Η κατάκτηση της Μεσσηνίας από τους Φράγκους (1205 μ.Χ.)
γράφει ο Αρχιμανδρίτης Κύριλλος Κεφαλόπουλος ιστορικός συγγραφέας (σε πρώτη διαδικτυακή δημοσίευση στο http://www.istorikathemata.com/ )
Μετά την
κατάληψη της Πόλης από Φράγκους σταυροφόρους το 1204 (γεγονός καθοριστικής
σημασίας, ορόσημο για την μετέπειτα εξέλιξη του βυζαντινού κράτους, αφού έκτοτε
θα περιέλθει σε δυσχερή θέση και δεν θα μπορέσει ποτέ να ξεπεράσει πλήρως τις
συνέπειες της φραγκικής κατάκτησης), αρχίζει η περίοδος της Φραγκοκρατίας με
την εγκαθίδρυση δουκάτων και πριγκιπάτων. Η Μεσσηνία, που μας ενδιαφέρει
ειδικότερα, θα ενταχθεί στο πριγκιπάτο της Αχαϊας, υπό την κυριότητα των
Βιλλεαρδουίνων, ωσότου μετά από μακρά διάρκεια και αρκετές προσπάθειες οι
βυζαντινοί να κατορθώσουν να το διαλύσουν. Πολύτιμες πληροφορίες για την φραγκική κατάκτηση της
Πελοποννήσου μας παρέχει το Χρονικό του
Μορέως και η ιστορική αφήγηση του Βιλλεαρδουίνου , θείου του Γοδερφρίδου
Βιλλεαρδουίνου ( Geoffroy Villehardouin)), του πρίγκηπος της
Αχαϊας, ο οποίος είχε ακολουθήσει τους σταυροφόρους.
Το Χρονικό του Μορέως υπάρχει σε τέσσερις παραλλαγές και γλώσσες, την Γαλλική , την Αραγωνική, την Ιταλική και την ελληνική. Η ελληνική παραλλαγή αποτελείται από 9.235 στίχους και πιθανότατα την έχει γράψει κάποιος γασμούλος, δηλ. γόνος μεικτής καταγωγής ( ο ένας γονέας του ήταν Φράγκος και ο άλλος γονέας ελληνικής καταγωγής). Είναι γραμμένο τον 14ο αι. σε χρόνο δηλ. που οι απόγονοι των πρώτων Φράγκων κατακτητών και οι μνήμες της κατάκτησης ήσαν ζωντανές. Οι βασικές αυτές πηγές είναι, παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις τους, γενικά αξιόπιστες.
Το Χρονικό του Μορέως υπάρχει σε τέσσερις παραλλαγές και γλώσσες, την Γαλλική , την Αραγωνική, την Ιταλική και την ελληνική. Η ελληνική παραλλαγή αποτελείται από 9.235 στίχους και πιθανότατα την έχει γράψει κάποιος γασμούλος, δηλ. γόνος μεικτής καταγωγής ( ο ένας γονέας του ήταν Φράγκος και ο άλλος γονέας ελληνικής καταγωγής). Είναι γραμμένο τον 14ο αι. σε χρόνο δηλ. που οι απόγονοι των πρώτων Φράγκων κατακτητών και οι μνήμες της κατάκτησης ήσαν ζωντανές. Οι βασικές αυτές πηγές είναι, παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις τους, γενικά αξιόπιστες.
Πριν προχωρήσουμε στο κυρίως θέμα, την φραγκική
κατάκτηση της Μεσσηνίας, και την πρώτη περίοδο της Φραγκοκρατίας αυτής, σκόπιμο
αλλά και χρήσιμο θα ήταν να εξετάσουμε με αυτονομία το ιστορικό πλαίσιο των
γεγονότων που προηγήθηκαν της κατάκτησης του μεσσηνιακού χώρου. Όπως ήδη αναφέραμε, στις αρχές του 13ου
αι. η Βυζαντινή αυτοκρατορία διέρχεται κρίση. Η επαρχία αισθάνεται παραμελημένη
από το κέντρο, αφημένη στην απληστία και την αυθαιρεσία των τοπικών ισχυρών
αρχόντων που δείχνουν τάσεις αυτονομήσεως από την κεντρική εξουσία. Μεγάλες
αρχοντικές οικογένειες (π.χ. Μελισσηνοί, Καντακουζηνοί στην Πελοπόννησο)
ενισχύονται κατορθώνοντας να αποκτήσουν δύναμη και επιρροή έναντι της
πρωτεύουσας της αυτοκρατορίας. Η ύπαιθρος ερημώνεται και η οικονομική
εξαθλίωση, συνέπεια της άγριας φορολογίας, πλήττει τις χαμηλότερες κοινωνικές
τάξεις (1).
Οι Δυτικοί
επιθυμούν την διάλυση της αυτοκρατορίας προσδοκώντας σε εμπορικά, εδαφικά και
υλικά οφέλη, οπότε δεν μένουν ασυγκίνητοι οι σταυροφόροι της Δ' σταυροφορίας,
όταν ο Αλέξιος Δ' Άγγελος, γιος του έκπτωτου αυτοκράτορα Ισαακίου Β',
διεκδικώντας τον θρόνο από τον θείο του Αλέξιο Γ', ζητάει την βοήθειά τους. Οι
σταυροφόροι πράγματι, ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα, καταλαμβάνουν την Πόλη και
καταλύουν την βυζαντινή αυτοκρατορία. Τρία όμως ελληνικά κράτη σχηματίζονται τα
οποία συνεχίζουν να κρατούν ελεύθερα κάποια τμήματα της αυτοκρατορίας (
Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, Αυτοκρατορία της Νικαίας, Δεσποτάτο της
Ηπείρου). Σύμφωνα με το Χρονικό του Μορέως (γαλλική,
αραγωνική, ελληνική παραλλαγή, στίχοι 1400κ.ε.), η κατάκτηση της Πελοποννήσου
άρχισε από τον Γουλιέλμο Σαμπλίττη (De Champlitte),
ο οποίος κατέκτησε πρώτα την Πάτρα, την περιοχή της Αχαϊας, την Ανδραβίδα, το
Άργος και εν συνεχεία πολιόρκησε το Ναύπλιο και την Κόρινθο, όπου συνάντησε την
ισχυρή αντίσταση των δυνάμεων του άρχοντα της περιοχής Λέοντος Σγουρού, που
υπεράσπιζε αυτά τα φρούρια. Ο Γοδεφρίδος Βιλλεαρδουίνος, μαθαίνοντας ότι ο
Σαμπλίττης βρισκόταν στο Ναύπλιο, κατευθύνθηκε από την ηπειρωτική Ελλάδα μαζί
με στρατό και ιππότες για να συμπράξει.
Ο ιστορικός Γοδεφρίδος Βιλλεαρδουίνος(2) αναφέρει
διαφορετική εκδοχή για τον ομώνυμο ανηψιό του. Μας παραδίδει την πληροφορία ότι
ο Βιλλεαρδουίνος βρισκόταν στην Συρία όταν έμαθε για την κατάληψη της Κων/πολης
(1204), και αποφάσισε με τα πλοία του να πλεύσει στην Πόλη. Όμως οι άνεμοι του
στάθηκαν ενάντιοι και έτσι βρέθηκε στην Μεθώνη, όπου αναγκάσθηκε να μείνει εκεί
για τον χειμώνα, μόνος με τον στρατό του σε έδαφος εχθρικό. Τότε, κάποιος Έλληνας τοπικός άρχοντας του πρότεινε
να συνεργασθούν και με αυτόν τον τρόπο ο Βιλλεαρδουίνος απέκτησε κάποιο τοπικό
στήριγμα. Ο Βιλλεαρδουίνος δεν αναφέρει το όνομα του Έλληνα άρχοντα, ωστόσο ο Σ.Λάμπρου
υποθέτει κάποιον από τις οικογένειες των Μελισσηνών ή των Καντακουζηνών(3). Ο Longnon(4) εικάζει πως ήταν ο Ιωάννης Καντακουζηνός. Όποιος και να
ήταν, θα πρέπει να ανήκε σε μία από τις δύο ισχυρές αρχοντικές οικογένειες της
περιοχής, τους Μελισσηνούς ή τους Καντακουζηνούς. Αργότερα, όπως πάντοτε λέγει
ο Βιλλεαρδουίνος (La Conquête,
παρ. 325 κ.ε.), ο άρχοντας αυτός τον εγκατέλειψε, οι ντόπιοι εξεγέρθησαν και ο
Γοδεφρίδος Βιλλεαρδουίνος ευρισκόμενος σε δυσχερή θέση, με μερικούς ιππότες του
κατευθύνεται στο Ναύπλιο για να συναντήσει τους Φράγκους του Σαμπλίττη.
Όπως φαίνεται από την μαρτυρία του Βιλλεαρδουίνου,
υπάρχει η διαφοροποίηση σε σχέση με την πληροφορία του Χρονικού του Μορέως, πως
δηλ. η κατάκτηση της Πελοποννήσου ξεκίνησε από την Αχαϊα. Ο Βιλλεαρδουίνος
σαφώς αναφέρει ότι η φράγκικη κατάκτηση άρχισε από την Μεσσηνία, την Μεθώνη,
και από τον ομώνυμο ανηψιό του. Δεν έχουμε σοβαρούς λόγους να αμφιβάλουμε
για την πληροφορία του, καθώς η ιστορική του αφήγηση είναι αξιόπιστη,
σύγχρονη των γεγονότων και ακόμη είναι απίθανο να φαντασθούμε ότι σφάλλει για
κάτι τόσο σημαντικό, όταν λάβουμε υπόψη μας ότι το πρωταγωνιστικό ιστορικό
πρόσωπο ήταν συγγενής του και έτσι εύκολα θα μπορούσε να λάβει ασφαλή γνώση των
γεγονότων ο συγγραφέας.
Στην συνέχεια ο Βιλλεαρδουίνος αναφέρει πως ο
ανηψιός του πήγε στο Ναύπλιο να συναντήσει τον Σαμπλίττη, πληροφορία που
συμφωνεί με το Χρονικό του Μορέως που ομιλεί για συνάντηση των δύο ανδρών στο
Ναύπλιο. Σύμφωνα με το Χρονικό του Μορέως (στ. 1590-1602), ο Βιλλεαρδουίνος πρότεινε
στον Σαμπλίττη να λύσει την πολιορκία και να βαδίσουν προς την Δυτική
Πελοπόννησο, όπου το έδαφος είναι πεδινό και η κατάκτηση ευκολότερη. Η πρότασή
του έγινε δεκτή και, αφού οι Φράγκοι μαζεύθηκαν στην Ανδραβίδα, κινήθηκαν προς
την περιοχή των Σκορτών, όπου το κάστρο Αράχλοβο, που το κατέλαβαν παρ' όλη την
σθεναρή αντίσταση του Δοξαπατρή Βουτσαρά. Την κατάληψη του Αραχλόβου από όλες
τις παραλλαγές των Χρονικών, μόνον η Αραγωνική την αναφέρει(5) πριν από την
διεξαγωγή της μάχης στους Καπησκιάνους. Στην συνέχεια, οι Φράγκοι εισέβαλαν στην Μεσσηνία.
Η ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ
ΤΗΣ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ ΑΠΌ ΤΟΥΣ ΦΡΑΓΚΟΥΣ
Πρώτος σταθμός στην πορεία τους το φρούριο της
Αρκαδίας (Κυπαρισσίας). Επειδή δεν υπήρχε λιμάνι κατάλληλο για να προσαράξουν
τα πλοία των Φράγκων, αποφάσισαν να μην μείνουν. Γιατί, σύμφωνα με πρόταση του
Βιλλεαρδουίνου (Χρονικό Μορέως στ. 1662-1670), οι Φράγκοι στην πορεία τους θα
πέρναγαν από τα φρούρια εκείνα τα παραλιακά (Κορώνη, Μεθώνη, Καλαμάτα), που θα
μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τα λιμάνια τους, και με τα πλοία τους να αποκόψουν
τον εφοδιασμό των υπερασπιστών των φρουρίων. Μερικοί μόνον στρατιώτες επιτέθηκαν
σε ντόπιους που βρίσκονταν εκτός των τειχών. Οι υπόλοιποι πρόλαβαν να
καταφύγουν στο φρούριο της Αρκαδίας (Κυπαρισσίας, Χρονικό Μορέως στ.
1685-1689). Το Γαλλικό Χρονικό του Μορέως είναι το μόνο που μας
δίδει την ενδιαφέρουσα πληροφορία πως στην συνέχεια οι Φράγκοι κατέλαβαν και
την Πύλο (Port de Junch
την ονομάζει το Chronique, παρ.110).
Σύμφωνα με τις άλλες παραλλαγές των Χρονικών, οι
Φράγκοι μετά την Κυπαρισσία κατευθύνθηκαν προς την Μεθώνη (Μοθώνη αναφέρεται σε
διάφορα χωρία, ενώ αλλού λ.χ. παρ. 329 την γράφει ως Mouton) και βρήκαν ''το κάστρον ήταν έρημον και όλον
χαλασμένον'' διότι το είχαν καταγράψει πρωτύτερα οι Βενετοί(7), καθώς είχε
γίνει κέντρο Ελλήνων πειρατών που παρενοχλούσαν τα βενετσιάνικα πλοία (Χρονικό
Μορέως στ. 1690-1694). Αλλά και ο Βιλλεαρδουίνος (La Conquête, παρ.329) αναφέρει για τα
τείχη της
κάστρο Χλομουτσίου |
Μεθώνης πως ήσαν γκρεμισμένα. Επόμενο φρούριο που συνάντησαν ήταν
αυτό της Κορώνης, το οποίο, αν και ''αχαμνό
από τείχεα και πύργους'' προέβαλε αντίσταση. Οι Φράγκοι αναγκάσθηκαν να
βάλλουν κατά του φρουρίου με τριμπουτσέτα ( είδος πολεμικής βλητικής μηχανής).
Οι Κορωναίοι τότε παραδόθηκαν με τον όρο να γίνουν σεβαστά τα σπίτια τους, όρος
που έγινε αποδεκτός. Ο Βιλλεαρδουίνος εγκατέστησε φράγκικη φρουρά και φρούραρχο
(Χρονικό Μορέως στ. 1696-1710 και Chronique, παρ.111).
Την άλλη μέρα, κατευθύνθηκαν προς την Καλαμάτα, όπου
βρήκαν φρούριο ανίσχυρο, ''ως μοναστήρι
ήταν'', καθώς λέγει το Χρονικό, και το κατέλαβαν (Χρονικό Μορέως στ.
1711-1714, Chronique, παρ.113). Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι ο
Βιλελαρδουίνος (La Conquête παρ.330) μαρτυρεί πως το
κάστρο της Καλαμάτας ήταν ισχυρό και η πολιορκία του διήρκεσε. Αλλά μάλλον
οφείλουμε να δεχθούμε πως ο Φράγκος ιστορικός σφάλλει, καθώς η Καλαμάτα
βρίσκεται σε πεδινό, ανοιχτό μέρος, γεγονός που καθιστά το φρούριό της αρκετά
ευκολοπρόσβλητο. Όταν οι Έλληνες έμαθαν το πόσο είχαν προχωρήσει οι
Φράγκοι κατακτητές, αποφάσισαν να τους αντιμετωπίσουν. Μαζεύθηκαν λοιπόν Έλληνες μαχητές από τις πόλεις Νικλί και
Βελιγοστή (της Αρκαδίας), από την περιοχή της Λακεδαίμονος και τα χωριά του
Λάκκου της Μεσσηνίας, καθώς και Σλάβοι Μηλιγκοί από τον Ταϋγετο, σύνολο 4.000
πεζοί και ιππείς, και στρατοπέδευσαν
στον Χρυσορέα (Χρονικό Μορέως στ. 1715-1725).
Αλλά και οι Φράγκοι, όταν πληροφορήθηκαν την
συνάθροιση των Ελλήνων μαχητών στον Χρυσορέα, κινήθηκαν προς το ίδιο μέρος ''και πόλεμον εδώκασιν οι Φράγκοι και οι
Ρωμαίοι'' (Χρονικό Μορέως στ. 1729). Η μάχη δόθηκε όχι στον Χρυσορέα, αλλά
στην θέση Καπησκιάνους, στον ''Κούντουρα ελαιώνα'' όπως αλλιώς την ονομάζει το
Χρονικό του Μορέως, καθώς οι Φράγκοι πέτυχαν να παρασύρουν τους Έλληνες σε
ανοιχτό πεδίο ( στο ''Κούντουρα ελαιώνα'') και να τους νικήσουν κατά κράτος,
φονεύοντας αρκετούς αντιπάλους τους. Οι Φράγκοι αριθμούσαν στην μάχη μόνο 700
μαχητές(8). Και ο Βιλλεαρδουίνος επίσης μνημονεύει την μάχη. Οι
αριθμοί που αναφέρει για τις δύο αντίπαλες δυνάμεις, αν και διαφέρουν από τους
αντίστοιχους αναφερόμενους στο Χρονικό, βρίσκονται στα ίδια περίπου επίπεδα (το
Χρονικό δίνει 4.000 Έλληνες και 700 Φράγκους, ο Βιλλεαρδουίνος παραδίδει 5.000
για τους Έλληνες και 500 για τους
μεσιωνικό Κάστρο της Μεθώνης σήμερα |
Φράγκους). Σύμφωνα με την αφήγηση του
Βιλλεαρδουίνου (La Conquête παρ.328 κ.ε.) οι Φράγκοι,
ξεκινώντας από την Μεθώνη, προχώρησαν σε απόσταση μιας ημέρας με τα άλογα,
συναντήθηκαν με τους Έλληνες, τους οποίους και νίκησαν θριαμβευτικά. Ο
Βιλλεαρδουίνος μας παρέχει και την πληροφορία ότι αρχηγός των Έλλήνων ήταν
κάποιος Μιχάλης (Michalis, ό.π. παρ. 301). Είναι η μόνη πηγή που διασώζει το
όνομα του αρχηγού των Ελλήνων. Πέραν του ονόματος αυτού (Michalis)
περισσότερα συμπαγή στοιχεία που να μας οδηγήσουν με βεβαιότητα στην αναγνώριση
κάποιου ιστορικού προσώπου και την ταύτισή του με τον Μιχάλη, αρχηγό των
Ελλήνων στην μάχη του ''Κούντουρα ελαιώνα'', δεν παρέχονται. Υπάρχει πάντα η
δυνατότητα να υποθέσουμε κάποιον. Ωστόσο, δεν μπορούμε να καταλήξουμε με
βεβαιότητα βασιζόμενοι σε έναν υποθετικό συλλογισμό.
Άλλο προβληματικό στοιχείο είναι ο χωρογραφικός
εντοπισμός του πεδίου της μάχης. Έχουν προταθεί διάφορες
θέσεις, ακόμη και εκτός της Μεσσηνίας. Το στοιχείο του Βιλλεαρδουίνου ότι οι
Φράγκοι από την Μεθώνη ως την τοποθεσία της μάχης διήνυσαν απόσταση μιας ημέρας
έφιπποι, αρκεί για να αποκλείσει τις εκτός μεσσηνιακού χώρου προταθείσες
θέσεις. Μερικοί
ερευνητές(9) παρασύρθηκαν ίσως από την Ιταλική παραλλαγή του Χρονικού και
διατύπωσαν την γνώμη ότι η μάχη έγινε στο ακρωτήριο Σκιένο [ Capo Schieno στο Ιταλικό Χρονικό, Καπησκιάνοι (;)], όμως δεν
μπόρεσαν να εντοπίσουν τέτοιο ακρωτήριο.
Αξιοπρόσεκτη είναι η θέση που προτείνει ο Μουνδρέας.
Ξεκινώντας με δεδομένη την θέση στρατοπέδευσης των Ελλήνων στον Χρυσορέα
(Χρονικό Μορέως στ.1719) υποστηρίζει πως το τοπωνύμιο Χρυσορέας δηλώνει ποταμό
χρυσοφόρο, που κατεβάζει ψήγματα χρυσού στην ροή του. Ταυτίζει λοιπόν τον
Χρυσορέα με τον σημερινό Ξερίλα ποταμό, που χύνεται στον Πάμισο [βλ. Μουνδρέα,
''Τοπωνυμικά της Μεσσηνίας (στην εποχή της Φραγκοκρατίας), στα
''Πρακτικά του Α' Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών'', Σπάρτη 1975,
τ.Β', σελ. 184-185].
Όποιο όμως και αν ήταν το πεδίο της μάχης (πάντως
μέσα στον μεσσηνιακό χώρο), το αποτέλεσμά της υπήρξε αποφασιστικό. Με αυτήν την
μόνη μάχη σε ανοιχτό πεδίο, στους Καπησκιάνους, εδραιώθηκε οριστικά η φραγκική
κυριαρχία στην Μεσσηνία (1205). Για να ολοκληρωθεί η κατάκτηση όμως, απέμεινε να
κυριευθούν τα φρούρια του Αραχλόβου και της Αρκαδίας (Κυπαρισσίας). Έτσι, μετά
το νικηφόρο αποτέλεσμα στους Καπησκιάνους, όμως μας πληροφορεί το Χρονικό του
Μορέως, ο Γοδεφρίδος Βιλλεαρδουίνος συμβούλευσε τον Σαμπλίττη να καταλάβουν το
Αράχλοβο (όπως και έγινε, Χρονικό Μορέως στ.1756-1765). (10). Το φρούριο της Αρκαδίας πολιορκήθηκε μεν, αλλά προέβαλε ισχυρή
αντίσταση, διότι ήταν καλά οχυρωμένο και είχε πύργο από την κλασσική περίοδο,
από την ''εποχή των Ελλήνων'', όπως χαρακτηριστικά γράφει το Χρονικό. Οι
Φράγκοι αναγκα΄σθηκαν να χρησιμοποιήσουν ''τριπουτσέτα'' και ''τζογρατάρους''. Οι Αρκαδινοί τελικά
παρέδωσαν το φρούριο με τον όρο να γίνουν σεβαστά τα σπίτια, οι ζωές και οι
περιουσίες τους (Χρονικό Μορέως στ.1765-1790, Γαλλικό Χρονικό παρ.115). Το 1205 η Μεσσηνία βρίσκεται υπό φραγκική κυριαρχία,
όπως άλλωστε και το πιο μεγάλο μέρος της Πελοποννήσου, αν εξαιρέσουμε ορισμένες
περιοχές λ.χ. την Μονεμβασιά, το Ναύπλιο και την Κόρινθο.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ-ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
(1).Την
κατάσταση περιγράφει ο Μιχαήλ Ακομινάτος Χωνιάτης, Ιεράρχης στην Αθήνα ψέγοντας
μάλιστα τους άρχοντες (βλ. Μιχαήλ Ακομινάτου Χωνιάτου, Τα σωζόμενα, Σ. Λάμπρου, τ.Α', Β', Αθήναι 1979-1980
(φωτοαντιγρ. Έκδ. 1968).
(2).La Conquête de Constantinople, παραγρ. 325 κ.ε.
(3).Σ.
Λάμπρου, Ιστορία Ελλάδος, τ. ΣΤ', σελ. 204, Αθήνα 1908.
(4).Longnon, L' Empire latine de Constantinople et la Principautè de la Morèe, σελ. 72, Paris 1966.
(5)Morel-Fatio, Libro.,παραγρ. 110-111.
Το Χρονικό του Μορέως αναφέρει ότι το Αράχλοβο κυριεύθηκε αφ' ότου είχαν
νικήσει οι Φράγκοι στην μάχη των Καπησκιάνων.
(6).Βέβαια,
έχει ήδη αναφερθεί πως για ένα διάστημα σύντομο η Μεσσηνία είχε κατακτηθεί από
τον Γοδεφρίδο Βιλλεαρδουίνο (βλ. την πληροφορία του Villeardouin, La Conquête, παρ. 325). Επειδή όμως ο
Βιλλεαρδουίνος (ο ιστορικός) δεν αναφέρεται εκτενώς στα γεγονότα της κατάκτησης
(αναφέρεται εκτενέστερα στο κυριότερο γεγονός, την μάχη στους Καπησκιάνους),
είμαστε υποχρεωμένοι να ακολουθήσουμε την περιγραφή των Χρονικών του
Μορέως.
(7)Οι
Βενετοί το 1125 είχαν καταστρέψει την Μεθώνη και την Κορώνη. Μίλλερ, Ιστορία της Φραγκοκρατίας εν Ελλάδι, τ.Α',
σελ. 411 (μτφρ. Σ.Λάμπρου), Αθήναι 1910.
(8)Η
περιγραφή της μάχης στους Καπησκιάνους στο Χρονικό του Μορέως
στ.1725-1739).
(9)Σ.Λάμπρου,
Ιστορία της Ελλάδος, τ.ΣΤ', σελ. 204, Αθήναι 1908. Ακόμη, ο Χέρτβεργκ
έχει την ίδια άποψη στην Ιστορία της Ελλάδος, τ.Β', σελ. 1906 σε
μετάφραση Π.Καρολίδου, Αθήναι 1906.
(10)Σε
προηγούμενο σημείο είδαμε ότι το Αραγωνικό Χρονικό, παρ.110-111 τοποθετεί την
άλωση του Αραχλόβου πριν από την μάχη στους Καπησκιάνους.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΗΓΩΝ ΚΑΙ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ
Α. ΠΗΓΕΣ.
1)Μιχαήλ
Ακομινάτου του Χωνιάτου τα σωζόμενα, εκδ. Σ.Λάμπρου, τ.Α',Β', Αθήναι
1879-1880.
2)Ιννοκεντίου
Γ', Πάπα Ρώμης Epistolae, βιβλίο XIII, Migne, Patrologia Latina,
τόμοι CCXIV-CCXVII.
3)Longnon, Livre de la Conquête de la princèe de
l' Amorèe, Chronique de Morèe, Paris 1911.
4)A.Morel Fatio, Libro de los fechos et
conquistas de principado de la
Morea, Geneva
1895.
5)Schmitt,
The Cronicle of Morea (Το Χρονικό του Μορέως), επανεκδ. Της αρχικής του
1904.
6)Villeardouin, La conquête de
Constantinople, ed. E.Faral, Paris
1961.
Β. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1)Μ.Κορδώση,
Η κατάκτηση της νότιας Ελλάδας από τους Φράγκους, Ιστορικά και τοπογραφικά
προβλήματα, θεσσαλονίκη 1986.
2)Σ.
Λάμπρου, Ιστορία της Ελλάδος, από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι της
Αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως, τ.ΣΤ', Αθήνα 1908.
3)Longnon, L' Empire latin de Constantinople
et la principaute de la Morèe,
Paris 1966.
4)Μίλλερ,
Ιστορία της Φραγκοκρατίας εν Ελλάδι, τ.Α' (μτφρ. Σ.Λάμπρου), Αθήναι
1910.
5)Μουνδρέα,
Τοπωνυμικά της Μεσσηνίας (στην εποχή της Φραγκοκρατίας), Πρακτικά Α'
Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών, Σπάρτη 1975.
6)Ι.Σφηκόπουλος,
Τα μεσαιωνικά κάστρα του Μορηά, Αθήναι 1968.
7)Φρ.Χέρτσμεργκ,
Ιστορία της Ελλάδος από της λήξεως του αρχαίου βίου μέχρι σήμερα (μτφρ.Π.Καρολίδου),
τ.Α'.Β', Αθήναι 1906.
8)Hopf, Chroniques
Greco-romanes, Berlin
1873.
Σχόλια