Το κανόνι πού έγινε γνωστό ως Η Μεγάλη Τουρκική Μπομπάρδα, η Βασιλική, Το Βασιλικό Κανόνι ή ως Το Μεγάλο Κανόνι του Μωάμεθ μεταφέρθηκε στη πραγματικότητα από την Ουγγαρία. Ο εφευρέτης του, ένας μηχανικός ονόματι Orban, το παρουσίασε στον σουλτάνο Μεχμέτ τον Β’μετά από αποτυχημένη προσπάθεια να το πουλήσει στον αυτοκράτορα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Κωνσταντίνο τον ΙΑ’, ο οποίος το αρνήθηκε. Εδώ ελοχεύει μιά αληθινή ειρωνία της Ιστορίας. Σε αντίθεση με τον αντίπαλό του, ο σουλτάνος είδε σ’αυτή την εφεύρεση μεγάλες δυνατότητες και ανυπομονούσε να χρηματοδοτήσει τη κατασκευή ενός πρωτοτύπου. Πρέπει να ξεκαθαρισθεί ότι το σχέδιο ήταν εξαιρετικά πολύπλοκο και επιβαρυντικό. Το τελευταίο αποτέλεσε την αιτία γιατί ο Κωνσταντίνος δεν ενδιαφέρθηκε γι αυτό εξ αρχής. Επί μήνες, στη πόλη της Αδριανούπολης, ένας στρατός εργατών υποδουλώθηκε κάτω από τις οδηγίες του Ουρβανού, καταναλώνοντας τεράστιες ποσότητες μπρούτζου κι άλλων υλικών απαραιτήτων στο χυτήριο για τα δύο κομμάτια πού θα συνιστούσαν το κανόνι. Όταν αυτό ετοιμάστηκε, ο σουλτάνος ήταν τελικά σε θέση να μελετήσει το «μεγάλο τέρας» πού είχε παραγγείλει…
Μόλις συνδέθηκαν τα δύο κομμάτια δημιούργησαν έναν κύλινδρο 5,2 μέτρων, ένα κολοσιαίο μέγεθος για την εποχή εκείνη! Στο σύνολό του ζύγιζε περίπου 19 τόνους και είχε διαμέτρημα 75 cm, πού σημαίνει ότι μπορούσε να εκσφενδονίζει βράχους της ιδίας διαμέτρου, πού ζύγιζαν περίπου 600 κιλά, σε απόσταση πάνω των 2 χιλιομέτρων. Έπρεπε να το ελέγξουν και προπαντός να το πάρουν έξω απ’όπου αυτό κατασκευάστηκε.
Με τη βοήθεια 60 βωδιών και 400 αντρών, οι μισοί των οποίων προετοίμασαν ένα έδαφος κατάλληλο να αντέξει ένα τέτοιο τεράστιο βάρος, το κανόνι μετακινήθηκε σε περιοχή ελέγχου. Εκεί οπλίσθηκε με πυρίτιδα και με έναν σφαιρικό βράχο. Βλήθηκε πάνω από 1.500 μέτρα μακριά και πέφτοντας θάφτηκε σε βάθος 2 μέτρων! Δεν ήταν ιδιαίτερα ακριβές, αλλά είχε τεράστια καταστρεπτική δύναμη. Μερικά από αυτά τα κανόνια συναρμολογήθηκαν κατόπιν και τοποθετήθηκαν κατά μέτωπον των τειχών της Κωνσταντινούπολης. Λίγες ώρες επίθεσης ήσαν αρκετές για να κάμψουν τις αντιστάσεις και να αλώσουν τη μυθική πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Μετά από κάθε βολή πυρακτωνόταν τόσο πού χρειαζόταν δύο ώρες για να ψυχθεί και να επαναλάβει νέα βολή. Βέβαια το έβρεχαν με νερό για να ψυχθεί πιό γρήγορα, όμως ο ανυπόμονος Μωάμεθ πεπεισμένος για την αντοχή του, διέταξε να το οπλίσουν ξανά και ξανά και το κανόνι δέν άντεξε και τινάχτηκε στον αέρα σκοτώνοντας τον Ουρβανό και 200 άλλους τεχνίτες και χειριστές πυροβολητές επί τόπου. Η έκπληξη και αναστάτωση του Μωάμεθ έδωσε ανάσα και ελπίδα στους ταλαιπωρημένους υπερασπιστές της Πόλης οι οποίοι είδαν το συμβάν από τις επάλξεις, αλλά και σαν «Θεία Δίκη» κατά του προδότη, λιποτάκτη Ουρβανού πού είχε δηλώσει «Με πονάει πού εγκαταλείπω τη Πόλη αλλά εγώ είμαι ούγγρος, όχι ρωμαίος, και πουλάω τη τέχνη μου σε όποιον την αμοίβει καλύτερα»… Την εποχή εκείνη όσοι στρατολογούνταν από ένα κράτος για πολεμικούς σκοπούς όπως οι μηχανικοί-οπλουργοί κατασκευαστές πυροβόλων όπλων ήσαν και στρατευμένοι «ιδεολογικά» στον «αγώνα» του κράτους έστω και εάν εθνικά δεν του ανήκαν. Συνεπώς με αυτήν την έννοια ο Ουρβανός ενήργησε σαν λιποτάκτης!
Σχόλια