρόου ερμηνεύει τον κεντρικό χαρακτήρα, έναν αυστραλό αγρότη, ο οποίος στις αρχές της δεκαετίας του '20, αφήνει την πατρίδα του και ταξιδεύει στην Κωνσταντινούπολη, αναζητώντας τα ίχνη των τριών αγοριών του που χάθηκαν στη μάχη της Καλλίπολης.
Εκεί θα ακούσει από Τούρκους κυρίως αξιωματούχους τι συνέβη στους ΑΝΖΑΚ, όταν τους απέκρουσαν οι τουρκικές δυνάμεις υπό τον Κεμάλ, συνεπικουρούμενες από γερμανικά και αυστριακά στρατεύματα.
Σύμφωνα με τον Δρ. Παναγιώτη Διαμαντή, Καθηγητή Ιστορίας (ειδικευόμενο στις γενοκτονίες) στο πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, ο Κρόου και ο σεναριογράφος του Άντριου Αναστάσιος (στο βιβλίο του οποίου στηρίζεται η ταινία), στην προσπάθειά τους να δημιουργήσουν ένα αντιπολεμικό μήνυμα «κατέληξαν να εμφανίζουν τα θύματα ως θύτες και τους σφαγιαζόμενους ως βαρβάρους».
Κι αυτό γιατί τόσο οι Αρμένιοι της περιοχής, όσο και οι ντόπιοι Έλληνες απεικονίζονται ως βάρβαροι κι αιμοβόροι κατακτητές, κι όχι ως ιθαγενείς που αμύνθηκαν στην εκστρατεία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας του 1914.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα που υπογράφει ο Δρ. Διαμαντής στην αγγλική έκδοση του «Νέου Κόσμου», οι Έλληνες στην ταινία χαρακτηρίζονται ως «Ο Στρατός του Σατανά», ως εχθροί και προδότες των Αυστραλών και οι ορθόδοξες εκκλησίες απεικονίζονται ως στρατόπεδα συγκέντρωσης και φυλακές.
Ο Ράσελ Κρόου είχε δικαιολογήσει την απόφασή του να πει την ιστορία της Καλλίπολης αλλιώς, θέλοντας να δικαιώσει τους γηγενείς κατοίκους που αμύνθηκαν εναντίον των ΑΝΖΑΚ.
«Νομίζω ότι 100 χρόνια μετά, οι Αυστραλοί έχουν την ωριμότητα να ακούσουν και την αντίθετη γνώμη για το πώς έγιναν τα γεγονότα».
Σύμφωνα με τον Δρ. Διαμαντή όμως, τα «γεγονότα» του Κρόου είναι διαστρεβλωμένα.
«Πρώτα από όλα κανένας Αυστραλός δε θα μπορούσε να περιηγηθεί στην Ανατολία το 1921, όταν η Τουρκία ήταν ένας εξαιρετικά εχθρικός κι επικίνδυνος τόπος για τους ξένους. Δεύτερον, ποιος είπε ότι οι Έλληνες των περιοχών αυτών δεν ήταν ιθαγενείς; Ο κύριος Κρόου θα πρέπει να ξεκινά την ταινία ζητώντας συγγνώμη από τους Αρμένιους, τους Ασσύριους και τους Έλληνες καθώς ξεκάθαρα δεν γνωρίζει ότι κατοικούσαν εκεί επί χρόνια. Τρίτον, οι Έλληνες ήταν σύμμαχοι των Αυστραλών και Νεοζηλανδικών δυνάμεων. Πάρα πολλοί επιζώντες έχουν ομολογήσει ότι κρύφτηκαν σε σπίτια Ελλήνων, φυγαδεύτηκαν από Έλληνες…»
Ο ηθοποιός έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με την ταινία, η οποία έκανε την πρεμιέρα Χριστούγεννα στην Αυστραλία.
Ο Κρόου ερμηνεύει τον κεντρικό χαρακτήρα, έναν αυστραλό αγρότη, ο οποίος στις αρχές της δεκαετίας του '20, αφήνει την πατρίδα του και ταξιδεύει στην Κωνσταντινούπολη, αναζητώντας τα ίχνη των τριών αγοριών του που χάθηκαν στη μάχη της Καλλίπολης.
Εκεί θα ακούσει από Τούρκους κυρίως αξιωματούχους τι συνέβη στους ΑΝΖΑΚ, όταν τους απέκρουσαν οι τουρκικές δυνάμεις υπό τον Κεμάλ, συνεπικουρούμενες από γερμανικά και αυστριακά στρατεύματα.
Σύμφωνα με τον Δρ. Παναγιώτη Διαμαντή, Καθηγητή Ιστορίας (ειδικευόμενο στις γενοκτονίες) στο πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, ο Κρόου και ο σεναριογράφος του Άντριου Αναστάσιος (στο βιβλίο του οποίου στηρίζεται η ταινία), στην προσπάθειά τους να δημιουργήσουν ένα αντιπολεμικό μήνυμα «κατέληξαν να εμφανίζουν τα θύματα ως θύτες και τους σφαγιαζόμενους ως βαρβάρους».
Κι αυτό γιατί τόσο οι Αρμένιοι της περιοχής, όσο και οι ντόπιοι Έλληνες απεικονίζονται ως βάρβαροι κι αιμοβόροι κατακτητές, κι όχι ως ιθαγενείς που αμύνθηκαν στην εκστρατεία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας του 1914.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα που υπογράφει ο Δρ. Διαμαντής στην αγγλική έκδοση του «Νέου Κόσμου», οι Έλληνες στην ταινία χαρακτηρίζονται ως «Ο Στρατός του Σατανά», ως εχθροί και προδότες των Αυστραλών και οι ορθόδοξες εκκλησίες απεικονίζονται ως στρατόπεδα συγκέντρωσης και φυλακές.
Ο Ράσελ Κρόου είχε δικαιολογήσει την απόφασή του να πει την ιστορία της Καλλίπολης αλλιώς, θέλοντας να δικαιώσει τους γηγενείς κατοίκους που αμύνθηκαν εναντίον των ΑΝΖΑΚ.
«Νομίζω ότι 100 χρόνια μετά, οι Αυστραλοί έχουν την ωριμότητα να ακούσουν και την αντίθετη γνώμη για το πώς έγιναν τα γεγονότα».
Σύμφωνα με τον Δρ. Διαμαντή όμως, τα «γεγονότα» του Κρόου είναι διαστρεβλωμένα.
«Πρώτα από όλα κανένας Αυστραλός δε θα μπορούσε να περιηγηθεί στην Ανατολία το 1921, όταν η Τουρκία ήταν ένας εξαιρετικά εχθρικός κι επικίνδυνος τόπος για τους ξένους. Δεύτερον, ποιος είπε ότι οι Έλληνες των περιοχών αυτών δεν ήταν ιθαγενείς; Ο κύριος Κρόου θα πρέπει να ξεκινά την ταινία ζητώντας συγγνώμη από τους Αρμένιους, τους Ασσύριους και τους Έλληνες καθώς ξεκάθαρα δεν γνωρίζει ότι κατοικούσαν εκεί επί χρόνια. Τρίτον, οι Έλληνες ήταν σύμμαχοι των Αυστραλών και Νεοζηλανδικών δυνάμεων. Πάρα πολλοί επιζώντες έχουν ομολογήσει ότι κρύφτηκαν σε σπίτια Ελλήνων, φυγαδεύτηκαν από Έλληνες…»
Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ
Σχόλια