Εμείς, η Τουρκία και η Γαλλία
του Δημήτρη Μακροδημόπουλου.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του σε αθηναϊκή εφημερίδα ο Ευάγγελος Βενιζέλος κατέληξε επιγραμματικά: “Η Ελλάδα δεν μπορεί να επωμιστεί το βαρύ πρόβλημα των αβέβαιων σχέσεων Δύσης – Τουρκίας”. Διότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις αποτελούν μόνιμη παράμετρο των τουρκοδυτικών σχέσεων ως μέσον ανάσχεσης της τουρκικής επιρροής σε πεδία δυτικού ενδιαφέροντος με τελευταία περίπτωση αυτή της γεωστρατηγικής σύγκρουσης της Γαλλίας με την Τουρκία. Μπορεί στην εξωτερική πολιτική μιας χώρας να αξιοποιείται τυχόν σύμπλευση των συμφερόντων της με τα συμφέροντα των ισχυρών κρατών στην περιοχή με την προσδοκία της εκπλήρωσής τους, όμως επειδή οι σχέσεις αυτές είναι ετεροβαρείς (όπως Ελλάδας – Γαλλίας) οι εξελίξεις δεν οριοθετούνται εκεί όπου εκπληρώνονται τα εθνικά συμφέροντα αλλά των ισχυρών γιαυτό συνήθως είναι καταστροφικές. Και για έναν πρόσθετο λόγο: Διότι από ένα σημείο και πέρα τα συμφέροντα των ισχυρών είναι ανταγωνιστικά μεταξύ τους και ως αδύναμη χώρα εμπλέκεσαι στη δίνη τους. Η Μικρασιατική καταστροφή αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα. Ούτε βέβαια πρέπει να ξεχνάμε ότι ενώ η χώρα μας συμμετείχε στους δύο παγκοσμίους πολέμους με την πλευρά των νικητών, με τη λήξη τους υπέστη τις μεγαλύτερες εθνικές καταστροφές. Γιαυτό ο Σαίρεν Κίρκεγκορ έλεγε πως “τη ζωή πρέπει να τη ζούμε προς τα εμπρός, μπορούμε όμως να την καταλάβουμε μόνον κοιτώντας προς τα πίσω”.
Σήμερα ο ανταγωνισμός Γαλλίας – Τουρκίας ξεκινά από τον Νίγηρα και το Τσάντ της υποσαχάριας ζώνης του Σαχέλ, περνά από τη Λιβύη και εκτείνεται μέχρι τον Λίβανο και τη Συρία, στις οποίες η Γαλλία δέσποζε αποικιοκρατικά μετά τη διάλυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας, και εξαντλείται στο Ιράκ. Πρόσφατες είναι οι επισκέψεις Μακρόν στη Βηρυτό μετά την καταστροφική έκρηξη όπου υπαγόρευσε τις εξελίξεις αλλά και στη Βαγδάτη. Επιχειρεί να αναβιώσει το παρελθόν στην Εγγύς Ανατολή και αξιοποιεί ως εφαλτήριο στην Ανατολική Μεσόγειο την Κυπριακή Δημοκρατία και τη χώρα μας Ενώ λοιπόν Γαλλία και Τουρκία συγκρούονται σε αυτό το τεράστιο γεωπολιτικό τόξο, η χώρα μας και η Κύπρος ενδιαφέρονται αποκλειστικά για τα εθνικά μας συμφέροντα, όπως για την επήρεια του Καστελόρριζου ή την κυπριακή ΑΟΖ. Τί μας ενδιαφέρει λοιπόν ο ανταγωνισμός των δύο στην Εγγύς Ανατολή, ή στην υποσαχάρια ζώνη και εμπλεκόμαστε; Μάλιστα, επειδή η Γαλλία νομιμοποιεί την παρουσία της στην Ανατολική Μεσόγειο με την όξυνση των ελληνοτουρκικών διαφορών, ας μην αναμένουμε την αποκλιμάκωση αλλά την κλιμάκωση της έντασης Γιαυτό κάθε δήλωση του προέδρου Μακρόν υποδαυλίζει την ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο και διευρύνει το χάσμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις με την όξυνσή τους. Γιατί αξιοποιεί ο Μακρόν τον ελλαδικό χώρο; Διότι η Ελλάδα, η Κύπρος όπως και η Τουρκία υπερτερούν γεωστρατηγικά αλλά και γεωπολιτικά έναντι της Γαλλίας και θα ήταν αδύνατο η Γαλλία να αντιπαρατεθεί στη γείτονα χωρίς την σύμπραξη της Ελλάδας και της Κύπρου. Η παγκόσμια πολιτική σκηνή μετατίθεται ταχύτατα προς ανατολάς απαξιώνοντας τη Δυτική Ευρώπη και αναδεικνύοντας τον ελλαδικό χώρο και την Τουρκία.
Όσον αφορά την αποσταθεροποίηση της Μεσογείου δεν έχει γίνει αντιληπτό ότι η αποσταθεροποίηση εκτείνεται σε παγκόσμιο επίπεδο μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ και της ισορροπίας “τρόμου” που συμπαρέσυρε. Διότι το τέλος του Ψυχρού Πολέμου ανέδειξε μια ιστορική πρωτοτυπία που καθορίζει σήμερα τις παγκόσμιες εξελίξεις. Ενώ μέχρι τότε η ιστορική εμπειρία μας δίδαξε ότι η αναθεώρηση των συνόρων των κρατών συντελείται στην διάρκεια του πολέμου και οριοθετείται με τις συνθήκες ειρήνης που ακολουθούν τη λήξη των εχθροπραξιών, με τον Ψυχρό Πόλεμο συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Δηλαδή, προηγήθηκε η «συνθηκολόγηση» της ΕΣΣΔ, με την υπογραφή της διάλυσης του Συμφώνου της Βαρσοβίας κατά τη σύνοδο κορυφής της ΔΑΣΕ το Νοέμβριο του 1990 στο Παρίσι και ακολούθησαν οι συνέπειες της ψυχροπολεμικής σύγκρουσης που είχε λήξει. Ενώ οι συνθήκες ειρήνης οριοθετούν το μέγεθος των συνεπειών του πολέμου, οι συνέπειες του Ψυχρού πολέμου λαμβάνουν χώρα μετά το τέλος του, γιαυτό είναι απροσδιόριστες και σε μέγεθος και σε διάρκεια και θα καθορίζουν τις διεθνείς εξελίξεις μέχρις ότου αναδειχθούν δυνάμεις, αν αναδειχθούν, που θα δημιουργήσουν μια νέα ισορροπία. Η Δύση νίκησε στον Ψυχρό πόλεμο αλλά τα κράτη της σπεύδουν έκτοτε να καλύψουν τα κενά που άφησε η διάλυση της ΕΣΣΔ με αποτέλεσμα ακραίους ανταγωνισμούς μεταξύ τους. Αυτό οδηγεί Γαλλία και Τουρκία σε σύγκρουση.
Σε αυτές τις συνθήκες ρευστότητας και αποσταθεροποίησης, η μόνη οδός που μπορεί να διασφαλίσει τα ελλαδικά συμφέροντα είναι η προσφυγή στη Χάγη. Έτσι μόνον δεν θα μας αγγίξουν οι εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή και οι σκοπιμότητες συμφερόντων τρίτων. Όσοι λοιπόν διαπνέονται πραγματικά από φιλελληνικά αισθήματα θα πρέπει αφενός να διευκολύνουν την διευθέτηση των ελληνοτουρκικών διαφορών στην Χάγη και αφετέρου να εξαντλήσουν την επήρειά τους εκεί.
Μακροδημόπουλος Δημήτρης
Αλεξ/πολη – κιν. 6947-771412
https://www.anixneuseis.gr/
Σχόλια