Η Ευρώπη ξανασχεδιάζει τη φορολογία των τραπεζών της

euro20money
Το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επιβολή φόρου στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές, τον γνωστό μας και ως φόρο Τόμπιν, πνέει τα λοίσθια. Πρόκειται για μια παλιά ιδέα, που ωστόσο προωθήθηκε ενεργητικά τα τελευταία δύο χρόνια από το κίνημα Occupy Wall Street. Παρά ταύτα δεν έχει κανένα οικονομικό νόημα. Η φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών δεν αντιμετωπίζει καμιά από τις αιτίες της χρηματοπιστωτικής κρίσης που ήταν πρωτίστως η υπερβολική μόχλευση και η υπερβολική εξάρτηση από το ‘ζεστό χρήμα’. Αν τελικά περνούσε, απλά θα μετέφερε τις δραστηριότητες σε offshore.
Η Βρετανία αντιτάχθηκε από την αρχή στο φόρο χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, αλλά πλέον το παράδειγμά της ακολουθεί και η Ολλανδία. Και από τη στιγμή που ο Γερμανός Υπουργός Οικονομικών έχει δηλώσει ότι η ‘ελάχιστη οντότητα’ επί της οποίας θα μπορούσε να επιβληθεί ο τύπος αυτός φορολογίας είναι η Ευρωζώνη, είναι θέμα χρόνου να εγκαταλειφθεί ο φόρος των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών.
Μέσα στην εβδομάδα όμως οι Υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ θα συναντηθούν στην Κοπεγχάγη για να αναζητήσουν εναλλακτικούς τρόπους φορολόγησης του χρηματοπιστωτικού τομέα. Η βασική αρχή πρέπει να είναι η χαλιναγώγηση της ανάληψης υπερβολικών κινδύνων και η απομάκρυνση των στρεβλώσεων που ευνοούν κάποιες οικονομικές δραστηριότητες έναντι άλλων. Με βάση αυτές τις δύο αρχές, υπάρχουν τρεις τύποι φορολογίας που μπορεί να επιβάλει η Ευρώπη στο χρηματοπιστωτικό της σύστημα.
Πρώτον, οι χώρες θα έπρεπε να επιβάλουν μια φορολογία επί του ‘ζεστού χρήματος’ στις τράπεζες. Με τον όρο ‘ζεστό χρήμα’ εννοούμε όλα εκείνα τα κεφάλαια που αναζητούν υψηλές βραχυπρόθεσμες αποδόσεις. Μια τέτοια φορολογία θα μπορούσε να επιβληθεί στο συνολικό βραχυπρόθεσμο δανεισμό μιας τράπεζας. Ιδανικά, το βραχυπρόθεσμο χρήμα θα πρέπει να βαρύνεται με υψηλή φορολογία. Η υπερβολική εξάρτηση από αυτά τα εύκολα μετακινούμενα κεφάλαια αποτέλεσε έναν από τους κύριους λόγους κατέρρευσαν τόσες  τράπεζες, από τους Lehman Brothers ως την RBS.  Η επιβολή φορολογίας επί του ‘ζεστού χρήματος’ θα ενθάρρυνε τις τράπεζες να αναζητήσουν μακροπρόθεσμο δανεισμό ή να προσελκύσουν σταθερές καταθέσεις από τη λιανική. Θα σήμαινε επίσης ότι αν χρειάζονταν ξανά οι κυβερνήσεις να σώσουν τις τράπεζες, ο κλάδος θα είχε τουλάχιστον προπληρώσει ένα μέρος των κεφαλαίων διάσωσης του.
Μέχρι στιγμής 11 από τις 27  χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης – μεταξύ αυτών η Γερμανία, η Βρετανία και η Γαλλία – έχουν εισάγει τέτοια φορολογία. Πρέπει να ακολουθήσουν και οι άλλες χώρες, όπως και οι Ηνωμένες Πολιτείες μετά τις εκλογές τους.
Δεύτερον, οι κυβερνήσεις πρέπει να άρουν τα φορολογικά κίνητρα υπέρ του δανεισμού. Στις περισσότερες χώρες οι επιχειρήσεις μπορούν να αφαιρούν το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους τους από τα κέρδη τους προτού αυτά φορολογηθούν. Αυτό ενθαρρύνει τις εταιρείες να αυξάνουν δραστικά το δανεισμό τους και επηρεάζει ολόκληρη την οικονομία, όχι μόνο τον τραπεζικό τομέα. Αλλά και οι πιστωτές είναι διπλά εκτεθειμένοι. Όχι μόνο έχουν και αυτοί κάθε κίνητρο να αυξάνουν δραστικά τη μόχλευσή τους, αλλά από καιρό σε καιρό βρίσκονται εκτεθειμένοι σε υπερχρεωμένους πελάτες, ιδίως σε κατασκευαστές ακινήτων.
Τρίτον, πρέπει να πάψει η εξαίρεση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών από τον ΦΠΑ. Ο ΦΠΑ είναι φόρος επί της κατανάλωσης που επιβάλλεται σε κάθε στάδιο της αλυσίδας  παραγωγής. Οι εταιρείες προσθέτουν το ΦΠΑ σε ό,τι πωλούν, αλλά έχουν πιστωτικό ΦΠΑ για ό,τι αγοράζουν. Αυτό σημαίνει ότι ο ΦΠΑ πληρώνεται μόνο από τον τελικό καταναλωτή κάθε προϊόντος ή υπηρεσίας. Αλλά στην Ευρωπαϊκή Ένωση όπως και σε άλλες χώρες δεν υπάρχει ΦΠΑ στις τράπεζες. Οι τράπεζες δεν επιβάλλουν ΦΠΑ ούτε στις υπηρεσίες που παρέχουν τους πελάτες τους ούτε έχουν πιστωτικό ΦΠΑ για ό,τι πληρώνουν οι ίδιες. 
Αυτό όμως είναι μια ανωμαλία που προκαλεί σοβαρές στρεβλώσεις. Ο τελικός καταναλωτής χρεώνεται λιγότερο για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, πράγμα που σημαίνει ότι καταναλώνει υπερβολικές υπηρεσίες. Αντίθετα, οι εταιρικοί πελάτες  υπερχρεώνονται καθώς δεν μπορούν να διεκδικήσουν ΦΠΑ για ό,τι πληρώνουν στις τράπεζες. Συν ότι η εξαίρεση των τραπεζών από το ΦΠΑ σημαίνει απώλεια εσόδων του δημοσίου τομέα.
Με δεδομένα όλα αυτά τα προβλήματα, μπορεί να φαίνεται παράξενο που οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες εξαιρούνται από τον ΦΠΑ. Αλλά υπάρχει λόγος γι’ αυτό. Και είναι το ότι οι τράπεζες δεν έχουν χρεώσεις για το μεγαλύτερο μέρος των υπηρεσιών που παρέχουν στους πελάτες τους. Αντίθετα, βγάζουν το κύριο μέρος των εσόδων τους από τη διαφορά ανάμεσα στα επιτόκια που χρεώνουν για τα δάνεια που χορηγούν και τα επιτόκια  που πληρώνουν στους καταθέτες. Το μοίρασμα αυτής της διαφοράς ανάμεσα στις διάφορες κατηγορίες πελατών έτσι ώστε να επιβάλλεται ΦΠΑ σε κάθε λογαριασμό θα ήταν άκρως  πολύπλοκο.
Παρά ταύτα έχει προταθεί μια λύση: η εισαγωγή ενός  φόρου επί των χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων. Αυτός ο φόρος θα μπορούσε κάλλιστα να επιβληθεί επί των κερδών μιας τράπεζας και των αποζημιώσεων που πληρώνει στους υπαλλήλους της στη βάση του επιχειρήματος ότι το άθροισμα αυτών των ποσών είναι η προστιθέμενη αξία εκφρασμένη με άλλο τρόπο.
Ένας τέτοιος φόρος θα ικανοποιούσε το λαϊκό αίσθημα. Σε τελική ανάλυση, ποιος στο σημερινό περιβάλλον θα είχε αντιρρήσεις στη φορολογία των αμοιβών των τραπεζικών στελεχών και της κερδοφορίας των τραπεζών; Μόνο ένα μικρό πρόβλημα υπάρχει. Πρέπει να βρούμε κάποιο τρόπο να αναγνωρίσουμε στους εταιρικούς πελάτες κάποιο ανάλογο  πιστωτικό φόρο.
Ο επανασχεδιασμός της φορολογίας των τραπεζών σίγουρα ενέχει δυσκολίες. Αλλά με δεδομένη την καταστροφή που προκάλεσε η κρίση, το γεγονός ότι ο τραπεζικός τομέας υποφορολογείται και ότι το παρόν σύστημα διαστρεβλώνει την οικονομική δραστηριότητα, αξίζει να γίνει μια προσπάθεια.             http://www.sofokleous10.gr

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Γνωρίζατε ότι το Εθνικό Ζώo της Ελλάδας είναι το δελφίνι;

Ο Ερντογάν κάλεσε σε τζιχάντ για την Ιερουσαλήμ – Jerusalem Post: «Τώρα η Άγκυρα έδειξε το πραγματικό της πρόσωπο»