Χαρίζεται ήδη..
Diego Rodriguez Velazquez (1599 - 1660)
Las Hilanderas (1644-48)
Εδώ μπροστά μια αιώνια πάλη γίνεται,
έκρηξη δραστηριότητας,
εργώδης διαδικασία,
Η υφάντρα- αράχνη δεν γνωρίζει τι γνέθει, μα γνέθει με υπερένταση, εργάζεται πυρετωδώς, παραβλέποντας ότι στέκεται σε λάθος θέση.
Κλώθει, γνέθει και υφαίνει το δικό της πανί και δεν θέλει καμιά βοήθεια.
Τα ξέρει όλα εκτός από τον εαυτό της.
Καμιά αράχνη μόνη της δεν ύφανε μετάξι, μα κάποτε το πιστεύει και σκοτώνει γιαυτό..
Εκεί στο βάθος διαδραματίζεται χωρίς τέλος η αδυσώπητη πάλη της ψυχής με τον εαυτό της.
Λαμβάνει χώρα αιώνια η αρπαγή της Ευρώπης.
Κινδυνεύει πάντα.
Πολιορκείται πάντα.
Πολλοί οι επίδοξοι μνηστήρες της ψυχής της.
Πιο επικίνδυνοι είναι οι γόητες. Κοιτούν βαθιά στα μάτια ως να αγαπούσαν και υπνωτίζουν.
Κινδυνεύει μόνο αν παραδώσει τη θέλησή της στο γητευτή.
Εκεί στην κόγχη η Ψυχή θα αλωθεί μόνον εκ των έσω.
Πως μπορεί να δει κανείς το Σχέδιο όταν η θέση του είναι στην ανάποδη του υφάσματος..
Πως μπορεί κανείς να δει το Σχέδιο σωστά, όταν ο ίδιος στέκεται ανάποδα;
Τα μάτια βλέπουν ένα μόνο μέρος της οροφής και διαβάζουν τις βελονιές ανεστραμμένες.
Τα χέρια δεν μπορούν να συναγωνιστούν την ύφανση αυτή καθώς οι κάτω οι κλωστές μπερδεύονται και κόβονται, κι ώσπου να τις ενώσει, ένα άλλο Σχέδιο εξυφαίνεται..
Μα δεν το βλέπει.
Είναι πολύ μικρή για να το δει.
Βλέπει ένα μόνον μέρος του, προσηλωμένη στην τυφλή πεποίθηση ότι αυτό εκτείνεται ακατανόητα και ότι είναι ημιτελές.
Το έργο είναι μπροστά της, είναι ανολοκλήρωτο μόνον γιατί ο κόσμος της εξαντλείται μέσα σε μία ψηφίδα πολύ πριν το όριο του πίνακα.
Είναι πολύ μικρή για ν αγαπιέται, και αγαπιέται μα το αρνείται πεισματικά.
Προτιμά να παλεύει τυφλά δέρνοντας τον αέρα επιτιθέμενη, μη θέλοντας να δεχθεί το Δώρο που της δίνεται.
Οι επόμενες βελονιές την πόνεσαν όταν βυθίστηκαν αρκετά, κι έμοιαζε να μην έχει νόημα η πληγή τους.
Χαράχτηκε βαθιά η σάρκα της από τη
βελόνα.
Χάραξε το πρώτο φως, και και πάλι, δεν μπόρεσε να φωτίσει αρκετά.
Δεν μπορεί να συλλάβει το αόρατο σχέδιο, ούτε καν τη στιγμή που ολοκληρώνεται μια σειρά ανθεκτικό μετάξι.
Πώς μπορεί να δει μέσα στη Σκέψη του Υφαντουργού, που πάντως θέλει ν ανεβάσει δίπλα Του υφάντρες κι αράχνες και εργάτες και τεχνίτες να κρατούν την άκρη της κλωστής, και όχι γιατί χρειάζεται στερέωμα.
Μόνο για να τους χαρίσει την αίσθηση της δημιουργίας και το τελικό θαυμάσιο αποτέλεσμα.
Οι υφάντρες πάντοτε κλώθουν, γνέθουν, και υφαίνουν το πανί κι εχθρεύονται τα όριά τους.
Δεν κόβεται ποτέ η κλωστή όταν σχεδιάζει η Αγάπη.
Χαρίζεται η άκρη σε δάκτυλα που έχουν ήδη αγαπηθεί.
Ότι πολεμούν να πάρουν είναι εκείνο που χαρίζεται ήδη.
Σχόλια