Η ΕΕ αδιαφορεί για την επιθετικότητα του Ερντογάν κατά της Ελλάδας
Επιμέλεια: Ε.Δ. Νιάνιος
Αυστρία, Πολωνία και Κύπρος ήταν οι μόνες χώρες της ΕΕ που βοηθούν εμπράκτως στο μέτωπο του Εβρου με τους λαθρομετανάστες. Οι υπόλοιπες χώρες της ΕΕ αρκέστηκαν σε ευχολόγια. Στη φωτο Αυστριακοί αστυνομικοί μπροστά στο περιπολικό τους στις Καστανιές.
Θεωρείται εξυπνάδα στους ορθοφρονούντες να αναφέρουν το μεγαλύτερο κακό των Ελλήνων. Και αυτό δεν είναι χθεσινό.
Η βιαστική είσοδος της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα το 1981 θεωρήθηκε από πολλούς ως ένα είδος διάρρηξης, και μάλιστα πολύ κακόγουστο αστείο. Ξαφνικά, η Ελλάδα σταμάτησε να είναι ακριβώς αυτό το ωραίο μέρος όπου μπορούσαμε να περάσουμε πάμφθηνες διακοπές και μετά να μην ασχολούμαστε μ’ αυτήν. Έγινε ο απροσδόκητος εταίρος τον οποίο έπρεπε να περιφρονούμε λίγο: τον 19ο αιώνα, ο μισελληνισμός, στο δυτικό πνεύμα, δεν διαδέχτηκε τον φιλελληνισμό; Καιρός ήταν να αναβιώσει.
Η «μακεδονική υπόθεση» ήταν η πηγή του πρώτου θυμού κατά των Ελλήνων. Αυτή η πρώην γιουγκοσλαβική δημοκρατία, που δημιούργησε ο Τίτο το 1945 με πρωτοβουλία του Στάλιν, αποσπάστηκε από τη Γιουγκοσλαβία το 1991 και ήθελε να πάρει το όνομα της Μακεδονίας. Η Αθήνα, η οποία είδε σε αυτή την απόφαση το προοίμιο εδαφικών διεκδικήσεων, αντιτάχθηκε σε μια οντότητα κατοικούμενη από Βούλγαρους, Αλβανούς και Σέρβους που πήρε το όνομα μιας από τις ιστορικές της επαρχίες. Εξοργισμένη, σαν να εξαρτιόταν η επιβίωσή της από αυτήν, η Δύση αντέδρασε υστερικά, αντιμετωπίζοντας τους Έλληνες με όλα τα ονόματα, κατηγορώντας τους για όλες τις ποταπότητες και, τελικά, καταλογίζοντάς τους βίαιο μαζικό αντισημιτισμό.
Εννοείται ότι η ένταξη στην ΕΟΚ δεν προκάλεσε κανένα θαύμα στην Ελλάδα. Όπως και η υιοθέτηση του ευρώ. Το αντίθετο. Υποκείμενη σε περιορισμούς πολύ πέραν από τις δυνατότητές της, η οικονομία της υποχώρησε ραγδαία. Η μετάβαση στο κοινό νόμισμα, με μια ξαφνική αύξηση των τιμών, της έφερε μια φτώχεια που δεν είχε ξαναζήσει.
Ανακάλυψαν ότι η χώρα ήταν χρεωμένη. Γι’ αυτό μας σέρβιραν σαφείς εξηγήσεις: οι Έλληνες είναι ανίατοι τεμπέληδες που ξοδεύουν τη ζωή τους φλυαρώντας στα καφενεία (λες και, στον υπόλοιπο κόσμο, τα καφενεία είναι μόνιμα κενά)· οι Έλληνες ζουν μόνο για να παρασιτούν σε βάρος της γενναιόδωρης Ευρώπης· οι Έλληνες είναι παγκόσμιοι πρωταθλητές της φοροδιαφυγής. Σε αυτό το πλαίσιο, κυκλοφόρησε ευρύτατα μια σημαντική «μαρτυρία»: λίγες παράγραφοι από το βιβλίο Σύγχρονη Ελλάδα, που εκδόθηκε το 1854 από τον Eντμόντ Αμπού, πρωτοπόρο του μισελληνισμού, στο οποίο οι Έλληνες περιγράφονται ως λαός απατεώνων.
Σίγουρα, κανείς δεν ήθελε να θυμηθεί, στις δυτικές καγκελαρίες, ότι για μισό αιώνα η Ελλάδα ενθαρρύνθηκε έντονα να κάνει υπερβολικές αγορές όπλων από τους φίλους του ΝΑΤΟ και, επειδή της λείπανε οι δυνατότητες, της δόθηκαν δάνεια που δεν ζήτησε. Ξεχνούσαν επίσης, ότι όταν ήρθε στην εξουσία το 1981, ο σοσιαλιστής Ανδρέας Παπανδρέου σύναψε τεράστια δάνεια για να εθνικοποιήσει ό,τι μπορούσε, ωθώντας την ελληνική οικονομία στο χάος και την καταστροφή. Όλα αυτά μέτρησαν και εξακολουθούν να μετρούν πολύ περισσότερο από το χρόνο που αφιερώνουν οι Έλληνες στα καφενεία.
Τώρα, λόγω των μεταναστών, οι καλές ψυχές εξεγείρονται κατά της Ελλάδας. Δεν τους θέλει, δεν τους θέλει πλέον. Επειδή γνωρίζει και υποφέρει από το θέμα της μετανάστευσης εδώ και χρόνια.
Ήδη από το 1990, οι Ρώσοι και οι Πολωνοί μετακόμισαν στην περιοχή της Ομόνοιας, στο κέντρο της Αθήνας. Η επαιτεία και η διακίνηση όλων των ειδών – ειδικά των ναρκωτικών – έφτασαν σε πρωτοφανή ύψη. Επιχειρηματική και καλά οργανωμένη, η αλβανική μαφία δεν είχε καμία δυσκολία στην αντικατάσταση των ερασιτεχνών και την κατάληψη των περισσότερων δικτύων, δημιουργώντας προπαντός αγορά παιδικής πορνείας – μια άλλη τρομερή καινοτομία. Αμέτρητες συμμορίες κλεφτών από τη Ρουμανία άρχισαν να κλέβουν σπίτια και να ξαφρίζουν τους περαστικούς. Η διάλυση του σοβιετικού μπλοκ ήταν καταστροφή για τους Έλληνες.
Από το 1997, και ιδιαίτερα μετά το 2000, διαδοχικά κύματα Αφρικανών μεταναστών – κυρίως από τη Νιγηρία και τη Σενεγάλη, αλλά και από το Κονγκό και την Αγκόλα – σάρωσαν την Ελλάδα. Εκτός αν μια κακόβουλη ενθάρρυνση – η οποία, γενικά, δεν προκαλεί έκπληξη εάν ληφθούν υπόψη οι δραστηριότητες που αναπτύσσονται προς αυτή την κατεύθυνση από τις οργανώσεις που περιστρέφονται γύρω από το ίδρυμα του Τζωρτζ Σόρος – το γεγονός από μόνο του στερείται λογικής. Γιατί, βέβαια, να εγκαθίστανται βίαια σε μία βυθισμένη χώρα, όπου δεν υπάρχουν επιδόματα ή επιχορηγήσεις; Οι καλές δυτικές ψυχές δεν έκαναν στον εαυτό τους την ερώτηση, της οποίας ίσως γνώριζαν την απάντηση. Το να τα «ψάλουν» στους Ελληνες και να τους κατηγορούν για μικροπρέπεια τους αρκούσε.
Η ΕΕ παραχωρεί το «κλειδί» της διαχείρισης του μεταναστευτικού στην Τουρκία, με αποτέλεσμα αυτή να εκβιάζει αποσπώντας τεράστια ποσά. Η Ελλάδα, αν και μέλος της ΕΕ, επωμίζεται όλος το βάρος του προβλήματος χωρίς την αναγκαία οικονομική στήριξη.
Οι περισσότεροι από αυτούς τους μετανάστες έχουν εγκατασταθεί στις παλιές αθηναϊκές συνοικίες Πατησίων και Κυψέλης, όπου οι τιμές των ακινήτων έχουν καταρρεύσει. Με αυτούς, η Αθήνα έγινε μια βίαιη πόλη – και σε μεγάλο βαθμό, χάρις σε αυτή τη βία η «Χρυσή Αυγή», θεωρούμενη ως νεοναζιστική, ξανάρχισε να δραστηριοποιείται, μετά από πολλά χρόνια χειμερίας νάρκης.
Οι αμερικανικές εκστρατείες στην Ανατολή είχαν, και εξακολουθούν να έχουν, βίαιες επιπτώσεις στην Ελλάδα, όπως και η γενναιόδωρη έκκληση για εισβολή από την Aνγκελα Μέρκελ. Διασχίζοντας την Τουρκία, πρόσφυγες και μετανάστες – οι περισσότεροι απ’ αυτούς – ήρθαν στη Θράκη, στα βορειοανατολικά της χώρας, καθώς και πάρα πολλοί σε πολλά νησιά του Αιγαίου. Η Ευρώπη δεν έπραξε τίποτα για να βοηθήσει την Ελλάδα, ενώ η Τουρκία – σίγουρα ξεχάσαμε ότι κατά τη διάρκεια του πολέμου της Βοσνίας επιβεβαίωσε το ρόλο της ως «φυσικού προστάτη μουσουλμάνων στα Βαλκάνια» – έτριβε τα χέρια της: το να έχει, σε περιοχές που εποφθαλμιά δύο αιώνες τώρα, έναν πληθυσμό με το μέρος της δεν μπορεί παρά να κολακεύει τις φιλοδοξίες της. Η σύγκρουση κρατάει χρόνια τώρα μεταξύ αυτών των, ολοένα και πιο πολυάριθμων και εκδικητικών, νεοεισερχομένων και του τοπικού χριστιανικού πληθυσμού.
Η βούληση του Ερντογάν να εκβιάζει την Ευρώπη μετατρέπεται τώρα σε τιμωρία κατά της Ελλάδας – σε βαθμό που δικαιούμαστε να αναρωτηθούμε αν δεν είναι αυτός, όντως, ο πραγματικός στόχος της Άγκυρας. Τα ελληνικά σύνορα καταλαμβάνονται εξ εφόδου, κάτω από τη σκοτεινή ματιά των «ανθρωπιστών», που βρίσκουν ευκαιρία να καταδικάσουν άλλη μια φορά τους Ελληνες. Εγιναν, μας λένε, όλοι τους φασίστες. Παράξενος συντονισμός με τον Ερντογάν, ο οποίος τους συγκρίνει με τους Ναζί. Τα χωράφια τα καμένα από τους μετανάστες που καταφέρνουν να διασχίσουν τα σύνορα, οι κατεστραμμένες εκκλησίες, τα λεηλατημένα σπίτια δεν συγκινούν τον πολύ κόσμο. Λίγο ακόμα και θα μας πουν ότι πρόκειται για δίκαια αντίποινα αυτών που δεν θέλουμε να φιλοξενήσουμε.
Σε αυτή την ανυπόφορη κατάσταση, η Ευρώπη βρήκε μια ηλίθια απάντηση: θα δώσει πολλά χρήματα στην Τουρκία – η μετατροπή των μεταναστών σε πολιτικό εργαλείο δεν ενοχλεί τα δημοκρατικά μυαλά – και πολύ λίγα στην Ελλάδα. Μόνο η Αυστρία, η Πολωνία και η Κύπρος αποφάσισαν να στείλουν αστυνομικούς για να βοηθήσουν τους Έλληνες συναδέλφους τους να περιορίσουν την ανθρώπινη παλίρροια. Οι άλλοι αρκούνται σε αόριστα λόγια και άχρηστες συμβουλές.
Πριν υπάρξει ένας κορεσμός ακόμα στη Δύση, το άνοιγμα των τουρκικών συνόρων συνιστά επίθεση εναντίον της Ελλάδας, η οποία νοιώθει μόνη της τις πρώτες συνέπειες – και σίγουρα όχι την τελευταία – των νεο-οθωμανικών φιλοδοξιών της Άγκυρας. Αλλά αυτό, φυσικά, δεν ενοχλεί κανέναν. Γκρινιάζοντας κατά των κακών Ελλήνων, οι σοφοί περιμένουν, ως συνήθως, πότε θα είναι πλέον πολύ αργά.
*Ο Radu Portocală (γεν. το 1951 στο Βουκουρέστι) είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας με πλούσιο, πολιτικό κυρίως, έργο. Η οικογένειά του είναι ελληνικής καταγωγής και εγκαταστάθηκε στη Ρουμανία λίγο μετά το 1800. Το 1977 η πανίσχυρη Σεκουριτάτε, του καθεστώτος Τσαουσέσκου, τον παρέπεμψε σε δίκη για «εσχάτη προδοσία» αλλά χάρις στην έντονη παρέμβαση της ελληνικής κυβέρνησης η δίκη ματαιώθηκε και του χορηγήθηκε διαβατήριο, με το οποίο ταξίδεψε στην Ελλάδα. Μετά από πέντε χρόνια παραμονής στη χώρα μας, το 1982 εγκαταστάθηκε στη Γαλλία όπου ζει και δραστηριοποιείται.
Μετάφραση: Ευάγγελος Δ. Νιάνιος
Σχόλια