Ο δρόμος προς τα χρεοστάσια
Πώς μπορεί να σωθεί η Ελλάδα; Ας δούμε τις διάφορες δυνατότητες. Οι επικεφαλής της Ευρωζώνης μπορεί να την υποχρεώσουν να ξεπουλήσει μέρος των περιουσιακών στοιχείων της. Αλλά από τη στιγμή που το ελληνικό δημόσιο δεν διαθέτει κτηματολόγιο, τα περιουσιακά του στοιχεία δεν είναι καθαρά κι έτσι δεν θα προσελκύσει πολλούς εν δυνάμει αγοραστές. Σε ό,τι αφορά τις δημόσιες επιχειρήσεις πάλι, οι υποψήφιοι αγοραστές θα έχουν να αντιμετωπίσουν τις αντιδράσεις των συνδικάτων, τις διαδηλώσεις και την πιθανή απροθυμία των εργαζομένων να δουλέψουν αποτελεσματικά για το νέο αγοραστή του ιδιωτικού τομέα.
Εκτός τούτου, από τη στιγμή που η Αθήνα θέλει να πουλήσει μόνο μειοψηφικά μερίδια, ποιος θα θέλει να γίνει συνεταίρος με μια κυβέρνηση που καινοτόμησε τόσο πολύ στη δημιουργική λογιστική; Και σε τελική ανάλυση, ακόμη κι όλα αυτά να μην ίσχυαν, το σημαντικότερο είναι ότι δεν μπορούν να γίνουν πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων του ελληνικού δημοσίου εδώ και τώρα, ώστε να πάρει όσα χρήματα χρειάζεται στον σύντομο χρόνο που τα χρειάζεται.
Μια άλλη λύση είναι να δώσουμε τον λογαριασμό στον ευρωπαϊκό Βορρά. Αλλά ο κόσμος του Βορρά δεν θέλει να ξαναπληρώσει, ιδίως από τη στιγμή που η ελληνική αντιπολίτευση της ΝΔ ανακοίνωσε ότι δεν στηρίζει τις δημόσιες περικοπές και είναι σαφές στις χώρες του Βορρά ότι δεν θα είναι η τελευταία φορά που τους ζητείται να επιδείξουν γενναιοδωρία. Σε τελική ανάλυση και στο Βορρά οι πολιτικοί είναι εκλεγμένοι και οι φορολογούμενοι τους δεν νιώθουν καμία ικανοποίηση πληρώνοντας το κόστος της σπατάλης του Νότου, όπως ήδη ανακαλύπτουν η Γερμανίδα καγκελάριος Αγγέλα Μέρκελ και οι πολιτικοί της Φιλανδίας.
Υπάρχει κι άλλη δυνατότητα: οι Ευρωπαίοι μπορούν να προσποιηθούν ότι η αδυναμία αποπληρωμής του ελληνικού χρέους στην ώρα του και πλήρως δεν αποτελεί χρεοστάσιο. Έτσι έχουμε την λεγόμενη ‘αναδιάταξη’, μια μορφή ‘ήπιας αναδιάρθρωσης’ που ενθαρρύνει τους πιστωτές να επεκτείνουν εθελοντικά τον χρόνο ωρίμανσης των ομολόγων τους. Αλλά οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης θεωρούν ότι ένα χρεοστάσιο παραμένει χρεοστάσιο όπως κι αν το ονομάσουμε, ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δηλώνει ότι θα πάψει να δέχεται ως ενέχυρα τα ελληνικά ομόλογα για παροχή ρευστότητας προς τις ελληνικές τράπεζες σε περίπτωση αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους – γεγονός που θα οδηγήσει σε αποστράγγιση των τραπεζών και σε βαθύτερη ύφεση.
Στην πραγματικότητα βέβαια η ΕΚΤ έχει ανακοινώσει ότι θα κάνει τη ζωή δυσκολότερη σε όλο τον Νότο αυξάνοντας το βασικό της επιτόκιο. Και σε τελική ανάλυση τι θα αποφασίσει ο επικεφαλής της: να προκαλέσει προβλήματα στη Γερμανία αναβάλλοντας τα μέτρα ανταπόκρισης στη διαφαινόμενη υπερθέρμανση της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας, ή να κάνει τη ζωή δύσκολη στις πιεσμένες χώρες του Νότου που δεν επηρεάζουν στον ίδιο βαθμό τη συνολική οικονομική απόδοση της Ευρώπης;
Ίσως η καλύτερη λύση να είναι πράγματι το χρεοστάσιο, η διαγραφή μέρους του χρέους, η έξοδος από την Ευρωζώνη και η επανεκκίνηση. Δυστυχώς όμως αυτό δεν αφορά μόνο την Ελλάδα αλλά ολόκληρη την Ευρωζώνη και ίσως το συνολικό ευρωπαϊκό όραμα. Γιατί δεν χρειάζεται ιδιαίτερη σοφία για να αντιληφθεί κανείς ότι η Πορτογαλία θα ακολουθήσει σύντομα την Ελλάδα. Κι ότι και η Ιρλανδία – που το δημόσιο χρέος της θα φτάσει, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το 120% του ΑΕΠ το 2013 – είναι επίσης υποψήφια προς έξοδο, εκτός κι αν οι εξαγωγές της καταφέρουν να αντισταθμίσουν την πτώση της εγχώριας ζήτησης.
Ούτε χρειάζεται τελικά να είσαι κορυφαίος πολιτικός αναλυτής για να κατανοήσεις ότι τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης δεν μπόρεσαν να επεξεργαστούν μια μακροπρόθεσμη λύση στα προβλήματα των τριών υπερχρεωμένων αυτών χωρών που κατέφυγαν σε ευρωπαϊκή διάσωση. Στην πραγματικότητα οι σχεδιαστές πολιτικής της Ευρωζώνης αποδείχτηκαν ανίκανοι να επεξεργαστούν ακόμη και βραχυπρόθεσμα μέτρα έκτακτης ανάγκης που θα έδιναν στις υπερχρεωμένες χώρες τον αναγκαίο ζωτικό χώρο ώστε να προσπαθήσουν απλά – για τις ελάχιστες πιθανότητες που έχουν – να βρουν ένα δρόμο που θα τις απομάκρυνε από το σκληρή κατάληξη της αφερεγγυότητας.
Μετρά επίσης και η υπόθεση του πρώην διευθυντή του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος Καν, που μετά τη δίωξη του από τις αμερικανικές αρχές, βγάζει εκτός παιχνιδιού έναν υποστηρικτή των ευρωπαϊκών προσπαθειών για τη σωτηρία των τριών χωρών της περιφέρειας. Ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, επικεφαλής της ομάδας των Υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, με μειωμένη πλέον την αξιοπιστία του μετά την διάψευση της περίφημης όχι και τόσο μυστικής συνάντησης του Λουξεμβούργου, φοβάται πως αν η τρέχουσα έκθεση για την πορεία των προγραμμάτων διάσωσης διαπιστώσει ανεπαρκή πρόοδο, το ΔΝΤ θα κλείσει τα ταμεία του, αυξάνοντας το βάρος που καλούνται να σηκώσουν η Γερμανία και οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Κι αν η επικρατέστερη υποψήφια για τη θέση του Στρος Καν, η Γαλλίδα Υπουργός Οικονομικών Κριστίν Λαγκάρντ, καταφέρει να πραγματοποιήσει την επιθυμία της και να επιστρέψει στην Αμερική αναλαμβάνοντας το ΔΝΤ, θα βρεθεί μέσα σε συμπληγάδες, καθώς από τη μια μεριά θα δέχεται πιέσεις για επίδειξη γενναιοδωρίας προς τις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, από τη άλλη όμως η καμπάνια της υποψηφιότητάς της σήμερα στηρίζεται στην υπόσχεση ότι δεν θα βάλει σε προτεραιότητα τα προβλήματα της Ευρώπης.
Με άλλα λόγια, η τύχη της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και – πιθανότατα – της Ιρλανδίας είναι προδιαγεγραμμένη. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα καταλήξουν σε χρεοστάσιο. Στη συνέχεια η προσοχή θα στραφεί στην Ισπανία και την Ιταλία που θα δοκιμαστούν αυτή την εβδομάδα στις αγορές ομολόγων. Οι πρόσφατες περιφερειακές και δημοτικές εκλογές της Ισπανίας έδειξαν πως οι Ισπανοί ψηφοφόροι δεν πρόκειται να στηρίξουν άλλο τα μέτρα λιτότητας που έριξαν τη χώρα τους σε ύφεση. Η ήττα του πρωθυπουργού Χοσέ Σόκρατες ανησύχησε τις αγορές για μια πιθανή εξέγερση των ψηφοφόρων ενάντια στα μέτρα λιτότητας και είναι γι’ αυτό το λόγο που τα επιτόκια των ισπανικών ομολόγων κατέγραψαν σημαντική αύξηση τις τελευταίες μέρες. Η Ιταλία, από την άλλη μεριά, μοιάζει παραδομένη σε μεγαλύτερη από τη συνήθη της ακυβερνησία. Ο πρωθυπουργός της Σίλβιο Μπερλουσκόνι είναι έτοιμος προς αποχώρηση, αλλά κανένας διάδοχος του με ισχυρή επιρροή ανάμεσα στους ψηφοφόρους δεν έχει εμφανιστεί. Η πολιτική αβεβαιότητα, σε συνδυασμό με τη χαμηλή ή και ανύπαρκτη ανάπτυξη της Ιταλίας, έκανε τη Standard’s & Poor’s να υποβαθμίσει τις προοπτικές της χώρας από σταθερές σε αρνητικές.
Όλα αυτά αφήνουν ελάχιστες εναλλακτικές λύσεις στους σχεδιαστές πολιτικής της Ευρωζώνης, και έτσι είναι πιθανό να υποχρεωθούν να κάνουν ότι όντως χρειάζεται. Καταρχήν να φροντίσουν για την ενίσχυση των τραπεζών των τριών υπερχρεωμένων χωρών ζητώντας τους να συγκεντρώσουν νέα κεφάλαια (η Ισπανία ήδη το κάνει) ώστε να προχωρήσουν τα εθνικά χρεοστάσια χωρίς να οδηγηθεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα σε κατάρρευση. Στη συνέχεια να προχωρήσουν σε ελεγχόμενη αναδιάρθρωση έτσι ώστε οι χώρες να επιστρέψουν στην οικονομική ανάπτυξη. Ή να ελευθερώσουν τις τρεις χώρες από την Ευρωζώνη για να ησυχάσουν τα πράγματα.sofokleous 10
Σχόλια