ΧΩΡΙΣ ΣΧΕΔΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Ο ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΝΟΤΟΣ
The Economist
Είμαστε και πάλι στο ίδιο σημείο. Σχεδόν πριν από έξι μήνες διασώθηκε η Ελλάδα, και τώρα έχουμε μία παρόμοια υπόθεση. Εγείρονται τρία ερωτήματα.
Πρώτον, ποιος πρέπει να θεωρηθεί υπόλογος για το χάος;
Δεύτερον, υπάρχει διέξοδος και,
τρίτον, τι στο καλό σημαίνει όλη αυτή η αναταραχή για το ευρώ, το κοινό νόμισμα της μεγαλύτερης οικονομικής περιφέρειας του κόσμου;
Τουλάχιστον, υπάρχουν κάποια όρια στις ομοιότητες μεταξύ Ιρλανδίας και Ελλάδας. Η Ιρλανδία έχει περισσότερες πιθανότητες να δημιουργήσει ανάπτυξη και να μπορέσει να εξυπηρετήσει τις οφειλές της.
Στο πρώτο ερώτημα, υπόλογη κατ’ αρχάς πρέπει να θεωρηθεί η ίδια η Ιρλανδία. Η «κελτική τίγρης» συνήθιζε να βρυχάται, αλλά δεν πρόσεχε και πολύ τις ανέμελες τράπεζές της και τις αγορές ακινήτων. Διαμορφώθηκε μια φούσκα, και η Ιρλανδία έφθασε να εξαρτάται σε βαθμό επικίνδυνο από έσοδα που προέρχονταν από αυτήν. Οι αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές της χώρας αποδείχτηκαν στην καλύτερη περίπτωση ανίκανες και στη χειρότερη διαπλεκόμενες. Και με την πρώτη ένδειξη ότι υπάρχει πρόβλημα, η κυβέρνηση έσπευσε να κάνει το λάθος να εκδώσει εγγυήσεις για όλα τα χρέη των τραπεζών. Οι φορολογούμενοι πρέπει να επωμιστούν το καταστροφικό κόστος από τα στοιχήματα των τραπεζών στην αγορά ακινήτων. Ως συνέπεια το δημοσιονομικό έλλειμμα εκτινάχθηκε στο 32% του ΑΕΠ. Παράλληλα, δεν βοήθησαν την Ιρλανδία τα άλλα μέλη της Ευρωζώνης. Τον Οκτώβριο, στη σύνοδο των Ευρωπαίων ηγετών εξασφαλίστηκε συμφωνία για έναν μελλοντικό μηχανισμό διάσωσης με τη συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών, η οποία παρέμεινε ασαφής. Η χρονική στιγμή ήταν φοβερή, με την Ιρλανδία, την Ελλάδα και την Πορτογαλία να αγωνίζονται να επιβάλουν προϋπολογισμούς λιτότητας για το 2011.
Το δεύτερο ερώτημα, που αφορά τη λύση του προβλήματος, δείχνει και πόσο διαφορετική είναι η Ιρλανδία από την Ελλάδα, η οποία ζητούσε από την απρόθυμη κ. Μέρκελ να δώσει χρήματα. Αυτή τη φορά, η συζήτηση διεξάγεται ανάμεσα στους Iρλανδούς, οι οποίοι παλινωδούσαν για το πακέτο διάσωσης, και τις μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης, οι οποίες επέμεναν να το δεχθεί. Οι Ιρλανδοί έχουν δίκιο όταν ισχυρίζονται ότι έχουν αρκετά χρήματα μέχρι τα μέσα του επομένου έτους, αλλά ενδεχομένως πολύ πριν από τότε να διαλυθούν οι τράπεζές τους. Από την άλλη πλευρά, οι Ιρλανδοί έχουν ένα δίκιο να δείχνουν καχυποψία ως προς τις προθέσεις των Βρυξελλών και του Βερολίνου. Εν πολλοίς, τα κίνητρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης φαίνεται να είναι το να τιμωρήσουν την Ιρλανδία για τους αγγλοσαξονικούς της τρόπους και ειδικά τον ιδιαίτερα ανταγωνιστικό φορολογικό συντελεστή του 12,5% για τα εταιρικά κέρδη.
Η τελευταία ερώτηση αφορά το ευρώ. Παρά τα προβλήματα στην περιφέρειά της, το δημόσιο χρέος της Ευρωζώνης δεν είναι αξιοσημείωτα υψηλό με τα δεδομένα των πλούσιων χωρών. Το πραγματικό πρόβλημα έγκειται στο ότι απουσιάζει ένα αξιόπιστο σχέδιο να αντιμετωπίσει τις «αποκλίνουσες» χώρες, τις δομικές ανισορροπίες μεταξύ της Γερμανίας και των νοτιοευρωπαϊκών χωρών, και κυρίως το ότι οι πενιχρές προοπτικές ανάπτυξης των τελευταίων θα επιδεινωθούν από τη δημοσιονομική τους δυσπραγία. Τέλος, η καίρια ερώτηση συνίσταται στο εάν η Ευρώπη θέλει διαδοχή από Ελλάδες και Ιρλανδίες, ή θα υπερβεί τα πακέτα διάσωσης και θα εστιάσει στην ανάπτυξη.
Σχόλια