Οι ιππόγρυπες της Μυκηναϊκής Άνθειας
Οι γρύπες του σφραγιστικού δακτύλιου της αρχαίας Άνθειας είναι ιππόγρυπες.
Ο Ιππόγρυπας είναι μισός άλογο και μισός Γρύπας. Τα φτερά του, τα μπροστινά του πόδια το κεφάλι και το ράμφος του ήταν σαν ενός Γρύπα. Ενώ σ’ όλα τ’ άλλα έμοιαζε με άλογο. ‘Οπως τα φτερωτά άλογα του Απόλλωνα, έτσι και ο Ιππόγρυπας είναι ηλιακό σύμβολο.
Τον συναντάμε σε πολλές μυθολογίες. Το συναντάμε στην Αίγυπτο, τη Μεσοποταμία & την Ελλάδα. Στην Αίγυπτο ήταν η προσωποποίηση του Ήλιου. Το μεσαίωνα ο ιππόγρυπας ήταν σύμβολο της αδυναμίας.
Σε Σκυθικά στολίδια έχουν βρεθεί ιππόγρυπες να επιτίθονται σε άλογα.
Σύμφωνα με το μύθο, οι Αριμασποί βρίσκονται σε συνεχή πάλη με τους γρύπες για το χρυσό. Η χώρα στην οποία ο Αριστέας και ο Ηρόδοτος τοποθετούν τους Αριμασπούς αναφέρεται αόριστα ως βορράς της Ευρώπης, στην άκρη της Οικουμένης, ενώ η μεταγενέστερη γραμματεία τούς τοποθετεί πέραν των Ριπαίων ορέων, στην Ασία. Για τον Ηρόδοτο, παρόλο που εκφράζει την επιφύλαξή του ως προς το να ήταν μονόφθαλμα όντα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για πραγματικές φυλές. Με παρόμοιο τρόπο τούς αντιμετωπίζει και ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, ενώ στα σχόλια στον Πίνδαρο βρίσκουμε και το όνομα του βασιλιά-γενάρχη τους, του Αριμασπού. Ο Ευστάθιος, για τον οποίο οι Αριμασποί είναι «έθνος σκυθικόν», προσπαθεί με λογικό τρόπο να εξηγήσει τη μονοφθαλμία τους, συσχετίζοντάς τη με την εξάσκηση στην τοξοβολία, η οποία τους αναγκάζει να κλίνουν το ένα τους μάτι για να στοχεύσουν. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Διονύσιος ο Περιηγητής τούς ονομάζει «αρειμανείς» ή «αρειμανίους». Ωστόσο, στο μεγαλύτερο μέρος τους η ελληνική και η λατινική γραμματεία επαναλαμβάνουν τις πληροφορίες του Ηροδότου, προσθέτοντας ενίοτε σε αυτές κάποιες καθαρά διακοσμητικές λεπτομέρειες.
Οι γρύπες στη λογοτεχνία και την τέχνη
Τη μορφή του γρύπα την επεξεργάστηκαν στην αρχαία Ελλάδα τόσο λογοτεχνικά όσο και εικαστικά. Ξεκινώντας από την πρώτη αναφορά τους από τον Αριστέα, στη διάρκεια της Αρχαιότητας οι γρύπες μετατράπηκαν σε εχθρικά προς τους ανθρώπους τέρατα, τα οποία διέθεταν σώμα λέοντος ή ίππου και κεφαλή και φτερά αετού.
Αρκετά περίπλοκη είναι και η εικαστική εξέλιξη του γρύπα. Θεωρείται ότι η μορφή του εμφανίστηκε στην Ανατολή. Στην Ελλάδα ο γρύπας, ως ον που συνδυάζει τα χαρακτηριστικά πτηνού και τετράποδου ζώου, εμφανίστηκε κατά την Κρητομινωική περίοδο και είναι γνωστός από τις παραστάσεις από την Κνωσό την Πύλο και την Άνθεια. Όμως οι παραστάσεις των κρητομινωικών γρυπών και των ιππογρυπών της Άνθειας είναι αρκετά διαφορετικές από τις παραστάσεις τους στην αρχαϊκή και την κλασική τέχνη. Ένας νέος τύπος γρύπα εισήχθηκε στην ελληνική τέχνη στα τέλη του 8ου αι. π.Χ. από τη Μέση Ανατολή, αρχικά στα νησιά του Αιγαίου και από εκεί στην ηπειρωτική Ελλάδα. Σε αυτόν ανήκουν οι αρχαϊκές χάλκινες προτομές γρύπα και οι πολυάριθμες σχετικές παραστάσεις του στη γραπτή κεραμική της ανατολίζουσας τεχνοτροπίας, στα νομίσματα και σε έργα μικροπλαστικής. Οι αρχαϊκοί γρύπες έχουν ανοιχτό ράμφος, χαίτη και κέρας και μόνο στα Κλασικά χρόνια διαμορφώνεται ο συνήθης σε εμάς τύπος γρύπα, με ρεαλιστική απόδοση των χαρακτηριστικών αετού και λέοντα. Η μορφή του γίνεται σταθερό θέμα πολλαπλών παραστάσεων στα έργα τέχνης, στη γλυπτική, στα νομίσματα, σε διάφορα άλλα αντικείμενα και στα γραπτά αγγεία. Ιδιαίτερα συχνά συναντάμε το γρύπα σε παραστάσεις στα αττικά αγγεία της λεγόμενης τεχνοτροπίας του Κερτς, κυρίως του 4ου αι. π.Χ., όπου συνήθως συνοδεύει τις παραστάσεις Αμαζόνων, του Απόλλωνα και του Διονύσου.
Οι γρύπες ως μυθολογικό στοιχείο
Η ελληνική μυθολογία συνδέει τους γρύπες με διάφορους θεούς. Στον Αισχύλο είναι τα σκυλιά του Δία, στο Νόννο είναι τα ζώα της Νέμεσης, ενώ στα έργα τέχνης ο γρύπας συχνά συνδέεται με το Διόνυσο. Αλλά ισχυρότερη είναι η σχέση του γρύπα με τον Απόλλωνα, με τον οποίο συνδέεται μέσω του δηλιακού μύθου για τους Υπερβορείους. Είναι οι γρύπες που φέρουν την άμαξα του θεού κατά το ταξίδι του προς τους Υπερβορείους. Έτσι και οι ιππόγρυπες του σφραγιστικού δακτυλίου φέρουν την άμαξα των θεοτήτων της Άνθειας. Ως επιφάνειος ο Απόλλωνας καλπάζει πάνω σε γρύπα. Στην αρχαία Ελλάδα ο γρύπας νοούνταν ως ηλιακό σύμβολο, αλλά η σχέση του με τον ορυκτό χρυσό τού προσδίδει χθόνια χαρακτηριστικά.
Εξαιρετικά δημοφιλείς ήταν οι παραστάσεις των γρύπων στη Σκυθία, όπου η μορφή τους έφτασε μέσω δύο οδών· από την Ανατολή και από τις ελληνικές αποικίες του βορείου Ευξείνου. Οι γρύπες αποδείχθηκαν στενά συνδεδεμένοι με τη σκυθική μυθολογία, όπου αντιπροσώπευαν το χθόνιο στοιχείο.
Ξεκινώντας από τον 5ο αι. π.Χ., η εικαστική
μορφή του γρύπα στην αρχαία ελληνική τέχνη συχνά συνδέεται με τους
Αριμασπούς και κατά τον 4ο αι. π.Χ. η πάλη τους γίνεται σταθερό θέμα της
αττικής αγγειογραφίας στα αγγεία της τεχνοτροπίας του Κερτς. Στους
συγγραφείς συναντάμε μια παράλληλη εκδοχή του μύθου για τους Αριμασπούς
και τους γρύπες. Πρόκειται για την ιστορία για τα μυρμήγκια, από τα
οποία οι Ινδοί κλέβουν το χρυσό. Στον Κτησία τα μυρμήγκια μετατρέπονται
σε γρύπες και σε ολοκληρωμένη μορφή στο Σολινό. Ο μύθος αυτός θυμίζει
πλέον έντονα την εκδοχή με τους Αριμασπούς. Οι ίδιοι οι αρχαίοι
παρατηρούσαν αυτή την ομοιότητα.
Η ερμηνεία του μύθου της πάλης των Αριμασπών με τους γρύπες είναι
εξαιρετικά δύσκολη. Στην Ελλάδα πρωτοεμφανίζεται ως λογοτεχνικό θέμα,
όπου οι ήρωες τοποθετούνται σε άγνωστα μέρη της γης και χάρη της
μυθοπλαστικής φαντασίας αποκτούν φανταστικά χαρακτηριστικά. Όπως
συμβαίνει πολλές φορές, και αυτός ο μύθος μπορεί να βασίζεται σε κάποια
πραγματικά στοιχεία. Έτσι, μερικοί ερευνητές τον ερμηνεύουν κυριολεκτικά
και πιστεύουν ότι πίσω από τις φανταστικές λεπτομέρειες κρύβεται ένας
πραγματικός αρχαίος λαός, οι Αριμασποί. Υπάρχει και η άποψη ότι και οι
αναφερόμενοι από τον Αριστέα και τον Ηρόδοτο γρύπες ήταν όχι φανταστικά
όντα αλλά η ονομασία ενός αρχαίου λαού, που, λόγω της ομοιότητας του
μύθου για τους γρύπες του βορρά και της Ινδίας, μετατράπηκε στη
λογοτεχνική παράδοση σε φανταστικά τέρατα. Οι άκρως αόριστες πληροφορίες
για τον τόπο κατοικίας των Αριμασπών επιτρέπουν στους ερευνητές να τους
τοποθετούν σε διάφορες περιοχές, ανάμεσα στα Ουράλια όρη και το Αλτάι
στη Σιβηρία, δηλαδή στην περιοχή όπου κατοικούσαν σιβηροσκυθικές φυλές.
Γι’ αυτό το λόγο και η ονομασία Αριμασποί ερμηνεύεται ως προερχόμενη από
το αρχαιοϊρανικό aspa, που σημαίνει ίππος.Άλλη άποψη υπογραμμίζει πρωτίστως το μυθικό στοιχείο του μοτίβου και βλέπει εδώ τη μεταφορά στην αρχαία ελληνική παράδοση ενός στοιχείου της σκυθικής ή, μέσω αυτής, μιας αρχαιότερης μυθολογικής παράδοσης. Οι γρύπες, με βάση την ανάλυσή τους στα έργα της σκυθικής τέχνης, ερμηνεύονται ως η προσωποποίηση του επέκεινα κόσμου. Η δε πάλη των Αριμασπών με τους γρύπες σε αυτή την περίπτωση αποκτά έννοια συμβολική, εκφράζοντας την ιδέα των εμποδίων που συναντάει η ψυχή στο δρόμο προς το βασίλειο των νεκρών ή την πάλη του Άνω και του Κάτω Κόσμου για την κατοχή της θεϊκής ύλης, η οποία αντιπροσωπεύεται από το χρυσό. Οι Αριμασποί νοούνται ως οι φύλακες των συνόρων της χώρας της ευδαιμονίας. Να θυμηθούμε ότι οι Αριμασποί του Αριστέα και του Ηροδότου ήταν γείτονες των Υπερβορείων, ενός εξιδανικευμένου λαού, συνδεδεμένου στην ελληνική μυθολογική παράδοση, μέσω του Απόλλωνα, με τη λατρεία του Ηλίου. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Απόλλωνας κάνει το ταξίδι του στη χώρα τους πετώντας πάνω σε γρύπα, ένα δαμασμένο τέρας του κόσμου των νεκρών.
Όποια ερμηνεία του θέματος κι αν επιλέξουμε, την κυριολεκτική ή την καθαρά μυθολογική, και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει ένα στοιχείο που τις ενώνει. Ο μύθος για την πάλη των Αριμασπών με τους γρύπες αντανακλά τις μυθολογικές αντιλήψεις των αρχαίων ιρανόφωνων φυλών της Ασίας και του βορείου Ευξείνου, οι οποίες εισήχθηκαν στην ελληνική κοσμολογία και την εικαστική παράδοση μετά τη γνωριμία των Ελλήνων με το σκυθικό κόσμο.
Το ταξίδι του Μεγάλου Αλέξανδρου στους ουρανούς
(απεικόνιση στη Pala d’ Oro)
Η Pala d’ Oro φέρει και παράσταση ανθρώπου που φορά βασιλικό στέμμα
ανάμεσα σε δύο γρύπες και που δεν είναι τίποτα άλλο παρά αναπαράσταση
του φανταστικού ταξιδιού του μεγάλου Αλέξανδρου στους ουρανούς, όπως
αυτό έχει περιγραφεί στο Μυθιστόρημα του Αλέξανδρου του
Ψευδο-Καλλισθένη.Σύμφωνα με μία από τις περιγραφές αυτών των φανταστικών περιπετειών του, ο Αλέξανδρος κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στη χώρα των Μακάρων επιχείρησε να εξερευνήσει τους ουρανούς και για τον σκοπό αυτόν διέταξε να συλλάβουν δύο τεράστια όρνεα της περιοχής (γρύπες) τα οποία:
“… προσέταξεν μη φαγείν βρώματα μέχρι
τριών ημερών· τη δε τρίτη ημέρα προσέταξε κατασκευασθήναι ξύλον όμοιον
ζυγώ και τούτο προσδεθήναι εν τοις τραχήλοις αυτών. Είτα ελθών αυτός εν
τω μέσω του ζυγού εκράτησε το δόρυ ωσεί πήχυν το μήκος, έχον επάνω ήπαρ.
Ευθύς ουν αναπτάντα τα όρνεα του φαγείν το ήπαρ, ανήλθε μετ’ αυτών ο
Αλέξανδρος εν τω αέρι εις ύψος. Πάνυ δε έτρεμε διά την του αέρος
ψυχρότητα την εκ των ορνέων εκείνων γεγενήμενην. Είτ’ ευθύς συναντά
αυτόν πετεινόν ανθρωπόμορφον, και λέγει αυτώ: Αλέξανδρε, τα επίγεια μη
γινώσκων, πώς τα ουράνια καταλάβειν επιζητείς; Υπόστρεψον ουν διά τάχους
επί την γην, μήπως όρνεοις τούτοις κατάβρωμα γενήση.”.
Η απεικόνιση της μεταφοράς του άρματος που σύρεται από ιππόγρυπες ,
των θεοτήτων της Άνθειας, μεταφέρθηκε διαχρονικά και ενσωματώθηκε στις
θρησκείες , στους μεταγενέστερους μύθους της ανθρωπότητας και στους
σημερινές μαγικούς κόσμους .Η Λειψανοθήκη
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού
Νέα Ακρόπολη
ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ,http://arxaiathouria.wordpress.com/
Σχόλια
https://arxaiathouria.wordpress.com/