Η Παγκόσμια Κρίση Εξόδου από το QE
Η
παγκόσμια οικονομία μπορεί να βρίσκεται στα πρώτα στάδια μίας ακόμα
κρίσης. Για άλλη μία φορά, η Fed (Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ)
βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα.
Δεδομένου
ότι η Fed προσπαθεί να βγει από τη λεγόμενη ποσοτική χαλάρωση (QE) –την
άνευ προηγουμένου πολιτική της που περιλαμβάνει μαζικές αγορές
μακροπρόθεσμων περιουσιακών στοιχείων- πολλές φιλόδοξες αναδυόμενες
οικονομίες βρίσκονται ξαφνικά αντιμέτωπες με προβλήματα. Το νόμισμα και
τα χρηματιστήρια σε Ινδία και Ινδονησία βυθίζονται, με τις παράπλευρες
απώλειες να είναι εμφανείς στη Βραζιλία, τη Νότια Αφρική και την
Τουρκία.
Η Fed
επιμένει ότι δεν φταίει –διατηρώντας την ίδια παράλογη θέση που είχε
πάρει μετά το τέλος της Μεγάλης Ύφεσης του 2008-2009, όταν υποστήριξε
ότι η υπερβολική νομισματική της πολιτική δεν είχε καμία σχέση με τις
πιστωτικές φούσκες και τις φούσκες ακινήτων που οδήγησαν τον κόσμο στην
άβυσσο. Εμμένει στην άρνησή της: Αν δεν υπήρχε η καταστολή των επιτοκίων
την οποία έχει επιβάλει το QE στις αναπτυγμένες χώρες από το 2009, η
αναζήτηση για αποδόσεις δεν θα είχε πλημμυρίσει τις αναδυόμενες
οικονομίες με βραχυπρόθεσμα «ζεστό» χρήμα.
Όπως στα
μέσα της δεκαετίας του 2000, αρκετοί είναι αυτοί που μοιράζονται το
φταίξιμο. Η Fed δεν είναι η μόνη που αγκάλιασε την αντισυμβατική
χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής. Επιπλέον, οι εν λόγω αναπτυσσόμενες
οικονομίες έχουν όλες ένα κοινό χαρακτηριστικό: μεγάλα ελλείμματα
τρεχουσών συναλλαγών.
Σύμφωνα
με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το εξωτερικό έλλειμμα της Ινδίας, για
παράδειγμα, είναι πιθανό να κυμαίνεται κατά μέσο όρο στο 5% του ΑΕΠ το
2012-2013, σε σύγκριση με 2,8% κατά την περίοδο 2008-2011. Ομοίως, το
έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Ινδονησίας, στο 3% του ΑΕΠ για το
2012-2013, αποτελεί μια ακόμα μεγαλύτερη επιδείνωση από τα πλεονάσματα
που ήταν κατά μέσο όρο το 0,7% του ΑΕΠ το 2008-2011. Παρόμοια στοιχεία
είναι εμφανή στη Βραζιλία, τη Νότια Αφρική και την Τουρκία.
Το μεγάλο
έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών είναι ένα κλασικό σύμπτωμα μίας
προ-κρίσης οικονομίας που ζει πέρα από τις δυνατότητές της –που στην
πραγματικότητα, επενδύει περισσότερα από όσα αποταμιεύει. Ο μόνος τρόπος
για να διατηρηθεί η οικονομική ανάπτυξη εν όψει μιας τέτοιας
ανισορροπίας είναι να δανειστεί πλεονασματικές αποταμιεύσεις από το
εξωτερικό.
Σε αυτό
το σημείο ήρθε στο προσκήνιο το QE. Παρείχε ένα πλεόνασμα κεφαλαίων από
τους επενδυτές στις ανεπτυγμένες χώρες, επιτρέποντας έτσι στις
αναδυόμενες οικονομίες να παραμείνουν υψηλή τροχιά ανάπτυξης. Έρευνα του
ΔΝΤ τοποθετεί τις σωρευτικές εισροές κεφαλαίων στις αναδυόμενες αγορές
κοντά στα 4 τρισεκατομμύρια δολάρια, από την έναρξη της ποσοτικής
χαλάρωσης το 2009. Χρησιμοποιώντας ως δέλεαρ τη συντόμευση στο μονοπάτι
της ταχείας οικονομικής ανάπτυξης, οι εισροές αυτές εφησύχασαν τις
αναδυόμενες χώρες της αγοράς, κάνοντάς τες να πιστέψουν ότι οι
ανισορροπίες τους ήταν βιώσιμες, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να
αποφύγουν την πειθαρχία που απαιτούταν για να θέσουν τις οικονομίες τους
σε πιο σταθερή και βιώσιμη τροχιά.
Αυτό
είναι ένα ενδημικό χαρακτηριστικό της σύγχρονης παγκόσμιας οικονομίας.
Αντί να αναγνωρίσουν την οικονομική επιβράδυνση που συνεπάγονται τα
ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών -αποδεχόμενοι λίγο μικρότερη ανάπτυξη
σήμερα για περισσότερη βιώσιμη ανάπτυξη στο μέλλον- οι πολιτικοί και οι
φορείς χάραξης πολιτικής επιλέγουν τα πιο επικίνδυνα τεχνάσματα
ανάπτυξης που τελικά γυρίζουν μπούμερανγκ.
Αυτή ήταν
η περίπτωση στην αναπτυσσόμενη Ασία, όχι μόνο στη σημερινή Ινδία και
την Ινδονησία, αλλά και κατά τη δεκαετία του 1990, όταν τα σημαντικά
διευρυνόμενα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών ήταν ένας προάγγελος της
απότομης οικονομικής κρίσης του 1997-1998. Ωστόσο, ισχύει εξίσου και για
τον ανεπτυγμένο κόσμο.
Το
τεράστιο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Αμερικής από τα μέσα της
δεκαετίας του 2000 ήταν, στην πραγματικότητα, μια κραυγαλέα
προειδοποίηση για τις στρεβλώσεις που προκαλούνται από την στροφή στην
αποταμίευση που βασίζεται στα στοιχεία του ενεργητικού, σε μια εποχή που
δημιουργούνταν επικίνδυνες φούσκες στα περιουσιακά στοιχεία και στις
πιστωτικές αγορές. Η κρίση χρέους της Ευρώπης είναι αποτέλεσμα των
μεγάλων διαφορών μεταξύ των περιφερειακών οικονομιών με μεγάλα
ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών -κυρίως της Ελλάδας, της Πορτογαλίας,
και της Ισπανίας- και των χωρών του πυρήνα όπως η Γερμανία, με μεγάλα
πλεονάσματα.
Οι
κεντρικοί τραπεζίτες έχουν κάνει ό,τι περνάει από το χέρι τους για να
κοντρολάρουν αυτά τα προβλήματα. Υπό την ηγεσία του Μπεν Μπερνάνκι και
του προκατόχου του, Άλαν Γκρίνσπαν, η Fed ανεχόταν τις φούσκες
περιουσιακών στοιχείων και τις πιστωτικές φούσκες, αντιμετωπίζοντάς τες
ως νέες πηγές οικονομικής ανάπτυξης. Ο Μπερνάνκι προχώρησε ένα βήμα
παραπέρα, υποστηρίζοντας ότι η απροσδόκητη ανάπτυξη από το QE θα ήταν
περισσότερο από επαρκής για να αντισταθμίσει τις όποιες
αποσταθεροποιητικές ροές ζεστού χρήματος από και προς τις αναδυόμενες
οικονομίες. Ωστόσο, η απουσία οποιασδήποτε τέτοιας απροσδόκητης
ανάπτυξης στην σταθερά υποτονική οικονομία των ΗΠΑ έχει αποκαλύψει το QE
ως τίποτα παραπάνω από μια απόπειρα ρευστότητας με στόχο τις αποδόσεις.
Η
στρατηγική εξόδου από το QE, αν η Fed βρει ποτέ του κουράγιο να την
πραγματοποιήσει, δεν θα κάνει τίποτα παραπάνω από το να ανακατευθύνει το
πλεόνασμα ρευστότητας από τις αναπτυσσόμενες αγορές υψηλότερης απόδοσης
πίσω στις εγχώριες αγορές. Επί του παρόντος, με τη Fed να κάνει
υπαινιγμούς σχετικά με την πρώτη φάση της εξόδου –τη λεγόμενη σταθερή
μείωση του QE- οι χρηματοπιστωτικές αγορές έχουν ήδη ανταποκριθεί στις
προσδοκίες της μειωμένης δημιουργίας χρήματος και στις ενδεχόμενες
αυξήσεις των επιτοκίων στον αναπτυγμένο κόσμο.
Δεν έχουν
σημασία οι υποσχέσεις της Fed ότι οποιαδήποτε τέτοια κίνηση θα έχει
πολύ αργά αποτελέσματα -ότι είναι απίθανο να προκαλέσει οποιαδήποτε
ουσιαστική αύξηση των επιτοκίων μέχρι το 2014 ή το 2015. Όπως δείχνει η
αύξηση πάνω από 1,1 ποσοστιαία μονάδα των 10ετών ομολόγων του Υπουργείου
Οικονομικών κατά το παρελθόν έτος, οι αγορές έχουν την παράξενη
ικανότητα να προεξοφλούν τις μακροπρόθεσμες εκδηλώσεις σε σύντομο
χρονικό διάστημα.
Με
ευγενική προσφορά του εν λόγω μηχανισμού εκπτώσεων, τα αρμπιτράζ της
σταθμισμένης απόδοσης έχει αρχίσει πλέον να κινείται ενάντια των
αναδυόμενων αγορών κινητών αξιών. Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι οι
οικονομίες με ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών είναι οι πρώτες που
αισθάνονται τα αποτελέσματα. Ξαφνικά, οι ανισορροπίες της αποταμίευσης
και των επενδύσεών τους είναι πιο δύσκολο να χρηματοδοτηθούν σε ένα
μετα-QE καθεστώς, ένα αποτέλεσμα που έχει ήδη επιφέρει αρνητικές
επιπτώσεις για τα νομίσματα στην Ινδία, την Ινδονησία, τη Βραζιλία και
την Τουρκία.
Ως εκ
τούτου, οι χώρες αυτές έχουν μπλέξει σε παγίδες πολιτικής: Οι ορθόδοξες
αμυντικές στρατηγικές για βύθιση των νομισμάτων συνεπάγονται συνήθως
υψηλότερα επιτόκια -μια δυσάρεστη επιλογή για τις αναδυόμενες οικονομίες
που αντιμετωπίζουν, επίσης, πτωτικές πιέσεις στην οικονομική ανάπτυξη.
Που θα
σταματήσει όλο αυτό, κανείς δεν ξέρει. Αυτή ήταν η περίπτωση και στην
Ασία στα τέλη της δεκαετίας του 1990, καθώς και στις ΗΠΑ το 2009. Αλλά,
με πάνω από μια ντουζίνα μεγάλες κρίσεις να πλήττουν την παγκόσμια
οικονομία από τις αρχές του 1980, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία σχετικά με
το μήνυμα: οι ανισορροπίες δεν είναι βιώσιμες, ανεξάρτητα από το πόσο
σκληρά προσπαθούν οι κεντρικές τράπεζες να παρακάμψουν τις συνέπειες.
Οι
αναπτυσσόμενες οικονομίες αισθάνονται πλέον την πλήρη ισχύ της απόφασης
της Fed. Είναι ένοχες για την αποτυχία να αντιμετωπίσουν την ίδια τους
την αναπροσαρμογή κατά τις δύσκολες μέρες της απροσδόκητης επιτυχίας του
QE. Και η Fed είναι εξίσου ένοχη, αν όχι περισσότερο, για τον
συντονισμό αυτού του εξαρχής αποτυχημένου πειράματος της πολιτικής.http://www.sofokleous10.gr/p
Σχόλια