ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΘΩΜΑΝΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΗ ΕΛΛΑΔΑ
Κατά την Δ' Εθνοσυνέλευση στο Άργος 11/7 με 6/8/1829 καταγράφηκαν ορισμένα πολύ σημαντικά στοιχεία για την ζωή των κατοίκων της Ελλάδας κατά τα τελευταία χρόνια της οθωμανοκρατίας που αφορούν την διοίκηση και αυτοδιοίκηση, τις ασχολίες τους και άλλα ενδιαφέροντα στατιστικά στοιχεία. Στην συνέχεια θα παρουσιάσουμε κάποια από αυτά: τα δοσίματα στις αρχές, τις υποχρεώσεις των ενοικιαστών γης, τις αναλογίες ανά περιοχή των ιδιοκτησιών Ελλήνων και Τούρκων, στοιχεία για τη διοικητική διαίρεση της Ελλάδας, εκτίμηση του πληθυσμού και των επαγγέλμάτων των κατοίκων καθώς και εξέταση του τρόπου που ασκούνταν η οθωμανική διοίκηση σε αυτές τις περιοχές.
Τα οριστικά σύνορα της χώρας ήταν ακόμα τότε υπό διαπραγμάτευση και οι πληρεξούσιοι όπως σε κάθε προηγούμενη Εθνοσυνελεύση έδωσαν έναν ορισμό της Ελλάδας και των Ελλήνων.
Η ενεστώσα προσωρινή Κυβέρνησις, ακολουθούσα τας αποφάσεις των τριών Εθνικών Συνελεύσεων, χρεωστεί να θεωρήση ως συγκροτούσας την Ελλάδα όλας τα επαρχίας, αίτινες ήσαν ή και είναι εισέτι υπό την τουρκικήν εξουσίαν, εκίνησαν δε τα όπλα κατά το 1821 ή μετά ταύτα και έχουσι το πλείστον μέρος των κατοίκων επαγγελόμενον την χριστιανικήν θρησκεία και λαλούν την ελληνικήν γλώσσαν.
Στην συνέχεια ακολουθούν τα στοιχεία:
Ενοικιαστές γης
Οι ενοικιασταί όσοι καλλιεργούσαν γαίες τουρκικάς, επλήρωναν εις τους ιδιοκτήτας τας αποκαρπώσεις, εις τας οποίας υπεχρεούντο δια των συμφωνητικών των. Των συμφωνητικών τούτων τα άρθρα ήτον συμφερώτατα δια τους ενοικιαστάς, τους όντας εις τα μέρη εκείνα της Ελλάδος, όπου τα κτήματα ήτον εκτεταμένα, όπου υπήρχε πολλή γη καλλιεργήσιμος, όπου η εξαγωγή των προϊόντων ήταν εύκολος και όπου οι γεωργοί ήτον ολίγοι. Τρία είδη συμφωνητικών εγίνοντο, κατά συνήθειαν, δια το ενοικίασμα των γαιών:
1.Το συντροφικόν
Κατά τούτο, από την όλην ποσότητα του καρπού ελαμβάνοντο πρώτον όλα τα εις την καλλιέργειαν έξοδα, έδιδαν και την τακτικήν δεκατιάν και έπειτα ο ιδιοκτήτης και ο αγρονόμος εμοίραζαν εξ ίσου το υπόλοιπον μέρος.
2.Το τριτάρικον
Δυνάμει τούτου, όλα τα έξοδα της καλλιέργειας ήτον εις βάρος του αγρονόμου, το δέκατον επληρώνετο από το όλον των προΐόντων. Των δε υπολοίπων διαιρουμένων εις εννέα μερίδια, τα μεν τρία ελάμβανεν ο ιδιοκτήτης, τα δε άλλα εξ ο αγρονόμος.
3.Το γεώμορο ή αποκοπή
Κατά την τελευταία ταύτην συμφωνία, όλα τα έξοδα της καλλιέργειας, και αυτό το δέκατον, ήτον εις βάρος του αγρονόμου. Ούτος περιπλέον ήτον υπόχρεος να δίδη εις τον ιδιοκτήτην δια την καλλιεργήσιμον γη, και αν το θέρος ήτον αφθονοπάροχον ή όχι, τόσον γέννημα όσον ήτον αναγκαίον δια τη σποράν. Εκ του προϊόντος των ελαιών ώφειλε να δίδη τα 2/7.
Αι δε αποκαρπώσεις, όσας ο ιδιοκτήτης είχε δικαίωμα να ζητήσει από τον αγρονόμον δια τα επίλοιπα προϊόντα, διωρίζοντο από τα διάφορα άρθρα του συμφωνητικού. Συνηθέστερον, ως επί το πλείστον, ήτον το τριτάρικον.
Εις όποια μέρη της Ελλάδος δεν υπήρχον γεωργοί, οι κτήμονες Τούρκοι, δια να τραβήξωσι τους τοιούτους εις τα υποστατικά των, έκαμναν εις αυτούς ιδιαίτερα τινά καλά, δηλαδή τους εδάνειζαν μικράς τινάς χρηματικάς ποσότητας, δια να επαρκέσωσιν εις τα ανάγκας των ή τους επροπλήρωναν εν μέρος των εξόδων της καλλιέργειας. Αλλ’ αι αγγαρείαι, εις τα οποίας υπέκειντο οι δυστυχείς ούτοι, εξίσωναν και ως επί το πλείστον υπερέβαιναν επί πολύ την αξία των μικρών τούτων βοηθειών.
Τοιουτοτρόπως, εκαλλιεργούσαν το ευφορώτερον μέρος της ενοικιαζόμενης γης δια το μοναδικό κέρδος του ιδιοκτήτου, και τούτο ωνομαζόταν παρασπόρια. Ήτον εις χρέος να δανείζωσι τα φορτηγά των ζώα προς υπηρεσίαν του αγά ή ηναγκάζοντο να παραχωρήσωσιν εις αυτόν, παρά την έγγραφον συμφωνίαν, εν μέρος των ποιμνίων των.
Είχον και οι χριστιανοί διάφορα είδη κτημάτων, αναγνωρισμένων ως τοιούτων και από τους Τούρκους.
Δοσίματα στους Οθωμανούς και τους επισκόπους
Τα εις το μίρι (της ΚΠόλεως) κατ’ ευθείαν δοσίματα ήτον: τα χαράτζια, το νουζούλ-αβαρίζ, τα εκ των δεκάτων και προβατονομίων, τα οποία δεν εδιωρίζοντο εις τους σπαχήδας ή δεν εχαρίζοντο εις λαμπράς οικογενείας ή εις ιερά καταστήματα.
Τα δε προσδιωριζόμενα εις τοπικά έξοδα ήτον: α’) το μέρος των δεκάτων και προβατονομίων το οποίον ελάμβανον οι σπαχήδες β’) κουδουμιές (ετήσιον δόσιμον δια τους πασάδες) γ’) οι μισθοί των καπί-μπουλουμπασήδων (αξιωματικών της αστυνομίας) δ’) τα έξοδα των ταχυδρομείων ε’) τα έκτακτα έξοδα, υπό το όνομα γκιλέν-γκετσέν και μεσαρίφια.
Οι κατ’ επαρχίας επίσκοποι σύναζον εισοδήματα, εξ ων, τα μεν ελέγοντο τακτικά, τα δε τυχηρά. Τα τελευταία ταύτα ελαμβάνοντο από τους αγιασμούς, από τας λειτουργίας, από τους γάμους, χειροτονίας κλπ, ηύξανον ή ωλιγόστευον, κατά τας περιστάσεις, την κατάστασιν των χριστιανών και τον χαρακτήρα του αρχιερέως. Ενίοτε, εις τινά μέρη της Ελλάδος, το ποσόν των τυχηρών εισοδημάτων υπερέβαινε το των τακτικών.
Τα τελευταία ταύτα συνίσταντο εις το παρά των χριστιανικών οικογενειών από τους αρχιερείς, κατ’ αρχαίαν συνήθειαν, λαμβανόμενα, ο έστιν 20 παράδες από τον αρχηγόν έχουσαν οικογένειαν και 10 από τη μη. ...τα δοσίματα αυτά κατήντησαν άτακτα, καθότι οι κατά τόπον αρχιερείς, θεωρούντες ότι οι πλειότεραι των χριστιανικών οικογενειών είχον γεωργικά εισοδήματα, είσηξαν δια το ίδιον συμφέρον την συνήθειαν του να λαμβάνωσι κατ’ έτος μέρος τι διωρισμένων εκ των εισοδημάτων των οικογενειών αυτών. Αντί 20 ή 10 παράδες, ελάμβανον 1 ή 12 οκάδας σίτου ή ημίσειαν λίτραν μεταξίου ή ποσότητα τινά λαδίου κλπ. Την αποκάρπωσιν ταύτην ωνόμαζον σιτείαν ή ρόγαν, την οποία μετά καιρόν ελάμβανον οι αρχιερείς εις χρήματα ή εις είδη, κατά την θέλησίν των.
Ενίοτε ελάμβανον εν ταύτω και τα χρήματα και τα είδη, κατά την επιρροήν, την οποία είχον, και κατά την κατάστασιν των συνεισφερόντων, δια τούτο, οι πλειότεροι εξ αυτών εσύναζον κατ’ έτος τρία γρόσια, το πολύ ή 40 παράδες τουλάχιστον, από πάσαν οικογένειαν.
Διοικητική διαίρεση και πληθυσμός
Η διοικητική διαίρεση της Ελλάδας και εκτίμηση του πληθυσμού κατά το 1829 φαίνεται στον χάρτη που ακολουθεί. Για κάποιες περιοχές όπως η Χίος, τα Ψαρά, και η Κάσος που καταστράφηκαν κατά την Επανάσταση ο πληθυσμός αντιστοιχεί σε εν ζωή κατοίκους που ζούσαν σε άλλες περιοχές μια και τότε τα νησιά αυτά εξακολουθούσαν να είναι σχεδόν έρημα. Αντίθετα άλλα μέρη όπως η Σύρα δέχτηκε μεγάλους πληθυσμούς Χιωτών κ.ά. Τα διαφορετικά χρώματα αντιστοιχούν στα διαφορετικά σαντζάκια ή αγιαλετέ της οθωμανικής διοίκησης. Ενδιαφέρον έχει η απουσία κάποιων μεγάλων νησιών όπως η Λέσβος, η Ρόδος που είχαν σημαντικές τουρικές δυνάμεις και πληθυσμούς και δεν κινήθηκαν. Η απουσία της Ικαρίας δεν είναι κατανοητή. Αντίθετα η απουσία των αγγλοκρατούμενων Επτανήσων είναι ευκολονόητη από μία τέτοια μελέτη. Επίσης απομακρυσμένες περιοχές της Μακεδονίας, Θράκης, ΜΑσίας και Κύπρου ήταν φυσικά εκτός κάθε ελπίδας για προσθήκη στο ελληνικό κράτος. Αναλογικά και με βάση τις παραπάνω απουσίες οι εκτιμόμενοι πληθυσμοί ήσαν περίπου κατά 32% πελοποννήσιοι, 24% αιγαοπελαγίτες, 19% θεσσαλοί, 14% ρουμελιώτες, 7% κρητικοί, 4% ηπειρώτες.
Επαγγέλματα και αναλογία γης
Οι περιοχές είναι όπως φαίνονται στον παραπάνω χάρτη και οι αναλογίες είναι ελληνικές ιδιοκτησίες προς τουρκικές. Ουδεμία σημαίνει όλη η γη ελληνικής ιδιοκτησίας.
Στερεά Ελλάς
Όλυμπος και Κίσσαβος: ποιμένες και πολεμικοί
Πεδιάς Θεσσαλίας: γεωργοί, τεχνίται και θαλάσσιοι
Χωρία του Βόλου: ποιμένες
Ζητούνι: ποιμένες
Πατρατζίκι: ποιμένες
Βουδονίτζα και Ταλάντι: ποιμένες
Λεβαδεία και Θήβαι: ποιμένες
Αττική: ποιμένες
Σάλωνα: ποιμένες
Λιδωρίκι, Μαλανδρίνο, Κράβαρι: ποιμένες, ιερείς, ψωμοζήται και γεωργοί
Βενέτικον: γεωργοί
Μεσολόγγι: θαλάσσιοι, αλιείς και τεχνίται
Ανατολικόν: θαλάσσιοι, αλιείς και τεχνίται
Ζυγός: γεωργοί
Απόκουρον: ποιμένες
Καρπενήσιον: ποιμένες και τεχνίται
Βλοχός: ποιμένες και τεχνίται
Ξηρόμερον: γεωργοί και αρματολοί
Βόνιτζα: γεωργοί και αρματολοί
Βάλτος: γεωργοί και αρματολοί
Ραδοβίσδι και Λάμαρι: γεωργοί, ποιμένες και αρματολοί (στην Άρτα τεχνίτες και έμποροι)
Σούλι: πολεμικοί και ποιμένες
Τζουμέρκα, Ασπροπόταμον, Μαλακάσι, Ζαγόρι: ποιμένες, τεχνίται, γεωργοί, αγύρται και έμποροι
Άγραφα: ποιμένες, τεχνίται και γεωργοί
Πελοπόννησος
(αναλογία γης συνολικά 1 προς 2)
Πάτραι: γεωργοί, έμποροι, τεχνίται και ποιμένες
Βοστίτζα: γεωργοί, έμποροι, τεχνίται
Καλάβρυτα: γεωργοί και ποιμένες
Γαστούνη: γεωργοί και ποιμένες
Πύργος: γεωργοί, ποιμένες, και έμποροι
Αρκαδιά: γεωργοί
Ναυαρίνος: έμποροι
Μοθώνη: ποιμένες
Κορώνη: ποιμένες
Νησί: γεωργοί, έμποροι και ποιμένες
Καλαμάτα: γεωργοί, έμποροι και ποιμένες
Κουτζούκ Μάνη: γεωργοί, έμποροι και ποιμένες
Ανδρούσα: γεωργοί, έμποροι και ποιμένες
Αμπλάκικα: γεωργοί, έμποροι και ποιμένες
Λεοντάρι: γεωργοί, έμποροι και ποιμένες
Μάνη Δυτική: πολεμικοί και θαλάσσιοι
Μάνη Ανατολική: πολεμικοί και θαλάσσιοι
Μονεμβασία: γεωργοί
Μυστράς: γεωργοί και ποιμένες
Πραστός: γεωργοί και ποιμένες
Άγιος Πέτρος: γεωργοί και ποιμένες
Τριπολιτζά: γεωργοί, ποιμένες και τεχνίται
Καρύταινα: γεωργοί, ποιμένες και τεχνίται
Φανάρι: γεωργοί, ποιμένες και τεχνίται
Άργος: γεωργοί και έμποροι
Ναύπλιον: γεωργοί και έμποροι
Κόρινθος: γεωργοί, ποιμένες και έμποροι
Νήσοι
Κρήτη (αναλογία γης 15 προς 22)
Κίσσαμος: γεωργοί και τεχνίται
Σέλινο: γεωργοί και τεχνίται
Χανιά: έμποροι, τεχνίται, γεωργοί, ποιμένες
Σφακιά: ποιμένες, θαλάσσιοι
Απρικόρνη: γεωργοί, τεχνίται
Ρέθυμνον: έμποροι, τεχνίται, γεωργοί
Άγιος Βασίλειος: γεωργοί, ποιμένες
Αμάρι: γεωργοί, ποιμένες
Μυλοπόταμον: γεωργοί, τεχνίται, ποιμένες
Μαλβίζο: γεωργοί, τεχνίται, ποιμένες
Κάνδια: γεωργοί, τεχνίται, ποιμένες και έμποροι
Πριάτινα: γεωργοί
Καινούριον: γεωργοί
Μονοφάτσι: γεωργοί
Ριζόκαστρον: γεωργοί και τεχνίται
Γεράπετρα: γεωργοί
Πεδιάδα: γεωργοί
Μιράμπελλον: γεωργοί και τεχνίται
Λασήθι: γεωργοί και ποιμένες
Κιτίνο: γεωργοί και ποιμένες
Εύριπος (Εύβοια): γεωργοί, ποιμένες και θαλάσσιοι (αναλογία 5 προς 6)
Χίος: γεωργοί, θαλάσσιοι, έμποροι (αναλογία 200 προς 1,5)
Σάμος: γεωργοί, θαλάσσιοι, έμποροι
Άνδρος: γεωργοί, θαλάσσιοι, έμποροι
Τήνος: γεωργοί, θαλάσσιοι, έμποροι
Νάξος: γεωργοί, θαλάσσιοι, έμποροι
Σαντορίνη: γεωργοί, θαλάσσιοι, έμποροι
Ίος: γεωργοί, θαλάσσιοι, έμποροι
Ύδρα: θαλάσσιοι, έμποροι
Σπέτζαι: θαλάσσιοι, έμποροι
Αναλογίες γης στην Στερεά Ελλάδα
Κράβαρι: ουδεμία
Βενέτικον: 5 προς 4
Απόκουρον: 26 προς 1
Καρπενήσι: 8 προς 1
Άγραφα: ουδεμία
Ζυγός: 4 προς 1
Μεσολόγγι: 23 προς 1
Ανατολικόν: 7 προς 1
Ξηρόμερον: 57 προς 1
Βλοχός: 13 προς 15
Βόνιτζα: ουδεμία
Βάλτος: 60 προς 1
Ασπροπόταμος: ουδεμία
Ραδοβίσδι και Άρτα: 1 προς 4,5
Λάμαρι και Λάκκα: ουδεμία
Πρέβεζα: ουδεμία
Σούλι και Λάκκα Βότζαρη (ή τμήμα Τσερεκοβίτζας): 2 προς 1
Μαλακάσι (ήτοι Καλαρρύτες, Συρράκου, Ματσούκι, Άγναντα, Κράτση, Κασταναχώρια): ουδεμία
Αττική: 1 προς 1
Θήβαι: 1 προς 2
Λεβαδεία: 4 προς 1
Ταλάντι: 1 προς 1
Τουρκοχώρι: 7 προς 9
Βουδονίτσα: 13.5 προς 14
Σάλωνα: 3.5 προς 1
Λιδωρίκι: 7 προς 1
Μαλανδρίνο: 5 προς 1
Πατρατζίκι: 2 προς 1
Ζητούνι: 2,5 προς 1
Δομοκός: 1 προς 4,5
Αρμυρός: 7,5 προς 6
Βόλος: ουδεμία
Όλυμπος,Νιάουστα,Μαδεμοχώρια,Κασσάνδρα (περιοχές που επαναστάτησαν στην Μακεδονία): 4,5 προς 1
Περιγραφή διοίκησης κατά επαρχία
Η Πελοπόννησος ήτο αγιαλετέ, εις το οποίον η Πόρτα έστελλε πασάν 3 ουρών υπό το όνομα Μόρα-βαλεσή, η διάρκεια της διοικήσεώς του εκρεμάτο από την διαγωγήν του και από τη θέληση του Σουλτάνου. Παρηκολούθει δε τον πασάν τούτον ένας διερμηνεύς των ξένων γλωσσών, λαμβάνων κατ’ ευθείαν από τον Σουλτάνον το δίπλωμα του διορισμού του.
Δύο άλλοι πασάδες 2 ουρών, υπαγόμενοι εις τον Μόρα-βαλεσήν, διωρίζοντο φρούραρχοι ο μεν του Ναυπλίου, ο δε της Μοθώνης. Ο πασάς αν και διοικητής πολιτικός και πολεμικός, και κατά τα πάντα απόλυτος, εχρεώστει όμως να φέρεται συμφώνως με τα αυθεντικά ψηφίσματα, τα κανονίζοντα την εσωτερικήν διοίκησιν. Η Πελοπόννησος διηρείτο εις 24 επαρχίας, τας εφεξής: Κόρινθος, Βοστίτσα, Καλάβρυτα, Πάτρα, Γαστούνη, Πύργος, Καρύταινα, Αρκαδία, Νεόκαστρο, Μοθώνη, Κορώνη, Ανδρούσα, Νησί, Καλαμάτα, Λεοντάρι, Μυστράς, Μονεμβασία, Τριπολιτσά, Άγιος Πέτρος, Πραστός, Άργος, Εμπλάκικα, Φανάρι και Κάτω Ναχαγές. Έκαστη των επαρχιών τούτων είχε έναν καδήν, ένα βοϊβόδαν, δύο κοτσαμπάσηδες, έναν σεντούκ-εμίνην (ταμίαν) και ένα καπού-μετλούκμπασην (αστυνόμον). Εις εκάστην κώμην ή χωρίον ήσαν περιπλέον δύο προεστοί. Εκτός τούτου, εις όσας επαρχίας κατώκουν Τούρκοι, ο σημαντικότερος μεταξύ αυτών διωρίζετο αγιάνης. Οσάκις διωρίζετο νέος πασάς εις την Πελοπόννησον, όλαι αυταί αι Αρχαί είχον χρέος να υπάγουν να τον προσκυνήσουν εις Τριπολιτσάν, την καθέδρα της Κυβερνήσεως, ο δε πασάς επρόσταζε τότε και ανεγινώσκοντο εις το διβάνι του αι διαταγαί του Σουλτάνου, επί παρουσία των υπαλλήλων Τούρκων και των κοτζαμπάσηδων της α’ κλάσεως.
Έδιδεν επομένως το καφτάνι εις τους δημόσιους υπουργούς και εσχηματίζετο το συμβούλιον του εξ ενός ή δύο Τούρκων, εκλεγομένων μεταξύ των σημαντικοτέρων, δύο κοτζαμπασήδων, των πλέον ισχυρών, και του διερμηνέως του. Μετά ταύτα δε έκαμνεν έναρξιν των χρεών του, γνωστοποιών δι’ εγκυκλίων προς όλας τας επαρχίας την άφιξίν του και τας διαταγάς του Σουλτάνου. Οσάκις ήθελεν ο πασάς να παρεισάξι νεωτερισμόν τινα, εχρεώστει να καθυποβάλη το σχέδιόν του εις όλας τα τοπικάς Αρχάς και να αναφέρεται περί τούτου εις την Πόρταν. Εζήτει δια τας πράξεις του την γνώμην του συμβουλίου, αλλ’ η θέλησίς του απεφάσιζεν τα πάντα. Αν και είχεν ο πασάς την σύμπραξιν του συμβουλίου, εχρεώστει πάλιν κατ’ έτος να συγκαλή όλους τους κοτζαμπάσηδες των επαρχιών εις Τριπολιτσάν και να τοις κοινοποιή επί γενικής συνελέυσεως τας διαταγάς της Πόρτας, να τοις παρασταίνη τα χρείας της εσωτερικής διοικήσεως και να τοις γνωστοποιή τα περί του ποσού των φόρων και τους διορισμούς των βοϊβόδων. Αιτήσας δε και λαβών την συγκατάθεσιν των ως προς τα διακοινωθέντα, εξέδιδε τα ναγκαίας διαταγάς.
Εις περιστάσεις εκτάκτους εάν π.χ. ήτον υποψίαν εξωτερικού πολέμου ή συνέβαινον ταραχαί εσωτερικαί, ο πασάς μετεκάλει τότε τους αρχιερείς δια να βεβαιωθή περί της υποταγής των χριστιανών. Αι αποφάσεις του, εξαιρουμένων τινών, τα οποίας αι περιστάσεις υπηγόρευον, έπρεπε να επιστηρίζωνται εις το ιλάμι του μεχκεμέ.
Η Πόρτα διώριζε, προσέτι και δύο αξιωματικούς περί τον πασάν, τον μεν ονομαζόμενο μουκαμπελετζή, τον δε δεφτέρ-κεχαγιά. Ο πρώτος εκράτει όλα τα κατάστιχα, όπου εσημειούντο α’) αι οροθεσίαι των επαρχιών, των χωρίων, των καλλιεργουμένων είτε χέρσων γαιών, β’) τον αριθμών των κατοίκων κατά την παλαιόθεν γενομένην καταμέτρησιν. Ο αξιωματικός αυτός είχε χρέος να δίδη εις την Κυβέρνησιν πληροφορίας περί όλων αυτών των πραγμάτων. Οπόταν ηνοίγοντο αυτά τα κατάστιχα, εχρεώστει να είναι παρών ο δεφτέρ-κεχαγιάς και να τα σφραγίζη εν ταύτωεκ νέου. Ο μουκαμπελετζής δεν είχε το δικαίωμα του να τα ανοίγη μόνος, Οι δύο ούτοι αξιωματικοί ως και οι δύο πασάδες των φρουρίων, δεν συμμετείχαν παντελώς εις τα πολιτικά πράγματα.
Εστέλλοντο παρά της Πόρτας και δύο άλλοι αξιωματικοί, υπό το όνομα αλά-μπέηδες, εκ των οποίων, ο μεν διέτριβε εις Τριπολιτζάν, ο δε εις Μυστράν. Ήσαν δε αρχηγοί δύο πολεμικών καταστημάτων, λεγομένων σπαηλίκια, χωρίς όμως ουδέ αυτοί να συμμετέχωσι των πολιτικών πραγμάτων.
Εις πάσαν επαρχίαν ήτον ένας καδής, διοριζόμενος από τον Ρούμελη-καζασκέρην, εκ της τάξεως των γραμματισμένων. Διέμενε δε εις το υπούργημα τούτο από 6 έως 12 μήνας, και σπανίως έως 18. Εδίκαζεν, ανεκκλήτως όλας τας πολιτικάς και εμπορικάς υποθέσεις παντός είδους και βαθμού. Αυτός ο ίδιος ήτο και εκτελεστής των αποφάσεών του, την εκτέλεσιν των οποίων μόνος ο πασάς ηδύνατο να αναβάλη, εκκαλών την υπόθεσιν εις Τριπολιτζάν προς αναεθώρησιν. Εν τοσούτω, αυτή η δυναμική έκκλσις ήτον κατάχρησις εξουσίας. Αν και αι αποφάσεις του καδή επεδέχοντο εκτέλεσιν, αι κρισολογίαι, μ’ όλα ταύτα, παρετείνοντο επ’ άπειρον, διότι η νομική των Τούρκων, ούσα ασαφής και αντιφατική αξηγείτο κατά διαφόρους τρόπους παρά των ουλεμάδων, και εκ τούτου επί μάλλον συνεπλέκετο η δικανική. Εις τον διορισμόν νέου πασά ή καδή, αι προδικασθείσαι υποθέσεις εδύναντο να συζητηθώσι και πολλάκις η απόφασις του νέου καδή ήτο ενάντια της του προκατόχου του, δίοτι εκείνος με απεφάσιζε π.χ. κατά τη γνώμην του Μουσεΐν εφέντη, αυτός δε κατά του Αλή εφέντη. Αι τοπικαί συνήθιεαι και ο καιρός μόνον εδύναντο να δώσωσι τέλος εις παρομοίας κρισολογίας. Περί εγκληματικών υποθέσεων ο καδής αναφέρετο εις τον πασάν και ανευ ρητής αυτού διαταγής δεν εδύνατο να εξετάση τοιαύτην υπόθεσιν. Ο καδής είχε περιπλέον το δικαίωμα να ακούη τα παράπονα των πολιτών και να τα εκθέτη εις τα πολιτικά Αρχάς, να αντεξετάζει τα των φόρων και να εξελέγχη τας απάτας ή τας καταχρήσεις δι’ εγγράφου του προς τον πασά, Το έγγραφον τούτο λεγόμενον ιλάμ είχε κάποιο βάρος.
Όλαι αι πωλήσεις αμπελώνων, οσπιτίων, δένδρων, εργαστηρίων κτλ απαιτείτο να καθυποβάλλωνται εις τον καδήν και δια να έχει κύρος η πώλησις ήτον απαραίτητον το παρ’ αυτού διδόμενον χοντζέτι (έγγραφον ιδιοκτησίας). Το γνήσιον της πωλήσεως εβεβαιούτο από μάρτυρας, χριστιανούς είτε Τούρκους. Εις τας μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων διαφοράς η μαρτυρία ενός χριστιανού δεν ήτον δεκτή, ούτε υπέρ ούτε κατά. Ο καδής είχε προσέτι το δικαίωμα να επισυνάπτη ένα πιστοποιητικόν εις τα προς τον πασάν ή προς την Πόρταν επαρχιακάς αναφοράς. Μ’ όλα ταύτα αυστηρώς απηγορεύετο εις αυτόν να λάβη μέρος εις τα πολιτικά πράγματα.
Πριν της αναγορεύσεως του νυν Σουλτάνου ο βοϊβόδας διωρίζετο παρά της Πόρτας κατ’ αίτησιν της κοινότητος ή των μαλικιανέ-ζααπήδων (αγοραστών του δεκάοτυ). Αλλά δυνάμει ψηφίσματος του νυν Σουλτάνου, ο διορισμός των βοϊβοδάδων εγίνετο από τους πασάδες.
Ο βοϊβόδας εχρεώστει να εισπράττη το χαράτζι (κεφαλιάτικον), να ακολουθή τα οδηγίας του πασά, να εκτελή τας αποφάσεις του κριτηρίου και να ενεργή τας απαιτήσεις των κοτζαμπάσηδων, ως προς την εσωτερικήν αστυνομίαν ή την είσπραξιν των δοσιμάτων. Δια πάσαν πώλησιν γης είχε το δικαίωμα να εκδίδη κυρωτικόν έγγραφον, λεγόμενον ταπί, το οποίον μονον έκαμνε την πώλησιν αναμφισβήτητον. Ο βοϊβόδας ήτον ενιαύσιος.
Ο δε παρά του πασά διοριζόμενος αγιάνης έργον είχε να υπερασπίζεται τα δίκαια των ομοθρήσκων του.
Ο καπού-μπουλούκμπασης εκλεγόμενος από τους κοτζαμπάσηδες, παρηκολούθει τον βοϊβόδαν μετά 10 ή 15 ενόπλων. Αλλά δεν εδύνατο καμμίαν διαταγήν να εκτελή, άνευ της συγκαταθέσεως των κοτζαμπάσηδων.
Οι κοτζαμπάσηδες εκλέγοντο από τους προεστώτας των κωμοπόλεων και των χωρίων οίτινες συνερχόμενοι εις την πρωτεύουσαν της επαρχίας ενήργουν την εκλογήν δια της πλειοψηφίας και χωρίς εις ταύτην ποσώς να παρεμβή καμμίαν τουρκικήν Αρχή. Γενομένης της εκλογής, οι ίδιοι εκλέκτορες καθυπέβαλλον την πράξιν των εις τον καδήν δι’ ενυπόγραφου και ενσφραγίστου γράμματός των και εζήτουν το ιλάμι του. Ο καδής, ενώπιον του βοϊβόδα, του αγιάνη και των επισημότερων Τούρκων μαρτυρούντων την θέληση των προεστώτων, εξέδιδε το ζητούμενον πιστοποιητικόν και διευθύνοντο όλα εις την επικύρωσιν του πασά.
Οι κοτζαμπάσηδες ήσαν ενιαύσιοι. Έκαστος τούτων εχρεώστει εις το τέλος της διοικήσεως του να δώση λόγον των πράξεών του εις την επαρχίαν, δια να λάβη απολυτικόν έγγραφον. Όσαι επαρχίαι ευχαριστούντο από τους κοτζαμπάσηδες των, εκοινοποίουν τούτο δι’ αναφορών των προς τον πασάν, όστις συνήθως παρέτεινε την διάρκειαν του υπουργήματός των και εις τον ακόλουθον χρόνον.
Ούτοι εκανόνιζον τον τρόπον της εισπράξεως των δοσιμάτων και εδύναντο να κάμνωσιν έκτακτα έξοδα, τα οποία μετά ταύτα καθυπέβαλλον εις την επαρχιακήν συνέλευσιν. Είχον το δικαίωμα να προδιαθέτωσιν εν γένει όλας τας υποθέσεις των ραγιάδων, εν ταύτω και να κρίνωσι τα υποθέσεις των, οποιασδήποτε φύσεως και αν ευχαριστώντο αμφότερα τα μέρη, καμμία τουρκική Αρχή δεν εδύνατο να παρεμβή εις την εξέτασιν της υποθέσεως. Ακόμη και οι υπό φυλακήν χριστιανοί εδύναντο να προστρέξωσιν εις του κοτζαμπάσηδες δια να τύχωσι της ελευθερώσεώς των. Καμμία διανομή ή εισπραξις φόρων δεν ημπόρει να πραγματοποιηθεί άνευ αδείας και γνώμης των κοτζαμπάσηδων. Η προς τον πασάν σχέσις των είχε μέγα βάρος. Όλαι των κωμοπόλεων ή χωρίων αι αναφοραί έπρεπε δια μέσου αυτών να διευθύνωνται προς τας τουρκικάς Αρχάς. Και εις κανέναν άλλον, παρά τον πασάν, δεν εχρεώστουν να δίδωσι λόγον της διοικήσεώς των, εις τούτον δε μόνον απέκειτο το δικαίωμα να τους παιδεύσει ή να τους ανταμείψη.
Η μεγάλη επιρροή των κοτζαμπάσηδων κατά την Πελοπόννησον επήγαζε: α’) εκ του ότι οι Τούρκοι ήσαν ολιγάριθμοι και πάντοτε διηρημένοι προς αλλήλους, β’) διότι παλαιόθεν αι επαρχίαι έπεμπον εις ΚΠολιν ένα ή δύο εκ των προκρίτων, οίτινες συνιστάμενοι ως αντιπρόσωποι, ελευθέρως εγνωμοδότουν εις την Πόρταν. Με τον καιρόν, η σύστασις αύτη έμεινε δικαίωμα εις τους Πελοποννησίους, οίτινες έστελλον αντιπροσώπους, εφωδιασμένους με επίσημον έγγραφον, τόσον από μέρους των χριστιανών όσον και από μέρους των Τούρκων. Εις τους Τούρκους η συνήθεια είχεν ισχύ ανωτέραν του νόμου. Εξ αιτίας τούτου, έπρεπε πάντοτε δύο ή τρεις και, κάποτε τέσσαρες κοτζαμπάσηδες να διαμένωσιν εις ΚΠολιν υπό το όνομα βεκίληδες του Μορέως.
Η υπόληψις την οποίαν οι απεσταλμένοι ούτοι απελάμβανον πλησίον της Πόρτας, ως εκ των μέσων, τα οποία τοις εχορήγει η πατρίς των, ενέπνεε κάποια συστολήν εις τους πασάδες, τινές εκ των οποίων καθηρέθησαν δι’ ενέργείας αυτών.
Ο σεντούκ-εμίνης (ταμίας) εφύλαττεν όλα τα χρήματα, άτινα δια χειρός του έμελλον να παραδίδωνται εις τα τουρκικάς Αρχάς. Εκράτει τα κατάστιχα των λογαριασμών εκάστης επαρχίας και εφύλαττε τους καταλόγους των φορολογιών, υπογεγραμμένους παρά των κοτζαμπάσηδων. Ο αξιωματικός ούτος αν και υπαγόμενος εις τον πασάν εχρεώστει όμως να ακολουθεί τα διαταγάς αυτών.
Οι προεστώτες των κωμοπόλεων και χωρίων είχον ωσαύτως χωριστόν ταμίαν, ονομαζόμενον καψιμάλην, όστις εκλεγετο καθ’ ον τρόπον και οι κοτζαμπάσηδες, εις τους οποίους χρέος είχεν ν’ αναφέρεται δια τα υποθέσεις των χωρίων.
Κανείς δεν εδύνατο να λαλήση έμπροσθεν του πασά όστις είχε δικαίωμα να σηκώση την ζωήν ούτινος ήθελεν εκ των διοικουμένων του και δια τούτο πάντοτε έντρομος επλησίαζε τις εις το παλάτιόν του. Ετρόμαζε ακόμα και πριν ιδή τον δεσπότην τούτον και ακούση την απειλητικήν του φωνήν, 150 ένοπλοι στρατιώται καβάσηδες λεγόμενοι ένας ιτζ-αγάς και ο δήμιος εφύλαττον αδιαλείπτως την πύλην του πασά και εν μόνον νεύμα της κεφαλής του απεφάσιζε την ζωή του ικετεύοντος!
Η επαρχία της Σπάρτης (σ. Μάνης) είχεν σύστημα διαφορετικόν. Προ του 1770 διοικείτο από τους καπιτάνους μεταξύ των οποίων εκλέγετο ο αρχηγός φέρων το όνομα μπας-καπιτάν. Η επαρχία αυτή επλήρωνεν εις την Πόρταν 4000 γρόσια δια κεφαλιάτικον. Εις την Μάνην πώποτε δεν υπήρξεν τουρκική Αρχή. Μετά το 1770 ο Καπιτάν πασάς διετάχθη από τον Σουλτάνον να διορίση εκεί διοικητήν τυπό το όνομα μπέην της Μάνης και έκτοτε η επαρχία αύτη ηναγκάσθη να πληρώνει 15,000 γρόσια κεφαλιάτικον. Ο μπέης εχρεώστει να επαγρυπνεί εις την διατήρησιν της ευταξίας να πέμπη τους φόρους εις τον Καπιτάν πασάν και χρείας τυχούσης να ζητή απ’ αυτόν βοήθειαν.
Η ηπειρωτική Ελλάς διηρείτο εις πέντε σαντζάκια, ήγουν:
α’. την Εύβοιαν
β’. τα Τρίκκαλα
γ’. την Ναύπακτον
δ’. το Κάρλελι
ε’. τα Ιωάννινα.
Το σαντζάκι της Ευρίπου περιχείχε την Εύβοιαν, Αττικήν, Θήβας, Λεβαδείαν, Τουρκοχώρι, Μπουδουνίτζα, Ζητούνι, Λιδωρίκι και Μαλανδρίνον. Το δε του Κάρελι το οποίο περιχείχε το Μεσολόγγιον, Ανατολικόν, Βλοχόν, Ξηρόμερον, Βάλτον και Βόνιτσαν, εμπεριελαμβάνετο εις την διοίκησιν του σαντζακίου της Ευρίπου. Αλλ’ απειδή το δέκατον του σαντζακίου του Καρελίου είχε δοθή εις την βαλιδέ (μητέρα του Σουλτάνου) δια να το νέμεται αυτή καώρθωσε να διωρίζεται εις αυτό διοικητής κατ’ ευθείαν από την Πόρταν και υπό το όνομα Κάρελι-μουσελίμ να αναγνωρίζεται μόνον από τον πασάν της Ευρίπου.
Η Ναύπακτος, Απόκουρον, Κράβαρι, Καρπενήσι, Πατρατζίκι και Δομοκός εσχημάτιζον χωριστόν σαντζάκι. Αι δε επαρχίαι του Ασπροποτάμου και των Αγράφων υπήγοντο εις το σαντζάκι των Τρικκάλων. Εις τα σαντζάκια ταύτα διωρίζοντο πασάδες 3 ουρών. Το σύστημα της διοικήσεως ήτον όμοιον με το της Πελοποννήσου, διαφέρον μόνο ως προς την αρχήν των κοτζαμπάσηδων τους οποίους αι επαρχίαι αύται δεν έκλεγον παντελώς, αλλ’ ούτε είχον το δικαίωμα να στέλλωσι βεκίληδες εις την ΚΠολιν. Το είδος τούτο της κυβερνήσεως εφυλάχθη μέχρι της εποχής του Αλή πασά του οποίου ο δεσποτισμός τίποτε δεν εσεβάσθη.
Η νήσος Ύδρα υπήγετο εις τον Καπιτάν πασά και διοικείτο παρά των εντοπίων αριστοκρατικώς. Οι πρόκριτοι αυτής της νήσου οι σημαντικότεροι κατά τα πλούτη και την επιρροήν ήσαν εις δύο κόμματα διηρημένοι έκαστον των οποίων διοικούσεν εναλλάξ την νήσον ενιαυσίως. Το σώμα των προκρίτων έκαμνε διατάξεις δια την διατήρησιν της ευταξίας δια το εμπόριο και την θαλάσσιον αστυνομίαν. Εις δε των εντοπίων εκτέλει τα χρέη του αστυνόμου υπό το όνομα ζαμπίτης, ο διορισμός του οποίου καθυπεβάλλετο εις την επίκρισιν του Καπιτάν πασά. Η Ύδρα είχε προσέτι μίαν καγκελλαρίαν συνιστάμενην από ένα γραμματέα και τινάς παρέδρους οι οποίοι εδίκαζον τας διαφοράς αι αποφάσεις των ενεκρίνοντο παρά των προκρίτων. Εκτέλει δε η καγκαλλαρία και τα καθήκοντα του μνήμονος (νοταρίου). Εν κριτήριον εκκλησιαστικόν έκρινε, τέλος πάντων, τας συμπίπτουσας διαφοράς περί γάμου, διαζυγίου κτλ.
Η νήσος Σπετσών διοικείτο καθ’ ον τρόπον και η Ύδρα.
Η νήσος Ψαρών υπήγετο εις τον Καπιτάν πασάν και διοικείτο από δημογέροντας, εκλεγόμενους από τον λαόν. Οι πολίται όλοι, εις γενικήν συνέλευσιν συναθροιζόμενοι ενήργουν την εκλογήν 12 εκλογέων, οίτινες έκλεγον δι’ εν έτος τρεις δημογέροντας και ένα ταμίαν. Ο ταμίας βοηθούμενος από δύο συνεργάτας ονομαζόμενους δατζιέρους, παρελάμβανεν όλα τα εισοδήματα. Αλλ’ οπόταν επρόκειτο λογος επρί μεγάλων πραγμάτων οι δημογέροντες είχον χρέος να συγκαλώσι τον λαόν εις γενικήν συνέλευσιν δια ν’ αποφασίζωνται ομοφώνως. Όλαι αι περί πολιτικών ή εμπορικών υποθέσεων διαφοραί καθυπεβάλλοντο εις αιρετοκρισίας. Ο Καπιτάν πασάς επεκύρωνε τας εκλογάς ως και τας αποφάσεις των αιρετοκριτών χωρίς όμως εις ταύτας να παρεμβαίνει παντελώς, εξέταζε δε μόνον τας εγκληματικάς υποθέσεις.
Αι νήσοι του Αιγαίου πελάγους: Σκόπελος, Σκιάθος, Ηλιοδρόμια, Σκύρος, Σαλαμίς, Αίγινα, Πόρος, Κέα, Θέρμια, Σέριφος, Σίφνος, Κίμηλος, Αμοργός, Μήλος, Πολύκανδρος, Σίκινος, Ίος, Σαντορίνη, Ανάφη, Κάσος, Αστυπαλαιά, Πάτμος, Νάξος, Πάρος, Αντίπαρος, Μύκονος και Τρίκκερα υπήγοντο ωσαύτος εις τον Καπιτάν πασάν, όστις εις πάσαν μία έστελλεν έναν επιστάτην του δεκάτου, μουσουλμάνον είτε χριστιανόν, ονομαζόμενον ζαμπίτη. Εκάστη των νήσων ούτων είχε τους προεστώτας της, εκλεγόμενους εκ της κλάσεως των πλουσιοτέρων και ισχυροτέρων και βοηθουμένους παρά δύο συνεργατών. Αι διαφοραί εθεωρούντο από τους προεστώτας ή αιρετοκριτάς, αλλ’ εκκαλούντο εις τον Καπιτάν πασάν, όστις αποφάσιζε πάντοτε τα εγκληματικά. Καμμία άλλη τουρκική Αρχή δεν είχε την παραμικρήν επιρροήν εις τα νήσους ταύτας και ουδ’ αυτός ο Σουλτάνος δεν έστελλε εις αυτάς αμέσους διαταγάς.
Η νήσος Σάμος: υπήγετο εις τον σεϊσλάμην, όστις έστελλεν εις αυτήν κατ’έτος διοικητήν Τούρκον, είχε δε και προεστώτας.
Η νήσος Τήνος: υπήγετο εις τον ζαραπχανά, όστις έστελλεν εις αυτήν ένα ζαμπίτην. Διοικείτο δε καθ’ ον τρόπον και οι λοιπαί, και ο ζαμπίτης δεν έκαμνε τίποτε, χωρίς την συναίνεσιν των προεστώτων.
Η νήσος Άνδρος υπαγόμενη κατά πρώτον εις την Σουλτάναν (όπως και η Σύρα), εδόθη μετά τον θάνατον αυτής, εις τον ζαραπχανά όστις έστελλε εις αυτήν έναν ζαμπίτην δια τη διατήρησιν της ευταξίας και δια να κρίνη τα διαφοράς των εντοπίων. Η νήσος ταύτη είχεν ένα κοτζάμπασην, όστις άμα εκλεχθείς από τον λαόν, απήρχετο εις ΚΠολιν όπου επλήρωνε το λεγόμενο ιλτιζάμι της νήσου και λαμβάνων την επικύρωσιν του αξιώματός του από τον ζαραπχανά-εμίνην, επανήρχετο προς επλήρωσιν των χρεών του. Ο ζαμπίτης ούτος δεν εκτέλει καμμίαν δικαστικήν απόφασιν χωρίς την συγκατάθεση του κοτζάμπαση.
Αι νήσοι: Λέρος, Κάλυμνος, Νίσυρος, Τήλος, Χάλκη, Σύμη, Κάρπαθος και Καστελλόριζον: υπήγοντο εις τον μπέην της Ρόδου όστις έστελλεν εις αυτάς ζαμπίτηδες. Εν τοσούτω είχον και τους προεστώτας των απολάυουσαι το δικαίωμα να τους εκλεγωσι.
Σημείωση: Η νήσος Χίος είχε ιδιαίτερη διοίκηση και προνόμια προεπαναστατικά. Η Κρήτη είχε πασά τριών ουρών, υπεξούσιον του Σουλτάνου. Στην Κρήτη εξαιρουμένου του τμήματος των Σφακίων ούτε πρόκριτοι υπήρχαν ούτε καπιτάνοι.
Άλλα στοιχεία
Όσον δε αφορά την αστυνομίαν οι χριστιανοί είχον το δικαίωμα να εκλέξωσιν ένα καπιτάνον, αρχηγόν 20 ή 30 ενόπλων, κατά την έκτασιν της επαρχίας. Τούτων χρέος ήτο να προλαμβάνωσι τας ληστείας και να επαγρυπνώσιν εις την ασφάλειαν των δημοσίων δρόμων. Οι μεν κοτζαμπάσηδες έκλεγαν τον καπιτάνον, ο δε πασάς επιστηριζόμενος εις την περί αυτού σύστασιν των, τον επεκύρωνεν. Εξιχνιάζοντες βαθύτερον την πράξιν ταύτην θέλομε ιδεί ότι το προνόμιον τούτο εχαρίζετο από τους Τούρκους μάλλον εξ ανάγκης ή εκ προαιρέσεως.
Δια να καθησυχάση την επανάστασιν ήτις συνέβη κατά το 1770 ο Σουλτάνος έμβασεν εις την Πελοπόννησον 12 χιλιάδας Αλβανούς οίτινες κατεξουσιάσαντες τον τόπον επαναστάτησαν και αυτοί. Η Πόρτα έστειλε κατ’ αυτών τον Καπιτάν πασάν όστις εκάλεσε εις βοήθειάν του τους τα όρη της Πελοποννήσου κατέχοντας χριστιανούς καπιτάνους μετά 4 χιλιάδων ενόπλων. Αποδεχθέντες ούτοι την πρόσκλησιν του, εδίωξαν τους Αλβανούς και δι’ ανταμοιβήν ωνομάσθησαν αρματολοί των επαρχιών.
Επειδή και η συνήθεια παρά τοις Τούρκοις έχει ισχύν μεγάλην, ο διορισμός των καπιταναίων αποκαταστάθη επομένως δικαίωμα αστυνομικόν, ενεργούμενον παρά των Ελλήνων μέχρι του 1805, καθ’ ην εποχήν ενοχλούμενοι οι Τούρκοι, εξ ενός μέρους από τον πόλεμον της Ρωσίας και εκ του ετέρου από την επιρροήν την οποία οι καπιτάνοι ήρχισαν να λαμβάνωσι τους κατεδίωξαν εφόνευσαν τινάς εξ αυτών και εβίασαν τους επιλοίπους να καταφύγωσιν εις τας Ιονικάς νήσους.
Έκτοτε απηγόρευσεν ο Σουλτάνος τον διορισμόν χριστιανού ως αρματολού. Αλλ’ εις τινάς επαρχίας όπου οι κοτζαμπάσηδες είχον μεγάλην επιρροήν, διωρίζοντο ακόμη καπιτάνοι, συναινέσει όμως του πασά.
Περί δε του δικαιώματος της αστυνομίας εις την στερεάν Ελλάδα, η Πόρτα με όλους της τους αγώνας δεν εδυνήθη ποτέ να παύση την εξουσίαν των καπιταναίων. Πρέπει να αποδώσωμεν τούτο, εν μέρει μεν εις την καλήν αρμονίαν, την οποίαν αυτοί εφύλαττον μετά των γειτόνων των Αλβανών και εν μέρει εις τα θέσεις των. Οι καπιτάνοι ούτοι, επί Αλή πασά, έγιναν πολυαριθμότεροι και ισχυρότεροι δια το παρά του τυράννου τούτου εξακολουθούμενον σύστημα.
Καμία κλάσις πολιτών εχόντων ιδιαίτερα προνόμια δεν υπήρχεν εις την Ελλάδα. Το αυθαίρετον της Κυβερνήσεως ύψωνε τους ανθρώπους από την ευτελεστέραν κλάσιν εις τον υψηλότερον βαθμόν της κοινωνικής τάξεως. Όσοι διωρίζοντο εις τα κατωτέρας αξίας, αι οποίαι εχαρίζοντο εις τους χριστιανούς έπρεπε να έχωσι κατάστασιν και επιρροήν τινά ηθικήν 1) διότι εκλέγοντο από Έλληνας και 2) διότι οι Τούρκοι ήθελον να μένωσιν ησφαλισμένοι περί των χρημάτων, τα οποία οι προύχοντες ούτοι ώφειλον να συνάζωσι δια την Πόρταν.
Άξιον παρατηρήσεως είναι ότι οι κοτζαμπάσηδες ήτον οι μεγαλύτεροι κτήμονες και ότι διετήρουν επί ζωής των το υπούργημά τούτο, το οποίον ενίοτε μετέδιδον εις τους διαδόχους των, αν τυχόν δεν ελάμβανον καταδρομάς, αι οποίαι δεν ήτον σπάνιαι.
--------
Πηγή: Τα στοιχεία είναι από Τα Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας της Βουλής των Ελλήνων. Κατάλογος με τους πληρεξούσιους των επαρχιών στην Δ' Εθνοσυνέλευση εδώ.
Σχόλια