EKΛΕΙΣΕ Η ΠΟΡΤΑ ΤΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ .... ΣΩΚΡΑΤΗ !!!!
Την επανάληψη επί των ημερών μας της δίκης του Σωκράτη προς όφελος του καταδικασμένου, το 399 π.Χ., φιλοσόφου ζητούσε Αθηναίος δικηγόρος.
Και περίπου δυόμισι χιλιετίες μετά την καταδίκη σε θάνατο με κώνειο του φιλοσόφου Σωκράτη, ο εισαγγελέας που υποχρεώθηκε να εγκύψει στην υπόθεση, με ένα νομικό σκεπτικό που εμπλουτίζεται και με αναφορές στο έργο του μέγιστου διδασκάλου, έκρινε -με διάταξή του- απορριπτέα την αίτηση του δικηγόρου.
Ο αιτών, Κ.Π., επικαλούνταν την αναπαράσταση της δίκης με αθωωτικό αποτέλεσμα, στην Ουάσιγκτον των ΗΠΑ, και υποστήριζε ότι η επανάληψή της από ελληνικό δικαστήριο θα επιβεβαίωνε τη συνέχεια της Ελληνικής Δικαιοσύνης ανά τις χιλιετίες, με την αποκατάσταση μιας δικαστικής αδικίας.
Ο εισαγγελέας
Ο εισαγγελικός λειτουργός προσέγγισε το θέμα με ιδιαίτερο σεβασμό στο πρόσωπο του φιλοσόφου και με «εργαλεία» την ιστορική γνώση μέσα από τους αιώνες που μεσολάβησαν, αλλά κυρίως τις ανατρεπτικές μεταβολές στο ισχύον δίκαιο σε σχέση με το δίκαιο της «εποχής του Σωκράτη», έκρινε ότι δεν υπάρχει έδαφος για «αναψηλάφηση» της δίκης του.
Στο σκεπτικό του, επικαλείται το Αττικό Δίκαιο που δεν προέβλεπε δυνατότητα επανάληψης της διαδικασίας. «Ο Σωκράτης -αναφέρεται- καταδικάσθηκε σε θάνατο από το δικαστήριο της Ηλιαίας στην Αθήνα τον Μάρτιο του 399 π.Χ. και η εκτέλεση της ποινής με κώνειο έλαβε χώρα στο δεσμωτήριο των Αθηνών μεταξύ 15 Απριλίου και 5 Μαΐου ιδίου έτους. Οι αποφάσεις της Ηλιαίας ήταν οριστικές και αμετάκλητες».
Αφιερώνει ολόκληρο κεφάλαιο στην αποκατάσταση του Σωκράτη που η «αναχώρησή του από τους ανθρώπους έκανε τους Αθηναίους να μετανοήσουν αμέσως κι εσπευσμένα έθεσαν μηχανισμούς δίωξης των κατηγόρων του, με αποτέλεσμα την καταδίκη σε θάνατο του Μέλητου (διότι οι άλλοι διέφυγαν), το κλείσιμο καταστημάτων, γυμναστηρίων και την τοποθέτηση χάλκινης προτομής του Σωκράτη στο Πομπείο, που συνιστούσαν αποκατάσταση του Σωκράτη». Ενώ η αληθινή-ουσιαστική του αποκατάσταση ήταν «το πλήθος των φιλοσόφων που τον όρισαν ως σημείο αναφοράς στη φιλοσοφία».
Αναπτύσσει παρατηρήσεις επί της διαδικασίας της δίκης για να καταλήξει στις ισχύουσες σήμερα δικονομικές διατάξεις, με γνώμονα τις οποίες έκρινε την αίτηση απορριπτέα.
Καθώς «συνάγεται ότι αυτές αφορούν αποφάσεις που έχουν εκδοθεί κατά το δικαιικό σύστημα του νεότερου Ελληνικού Κράτους (με τις κατά καιρούς τροποποιήσεις) και είναι όλως διάφορο του αρχαίου Αττικού, η δε μη εφαρμογή των σύγχρονων διατάξεων δεν σημαίνει έλλειψη συνέχειας του Ελληνικού Εθνους».
Και καταλήγει η διάταξη (αντεισαγγελέα Α.Π., Ρούσσου Παπαδάκη, υπ' αριθμόν 525/09) ότι «μόνο με ειδική νομοθετική ρύθμιση που θα λάβει υπόψη της τις εγγενείς δυσχέρειες θα μπορούσε (αν και δύσκολα εφαρμόσιμο) να επεκταθεί η εφαρμογή των σύγχρονων διατάξεων περί επαναλήψεως της διαδικασίας σε καταδικαστικές αποφάσεις δικαστηρίων της αρχαιότητας, αν και ασφαλέστερη κρίνεται η οδός της εκδόσεως από το Νομοθετικό Σώμα νόμου (ψηφίσματος) περί αποκαταστάσεως αδίκως καταδικασθέντος από δικαστήρια της αρχαιότητας». *
Σχόλια