Ο 2ος βασιλικός τάφος της Βεργίνας αποκαλύπτει τον Μέγα Αλέξανδρο
Το παρακάτω κείμενο είναι η θεωρία που παρουσιάζει στην ιστοσελίδα του, ο Ιστορικός Ερευνητής Τριαντ.Δ.Παπαζώης.
Είναι γνωστό ότι η αρχαία ιστοριογραφία μας δίνει πολλές και ακριβείς κατά το πλείστον πληροφορίες για την πορεία του Μ.Αλεξάνδρου από τη βόρεια Ελλάδα (Μακεδονία) προς την Ασία και Αίγυπτο σε τρόπο ώστε να γνωρίζουμε σήμερα με λεπτομέρειες την όλη του δραστηριότητα.
Αντίθετα πληροφορίες ορισμένων αρχαίων πηγών που σχετίζονται με το θάνατο, τον τάφο και την παραπέρα τύχη των λειψάνων του, χαρακτηρίζονται σε αρκετές περιπτώσεις, όπως έχει αποδειχθεί, από μια μυθιστορηματική διάπλαση, ασάφεια και αμφισβήτηση που προκαλούν εύλογα ερωτήματα και απορίες για το που τέλος πάντων τάφηκε τελικά ο μεγάλος αυτός Στρατηλάτης μαζί με την οικογένεια του.
Η ΠΛΑΝΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΑΦΟΥΣ ΤΗΣ ΒΕΡΓΙΝΑΣ Tο 274 π.Χ., όταν βασιλιάς της Μακεδονίας ήταν ο Αντίγονος Γονατάς, ο βασιλιάς της Ηπείρου Πύρρος, εισέβαλε στη Μακεδονία και όταν έφθασε στις Αιγές (Βεργίνα), εσύλησε όλους τους βασιλικούς τάφους και διασκόρπισε τα οστά όλων των βασιλέων, μεταξύ των οποίων ήταν και αυτά του Φιλίππου Β΄ και του γιου του Αρριδαίου (Διοδ. Σικελιώτης, Πλούταρχος, Παυσανίας).
Στον ίδιο χώρο, πριν από 23 χρόνια ο καθηγητής Μαν.Ανδρόνικος ανακάλυψε τρεις βασιλικούς τάφους. Οι δύο από αυτούς (ΙΙ,ΙΙΙ) βρέθηκαν ασύλητοι και αποδόθηκαν από τον ίδιο, ο ΙΙος στο βασιλιά Φίλιππο Β΄ και στην τελευταία σύζυγό του Κλεοπάτρα, ο ΙΙΙος ονομάστηκε "Τάφος του Πρίγκηπα" και ο Ιος "Τάφος της Περσεφόνης".
Ο καθ.Ανδρόνικος σε βιβλίο του αναφέρεται στη σύληση των βασιλικών τάφων από τον Πύρρο, αλλά διατυπώνει την άποψη ότι "...από τη σύληση αυτή εντελώς συμπτωματικά φαίνεται ότι γλύτωσε ο τάφος του Φιλίππου Β΄". Ο τάφος όμως αυτός ήταν γνωστός σε όλους και δεν ήταν δυνατό να διασωθεί από τη σύληση, όπως έγινε και για όλους τους πριν από το 274 π.Χ. βασιλικούς τάφους της Βεργίνας.
Η άποψη αυτή αποτέλεσε κατά τη γνώμη μου, μια σοβαρή ιστορική πλάνη στον αρχαιολογικό χώρο στην οποία, όπως προκύπτει στηρίζονται τα τελικά συμπεράσματα του καθ.Ανδρόνικου για την ταυτότητα των τάφων και των νεκρών της Βεργίνας.
Η πλάνη αυτή ενισχύθηκε σημαντικά το 1981 από τα πορίσματα μιας ομάδας Βρετανών επιστημόνων υπό τον Ανατόμο Dr. J Musgrave, η οποία υποστήριξε σε σχετική έκθεσή της ότι "...επέτυχε να αναπλάσει τη μορφή του βασιλιά Φιλίππου Β΄ με βάση τα οστά του κρανίου που βρέθηκε στον τάφο ΙΙ"(Πρακτικά ΧΙΙ Διεθνούς Συνεδρίου Αρχαιολογίας, Αθήνα, 4-10.9-1983). Το κρανίο όμως αυτό, όσο και ο σκελετός του νεκρού, όπως προκύπτει από τις αρχαίες ιστορικές πηγές, δεν ανήκει στο βασιλιά Φίλιππο Β΄". Ανήκει όπως έχει αποδειχθεί όμως, σε άλλον νεκρό βασιλιά ο οποίος τάφηκε στον ίδιο τάφο μετά το 274π.Χ
Η ΠΡΩΤΗ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ
Είναι γνωστό ότι η αρχαία ιστοριογραφία μας δίνει πολλές και ακριβείς κατά το πλείστον πληροφορίες για την πορεία του Μ.Αλεξάνδρου από τη βόρεια Ελλάδα (Μακεδονία) προς την Ασία και Αίγυπτο σε τρόπο ώστε να γνωρίζουμε σήμερα με λεπτομέρειες την όλη του δραστηριότητα.
Αντίθετα πληροφορίες ορισμένων αρχαίων πηγών που σχετίζονται με το θάνατο, τον τάφο και την παραπέρα τύχη των λειψάνων του, χαρακτηρίζονται σε αρκετές περιπτώσεις, όπως έχει αποδειχθεί, από μια μυθιστορηματική διάπλαση, ασάφεια και αμφισβήτηση που προκαλούν εύλογα ερωτήματα και απορίες για το που τέλος πάντων τάφηκε τελικά ο μεγάλος αυτός Στρατηλάτης μαζί με την οικογένεια του.
Η ΠΛΑΝΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΑΦΟΥΣ ΤΗΣ ΒΕΡΓΙΝΑΣ Tο 274 π.Χ., όταν βασιλιάς της Μακεδονίας ήταν ο Αντίγονος Γονατάς, ο βασιλιάς της Ηπείρου Πύρρος, εισέβαλε στη Μακεδονία και όταν έφθασε στις Αιγές (Βεργίνα), εσύλησε όλους τους βασιλικούς τάφους και διασκόρπισε τα οστά όλων των βασιλέων, μεταξύ των οποίων ήταν και αυτά του Φιλίππου Β΄ και του γιου του Αρριδαίου (Διοδ. Σικελιώτης, Πλούταρχος, Παυσανίας).
Στον ίδιο χώρο, πριν από 23 χρόνια ο καθηγητής Μαν.Ανδρόνικος ανακάλυψε τρεις βασιλικούς τάφους. Οι δύο από αυτούς (ΙΙ,ΙΙΙ) βρέθηκαν ασύλητοι και αποδόθηκαν από τον ίδιο, ο ΙΙος στο βασιλιά Φίλιππο Β΄ και στην τελευταία σύζυγό του Κλεοπάτρα, ο ΙΙΙος ονομάστηκε "Τάφος του Πρίγκηπα" και ο Ιος "Τάφος της Περσεφόνης".
Ο καθ.Ανδρόνικος σε βιβλίο του αναφέρεται στη σύληση των βασιλικών τάφων από τον Πύρρο, αλλά διατυπώνει την άποψη ότι "...από τη σύληση αυτή εντελώς συμπτωματικά φαίνεται ότι γλύτωσε ο τάφος του Φιλίππου Β΄". Ο τάφος όμως αυτός ήταν γνωστός σε όλους και δεν ήταν δυνατό να διασωθεί από τη σύληση, όπως έγινε και για όλους τους πριν από το 274 π.Χ. βασιλικούς τάφους της Βεργίνας.
Η άποψη αυτή αποτέλεσε κατά τη γνώμη μου, μια σοβαρή ιστορική πλάνη στον αρχαιολογικό χώρο στην οποία, όπως προκύπτει στηρίζονται τα τελικά συμπεράσματα του καθ.Ανδρόνικου για την ταυτότητα των τάφων και των νεκρών της Βεργίνας.
Η πλάνη αυτή ενισχύθηκε σημαντικά το 1981 από τα πορίσματα μιας ομάδας Βρετανών επιστημόνων υπό τον Ανατόμο Dr. J Musgrave, η οποία υποστήριξε σε σχετική έκθεσή της ότι "...επέτυχε να αναπλάσει τη μορφή του βασιλιά Φιλίππου Β΄ με βάση τα οστά του κρανίου που βρέθηκε στον τάφο ΙΙ"(Πρακτικά ΧΙΙ Διεθνούς Συνεδρίου Αρχαιολογίας, Αθήνα, 4-10.9-1983). Το κρανίο όμως αυτό, όσο και ο σκελετός του νεκρού, όπως προκύπτει από τις αρχαίες ιστορικές πηγές, δεν ανήκει στο βασιλιά Φίλιππο Β΄". Ανήκει όπως έχει αποδειχθεί όμως, σε άλλον νεκρό βασιλιά ο οποίος τάφηκε στον ίδιο τάφο μετά το 274π.Χ
Η ΠΡΩΤΗ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ
Χρυσή λάρνακα με 16άκτινο αστέρι με τα οστά του βασιλιά του τάφου ΙΙ της Βεργίνας
Με βάση τα παραπάνω στοιχεία, σε συνδυασμό με την ηλικία των νεκρών του τάφου ΙΙ και ΙΙΙ και τα ταφικά κτίσματα και κτερίσματα, σχημάτισα εντελώς διαφορετικές απόψεις από εκείνες του καθ. Ανδρόνικου, όταν ήδη αυτές είχαν καθιερωθεί στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και το 1993 έγραψα ένα σχετικό βιβλίο στο οποίο διατύπωνα αμφισβητήσεις τόσο για τα πορίσματα του καθηγητού Ανδρόνικου όσο και του Dr J.Musgrave, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι:
Τα οστά του τάφου ΙΙ δεν ανήκουν στο βασιλιά Φίλιππο Β΄ και στην τελευταία του γυναίκα, Κλεοπάτρα.
Στο ίδιο συμπέρασμα είδα ότι καταλήγουν σε σχετική τους έκθεση ο καθ. Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θράκης, κ. Νικ.Ι. Ξηροτύρης και η συνάδελφος του, κα Franziska Langenscheidt, αργότερα δε και ο επίσης καθ. Ανθρωπολογίας κ.Αντ.Μπαρτσιώκας.(Ελληνική Αρχαιολογική Εφημερίδα, 1981, Science Magazine 21.4.2000)
Από τα ιστορικά στοιχεία προκύπτει ότι στον τάφο αυτόν αρχικά τάφηκε το 316 π.Χ. από τον Κάσσανδρο ο βασιλιάς Αρριδαίος που δολοφονήθηκε το 317π.Χ. από την Ολυμπιάδα στην Πέλλα.(Παυσανίας)
Ο βασιλιάς Φίλιππος Β΄ τάφηκε μεταξύ του 336-335π.Χ. στον αμέσως παρακείμενο τάφο ΙΙΙ. Για το γεγονός αυτό υπάρχουν σημαντικά στοιχεία που αποδεικνύουν την ταυτότητα του.
Ο ΙΙος ΤΑΦΟΣ ΚΑΙ Η ΠΕΡΙΦΗΜΗ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΚΥΝΗΓΙΟΥ
Ο ΙΙος τάφος μετά την εκδίωξη του Πύρρου το 273π.Χ., διαμορφώθηκε από τον Αντίγονο Γονατά στη σημερινή του μορφή με την περίφημητοιχογραφία του κυνηγίου (Εικ.1), το οποίο εξελίχθηκε στη Βακτριανή της Περσίας το 327 π.Χ., εννιά χρόνια μετά το θάνατο του Φιλίππου(Αρριανός). Σ'αυτήν βλέπουμε έφιππο τον Μ.Αλέξανδρο, ενώ λείπει, τόσο ο βασιλιάς Φίλιππος Β΄, όσο και ο Αρριδαίος. Η αμφίεση την οποία φέρει ο Αλέξανδρος (Εικ.1) επαληθεύει τον Διοδ. Σικελιώτη, ο οποίος γράφει ότι στην Περσία "...έφερε λευκό χιτώνα και Περσική ζώνη χωρίς αναξυρίδες". Επαληθεύεται επίσης και ο Ηρόδοτος, ο οποίος μας πληροφορεί "ότι στην Περσία αυτοί που επρόκειτο να κάνουν θυσία φορούσαν στεφάνι από φύλλα μυρτιάς" (όπως επαληθεύεται από την τοιχογραφία). Για την άποψη του καθ. Ανδρόνικου ν' αποδώσει τον έφιππο κυνηγό, ο οποίος αντιμετωπίζει ένα λιοντάρι, στον Φίλιππο Β΄ λόγω της ομοιότητάς τους, έχω διαφορετική γνώμη. Ο έφιππος αυτός είναι ο αρχηγός των σωματοφυλάκων του Αλεξάνδρου, Πτολεμαίος του Λάγου. Αυτός σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές ήταν γιος του Φιλίππου Β΄, κατ'όνομα δε του Στρατηγού Λάγου, αφού η μητέρα του Αρσινόη- παλλακίδα του Φιλίππου- όταν ήταν έγκυος δόθηκε από τον Φίλιππο ως σύζυγος στον Λάγο (Παυσανίας, Πλούταρχος). Άρα ήταν επόμενο να μοιάζει με τον πραγματικό του πατέρα που ήταν ο Φίλιππος Β΄.
Η άλλη άποψη μιας ομάδας αρχαιολόγων να αποδώσει τον ίδιο έφιππο κυνηγό (Εικ.1) στο βασιλιά Αρριδαίο είναι λανθασμένη για τους εξής λόγους: Το κυνήγι αγρίων ζώων θεωρείται πολύ επικίνδυνο και κατά κοινή λογική οι μετέχοντες σ'αυτό πρέπει να έχουν πολύ καλή σωματική υγεία, τόλμη, ευστροφία, εμπειρία και ετοιμότητα αντιδράσεως.
Ο Αρριδαίος έπασχε από σωματική αναπηρία, υπέφερε από ανίατη ψυχική νόσο, ήταν πνευματικά καθυστερημένος και ανακηρύχθηκε μετά το θάνατο του Μ.Αλεξάνδρου βασιλιάς λόγω της κληρονομικής διαδοχής στο θρόνο, δεδομένου ότι ήταν ετεροθαλής αδελφός του και δεν υπήρχε άλλος διάδοχος, εκτός βέβαια από το αναμενόμενο να γεννηθεί παιδί του Μ. Αλεξάνδρου (Πλούταρχος, Διοδ. Σικελιώτης). Επομένως, αποκλείεται το ενδεχόμενο να ήταν ο Αρριδαίος ο έφιππος κυνηγός που αντιμετωπίζει ένα λιοντάρι.
Η ΤΑΦΗ ΤΟΥ Μ.ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΚΑΙ Η ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΟΥ
Με βάση τα παραπάνω στοιχεία, σε συνδυασμό με την ηλικία των νεκρών του τάφου ΙΙ και ΙΙΙ και τα ταφικά κτίσματα και κτερίσματα, σχημάτισα εντελώς διαφορετικές απόψεις από εκείνες του καθ. Ανδρόνικου, όταν ήδη αυτές είχαν καθιερωθεί στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και το 1993 έγραψα ένα σχετικό βιβλίο στο οποίο διατύπωνα αμφισβητήσεις τόσο για τα πορίσματα του καθηγητού Ανδρόνικου όσο και του Dr J.Musgrave, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι:
Τα οστά του τάφου ΙΙ δεν ανήκουν στο βασιλιά Φίλιππο Β΄ και στην τελευταία του γυναίκα, Κλεοπάτρα.
Στο ίδιο συμπέρασμα είδα ότι καταλήγουν σε σχετική τους έκθεση ο καθ. Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θράκης, κ. Νικ.Ι. Ξηροτύρης και η συνάδελφος του, κα Franziska Langenscheidt, αργότερα δε και ο επίσης καθ. Ανθρωπολογίας κ.Αντ.Μπαρτσιώκας.(Ελληνική Αρχαιολογική Εφημερίδα, 1981, Science Magazine 21.4.2000)
Από τα ιστορικά στοιχεία προκύπτει ότι στον τάφο αυτόν αρχικά τάφηκε το 316 π.Χ. από τον Κάσσανδρο ο βασιλιάς Αρριδαίος που δολοφονήθηκε το 317π.Χ. από την Ολυμπιάδα στην Πέλλα.(Παυσανίας)
Ο βασιλιάς Φίλιππος Β΄ τάφηκε μεταξύ του 336-335π.Χ. στον αμέσως παρακείμενο τάφο ΙΙΙ. Για το γεγονός αυτό υπάρχουν σημαντικά στοιχεία που αποδεικνύουν την ταυτότητα του.
Ο ΙΙος ΤΑΦΟΣ ΚΑΙ Η ΠΕΡΙΦΗΜΗ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΚΥΝΗΓΙΟΥ
Ο ΙΙος τάφος μετά την εκδίωξη του Πύρρου το 273π.Χ., διαμορφώθηκε από τον Αντίγονο Γονατά στη σημερινή του μορφή με την περίφημητοιχογραφία του κυνηγίου (Εικ.1), το οποίο εξελίχθηκε στη Βακτριανή της Περσίας το 327 π.Χ., εννιά χρόνια μετά το θάνατο του Φιλίππου(Αρριανός). Σ'αυτήν βλέπουμε έφιππο τον Μ.Αλέξανδρο, ενώ λείπει, τόσο ο βασιλιάς Φίλιππος Β΄, όσο και ο Αρριδαίος. Η αμφίεση την οποία φέρει ο Αλέξανδρος (Εικ.1) επαληθεύει τον Διοδ. Σικελιώτη, ο οποίος γράφει ότι στην Περσία "...έφερε λευκό χιτώνα και Περσική ζώνη χωρίς αναξυρίδες". Επαληθεύεται επίσης και ο Ηρόδοτος, ο οποίος μας πληροφορεί "ότι στην Περσία αυτοί που επρόκειτο να κάνουν θυσία φορούσαν στεφάνι από φύλλα μυρτιάς" (όπως επαληθεύεται από την τοιχογραφία). Για την άποψη του καθ. Ανδρόνικου ν' αποδώσει τον έφιππο κυνηγό, ο οποίος αντιμετωπίζει ένα λιοντάρι, στον Φίλιππο Β΄ λόγω της ομοιότητάς τους, έχω διαφορετική γνώμη. Ο έφιππος αυτός είναι ο αρχηγός των σωματοφυλάκων του Αλεξάνδρου, Πτολεμαίος του Λάγου. Αυτός σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές ήταν γιος του Φιλίππου Β΄, κατ'όνομα δε του Στρατηγού Λάγου, αφού η μητέρα του Αρσινόη- παλλακίδα του Φιλίππου- όταν ήταν έγκυος δόθηκε από τον Φίλιππο ως σύζυγος στον Λάγο (Παυσανίας, Πλούταρχος). Άρα ήταν επόμενο να μοιάζει με τον πραγματικό του πατέρα που ήταν ο Φίλιππος Β΄.
Η άλλη άποψη μιας ομάδας αρχαιολόγων να αποδώσει τον ίδιο έφιππο κυνηγό (Εικ.1) στο βασιλιά Αρριδαίο είναι λανθασμένη για τους εξής λόγους: Το κυνήγι αγρίων ζώων θεωρείται πολύ επικίνδυνο και κατά κοινή λογική οι μετέχοντες σ'αυτό πρέπει να έχουν πολύ καλή σωματική υγεία, τόλμη, ευστροφία, εμπειρία και ετοιμότητα αντιδράσεως.
Ο Αρριδαίος έπασχε από σωματική αναπηρία, υπέφερε από ανίατη ψυχική νόσο, ήταν πνευματικά καθυστερημένος και ανακηρύχθηκε μετά το θάνατο του Μ.Αλεξάνδρου βασιλιάς λόγω της κληρονομικής διαδοχής στο θρόνο, δεδομένου ότι ήταν ετεροθαλής αδελφός του και δεν υπήρχε άλλος διάδοχος, εκτός βέβαια από το αναμενόμενο να γεννηθεί παιδί του Μ. Αλεξάνδρου (Πλούταρχος, Διοδ. Σικελιώτης). Επομένως, αποκλείεται το ενδεχόμενο να ήταν ο Αρριδαίος ο έφιππος κυνηγός που αντιμετωπίζει ένα λιοντάρι.
Η ΤΑΦΗ ΤΟΥ Μ.ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΚΑΙ Η ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΟΥ
Ο Μ.Αλέξανδρος με Μακεδονικό κράνος με λοφίο.
Όπως είναι γνωστό, ο Μ.Αλέξανδρος πέθανε στη Βαβυλώνα το 323 π.Χ. Εκεί οι νεκροί κατά τους Ηρόδοτο, Στράβωνα και Στοβαίο δεν μουμιοποιούνταν ούτε καίγονταν αλλά θάπτονταν τοποθετημένοι μέσα σε μέλι ή κερί. Το ίδιο έγινε, όπως προκύπτει και για τη σορό του Μ.Αλεξάνδρου που ενώ προοριζόταν να ταφεί στη Μακεδονία οδηγήθηκε το 321π.Χ. από τη Δαμασκό κατά τρόπο βίαιο από τον Πτολεμαίο Α' στην Αίγυπτο (Παυσανίας, Αρριανός, Αιλιανός). Εκεί κατά τις επικρατέστερες πληροφορίες τάφηκε στην ιερή πόλη Μέμφη "σύμφωνα με το Μακεδονικό νόμο ο οποίος προέβλεπε καύση των νεκρών" (Παυσανίας, Πάριον Χρονικόν, Κούρτιος Ρούφος).
Κράνος σιδερένιο από τον τάφο ΙΙ που διαφέρει από το Μακεδονικό κράνος.
Μία άλλη άποψη ότι μεταφέρθηκε αμέσως στην Αλεξάνδρεια όπου και τάφηκε (Διοδ. Σικελιώτης) κρίνεται ως αδύνατη για το λόγο ότι ήταν ανέφικτο τεχνικώς να ετοιμασθεί το μεγαλοπρεπές μαυσωλείο που προοριζόταν για την ταφή του και για άλλους ακόμα λόγους.
Η βασίλισσα Ρωξάνη με το βρεφικής ηλικίας παιδί της "αφίχθηκαν τον ίδιο χρόνο στη Μακεδονία και το 311π.Χ. δολοφονήθηκαν από τον Κάσσανδρο στην Αμφίπολη και τα οστά τους διασκορπίστηκαν" (Διοδ. Σικελιώτης, Στράβων, Ιουστίνος [Επιτ]). Η πόλη Αμφίπολη είναι σχετικά κοντά στη Βεργίνα και ήταν εύκολη η μεταφορά τους στους βασιλικούς τάφους.
Η πραγματοποιηθείσα πρώτη καύση του νεκρού Αλέξανδρου στη Μέμφη
επιβεβαιώνεται μεταξύ των άλλων και από το γεγονός ότι κατά τον καθ.
Ανθρωπολογίας, Α. Μπαρτσιώκα "...ο σκελετός του νεκρού του τάφου ΙΙ
αποτεφρώθηκε στεγνά (ξηρά), απαλλαγμένος από τις σάρκες του". Αν είναι
ακριβές αυτό, τότε σημαίνει ότι στη Βεργίνα έχουμε πιθανότατα μία
επαναταφή του ίδιου βασιλιά.Μια άλλη ακόμα σοβαρή ανθρωπολογική
διαπίστωση για τα οστά του ιδίου τάφου αποτελεί το γεγονός ότι κατά τον
καθ. Ανθρωπολογίας, Ν.Ι. Ξηροτύρη, "ο σκελετός αυτός ήταν σχεδόν
ολοκληρωμένος, ακόμα και τα πολύ μικρά τεμάχια είχαν συλλεγεί. Τα οστά
είχαν προσεκτικά πλυθεί και είχαν καθαριστεί οι στάχτες. Τα υπόλοιπα
τεμάχια των οστών ταξινομήθηκαν με βάση το μέγεθος και το μήκος και
τοποθετήθηκαν ανατομικά ορθά στη λάρνακα. Στο ανώτερο στρώμα βρέθηκαν τα
τεμάχια του κρανίου, στο μέσο στρώμα τα μικρά οστά του μετακρανιακού
σκελετού και στο κατώτερο στρώμα τα μακρά οστά των άκρων τοποθετήθηκαν
διαγωνίως" (Ελληνική Αρχαιολογική Εφημερίδα, 1981).
Αντίθετα, κατά τον ίδιο πάλι, τα γυναικεία οστά του προθαλάμου του ίδιου τάφου "ήταν λιγότερα και λερωμένα με στάχτες και δεν μπορούσαν να επαναδομηθούν ολοκληρωτικά".
Αυτό κατά τη γνώμη μου ερμηνεύεται ότι τα λείψανα αυτά μεταφέρθηκαν και τάφηκαν στη Βεργίνα από δυο διαφορετικούς τόπους όπως συμβαίνει με την περίπτωση του Μ.Αλεξάνδρου και της γυναίκας του
βασίλισσας Ρωξάνης της οποίας τα οστά όπως αναφέρεται παραπάνω "είχαν διασκορπισθεί" και ήταν επόμενο να μην είχαν συλλεγεί όλα. Σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν, όλα τα προσωπικά ενθυμήματα του Μ.Αλεξάνδρου και της Ρωξάνης καθώς και τα όπλα του ακολούθησαν επί Αντίγονου Γονατά, μετά το 274π.Χ., τη βασιλική οικογένεια στους τάφους της Βεργίνας, όπου και βρέθηκαν. Αποτελούσε ιερή παράδοση για τους Έλληνες στην αρχαιότητα η μετακομιδή στη γενέτειρα γη των οστών των βασιλέων που πέθαιναν σε ξένους τόπους και από την παράδοση αυτή δεν ήταν δυνατόν να αποτελέσουν εξαίρεση τα λείψανα του Μ.Αλεξάνδρου.
Όπως προκύπτει επίσης, οι αρχαίοι Μακεδόνες "ύστερα από δύο ανεπιτυχείς προσπάθειες, το 321π.Χ" πέτυχαν τελικά -όπως δείχνουν όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στο βιβλίο μου-να αφαιρέσουν πιθανότατα από τη Μέμφη- τα λείψανα του Μ.Αλεξάνδρου (Διοδ. Σικελιώτης, Αιλιανός). Αυτό, όπως πιστεύω, έγινε πριν μεταφερθούν μετά διετία από τον Πτολεμαίο Α' ή και περισσότερα χρόνια από τον Πτολεμαίο Β' στην Αλεξάνδρεια, (Παυσανίας) αντικαθιστώντας τα με άλλα ξένα λείψανα ή με είδωλο (ομοίωμα) του Αλεξάνδρου που είδαν, αν είδαν αργότερα Ρωμαίοι αυτοκράτορες.
Λέμε είδωλο (μούμια) γιατί όπως έχει προαναφερθεί η Σορός του Μ.Αλέξανδρου δεν είχε μουμιοποιηθεί αλλά κάηκε προηγουμένως και επομένως η μούμια που είδαν δεν μπορούσε να ήταν πραγματική.
Η Αίγυπτος ήταν γνωστή από την αρχαιότατη εποχή ως χώρα κατασκευής καταπληκτικών ειδώλων (Διοδ. Σικελιώτης). Μια γνώμη για το θέμα αυτό μπορεί να σχηματίσει κανείς από το βιβλίο του Αιγυπτίου αρχαιολόγου Abbas Chalaby στο οποίο περιλαμβάνονται καταπληκτικά είδωλα Αιγυπτίων πριγκίπων και βασιλέων. Η ανακάλυψη το 1887 στη Σιδώνα του Λιβάνου της λεγομένης "Σαρκοφάγου του Μ.Αλεξάνδρου" φρονώ ότι ίσως να μην είναι άσχετη με την περιπέτεια των λειψάνων του. Δεν βρέθηκε βέβαια κανένα αρχαίο κείμενο το οποίο να αναφέρεται στην επαναταφή του Μ.Αλεξάνδρου από την Αίγυπτο στις Αιγές (Βεργίνα). Αναφέρονται εν τούτοις από τους: Αρριανό, Πλούταρχο, Στράβωνα και άλλους ιστορικούς ότι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς έγραψαν μεταξύ των άλλων για "το θάνατο και την ταφή του Μ.Αλεξάνδρου", αλλά όλα αυτά χάθηκαν όπως και το 7ο βιβλίο του Στράβωνα, το οποίο αναφερόταν στην Μακεδονία.
Ο Μ.Αλέξανδρος εικονίζεται σε εξάρτημα της πολεμικής του πανοπλίας στον ΙΙ βασιλικό τάφο της Βεργίνας
Το 274π.Χ. ο βασιλιάς της Ηπείρου Πύρρος κατέλαβε αιφνιδιαστικά τη Μακεδονία, όταν βασίλευε σ’ αυτήν ο Αντίγονος Γονατάς. Στις Αιγές (Βεργίνα) εσύλησε όλους τους βασιλικούς τάφους, διεσκόρπισε τα οστά όλων των βασιλέων και αφαίρεσε όλα τα κτερίσματα.
Στον ίδιο χώρο το 1977-1980, ο καθ. Αρχαιολογίας Μαν. Ανδρόνικος ανακάλυψε δυο ασύλητους βασιλικούς τάφους τον ΙΙ και ΙΙΙ και τους απέδωσε στο βασιλιά Φίλιππο Β’ και στην τελευταία του σύζυγο μαζί με όλα τα χρυσοποίκιλτα κτερίσματα. Τον ΙΙΙο τον ονόμασε «Τάφο του Πρίγκηπα».
Τα παραπάνω συμπεράσματα του καθ. Ανδρόνικου δεν με είχαν πείσει.
Ο Φίλιππος Β’ είχε ταφεί εκεί 62 και ο γιος του Αρριδαίος 42 χρόνια πριν από την εισβολή του Πύρρου και κρίνεται αδύνατον να είχαν διασωθεί τα οστά τους. Τρεις καθηγητές Ανθρωπολογίας αποφάνθηκαν ότι «τα ανδρικά οστά του τάφου ΙΙ δεν ανήκαν στο Φίλιππο Β’».
Ύστερα από μια μακρόχρονη ερευνητική προσπάθεια, έγραψα το 1993 ένα σχετικό βιβλίο, στο οποίο παρουσίασα ιστορικά στοιχεία που αμφισβητούσαν τα παραπάνω συμπεράσματα του καθ. Ανδρόνικου.
Μελέτησα για αρκετά χρόνια την αρχαία ελληνική και περσική ιστορία και τέχνη. Οι πληροφορίες που πήρα, με βοήθησαν σημαντικά στην ερμηνεία των κτερισμάτων και στην αποκάλυψη της ταυτότητας ενός ζεύγους με το δωδεκάχρονο παιδί τους που είχαν επαναταφεί στους ΙΙ και ΙΙΙ τάφους, μετά την εκδίωξη του Πύρρου το 273π.Χ.
Χρυσό περιλαίμιο (ή περιτραχήλιο) από την πανοπλία του Μ.Αλεξάνδρου.
Είναι πιθανότατα δώρο του βασιλιά των Σκυθών. Βρέθηκε στον τάφο ΙΙ της
Βεργίνας.
Σήμερα 26 χρόνια μετά την ανακάλυψη των τάφων της Βεργίνας, έχω την χαρά και την ικανοποίηση να παρουσιάσω το παρακάτω σοβαρό θέμα με την ερμηνεία του οποίου ασχολήθηκα πρόσφατα.
Μέσα στα κτερίσματα του τάφου ΙΙ βρέθηκε από τον καθ. Ανδρόνικο ένα επίχρυσο περιλαίμιο διακοσμημένο με ρόδακες. Στους τέσσερις μεγάλους κύκλους του, διακρίνεται ένας έφιππος που καλπάζει, κρατώντας στο δεξιό υψωμένο χέρι του ένα αντικείμενο που μοιάζει με δέσμη από άνθη ή στεφάνι. Μεταξύ των ποδιών των αλόγων εικονίζονται κατά σειρά ένα ερίφιο, πιθανόν μικρό ελάφι, ένας σκύλος και ένας λαγός. Στο επάνω κυκλικό μέρος διακρίνονται μέλισσες και στους δυο μικρούς κύκλους εικονίζεται κεφαλή νέου, που έχει μεγάλη ομοιότητα με αυτήν του Μ.Αλεξάνδρου (Εικ.1).
Άλλο ένα παρόμοιο έργο βρέθηκε στον ίδιο τάφο πιθανόν για το λινοθώρακα του.
Βέβαια η ομοιότητα και μόνο μεταξύ δυο προσώπων δεν αποτελεί πάντοτε αποδεικτικό στοιχείο ταυτότητας. Εδώ όμως στην περίπτωση του περιλαιμίου, όπως θα φανεί από τα παρακάτω στοιχεία, φαίνεται καθαρά ότι ο εικονιζόμενος στους δυο μικρούς κύκλους ταυτίζεται αποκλειστικά με τον Μ.Αλέξανδρο και δεν τίθεται θέμα ομοιότητας με κάποιον άλλο.
Ο καθ. Ανδρόνικος στο βιβλίο του «Βεργίνα-Οι βασιλικοί τάφοι 1984» (σελ.189) γράφει για το περιλαίμιο αυτό, ότι μέσα στους δυο μικρότερους κύκλους, «εικονίζεται μετωπικά κεφαλή αγένειου νέου, πιθανόν Ηρακλή, αν ερμηνεύω σωστά ως λεοντή το σχηματοποιημένο κάλυμμα της κεφαλής».
Από ότι βλέπουμε όμως δεν υπάρχει κάλυμμα στο κεφάλι, ούτε διακρίνονται γνωρίσματα λεοντής που να προσδίδουν, κατά τον καθ. Ανδρόνικο, πιθανή ομοιότητα με τον Ηρακλή. Άλλωστε οι παραστάσεις των μικρών ζώων στους τέσσερις κύκλους σχετίζονται κατά την Ελληνική Μυθολογία, με τον Διόνυσο και μόνο.
Η ανάγλυφη κεφαλή που βλέπουμε, δεν είναι βέβαια έργο του Απελλή ή του Λεοχάρη, αναγνωρίζεται όμως από τις χαρακτηριστικές λεπτομέρειες του προσώπου του σε σύγκριση με άλλα έργα που εικονίζεται, ότι είναι αναμφισβήτητα του Μ.Αλεξάνδρου.
Το υπόψη περιλαίμιο αποτελούσε εξάρτημα της πανοπλίας του Μ.Αλεξάνδρου και είναι πιθανόν το ίδιο που αναφέρει ο Πλούταρχος ότι το έφερε πριν την έναρξη της μάχης στα Γαυγάμηλα το 331π.Χ. Εκτιμώ ότι μπορεί να συγκαταλεγόταν στα πολυτιμότατα δώρα που έστειλε, κατά τον Αρριανό, με ειδική πρεσβεία ο βασιλιάς των Σκυθών της Ευρώπης στον Μ.Αλέξανδρο, όταν βρισκόταν στην Ασία.
Από έρευνα μας, προκύπτει ότι άλλα δυο εξαρτήματα της πανοπλίας του, όπως είναι ο θώρακας (επιπόρπωμα) και το ξίφος, που ανακαλύφθηκαν στον τάφο ΙΙ από τον ίδιο καθηγητή, κατασκευάστηκαν, κατά τον Πλούταρχο , το πρώτο στη Ρόδο και το δεύτερο στο Κίτιο της Κύπρου και δόθηκαν ως δώρα στον Μ.Αλέξανδρο.
Και τα δυο μοιάζουν καταπληκτικά με αυτά που βλέπουμε να φέρει ο Μ.Αλέξανδρος στο ψηφιδωτό της Πομπηίας, διακοσμημένα, μεταξύ των άλλων, και με τα εμβλήματα των δυο νησιών.
Κρίνεται βέβαιο ότι οι παραστάσεις στους τέσσερις κύκλους του περιλαιμίου σχετίζονται με τον Μ.Αλέξανδρο ως θεό Διόνυσο, ο οποίος στις μετακινήσεις του συνοδευόταν κατά την Ελληνική μυθολογία από σκύλους, και σχετίζονταν και με αφιερωμένα σ’ αυτόν μικρά ζώα και μέλισσες, ίδια με αυτά που αναφέρθηκαν παραπάνω. Επιπλέον φρονώ, ότι συμβολίζουν την πορεία που ακολούθησε ο Μ.Αλέξανδρος και ο Διόνυσος στη Μ.Ασία - Παλαιστίνη, Αίγυπτο, Περσία, Ινδική.
Κατά τους αρχαίους ιστορικούς, ο Μ.Αλέξανδρος ταύτιζε τον εαυτό του με τον Διόνυσο και ανακηρύχτηκε τελικά επίσημα θεός Διόνυσος . Πίστευε ότι ακολουθούσε τα βήματα του στην εκστρατεία της Ασίας. Κατά τον Πλίνιο ο ζωγράφος Πρωτογένης τον είχε ζωγραφίσει ως θεό Διόνυσο. Στην Πέλλα βρέθηκε αγαλματίδιο που αποδίδεται στον Αλέξανδρο ως Πάνα ή Διόνυσο. Στον τάφο ΙΙ βρέθηκαν πολλές ελεφαντοστέινες και χρυσές παραστάσεις του Διονύσου και της ακολουθίας του.
Χρυσοποίκιλτο ξίφος από την πανοπλία του Μ.Αλεξάνδρου. Είναι δώρο του Κιτίου της Κύπρου. Λόγω φθορών δεν διασώθηκε η χρυσελεφάντινη επικάλυψη. Βρέθηκε στον τάφο ΙΙ της Βεργίνας.
Χρυσοποίκιλτος θώρακας από την πανοπλία του Μ. Αλέξανδρου.
Είναι δώρο της νήσου Ρόδου. Λόγω φθορών δεν διασώθηκε η χρυσελεφάντινη επικάλυψη. Βρέθηκε στον τάφο ΙΙ της Βεργίνας.
Η παρουσία της εικόνας του Μ.Αλεξάνδρου σε ένα εξάρτημα της πανοπλίας του αποτελεί ένα σημαντικό γεγονός, που δίνει μια άλλη διάσταση στις πολυετείς αναζητήσεις του τάφου και των λειψάνων του στην Αίγυπτο. Αμφισβητεί όλες τις μυθοπλασίες και αμφιλεγόμενες μαρτυρίες που έχουν αλλοιώσει σε πολλές περιπτώσεις την αληθινή ιστορία του. Τέλος επιβεβαιώνει τα συμπεράσματα μου, από όσα έχω γράψει μέχρι τώρα, ότι στη Βεργίνα βρισκόμαστε μπροστά στην επαναταφή όχι μόνο του Μ.Αλεξάνδρου αλλά ολόκληρης της οικογένειας του.
Συμπέρασμα
Όχι μόνο η πανοπλία, αλλά όλα τα ευρήματα, σε συνδυασμό με την «τοιχογραφία του κυνηγίου», την ηλικία των νεκρών κ.α., μου δίνουν το δικαίωμα να υποστηρίξω και τη δυνατότητα να παρουσιάσω σειρά στοιχείων που αποδεικνύουν ότι ο Μ.Αλέξανδρος επανατάφηκε μαζί με την οικογένειά του μετά το 273 π.Χ. στους βασιλικούς τάφους ΙΙ και ΙΙΙ της Βεργίνας.
Χρυσό στεφάνι από φύλλα βαλανιδιάς. Βρέθηκε στον τάφο ΙΙ. Ο Μ.Αλέξανδρος που πίστευε ότι ήταν γιος του Άμμωνα Δία έφερε στεφάνι βαλανιδιάς που ήταν και το αποκλειστικό είδος στεφανιού που έφερε ο Δίας.
Επίχρυσο Περσικό διάδημα από τη μάχη της Ισσού το 333π.Χ. Ήταν πιθανότατα του Δαρείου Γ'. Το Μακεδονικό διάδημα που έφερε ο Μ.Αλέξανδρος πριν ονομασθεί βασιλιάς της Ασίας ήταν τελείως διαφορετικό.
Ο Μ.Αλέξανδρος στη μάχη της Ισσού κατά των Περσών το 333π.Χ.
Θώρακας Αχιλλέα
Χρυσοποίκιλτος θώρακας. Βρέθηκε στον τάφο ΙΙ. Κατασκευάστηκε στη Ρόδο
και δόθηκε ως δώρο στον Μ.Αλέξανδρο το 334π.Χ. (Πλούταρχος). Έχει όλα τα
χαρακτηριστικά γνωρίσματα Ροδιακής κατασκευής και έχει ως πρότυπο το
θώρακα του Αχιλλέα.
Χρυσό στεφάνι από φύλλα μυρτιάς. Βρέθηκε στον προθάλαμο του τάφου ΙΙ που ανήκει στη βασίλισσα Ρωξάνη. Στην Περσία το καθιερωμένο επίσημο στεφάνι. Αποτελούνταν από φύλλα και άνθη μυρτιάς. (Ηρόδοτος, Στράβων)
Χρυσελεφάντινο ξίφος. Είναι δώρο προς τον Μέγα Αλέξανδρο από τον βασιλιά του Κιτίου της Κύπρου Πουμιάθωνα. (Πλούταρχος). Βρέθηκε στον τάφο ΙΙ. Έχει τα σύμβολα του Κιτίου.
Επίχρυσες κνημίδες. Οι διαφορές στο ύψος και το πλάτος στη μεσότητα της κνήμης οφείλονται σε διαμπερές τραυματισμό του Μ.Αλεξάνδρου στη δεξιά **περόνη το 329π.Χ. και στον αστράγαλο το 327π.Χ. (Αρριανός). Έχει περιληφθεί στο βιβλίο μου σχετική αναφορά.
Χρυσό γυναικείο διάδημα. Βρέθηκε στον προθάλαμο του τάφου ΙΙ και ανήκει στη βασίλισσα Ρωξάνη. Ο φυτικός διάκοσμος σχετίζεται με την Περσική χλωρίδα. Στη μέση διακρίνεται λευκό περιστέρι που είναι το έμβλημα της Περσίδας βασίλισσας Σεμίραμις.
Ένα από τα δυο "Γοργόνεια" που βρέθηκε στον τάφο ΙΙ και κρίνεται βέβαιο ότι ήταν προσαρμοσμένο στον θώρακα (Εικ.6). Το ίδιο έφερε στο θώρακα ο Μ.Αλέξανδρος στη μάχη της Ισσού (Εικ.2).http://aneksigita-fainomena.blogspot.gr
Σχόλια