Ο Ιησούς Χριστός ως ιστορικό πρόσωπο
- Λήψη συνδέσμου
- X
- Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο
- Άλλες εφαρμογές
Όταν λέμε «Ιστορικότητα του Ιησού», εννοούμε από τη μιά πλευρά τη μελέτη της ιστορικής πραγματικότητας προσώπων και γεγονότων, και από την άλλη την ανάλυση των διαθέσιμων ιστορικών στοιχείων για την εξακρίβωση ότι: (α). ο Ιησούς Χριστός υπήρξε ως ιστορική μορφή και (β). κάποια από τα μεγάλα ορόσημα της ζωής του, όπως αυτά περιγράφονται στα Ευαγγέλια, μπορούν να επιβεβαιωθούν ως ιστορικά γεγονότα.
Σήμερα, οι περισσότεροι σύγχρονοι μελετητές της αρχαιότητας συμφωνούν ότι ο Ιησούς Χριστός υπήρξε. Για τη γενική πορεία της ζωής του Ιησού δεν υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες. Υπάρχουν όμως ως προς την ιστορικότητα συγκεκριμένων γεγονότων, τα οποία περιγράφονται στις βιβλικές αναφορές για τον Ιησού. Τη συνολική αποδοχή συγκεντρώνουν μονάχα δύο γεγονότα: (α). ότι ο Ιησούς βαπτίστηκε από τον Ιωάννη Βαπτιστή και (β). ότι σταυρώθηκε με διαταγή του Ρωμαίου Επάρχου Πόντιου Πιλάτου.
Ο Ιησούς δεν ήταν εξ αρχής κάποιο σημαίνον ιστορικό πρόσωπο, αλλά ένας ηγέτης μιας ομάδας ανθρώπων που κατοικούσαν σε μία από τις μικρότερες και ασήμαντες επαρχίες και λόγω της ταπείνωσής του δε συγκέντρωσε πάνω του όσο ζούσε «δημοσιότητα». Όμως, την ιστορικότητα του Ιησού δεν την αμφισβητούν ούτε οι άθεοι.
Οι όποιες αμφιβολίες υπήρξαν ή υπάρχουν περί της ιστορικής υπάρξεως του Ιησού εμφανίστηκαν μετά τον 17ο αιώνα μ.Χ. Η αναζήτηση για το ιστορικό πρόσωπο του Ιησού ξεκινά διακόσια χρόνια πριν, όταν στα τέλη του 18ου αιώνα μερικοί Ευρωπαίοι διαφωτιστές και διανοούμενοι άρχισαν να εφαρμόζουν τη φιλολογική και ιστορική κριτική στα βιβλία της Καινής Διαθήκης. Επομένως, εάν ο Ιησούς δεν υπήρξε σαν ιστορική προσωπικότητα, τότε τί συνέβη και το θυμήθηκαν μερικοί μετά από 17 αιώνες?
Κοιτίδα των αμφιβολιών αυτών και της αμφισβήτησης για την ιστορική ύπαρξη του Ιησού Χριστού φαίνεται ότι ήταν οι λιγοστές αναφορές – πληροφορίες ή ιστορικές πηγές που υπάρχουν περί του Ιησού. Θα δούμε στη συνέχεια ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει και καταρρίπτεται επιστημονικά και ιστορικά. Να σημειωθεί ότι υπάρχουν πολλά ιστορικά πρόσωπα, τα οποία έχουν σαφώς λιγότερες πηγές, όπως ο Μέγας Αλέξανδρος, ο Σωκράτης που δεν άφησε ο ίδιος γραπτά έργα αλλά οι μαθητές του, ο Πυθαγόρας κ.α., και παρά ταύτα είναι εκτός αμφισβήτησης.
Αξίζει να σημειωθεί ιδιαιτέρως ότι το 70 μ.Χ. οι Ρωμαίοι εισέβαλαν και κατέστρεψαν την Ιερουσαλήμ και το μεγαλύτερο μέρος του Ισραήλ γενικότερα. Είναι πιθανόν πολλά από τα ιστορικά στοιχεία της ύπαρξης του Ιησού να καταστράφηκαν και επιπλέον πολλοί αυτόπτες μάρτυρες του Ιησού θα πρέπει να σκοτώθηκαν, με συνέπεια ο αριθμός των επιζώντων που θα μπορούσαν να ομολογήσουν για τον Ιησού να περιορίστηκε σημαντικά.
Ιστορικές πηγές – Στοιχεία
Υπάρχει ένα πλήθος στοιχείων υπέρ της ιστορικής ύπαρξης του Ιησού Χριστού, τόσο στην κοσμική όσο και στην εκκλησιαστική ιστορία. Η Καινή Διαθήκη είναι η κύρια πηγή των αποδείξεων για την ύπαρξη του Ιησού Χριστού, αφού περιλαμβάνει εκατοντάδες αναφορές για το πρόσωπο του.
Όσον αφορά τα ιστορικά στοιχεία, έχουμε γραπτά κείμενα που συγγράφτηκαν εντός 200 χρόνων από τότε που έλαβαν χώρα τα ιστορικά γεγονότα που σχετίζονται με τη ζωή, τη δράση και το έργο του Ιησού Χριστού στην Ιουδαία και τη Γαλιλαία, τα οποία θεωρούνται ιδιαίτερα αξιόπιστα στοιχεία, όπως π.χ. οι περισσότερες από τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου που συγγράφτηκαν από τον ίδιο στα μέσα του 1ου αιώνα μ.Χ. (λιγότερο από 40 χρόνια μετά το θάνατο του Ιησού), τα τέσσερα ευαγγέλια των Μάρκου, Ματθαίου, Ιωάννη και Λουκά κ.α.
Ιστορικά όμως στοιχεία εντοπίζονται και σε διάφορα αρχαία συγγράμματα, τα οποία αποτελούν ισχυρή απόδειξη της ύπαρξης ενός άνδρα στο Ισραήλ με την επωνυμία «Ιησούς» κατά τις αρχές του 1ου αιώνα μ.Χ. Οι πηγές αυτές είναι οι εξής:
Πρώτη πηγή: Κορνήλιος Τάκιτος (Ρωμαίος ιστορικός, β΄ μισό του 1ου μ.Χ. – α΄ μισό του 2ου μ.Χ. αιώνα)
Θεωρείται ένας από τους πιο αξιόπιστους ιστορικούς του αρχαίου κόσμου. Στο έργο του «Χρονικά» (Annales) αναφέρει για τους προληπτικούς «Χριστιανούς», που έλαβαν το όνομά τους από τον Christus (λατινική ονομασία του Χριστού), ο οποίος υπέφερε από τον Πόντιο Πιλάτο κατά τη βασιλεία του Τιβέριου (14 μ.Χ. – 37 μ.Χ.). Ο Τάκιτος έγραφε, όπως αναφέρει, έχοντας ως πηγή τα Ρωμαϊκά αρχεία, τα οποία όμως δεν σώζονται. Αναφέρει και τις ιδιαίτερες τιμωρίες που υπέβαλε ο Νέρων το 64 μ.Χ. στους Χριστιανούς, οι οποίοι όπως προσθέτει ήταν πολυάριθμοι, λόγω της μεγάλης πυρκαγιάς – πυρπόλησης της Ρώμης.
Ειδικότερα, γράφει ότι: «ο Νέρων υπέδειξε άλλους ως ενόχους και υπέβαλεν εις ιδιαιτέρας τιμωρίας εκείνους τους οποίους ο λαός μισώντας τους για τις ανομίες τους ωνόμαζε χριστιανούς. Εκείνος από τον οποίον προήλθε το όνομα είναι ο Χριστός, ο οποίος εθανατώθη επί της βασιλείας του Τιβέριου, όταν Επίτροπος ήτο ο Πόντιος Πιλάτος. Η προς καιρόν κατασταλείσα ολέθρια δεισιδαιμονία ανεφάνη πάλιν όχι μόνον εις την Ιουδαίαν, την εστίαν αυτού του κακού, αλλά και εις την Πόλιν (Ρώμην), όπου από παντού μαζεύονται και ακούονται όλα τα κακά και τα αισχρά (Annales, XV, 44)».
Από τη μαρτυρία αυτή του Κορνήλιου Τάκιτου προκύπτουν τα εξής στοιχεία: (α). Δίνεται συγκεκριμένος χρόνος και τόπος δράσεως, δηλαδή «επί Τιβερίου βασιλέως και διοικητού της Ιουδαίας Ποντίου Πιλάτου», (β). πιστοποιείται η ύπαρξη του Ιησού Χριστού και μιλάει για τον θάνατό του ως «κακοποιού» από τον Πιλάτο και (γ). μιλά για τον Ιησού με απλότητα χωρίς να φαίνεται ότι αμφισβητεί την ύπαρξή του.
Ο Κορνήλιος Τάκιτος, παρόλο που ήταν αντίθετος στον Χριστιανισμό, δεν αμφισβητεί ούτε ότι υπήρξε ο Χριστός ούτε ότι ο Χριστιανισμός εξαπλώθηκε παρά τους διωγμούς που υπέστη. Εάν είχε την οποιαδήποτε αμφιβολία, με κάποιο τρόπο θα κατάγραφε αυτήν στο έργο του.
Δεύτερη πηγή: Γάιος Σουητώνιος Τρανκίλλιος (Gaius Suetonius Tranquillus, Ρωμαίος ιστορικός, 67/77 – 141/168 μ.Χ.)
Ο Σουητώνιος, σύγχρονος του Τάκιτου, ήταν ένας σπουδαίος ιστορικός και αρχιγραμματέας του Ρωμαίου αυτοκράτορα Ανδριανού (76μ.Χ. – 138 μ.Χ.). Στο κυριότερο έργο του «Βίοι Καισάρων» (Vitae XII Caesarum) καταγράφει και τον βίο του αυτοκράτορα Κλαύδιου που βασίλεψε από το 41 μ.Χ έως το 54 μ.Χ., όπου αναφέρει στο κεφάλαιο XXV, 4 για το διάταγμα του αυτοκράτορα Κλαυδίου με το οποίο οι Ιουδαίοι της Ρώμης εξορίζονταν απ’ αυτήν: «Iudaeos impulsore Chresto assidue tumultuants Roma expulit». Δηλαδή: «Τους Ιουδαίους οι οποίοι τη υποκινήσει του Χριστού εδημιούργουν θόρυβον εις την Ρώμη τους εξόρισε».
Στο σημείο αυτό χρειάζεται μια αναγκαία επεξήγηση προς αποφυγή παρερμηνειών και παρεξηγήσεων. Ο Χριστιανισμός είχε γίνει δεκτός πρώτα στις Ιουδαϊκές κοινότητες. Από τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου γνωρίζουμε ότι οι πρώτοι χριστιανοί ήταν Ιουδαίοι. Επομένως, υπήρχαν Ιουδαίοι χριστιανοί από τη μία και Ιουδαίοι πιστοί στο γράμμα του Μωσαϊκού νόμου από την άλλη. Είναι πιθανόν να σημειώθηκαν θερμά επεισόδια μεταξύ των δύο αυτών ομάδων, λόγω των δογματικών τους διαφορών, γι’ αυτό και εξορίστηκαν όλοι από τη Ρώμη. Για τη Ρώμη δεν υπήρχε κάποιος διαχωρισμός ή διάκριση σε Ιουδαίους και Χριστιανούς, αντίθετα χαρακτηρίζονταν όλοι ως Ιουδαίοι.
Το ερώτημα είναι πώς προέκυψε η εξορία αυτή από τη Ρώμη. Οι Χριστιανοί της Ρώμης κατηγορήθηκαν από ειδωλολάτρες και εβραίους για τον εμπρησμό της βιβλιοθήκης της Ρώμης που ήταν πλούσια και αξιόλογη, όπως της Αλεξάνδρειας. Η ίδια όμως η ιδεολογία ή το φρόνημα των πρωτοχριστιανών ήταν αντίθετη με τέτοιου είδους πράξεις.
Η απάντηση στο ερώτημα έγκειται στο γεγονός ότι η Ρώμη αντιδρούσε έντονα απέναντι σε μια θρησκεία που αμφισβητούσε την θεϊκότητα του αυτοκράτορά της και κατ’ επέκταση την εξουσία του, κυρίως με διωγμούς, συλλήψεις, φυλακίσεις, μαρτυρικά βασανιστήρια. Η Ρώμη είδε τους Χριστιανούς ως απειλή. Οι Χριστιανοί απειλούσαν τη Ρώμη μέσω της «Αποκάλυψης» και επιπλέον δεν δέχονταν να κάνουν θυσίες στους θεούς και δεν λάτρευαν την εικόνα του αυτοκράτορα.
Με βάση αυτά, ο Σουητώνιος στο Βίο του Κλαύδιου μιλάει για Χριστιανούς και δεν εννοεί τον ίδιο τον Χριστό, ο οποίος είχε θανατωθεί αρκετά χρόνια νωρίτερα. Πώς είναι δυνατόν ένας νεκρός να «υποκινεί φασαρίες και θορύβους»?
Η μαρτυρία αυτή του Σουητώνιου για το διάταγμα του Κλαυδίου διασταυρώνεται ως ιστορικό γεγονός με τις «Πράξεις των Αποστόλων», αφού όταν ο Απόστολος Παύλος πήγε στην Κόρινθο βρήκε εκεί τους Ιουδαίους Ακύλα και Πρίσκιλλα που είχαν εξοριστεί από τη Ρώμη: «Μετά δέ ταύτα χωρισθείς ο Παύλος εκ των Αθηνών ήλθεν εις Κόρινθον και ευρών τινα Ιουδαίον ονόματι Ακύλαν, Ποντικόν τω γένει, προσφάτως εληλυθότα από της Ιταλίας, και Πρίσκιλλαν γυναίκα αυτού, δια το διατεταχέναι Κλαύδιον χωρίζεσθαι πάντας τους Ιουδαίους από τής Ρώμης, προήλθεν αυτοίς» (Πράξ. ιη’, 1-2).
Ο Σουητώνιος αναφέρεται και αυτός στις ειδικές τιμωρίες που υπέβαλε ο Νέρων τους Χριστιανούς της εποχής εκείνης.
Τρίτη πηγή: Ιώσηπος Φλάβιος ή Γιόσεφ μπεν Μαθιά (Ιουδαίος ιστορικός, 38 μ.Χ. – 100 μ.Χ.)
Είναι ο γνωστότερος Εβραίος λόγιος, ιστορικός και συγγραφέας. Ήταν Φαρισαίος και διατηρούσε στενούς δεσμούς με τις οικογένειες των αρχιερέων Άννα και Καϊάφα. Αυτό δείχνει ότι δεν ήταν διατεθειμένος να κινηθεί ευνοϊκά υπέρ του Χριστού.
Στο έργο του «Ιουδαϊκή Αρχαιολογία», όπου έγραψε στα Ελληνικά την Ιστορία των Ιουδαίων, αναφέρεται στον Ιάκωβο, «τον αδερφό του Ιησού, που ονομάστηκε Χριστός». Γράφει ειδικότερα ότι: «ο αρχιερέας Άνανος καθίζει συνέδριο κριτών και παραγαγών εις αυτόν τον αδελφόν Ιησού τον λεγόμενον Χριστόν (Ιάκωβος το όνομα αυτού) και τινας εταίρους, ως παρανομησάντων κατηγορίαν ποιησάμενος παρέδωσε λευθησομένους (για να λιθοβοληθούν)».
Σε άλλο απόσπασμα του έργου του (XVIII 3,3) γράφει: «Γίγνεται δε κατά τούτον τον χρόνον Ιησούς, σοφός ανήρ, ει γε άνδρα αυτόν λέγειν χρη. Ην γαρ παραδόξων έργων ποιητής, διδάσκαλος ανθρώπων των ηδονή ταληθή δεχομένων. Και πολλούς δέ και του Ελληνικού επηγάγετο, ο Χριστός ούτος ήν και αυτόν ενδείξει των πρώτων ανδρών, παρ’ ημίν, σταυρώ επιτετιμηκότος Πιλάτου,ουκ επαύσαντο οι το πρώτον αυτόν αγαπήσαντες, εφάνη γαρ αυτοίς τρίτην έχων ημέραν πάλιν ζων των θείων προφητών ταύτα τε και άλλα μύρια θαυμάσια περί αυτού ειρηκότων».
Με βάση το απόσπασμα αυτό, ο Ιώσηπος μαρτυρεί ότι την εποχή της ηγεμονίας του Πιλάτου εμφανίστηκε ο Ιησούς που ήταν άνδρας σοφός αν μπορεί να τον πει κανείς άνθρωπο!! Ο άνθρωπος αυτός έκανε παράδοξα έργα, δίδασκε στους ανθρώπους την αλήθεια και προσέλκυσε πολλούς Ιουδαίους και Εθνικούς. Ακόμη, μας πληροφορεί για τον τρόπο θανάτωσης του Ιησού, στον σταυρό. Τέλος, μας μαρτυρεί την ανάσταση του Κυρίου τρεις ημέρες μετά την Ταφή του.
Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για μια σημαντικότατη μαρτυρία ιστορικού και μάλιστα Εβραίου, ο οποίος δεν είχε κανένα λόγο να υποστηρίξει την ιστορικότητα του Ιησού. Μήπως τελικά ο Χριστιανισμός είχε εξαπλωθεί σε βαθμό που ήταν πλέον αδύνατο κάποιος ιστορικός να αποσιωπήσει τα γεγονότα?
Τέταρτη πηγή: Σέξτος Ιούλιος ο Αφρικανός & Θάλλος
Ο Σέξτος Ιούλιος υπήρξε ιστορικός και εκκλησιαστικός συγγραφέας των πρώτων χριστιανικών χρόνων. Είχε εγκατασταθεί στην Παλαιστίνη. Αναφέρει στο έργο του τον ιστορικό Θάλλο (1ος μ.Χ. αιώνα) που έγραψε την Ιστορία της Συρίας και μια αντιπαράθεσή τους σχετικά με την έκκλειψη του ηλίου που ακολούθησε τη Σταύρωση του Χριστού.
Για το γεγονός της ολικής εκκλείψεως του ηλίου ιδιαίτερα σημαντική είναι η φράση του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου. Ο Διονύσιος πριν γίνει χριστιανός και πρώτος επίσκοπος Αθηνών, ήταν δικαστής, μέλος του Αρείου Πάγου. Κατά το Συναξάριο, την ημέρα της σταύρωσης του Χριστού βρισκόταν στην Ηλιούπολη της Αιγύπτου με τον φιλόσοφο Απολλοφάνη. Μόλις είδε τον σκοταδισμό του ηλίου, ανεφώνησε ότι «ή η φύσις αλλοιούται ή θεός πάσχει».
Πέμπτη πηγή: Πλίνιος Καικίλιος Σεκούνδος ή Πλίνιος ο Νεότερος (61 μ.Χ.-113 μ.Χ.)
Σύγχρονος του Τάκιτου και του Σουητώνιου. Ήταν Ρωμαίος αξιωματούχος, ποιητής, ρήτορας και φιλόσοφος. Το 110 μ.Χ. στάλθηκε από τον αυτοκράτορα Τραϊανό στη Βιθυνία της Μικράς Ασίας ως Legatus Caesaris (πρέσβης του Καίσαρα). Το 112 μ.Χ. ο Πλίνιος έγραψε σε επιστολή του προς τον Τραϊανό : «Το μίασμα της δεισιδαιμονίας των Χριστιανών εκτείνεται όχι μόνο στις πόλεις αλλά και στους αγρούς και στα χωριά». Επιπρόσθετα αναφέρει (Επιστολή Χ,96) ότι «Οι Χριστιανοί συνηθίζουν να συνέρχονται μια τακτή ημέρα πριν την ανατολή του ήλιου, και να αναπέμπουν ύμνους στον Χριστό, σαν να μιλούν σε Θεό». Η τακτή αυτή ημέρα ήταν και είναι η Κυριακή.
Στη συνέχεια ανέκρινε προσωπικά πολλούς Χριστιανούς και συγκέντρωσε πολλές πληροφορίες για τη ζωή και την πίστη τους. Ο ίδιος ήθελε να προστατέψει την ειδωλολατρική θρησκεία και γι’ αυτό επικοινώνησε με τον αυτοκράτορα, προκειμένου να εμποδίσουν την εξάπλωση της νέας θρησκείας.
Είναι ξεκάθαρο ότι ο Πλίνιος δέχεται ότι ο Χριστός είναι ιστορικό πρόσωπο. Εάν είχε την υποψία ότι ήταν μυθικό πρόσωπο, τότε θα υποστήριζε ότι οι Χριστιανοί πιστεύουν σε έναν μύθο. Αναφέρεται στον Χριστό και όχι «σε κάποιον Χριστό», και ενοχλείται γιατί τον υμνούν «σαν Θεό».
Έκτη πηγή: Ταλμούδ (το ιερό βιβλίο των Εβραίων)
Το Ταλμούδ αποτελείται από τα βιβλία της Mishnah και της Gemara. Η Mishnah (ο προφορικός νόμος) είναι η παράδοση των πρεσβυτέρων, ενώ η Gemara είναι σχόλια των Ραβίνων πάνω σε ότι περιέχει η Mishnah. Τα ιερά βιβλία των Εβραίων μιλούν με βεβαιότητα για την ύπαρξη του Ιησού Χριστού χωρίς όμως να παραδέχονται την θεότητά του. Προσπαθούν, όπως είναι φυσικό, να τον υποτιμήσουν. Έτσι γράφεται ότι «κατά την εσπέρα του Εβραϊκού Πάσχα κρέμασαν τον Ιησού από την Ναζαρέτ». Τονίζουν μάλιστα ότι ο Ιησούς ήταν καρπός πορνείας και έκανε θεραπείες που βασίζονταν σε μαγεία.
Στο ταλμούδ γίνεται λόγος περί των θαυμαστών ιάσεων επί ονόματος Ιησού Χριστού, τις οποίες πραγματοποίησε ο Ιάκωβος, τον οποίο γνώριζε ο ραβίνος Ελιέζερ (90 – 110 μ.Χ.). Γίνεται επίσης αναφορά στη σταύρωσή Του, μόνο που για χώρο της σταύρωσης αναφέρει την Λύδδη που βρίσκεται στα ΝΔ της Παλαιστίνης.
Έβδομη πηγή: J. Klausner (Εβραίος καθηγητής)
Αναφέρει ότι «ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ ήταν προδότης του Ισραήλ, ο οποίος ασκούσε μαγεία, περιφρονούσε τους λόγους της σοφίας, οδήγησε το λαό στην πλάνη και έλεγε ότι δεν ήρθε για να καταλύσει τον Μωσαϊκό νόμο αλλά να τον συμπληρώσει. Κρεμάστηκε την παραμονή του Πάσχα σαν αιρετικός και πλάνος του λαού. Οι μαθητές του έκαναν τα ίδια έργα στο όνομά του».
Όγδοη πηγή: Mara Bar – Serapion (Ασσύριος Στωϊκός φιλόσοφος)
Ο φιλόσοφος αυτός έζησε στη Ρωμαϊκή επαρχία της Συρίας κατά τον 2ο με 3ο αιώνα μ.Χ. περίπου και είναι γνωστός μόνο από ένα γράμμα του που έγραψε στα Συριακά προς το γιό του Σεραπίωνα. Στο γράμμα αυτό (73 μ.Χ.) συγκρίνει τους θανάτους του Σωκράτη, του Πυθαγόρα και του Ιησού, επιβεβαιώνοντας παράλληλα ότι ο Ιησούς ήταν ένας σοφός και ευσεβής άνδρας, ο οποίος θεωρούνταν από πολλούς Βασιλιάς του Ισραήλ, θανατώθηκε από τους Ιουδαίους και συνέχισε να ζει μέσω της διδασκαλίας των οπαδών Του.
Σε άλλο σημείο του γράμματος γράφει ότι: «οι Ιουδαίοι καταστραφέντες εκ της χώρας αυτών, διωχθέντες ζώσιν εν τη διασπορά, ο σοφός βασιλεύς όμως δεν απέθανε χάρις εις τους νόμους που έδωσε. Ένεκα της καταδίκης του σοφού βασιλέως αφαιρέθη από τους Ιουδαίους το Βασίλειον».
Ο μοναδικός «σοφός βασιλεύς» που καταδικάστηκε, πριν το 73 μ.Χ. όπου και γράφτηκε το εν λόγω γράμμα, ήταν ο Ιησούς Χριστός.
Ένατη πηγή: Λουκιανός ο Σαμοσατεύς (2ος αιώνας μ.Χ.)
Ήταν Έλληνας ρητοροδιδάσκαλος και σατιρικός συγγραφέας. Αναγνωρίζει ότι ο Χριστός λατρευόταν από τους Χριστιανούς, εισήγαγε νέες διδασκαλίες και σταυρώθηκε γι’ αυτό. Επιπλέον, αναφέρει ότι οι διδασκαλίες του Ιησού περιλαμβάνουν την αδελφότητα των πιστών, τη σημασία της μεταστροφής και την αναγκαιότητα της άρνησης άλλων θεών.
Δέκατη πηγή: Η περιγραφή του Ιησού Χριστού από τον διοικητή της Ιουδαίας Πούλβιο Λέντουλο
Πρόκειται για ένα γράμμα που βρέθηκε στη Βιβλιοθήκη των Λαζαριστών της Ρώμης, το οποίο έγραψε ο Πούλβιος Λέντουλος, διοικητής της Ιουδαίας, πριν από τον Πόντιο Πιλάτο και το έστειλε στον Ρωμαίο Αυτοκράτορα Τιβέριο και στο οποίο περιγράφεται η μορφή του Ιησού Χριστού. Το πρωτότυπο είναι γραμμένο στα λατινικά και βρίσκεται στη βιβλιοθήκη Cesarini στην Ρώμη.
«…Ήκουσα, ω Καίσαρ, ότι επιθυμείς να μάθης ότι σοί γράφω νυν περί ανθρώπου τινός λίαν εναρέτου καλουμένου ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, ών ο λαός θεωρεί Προφήτην και οι μαθηταί του Θεόν, λέγοντες ότι είναι Υιός Θεού, πλάστου των ουρανών και της γης και παντός ό,τι εν αύτη ευρίσκεται και υπάρχει.
Τη αληθεία, ω Καίσαρ, ακούονται καθ’ εκάστην θαυμάσια πράγματα περί του Χριστού αυτού. Ανεγείρει νεκρούς και ιατρεύει ασθενείς δια μιας μόνης λέξεως. Είναι ανήρ αναστήματος μετρίου, καλός την όψιν και μεγαλοπρέπειαν περιβεβλημένος, ιδίως κατά το πρόσωπον, ώστε όσοι Τον ατενίζουν αναγκάζονται να Τον αγαπούν και να Τον φοβώνται.
Έχει την κόμην χρώματος καρύου ώριμου εξικνουμένην μέχρι των ώτων Του, εκείθεν δε μέχρι των ωμοπλατών Του καταντά γαιόχρους αλλά μάλλον στιλπνή, διχάζεται δ’ αυτή εν τω μέσω άνωθεν κατά το σύστημα των Ναζαρηνών. Το μέτωπόν Του είναι λείο και γαλήνιον, το πρόσωπόν Του άνευ ρυτίδος ή κηλίδος, η ρίς και τα χείλη Του κανονικώτατα. Το γένειόν Του είναι πυκνόν και του αυτού χρώματος της κόμης, δεν είναι δε μακρόν και διχάζεται εν τω μέσω. Το βλέμμα Του είναι σοβαρόν και εμποιούν φόβον, έχει δε δύναμιν ακτίνος ηλιακής.
Ουδείς δύναται να Τον παρατηρήση ατενώς. Όταν επιτιμά, φοβίζει. Όταν δε πράττη τούτο, κλαίει. Είναι αξιαγάπητος και χαριείς μετά σοβαρότητος. Λέγουσιν ότι ουδέπωτε ώφθη γελών, αλλά πλειστάκις κλαίων. Έχει ωραίας τας χείρας και τους βραχίονας. Εν τη συνομιλία ευαρέστει τους πάντας. Δυσκόλως όμως φαίνεται, όταν δε φανή που, είναι μετριόφρων και το ωραιότερον παράστημα του κόσμου. Είναι ωραίος ως την Μητέρα Του, ήτις έστιν η ωραιοτέρα γυνή, ήτις ποτέ εθεάθη εις τα μέρη ταύτα.
Εάν όμως η Ση μεγαλειότης, ω Καίσαρ, ποθή να ιδή Αυτόν ως μοι έγραφες άλλοτε, πληροφόρησόν με, διότι θα σοί Τον στείλω πάραυτα. Πάντες εν Ιερουσαλήμ θαυμάζουσιν την σοφίαν Του, και τι ουδέποτε εσπούδασε τι, και όμως είναι κάτοχος πάσης επιστήμης. Περιπατεί ανυπόδητος και ασκεπής την κεφαλήν. Πολλοί βλέποντες Αυτόν γελώσιν, αλλ’ όταν ευρίσκονται προ Αυτού τρέμουσιν και θαυμάζουσιν αυτόν.
Λέγουσιν ότι ουδέποτε άνθρωπος ως αυτός ενεφανίσθη εις τα μέρη ταύτα. Τη αληθεία ως μοι λέγουσιν οι Εβραίοι, ουδέποτε εδόθησαν συμβουλαί, ουδέποτε εκηρύχθη διδασκαλία ως η ιδική Του, πολλοί δε των Ιουδαίων θεωρούσιν αυτόν Θεόν. Άλλοι πάλιν μοι λέγουν ότι είναι εχθρός της Σης Μεγαλειότητος, ω Καίσαρ. Πολλαχώς με παρενοχλούσιν οι μοχθηροί αυτοί Εβραίοι. Λέγεται ότι αυτός ουδέποτε δυσαρέστησε τινά, αλλ’ ότι μάλλον εποίησε το αγαθόν. Όλοι όσοι εγνώρισαν Αυτόν λέγουσιν ότι ευεργετήθηκαν παρ’ Αυτού. Όμως εις την σην Μεγαλειότητα, ω Καίσαρ, εις την πρός σε υπακοήν, ειμί πρόθυμος. Ό,τι διατάξεις θέλει εκτελεσθή ».
Εν Ιερουσαλήμ Ινδικτίωνος ζ΄, Σελήνης ια΄
Της Σης Μεγαλειότητος πιστότατος και ευπειθέστατος
ΠΟΥΒΛΙΟΣ ΛΕΝΤΟΥΛΟΣ
Κυβερνήτης της Ιουδαίας
Μετάφραση
«….Μεγαλειότατε Καίσαρα,
Άκουσα ότι επιθυμείς να μάθεις αυτά που σου γράφω για κάποιον άνθρωπο που είναι πολύ ενάρετος και ονομάζεται Ιησούς Χριστός, τον οποίο ο Λαός θεωρούσε προφήτη, οι μαθητές Του όμως Τον θεωρούσαν Θεό κι έλεγαν ότι είναι Υιός του Θεού, Δημιουργός του ουρανού και της γης και όλων, και ότι βρίσκεται παντού. Είναι αλήθεια Καίσαρα ότι ακούγονται κάθε μέρα θαυμάσια πράγματα για τον άνθρωπο αυτό. Ανασταίνει νεκρούς και θεραπεύει αρρώστους, με μια Του λέξη.
Είναι άνδρας, μετρίου αναστήματος, όμορφος στην όψη και αρχοντικός, ιδιαίτερα το πρόσωπό Του, ώστε όσοι Τον κοιτούν, τους προκαλεί αγάπη και σεβασμό. Τα μαλλιά Του είναι μέχρι τα αφτιά Του και πίσω φτάνουν μέχρι τους ώμους, καστανά και λαμπερά, διαχωρίζονται κατά το έθιμο των Ναζωραίων. Το μέτωπό Του είναι καθαρό και γαλήνιο, το πρόσωπό Του χωρίς σημάδια και ρυτίδες.
Η μύτη και τα χείλη Του είναι κανονικότατα. Τα γένια Του είναι πυκνά, καστανά και μακριά, που χωρίζουν στη μέση. Το βλέμμα Του είναι σοβαρό και προκαλεί σεβασμό, είναι δε δυνατό σαν ακτίνατου ήλιου. Όταν είναι αυστηρός, κανείς δεν μπορεί να Τον ατενίσει και όταν μαλώνει κάποιον, κλαίει… Τα χέρια και τα μπράτσα Του είναι όμορφα. Όταν συνομιλεί, τους ικανοποιεί όλους. Δεν εμφανίζεται συχνά, αλλά όταν αυτό συμβαίνει είναι μετριόφρων και έχει το ωραιότερο παράστημα του κόσμου. Είναι ωραίος, όπως και η μητέρα Του, η οποία είναι η ωραιότερη γυναίκα από όσες ποτέ φάνηκαν στα μέρη αυτά.
Εάν όμως η Μεγαλειότητά σου Καίσαρα θέλει να Τον δεί, όπως μου είχες γράψει, πές το μου για να σου τον στείλω αμέσως. Αν και ποτέ δεν έκανε σπουδές, ξέρει όμως κάθε επιστήμη. Περπατάει ξυπόλητος και ασκεπής. Πολλοί σαν Τον βλέπουν γελάνε, αλλά όταν στέκονται μπροστά Του τρέμουν και Τον θαυμάζουν. Λένε ότι ποτέ ξανά δεν έχει εμφανιστεί στα μέρη αυτά άνθρωπος σαν κι Αυτόν.
Επίσης λένε οι Εβραίοι ότι ποτέ δεν δόθηκαν συμβουλές ούτε κηρύχθηκε διδασκαλία σαν τη δική Του, πολλοί δέ από τους Ιουδαίους Τον θεωρούν Θεό. Άλλοι πάλι λένε ότι είναι εχθρός του Καίσαρα. Λένε επίσης ότι Αυτός ποτέ δεν δυσαρέστησε κάποιον, αλλά αντίθετα πάντα έκανε το καλό. Όλοι όσοι Τον γνωρίζουν λένε ότι τους ευεργέτησε. Παρόλα αυτά Καίσαρα είμαι πρόθυμος να υπακούσω στην Μεγαλειότητά σου και ότι με διατάξεις θα το κάνω ».
Ιερουσαλήμ
Ινδικτίωνος 7, σελήνης 11
ΠΟΥΛΒΙΟΣ ΛΕΝΤΟΥΛΟΣ
Διοικητής της Ιουδαίας
Υπάρχουν όμως και άλλες πηγές που μας μαρτυρούν την ιστορική ύπαρξη του Ιησού Χριστού. Αυτές είναι τα αρχαιολογικά ευρήματα που έχουν βρεθεί.
Αρχαιολογικά ευρήματα
E. L. Sukenik
Καθηγητής του εβραϊκού πανεπιστημίου, ο οποίος το 1945 ανακάλυψε σε ανασκαφή κοντά στην Ιερουσαλήμ δύο τάφους, οι οποίοι περιείχαν από μια σκαλιστή επιγραφή. Τις επιγραφές αυτές αργότερα τις ονόμασε «το αρχαιότερο έγγραφο του Χριστιανισμού». Σύμφωνα με τους επιστήμονες, οι επιγραφές αυτές χαράχθηκαν περίπου το 50 μ.Χ. και είναι αρχαιότατες, δηλαδή 15 χρόνια μόνο από το θάνατο του Ιησού.
Η πρώτη επιγραφή περιλάμβανε μια προσευχή προς τον Ιησού Χριστό για βοήθεια, ενώ η δεύτερη επιγραφή ήταν μια ικεσία που απευθύνονταν πάλι στον Ιησού και ζητούσε την ανάσταση εκ νεκρών.
Πάπυροι Οξυρρύγχου
Οι πάπυροι αυτοί αποδεικνύουν την ιστορικότητα του Ιησού. Πρόκειται για μια συλλογή παπύρων οι οποίοι γράφτηκαν μέχρι το 140 μ.Χ. Ορισμένοι από αυτούς τους παπύρους αναφέρουν λόγια του Ιησού που θυμίζουν κατά πολύ το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο.
Τίμιος Σταυρός
Η ανακάλυψή του αποτελεί το αδιαμφισβήτητο τεκμήριο της υπάρξεως του Κυρίου μας. Είναι γνωστό, ότι για να ανακόψει τις επισκέψεις των χριστιανών ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Ανδριανός, έκτισε πάνω στον Γολγοθά το ναό της Αφροδίτης. Το 326 μ.Χ. η Αγία Ελένη γκρέμισε τον ναό και άρχισαν εργασίες για να βρεθεί το Τίμιο ξύλο. Τελικά βρέθηκαν και οι τρείς σταυροί, του Ιησού Χριστού και των δύο ληστών. Για να καταλάβουν ποιός ήταν ο σταυρός του Ιησού, έφεραν και τους τρείς σε μια ετοιμοθάνατη άρρωστη γυναίκα. Μόλις αυτή ακούμπησε τον Τίμιο Σταυρό έγινε αμέσως καλά.
Ο Τίμιος Σταυρός αποτελεί κειμήλιο της παγκόσμιας κληρονομιάς, αλλά και αδιάσειστο στοιχείο που αποδεικνύει όχι μόνο την ιστορική ύπαρξη του Ιησού αλλά και το ότι η χριστιανική πίστη είναι ζωντανή, αφού η Σταύρωση, τα Πάθη και η Ανάσταση του Κυρίου αποτελούν τους θεμέλιους λίθους του Χριστιανισμού.
Η επιγραφή Ι. Ν. Β. Ι
Την 1η Φεβρουαρίου 1492 σημειώθηκε στη Ρώμη μια συγκλονιστική ανακάλυψη. Κατά τη διάρκεια των εργασιών για την αποκατάσταση μιας τοιχογραφίας, βρέθηκε πίσω από αυτήν μια πέτρινη πλάκα με χαραγμένη την επιγραφή «TITULUS CRUCIS». Οι εργάτες κατά την αφαίρεση της πλάκας αυτής, ανακάλυψαν μία κόγχη εντός της οποίας υπήρχε ένα μολύβδινο κιβώτιο που είχε σφραγισθεί από τον Αρχιεπίσκοπο της Μπολόνια καρδινάλιο Γεράρδο, τον μετέπειτα Πάπα Φωτεινό Β΄ (1144-1145). Μέσα σε αυτό υπήρχε ένα τεμάχιο της εγχάρακτης πινακίδας από το Σταυρό του Ιησού. Το τεμάχιο ήταν από ξύλο καρυδιάς και είχε χαραγμένη σε τρείς σειρές μια επιγραφή. Στη δεύτερη σειρά έγραφε «ΝΑΖΑΡΕΝΟΥΣ Β(ΑΣΙΛΕΥΣ)» και στη τρίτη σειρά «ΝΑΖΑRINUS RΕ(Χ)».
Σύμφωνα με τον Ρουφίνο και τον Θεοδώρητο Κύρου, η αυτοκράτειρα Ελένη, αφού βρήκε το Σταυρό του Χριστού, αφαίρεσε δύο κομμάτια. Το πρώτο το έστειλε στο γιο της στην Κωνσταντινούπολη και το δεύτερο το πήρε μαζί της στη βασιλική της κατοικία στη Ρώμη. Το ότι δεν γίνεται ξεχωριστή αναφορά για την αφαίρεση του επίμαχου τεμαχίου από την επιγραφή του Σταυρού, αυτό συνέβη κατά πάσα πιθανότητα, επειδή Σταυρός και επιγραφή θεωρούνταν ως ένα πράγμα. Μετά το θάνατό της, κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 4ου αιώνα μ.Χ., η μεγαλύτερη αίθουσα του παλατιού της μετετράπη σε χριστιανικό ναό, ο οποίος έλαβε την ονομασία «Ιερουσαλήμ». Μάλιστα, ο επίσκοπος Μεδιολάνων (374-397 μ.Χ.) Αμβρόσιος αναφέρει την ύπαρξη του επίμαχου τεμαχίου στη Ρώμη.
Στην εκκλησία αυτή και πιο συγκεκριμένα στο παρεκκλήσιο της Αγίας Ελένης, τοποθετήθηκε το τεμάχιο από την επιγραφή της θανατικής καταδίκης του Ιησού. Οι ιερείς του ναού έκρυψαν το κομμάτι αυτό το 455 μ.Χ., φοβούμενοι πιθανή καταστροφή του από επιδρομές των Βησιγότθων. Το ίδιο τεμάχιο ξανακρύφτηκε, αυτή τη φορά για άγνωστο λόγο, το πρώτο μισό του 11ου αιώνα, από τον καρδινάλιο Γεράρδο και ανακαλύφθηκε κατά τύχη το 1492.
Από το 1520 έως το 1930, η επιγραφή παρέμεινε στο ναό του Αγίου Σταυρού (πρώην Ιερουσαλήμ). Το 1930 κτίστηκε δίπλα σ’ αυτόν ένα παρεκκλήσιο προς τιμήν της Αγίας Ελένης, και από τότε έως σήμερα η επιγραφή φυλάσσεται εκεί.
Βιβλία με αναφορές στη σταύρωση του Χριστού
Νέα δεδομένα για τα τελευταία χρόνια του Χριστού πρόκειται να δουν το φως της δημοσιότητας μετά από ανακάλυψη 70 μεταλλικών εγχειριδίων με κρυπτογραφημένο υλικό για τη Σταύρωση Του, τα οποία βρέθηκαν σε σπηλιά της Ιορδανίας και αναμένεται ότι θα φέρουν στο φως άγνωστες πτυχές των πρώιμων χρόνων του Χριστιανισμού.
Το μέγεθος των σελίδων είναι παρόμοιο με πιστωτικής κάρτας και υπάρχουν χαραγμένες εικόνες και σύμβολα, που αναφέρονται στο Μεσσία και ειδικότερα στη Σταύρωση και την Ανάσταση Του. Τα εγχειρίδια είναι δεμένα με μεταλλικό σύρμα, ενώ κάποια από αυτά είναι σφραγισμένα.
Ο Βρετανός καθηγητής Αρχαιολογίας και Ιστορίας των Θρησκειών Ντέιβιντ Έλινγκτον ισχυρίζεται ότι «ίσως είναι η μεγαλύτερη ανακάλυψη στην ιστορία του Χριστιανισμού», ενώ ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Σέφιλντ, Φίλιπ Ντέιβις, υποστηρίζει ότι «ανάμεσα στα περιεχόμενα διακρίνονται εικόνες που δείχνουν τα τείχη μιας πόλης, ένα σταυρό και ένα τάφο. Είμαστε σχεδόν σίγουροι ότι πρόκειται για τα Ιεροσόλυμα και τη Σταύρωση του Χριστού».
Για να λυθεί το μυστήριο γύρω από το περιεχόμενο των εγχειριδίων χρειάζεται πρώτα να τα δώσει πίσω ένας Ισραηλινός, ο οποίος υποστηρίζει ότι είναι δικά του και της οικογένειάς του εδώ και εκατό χρόνια. Οι επιστήμονες ισχυρίζονται ότι οι αποκαλύψεις από τα βιβλία αυτά θα ξεπεράσουν αυτές των 900 χειρογράφων της Νεκρής Θάλασσας που βρέθηκαν το 1947.
Το πρώτο πορτραίτο που φτιάχτηκε με τον Ιησού Χριστό
Ερευνητές έφεραν στο φως και ένα πορτραίτο το οποίο απεικονίζει μια φιγούρα ιδιαίτερα γνωστή που παραπέμπει σε έναν γενειοφόρο νέο άνδρα με μακριά, σγουρά μαλλιά. Παρ’ όλα αυτά, αν και όντας θαμμένο για περίπου 2.000 χρόνια σε ένα σπήλαιο κοντά στον Ιορδάνη ποταμό, στο ιδιότυπο αυτό πορτραίτο εύκολα μπορεί να διακρίνει κάποιος και τα σημάδια που έχει αφήσει στο μεταλλικό φύλλο το ακάνθινο στεφάνι στο μέτωπο του άνδρα.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, το πορτραίτο αυτό είναι αποτυπωμένο επάνω σε ένα από τα συνολικά εβδομήντα λεπτά μεταλλικά φύλλα-κώδικες που ανακαλύφθηκαν πρόσφατα και ήδη κάποιοι ερευνητές πιθανολογούν πως ίσως να πρόκειται για το παλαιότερο πορτρέτο του Ιησού Χριστού δηλαδή μια εικόνα που φιλοτέχνησε κάποιος σύγχρονος του που τον ήξερε!
Το μέγεθος του κώδικα είναι μικρότερο από μια πιστωτική κάρτα, ενώ εντυπωσιακό είναι και το γεγονός πως είναι σφραγισμένος από όλες τις πλευρές κι έχει μία τρισδιάστατη απεικόνιση του ανθρώπινου κεφαλιού τόσο στο μπροστινό όσο και στο πίσω μέρος του. Τέλος, εύκολα διακρίνει κανείς επάνω στον κώδικα και το δακτυλικό αποτύπωμα του άγνωστου δημιουργού του (βλέπε εφημερίδα «Δημοκρατία», Δευτέρα 4 Απριλίου 2011).
Επίλογος
Με βάση τα ανωτέρω στοιχεία αποδεικνύεται και επιβεβαιώνεται επιστημονικά και ιστορικά η ιστορική ύπαρξη του Ιησού Χριστού. Ο Ιησούς Χριστός δεν είναι απλά ο ιστορικός ιδρυτής ενός θρησκευτικού κινήματος, αλλά κάποιος που το πρόσωπο και το έργο του υπήρξαν αντικείμενο φιλοσοφικής και θεολογικής σκέψης.
Ως ιστορικό πρόσωπο, δηλαδή ως πρόσωπο υπαρκτό, εξετάζεται ως ένα ανθρώπινο ον που έζησε σε έναν συγκεκριμένο τόπο και χρόνο. Καταδικάστηκε από τις ρωμαϊκές αρχές στην Ιουδαία με μαρτυρικό σταυρικό θάνατο, επειδή είχε ισχυριστεί πώς ήταν «Βασιλέας των Ιουδαίων», τίτλος που ουσιαστικά είχε πολιτικό περιεχόμενο.
Να σημειωθεί ότι την εποχή που έζησε ο Χριστός, η πολιτική εξουσία ασκούνταν από τον Ηρώδη Αντίπα (Γαλιλαία, Περαία), τον Πόντιο Πιλάτο (Ιουδαία, Σαμάρεια, Ιδουμαία) και τον Ιωσήφ Καϊάφα (αρχιερέας της Ιερουσαλήμ).
Σύμφωνα με τον Ευαγγελιστή Μάρκο, ο Ιησούς Χριστός καταδικάστηκε επειδή διεκδικούσε δύο τίτλους (Μεσσίας και Υιός του Θεού). Το θέμα όμως των τίτλων αποτελούσε πρόφαση. Η άμεση αιτία της θανάτωσης του Ιησού ήταν η απειλή εναντίον του Ναού (Εβραϊκό ιερατείο).
Βιβλιογραφία
- Καινή Διαθήκη (Ευαγγέλια κατά Μάρκον, κατά Ματθαίον, κατά Ιωάννη, κατά Λουκά).
- Πράξεις των αποστόλων (ιη, 2).
- Πλίνιος ο νεότερος, Επιστολή προς τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Τραϊανό Ανδριανό (Epist. X, XCVI).
- Φλάβιος Ιώσηπος, Ιουδαϊκή αρχαιολογία, Άπαντα, τ. 14: Βιβλία ΙΖ, ΙΗ και τ. 15: Βιβλία ΙΘ, Κ), Κάκτος, Αθήνα 1998.
- The Complete Works of Takitus, New York, 1942.
- Τάκιτος, Χρονικά, Μορφωτικό ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, τόμος Β΄, βιβλίο XV (38,44), 2012.
- Γάιος Σουητώνιος, Οι βίοι των Καισάρων: Περί επιφανών ανδρών, Μορφωτικό ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1999.
- Klausner, Jesus of Nazareth: His Life, Times and Teaching.
- Εθνική Βρετανική Βιβλιοθήκη, αριθ. χειρογράφου BL Add. 14658 [ το χειρόγραφο αυτό αποτελεί τμήμα μιας ευρύτερης συλλογής περγαμηνών με κωδ. 14425, 14741 και βρέθηκε στο Συριακό μοναστήρι της Αιγύπτου].
- Ε.Π. Σάντερς, Το Ιστορικό Πρόσωπο του Ιησού, εκδ. Φιλίστωρ.
- Αρχιμ. Λεωνίδας Διαμαντόπουλος, Ιησούς Χριστός ως ιστορική προσωπικότης, ΕΚΔ. «Ο Σωτήρ», 1979.
- F.F. Bruce, Η Ιστορικότητα του Ιησού Χριστού.
- Κωνσταντίνος Σ. Χατζηελευθερίου, Που βρίσκεται ο Σταυρός του Ιησού, περιοδικό απαγορευμένη ιστορία, τεύχος 3, σελ. 32.
- Διαδικτυακός ιστότοπος : http://www.apologitis.com
- Διαδικτυακός ιστότοπος : http://www.pentapostagma.gr
- Διαδικτυακός ιστότοπος : http://pneymatiko.wordpress.com/
Σχοινοχωρίτης Κωνσταντίνος
Ιστορικός, Αρχειονόμος – Βιλιοθηκονόμος, Υποψήφιος Διδάκτωρ.
* Οι επισημάνσεις με έντονα γράμματα και οι εικόνες που συνοδεύουν το κείμενο οφείλονται στην Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη.
- Λήψη συνδέσμου
- X
- Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο
- Άλλες εφαρμογές
Σχόλια