ΑΟΖ: Λόγος και αντίλογος
Εντός της εβδομάδας η κυπριακή κυβέρνηση προχωρά από κοινού με την αμερικανική εταιρεία Noble Energy στην προκήρυξη 35 διεθνών προσφορών για γεωτρήσεις στο λεγόμενο «οικόπεδο 12» της κυπριακής ΑΟΖ. Κάθε γεώτρηση θα στοιχίσει περίπου 65 εκ. ευρώ και η Λευκωσία αισιοδοξεί ότι οι γεωτρήσεις αυτές θα ξεκινήσουν τέλη του 2011, ή αρχές του 2012. Αν όλα πάνε κατ’ ευχήν, η Κύπρος ίσως συνδεθεί με το κοίτασμα και με αγωγό το 2016, ενώ θα έχει δυνατότητα εξαγωγής φυσικού αερίου το 2019.
Την περασμένη εβδομάδα η Ελλάδα είδε το δικό της σχέδιο για τον αγωγό Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολη να πηγαίνει ακόμη ένα βήμα πίσω και είναι εύλογο ότι τα σχέδια για ελληνική παρουσία στην διεθνή ενεργειακή σκακιέρα βαίνουν ολοταχώς προς αναθεώρηση. Αυτό σημαίνει ότι η Αθήνα είναι αναγκασμένη να εξετάσει και άλλες ιδέες, με μεγαλύτερες πιθανότητες υλοποίησης.
Ως «Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη», το Δίκαιο της Θάλασσας ορίζει ένα «πακέτο» δικαιωμάτων που αποκτούν τα παράκτια κράτη επί του θαλάσσιου χώρου (υδάτων, πυθμένα και υπεδάφους) που εκτείνεται σε απόσταση έως και 200 μιλίων από τις ακτές τους. Εδικότερα στην περίπτωση του Αιγαίου – αλλά και ολόκληρης της Μεσογείου, όπου οι αποστάσεις μεταξύ των ακτών των κρατών δεν φτάνουν πουθενά στα 400 μίλια – είναι προφανές ότι πρέπει να συναφθούν συμφωνίες οριοθέτησης. Εδώ υπάρχει ένας αστερίσκος με μεγάλη σημασία: το Διεθνές Δικαστήριο έχει χρησιμοποιήσει σε ανάλογες περιπτώσεις ως κριτήριο οριοθέτησης την «μέση γραμμή» (μοιράζοντας στη μέση το καρπούζι, όπως θα ήθελε και η Ελλάδα που έχει εκατοντάδες νησιά και νησίδες κοντά στις τουρκικές ακτές), αλλά αυτό δεν υπήρξε πάντοτε το μοναδικό κριτήριο. Αλλες παράμετροι, όπως οι ειδικές γεωγραφικές συνθήκες, τα οικονομικά συμφέροντα κρατών και η ναυσιπλοϊα είναι δυνατό να ληφθούν σοβαρά υπόψιν, κατά περίπτωση. Πάντως, από την ώρα που θα οριοθετηθεί η ΑΟΖ, το παράκτιο κράτος αποκτά μία σειρά αυξημένων δυνατοτήτων στην περιοχή, όπως δικαιώματα έρευνας, διαχείρισης, προστασίας και αξιοποίησης για οργανικούς και ανόργανους φυσικούς πόρους. Επιπλέον, αποκτά το δικαίωμα να κατασκευάσει τεχνητά νησιά, εγκαταστάσεις και υποδομές, να προχωρήσει σε εξόρυξη, να προστατεύει και να επιτηρεί το θαλάσσιο περιβάλλον.
Στην εγχώρια πολιτική συζήτηση, ο όρος «Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη» μπήκε για τα καλά, έπειτα από τις επιτυχημένες κινήσεις της κυπριακής κυβέρνησης που κατέληξαν στις συμφωνίες με το Ισραήλ και την Αίγυπτο για από κοινού οριοθέτηση ΑΟΖ. Αυτό ήταν και το έναυσμα για ένα δημόσιο – και ενίοτε πολύ ζωηρό, εως και έντονο – διάλογο στην Ελλάδα, μεταξύ διπλωματών, ακαδημαϊκών, πολιτικών και δημοσιογράφων για το «δέον γενέσθαι» στην ελληνική εξωτερική πολιτική. Η συζήτηση αυτή βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη εδώ και δύο μήνες (τουλάχιστον) και έχουν σχηματισθεί δύο «στρατόπεδα»:
Oι μεν υποστηρίζουν, ότι η Ελλάδα έπρεπε να έχει ανακηρύξει «χθες» την ΑΟΖ στο Αιγαίο – μονομερώς – εφόσον η Αγκυρα δεν δείχνει διατεθειμένη να αποδεχθεί την γενική εφαρμογή των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας του 1982 (δεν έχει κυρώσει την σύμβαση αυτή, αν και η ίδια η Τουρκία έχει ήδη ανακηρύξει ΑΟΖ στη Μαύρη Θάλασσα). Αυτή ήταν και η θέση που πήραν πρόσφατα στη Βουλή οι αρχηγοί των κομμάτων της αντιπολίτευσης, εγκαλώντας την κυβέρνηση, επειδή δεν ακολουθεί το παράδειγμα της Λευκωσίας. Ταυτόχρονα (Α.Σαμαράς, Α.Παπαρήγα, Γ.Καρατζαφέρης και Α.Τσίπρας) ζήτησαν από την κυβέρνηση να προχωρήσει σε από κοινού ανακήρυξη ΑΟΖ με την Κύπρο.
Υπέρ μίας τέτοιας κίνησης έχουν τοποθετηθεί, μεταξύ άλλων, οι καθηγητές Θόδωρος Καρυώτης, Βασίλειος Μαρκεζίνης και Θάνος Ντόκος. Καθένας επικαλείται συγκεκριμένα επιχειρήματα, αλλά θα έλεγα (αυθαίρετα και για λόγους διευκόλυνσης του αναγνώστη) ότι το ισχυρότερο από αυτά αναφέρεται στο γεγονός ότι η ΑΟΖ είναι πιο σύγχρονη έννοια από την υφαλοκρηπίδα – για την οποία συνεχίζονται οι διερευνητικές επαφές της Ελλάδας με την Τουρκία – και αυτό σημαίνει ότι: σε αντίθεση με την υφαλοκρηπίδα που ασχολείται μόνο με το πετρέλαιο, η ΑΟΖ περιλαμβάνει στην δικαιοδοσία της και την αλιεία.
Eπίσης, ΑΟΖ προβλέπεται για όλα τα νησιά, ανεξαρτήτως θέσης και γεωλογικής κατάστασης (εφόσον έχουν κατοίκους και κάποια μορφη οικονομικής δραστηριότητας). Αυτό το πλαίσιο δυσκολεύει την Αγκυρα, που ισχυρίζεται εδώ και δεκαετίες ότι τα νησιά του Αιγαίου «κάθονται» πάνω στην υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας, οπότε δεν θα πρέπει να τους αναγνωριστεί υφαλοκρηπίδα. Ο ισχυρισμός είναι σχεδόν μεταφυσικός, αλλά ποτέ δεν ξέρεις τί μπορεί να αποφασίσει ένα Διεθνές Δικαστήριο – αν καταλήξουμε κάποτε εκεί, χωρίς να έχουμε λύσει αυτό το ζήτημα.
Τέλος, η «σχολή» αυτή αντιμετωπίζει και πολιτικά το όλο ζήτημα. Δηλαδή, προβάλει το επιχείρημα ότι με την μονομερή – έστω – ανακήρυξη ΑΟΖ, η Ελλάδα παύει να αφήνει «στο ράφι» ένα διεθνώς αποδεκτό και νομικά κατοχυρωμένο δικαίωμά της. Και υποχρεώνει την Τουρκία να καθίσει στο τραπέζι και να συζητήσει με το δεδομένο ότι δεν θα διεκδικεί εκείνη και μόνο, ες αεί, δικαιώματα στο Αιγαίο.
Στον αντίποδα, το υπουργείο Εξωτερικών δηλώνει ότι «αποτελεί στόχο της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής η οριοθέτηση όλων των θαλασσίων ζωνών με όλους τους γείτονές μας». Ο όρος «θαλάσσιες ζώνες» καλύπτει την ΑΟΖ, την υφαλοκρηπίδα, τα χωρικά ύδατα και την συνορεύουσα ζώνη. Ωστόσο, επισημαίνουν ότι με την μονομερή (χωρίς προηγούμενη συμφωνία με την Αγκυρα) ανακήρυξη της ΑΟΖ, θα έχουμε διανύσει μόνο τον μισό δρόμο. Διότι στην συνέχεια πρέπει να ακολουθήσει η οριοθέτηση της συγκεκριμένης ζώνης, σε μία διαδικασία που θυμίζει πολύ την αντίστοιχη οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας.
Από το υπουργείο Εξωτερικών επισημαίνουν ακόμη, ότι οι διατάξεις του Δικαίου της Θάλασσας που διέπουν την χάραξη ΑΟΖ (και υφαλοκρηπίδας) είναι «ηθελημένα αόριστες» και δεν είναι δεδομένο ότι η ερμηνεία τους θα γίνει με τρόπο που να ικανοποιεί την ελληνική πλευρά.
Σε ένα άρθρο που δημοσίευσε η «Καθημερινή» την παραμονή της Πρωτοχρονιάς και συζητήθηκε πολύ στους διπλωματικούς και ακαδημαϊκούς κύκλους, ο Πρέσβης Γιώργος Σαββαίδης κατέγραψε τις πιθανές παγίδες που κρύβει μία «αιφνιδιαστική», μονομερής ανακήρυξη ελληνικής ΑΟΖ στο Αιγαίο. Οι παρατηρήσεις του έχουν αξία – όχι μόνο επειδή είναι ο αρμόδιος χειριστής του υπουργείου Εξωτερικών εδώ και χρόνια, αλλά και λόγω του κύρους και της αποδοχής του στον σκληρό κόσμο των Ελλήνων διπλωματών, που δεν χαρίζονται εύκολα σε συναδέλφους τους. Ο Γιώργος Σαββαίδης στέκεται στις δυσκολίες που θα συναντήσουμε στην προσπάθεια για την οριοθέτηση της ΑΟΖ στο Αιγαίο, υπογραμμίζοντας (μεταξύ άλλων) ότι «αυτοματισμοί στην αναγνώριση δικαιωμάτων ή ασφαλείς προβλέψεις για την έκβαση δικαστικών παραπομπών με βάση όχι μόνο το ηθελημένα ασαφές Δίκαιο της Θαλάσσης, αλλά και την εξελισσόμενη διεθνή νομολογία είναι αστάθμητοι εν πολλοίς παράγοντες και δεν θα πρέπει να θεωρούνται δεδομένοι».
Τί εννοεί; Νομίζω πολύ περισσότερα: για παράδειγμα, ότι τα πράγματα δεν είναι πάντοτε τόσο απλά όσο φαίνονται και ότι οι μονομερείς πρακτικές δεν είναι απαραίτητα ακίνδυνες. Οτι ακόμη και το Διεθνές Δικαστήριο επηρεάζεται από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα (και ασφαλώς από τις μεγάλες δυνάμεις), οπότε μία τουρκική προσφυγή ως απάντηση σε μία μονομερή ελληνική πρωτοβουλία, ίσως περιπλέξει την κατάσταση. Ανάλογες παρατηρήσεις έκανε και ο καθηγητής Ιωάννης Γρηγοριάδης (σε άρθρο του στην «Καθημερινή» στις 23 Ιανουαρίου), σημειώνοντας ενδεικτικά ότι «το νησιωτικό σύμπλεγμα της Μεγίστης δεν ανήκει εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα», αλλά υπάρχουν και νήσοι και βραχονησίδες που ανήκουν στην Τουρκία. Αξίζει να σημειωθεί, επίσης, ότι η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να παραστεί στην Χάγη εάν προσφύγει η Τουρκία, επειδή εμείς έχουμε αποδεχθεί την αρμοδιότητα του Διεθνούς Δικαστηρίου. Αρα και να εφαρμόσουμε την απόφαση που αυτό θα εκδώσει, όποια και αν είναι... Με άλλα λόγια, αυτή η «σχολή» υποδεικνύει ως ασφαλέστερη οδό, την εξάντληση των δυνατοτήτων για σύναψη συμφωνιών ανακήρυξης και οριοθέτησης ΑΟΖ με όλους τους γείτονες – ακόμη και με την Τουρκία – πριν εξετάσουμε το ενδεχόμενο της μονομερούς κίνησης.
Πού βρισκόμαστε σήμερα
Η Ελλάδα έχει θαλάσσια σύνορα με έξι χώρες. Ξεκινώντας από τα βορειοδυτικά και καταλήγωντας κυκλικά στα βορειοανατολικά: Αλβανία, Ιταλία, Λιβύη, Αίγυπτος, Κύπρος, Τουρκία.
- Με την Αλβανία, οι διαπραγματεύσεις προχώρησαν και κατέληξαν σε συμφωνία που ανακοίνωσε ως υπουργός Εξωτερικών η Ντόρα Μπακογιάννη, αλλά το Συνταγματικό Δικαστήριο πάγωσε την επικύρωσή της στην συνέχεια. Η συμφωνία αυτή προβλέπει «θαλάσσιο σύνορο πολλαπλών χρήσεων» που συμπεριλαμβάνει υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ και το μπλοκάρισμα αποδίδεται σε παρέμβαση της Αγκυρας, καθώς η χάραξη που έχει γίνει προσφέρει ένα σημαντικό «προηγούμενο» που θα μπορούσε να επικαλεστεί μελλοντικά η Ελλάδα και στην περίπτωση του Αιγαίου.
- Με την Ιταλία, η Ελλάδα έχει ήδη καταλήξει σε συμφωνία για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Θεωρητικώς, αυτό σημαίνει ότι θα είναι εύκολο να συμφωνήσουμε και στην ΑΟΖ, καθώς το Διεθνές Δίκαιο τις θέλει ουσιαστικά να ταυτίζονται (γεωγραφικά).
- Με την Λιβύη, υπάρχουν διαβουλεύσεις σε εξέλιξη, αλλά το καθεστώς Καντάφι δεν είναι προβλέψιμος και πάντοτε λογικός συνομιλητής. Κατά καιρούς έχει προβάλει την αξίωση να μην αναγνωριστεί δικαίωμα ΑΟΖ στην Γαύδο. Κάτι τέτοιο δε μπορεί να γίνει αποδεκτό, την ώρα που το Καστελόριζο εξελίσσεται σε κεντρικό ζήτημα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας...
- Με την Αίγυπτο, επίσης, συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις. Και ενώ τα πράγματα προχωρούσαν κανονικά, αίφνης (το 2008) το Κάιρο έθεσε «ερώτημα» για το αν το Καστελόριζο δικαιούται ή όχι υφαλοκρηπίδα. Αρμόδιος χειριστής του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών μου είχε πει εκείνη την περίοδο (όταν ουδείς ασχολείτο με το ζήτημα και ο Τύπος σχεδόν στο σύνολό του αγνοούσε το θέμα) ότι αναμφίβολα υπήρξε τουρκική παρέμβαση. Τρία χρόνια αργότερα, είναι προφανές ότι αυτό ήταν και παραμένει το κεντρικό ζήτημα για την κατανομή του θαλασσίου χώρου στην περιοχή μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας – Κύπρου. Διότι, εφόσον το Καστελόριζο διαθέτει υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ (κάτι που είναι αυταπόδεικτο και ορίζεται ρητώς από το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας – άρθρο 121 παράγραφος 2), μία συμφωνία Ελλάδας – Κύπρου για την ανακήρυξη ΑΟΖ πρακτικά θα ενοποιήσει τον θαλάσσιο χώρο από την Κρήτη και τα Δωδεκάνησα μέχρι την Κύπρο. Πέρα από την πιθανολογούμενη (αλλά όχι δεδομένη) ύπαρξη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην συγκεκριμένη περιοχή, ανακύπτει για την Τουρκία ένα μείζον πρόβλημα πρόσβασης στον θαλάσσιο χώρο της ΝΑ Μεσογείου. Από την άλλη πλευρά, κάθε σκέψη για «εξαίρεση» του Καστελόριζου από ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα πρέπει να απορριφθεί εκ των προτέρων και απερίφραστα.
- Με την Κύπρο, είναι αυτονόητο ότι μία συμφωνία για τις ΑΟΖ είναι ζήτημα χρόνου και πολιτικής απόφασης. Δηλαδή, επιστρέφουμε στο θέμα της τακτικής που θα επιλέξει (ή έχει ήδη επιλέξει) η σημερινή κυβέρνηση και το ερώτημα είναι εάν θα αποφασίσει η Αθήνα να κάνει την κίνηση «εδώ και τώρα», όπως ζητούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης, ή θα επιλέξει να προχωρήσει σε μεταγενέστερο χρόνο ώστε να προηγηθούν άλλες κινήσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Λευκωσία έχει ήδη διαμηνύσει στην Αθήνα πως είναι έτοιμη από την πλευρά της.
- Με την Τουρκία, υπάρχουν σε εξέλιξη οι διερευνητικές επαφές για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και η κυβέρνηση επιμένει ότι δεν συζητά τίποτα περισσότερο σε αυτές. Ωστόσο, είναι πρακτικά αδύνατο η συζήτηση αυτή να μην επεκταθεί – ή να μην καταλήξει – σε παρεμπίπτοντα ζητήματα, όπως είναι το εύρος των χωρικών υδάτων και η ΑΟΖ. Αν και η τουρκική πλευρά δεν το έχει παραδεχθεί ποτέ δημόσια, είναι δεδομένο ότι την αγχώνει και μόνο η σκέψη μίας ελληνικής ΑΟΖ. Στις κινήσεις της Κύπρου, η Αγκυρα απειλεί να «απαντήσει» ανακηρύσσοντας ΑΟΖ από κοινού με το ψευδοκράτος, ενώ ισχυρίζεται ότι οι κινήσεις της Λευκωσίας παράγουν τετελεσμένα που δυσχεραίνουν την επίλυση του Κυπριακού. Σε πιθανές κινήσεις της Ελλάδας, είτε στο Αιγαίο είτε από κοινού με την Κύπρο, είναι δεδομένο ότι θα η τουρκική πλευρά θα αντιδράσει. Ενδεχομένως τότε να τεθεί ένα ζήτημα εφαρμογής: δηλαδή, να παραβιάσει στην πράξη την ελληνική ΑΟΖ η Τουρκία (για παράδειγμα, βγάζοντας ερευνητικά ή άλλα πλοία), οπότε το μπαλάκι θα επιστρέψει στο ελληνικό γήπεδο...
Σχεδόν πάντοτε, στην εξωτερική πολιτική ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες. Κατά την προσωπική μου άποψη, το ερώτημα αν πρέπει να ξυπνήσουμε αύριο το πρωί και να προχωρήσουμε σε ανακήρυξη ΑΟΖ – ειδικότερα στο Αιγαίο, αλλά και με την Κύπρο – δεν απαντάται με ένα ναι, ή ένα όχι. Και στη μία και στην άλλη περίπτωση, το πραγματικό ερώτημα είναι αν διαθέτει η Ελλάδα ένα συνολικό σχεδιασμό, που προβλέπει το πότε και κάτω από ποιές προϋποθέσεις θα γίνει κάθε βήμα, ώστε να μην βρεθούμε προ εκπλήξεων. Γιατί στον σύγχρονο κόσμο, πατριωτισμός είναι η άσκηση εξωτερικής πολιτικής με συνεκτικό σχεδιασμό. Και όχι με αυτοσχεδιασμούς...
PROTAGONGR
Σχόλια