Αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα της Τουρκίας – Τι σκέφτεται να κάνει ο Ερντογάν
Η Τουρκία παραμένει αντιμέτωπη με όλες τις δυσκολίες και τις αντιφάσεις της κατάστασης στη Συρία, είτε αυτό αφορά τη διαπραγμάτευση με τις ΗΠΑ, είτε τις σχέσεις με τη Ρωσία και τη συριακή κυβέρνηση
Σε πείσμα διαφόρων απόψεων, που κυκλοφορούν και στην ελληνική δημόσια σφαίρα, το μεγαλύτερο πρόβλημα της Τουρκίας δεν είναι η κρίση στην τουρκική οικονομία, που σε μεγάλο βαθμό αντισταθμίζεται από τον συνολικότερο κοινωνικό και δημογραφικό δυναμισμό της χώρας. Δεν είναι επίσης η πολιτική (και σε ορισμένες πλευρές της πολιτισμική διαίρεση) ανάμεσα στην εκδοχή «ισλαμικής πολιτικής» που προτείνει ο Ερντογάν και την κεμαλική αντιπολίτευση, ούτε η προοπτική διαιρέσεων εντός της ευρύτερης πολιτικής οικογένειας του AKP, μια που υπάρχει πάντα η δυνατότητα εθνικιστικών στροφών που αποδεδειγμένα εξασφαλίζουν τη συναίνεση της αντιπολίτευσης. Και όλα δείχνουν ότι ανεξαρτήτως επιμέρους εντάσεων, ακόμη και σημαντικών, δεν είναι οι σχέσεις με τις ΗΠΑ, καθώς ούτε οι τελευταίες είναι διατεθειμένες να χάσουν έναν πολύτιμο σύμμαχο της Δύσης, ούτε η Τουρκία να έρθει σε οριστική ρήξη με τις ΗΠΑ.
Εάν υπάρχει ένα ζήτημα που παραμένει «υπαρξιακό» για την Τουρκία αυτό είναι το κουρδικό: το γεγονός δηλαδή ότι ως χώρα ενσωματώνει ταυτόχρονα και έναν ολόκληρο πληθυσμό που ακόμη διεκδικεί την εθνική του ολοκλήρωση, εντός και εκτός των συνόρων της. Το κουρδικό ζήτημα έχει μια σημαντική εσωτερική διάσταση, ιδίως από τη στιγμή που υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις το συγκριτικά πολύ μεγαλύτερο μέρος του δημογραφικού δυναμισμού της Τουρκίας αφορά τους κουρδικούς πληθυσμούς.
Το κουρδικό και η τουρκική εμπλοκή στη Συρία
Έχει, όμως, και εξωτερικές διαστάσεις, κυρίως από τη στιγμή που η εξέλιξη του εμφυλίου πολέμου στη Συρία έφερε ξανά στο προσκήνιο το ενδεχόμενο να διαμορφωθεί μια δυνάμει κουρδική κρατική οντότητα στο συριακό έδαφος, ενδεχόμενο που έγινε ακόμη πιο πιθανό όταν μέσα στην εξέλιξη του πολέμου οι ΗΠΑ αποφάσισαν να στηριχτούν στις κουρδικές δυνάμεις πολιτοφυλακής για τον πόλεμο ενάντια στο Ισλαμικό κράτος.
Όλα αυτά για την Τουρκία διαπλέχτηκαν και με τα συνολικότερα προβλήματα της εμπλοκής της στη συριακή κρίση, όπου την αρχική πεποίθηση ότι θα μπορούσε μέσα από μια «αλλαγή καθεστώτος» να εξασφαλίσει άλλης κλίμακας επιρροή στη Συρία, διαδέχθηκε ένα διαρκές damage control. Πλευρά αυτού ήταν και η αναγκαστική συνεργασία με τη Ρωσία, ιδίως από τη στιγμή που η τελευταία αναδείχτηκε στον βασικό power broker στην περιοχή και κυρίως τον μόνο που μπορούσε να εγγυηθεί την εδαφική και πολιτική ενότητα της Συρίας και άρα την αποτροπή του ενδεχομένου μιας κουρδικής κρατικής ή ημικρατικής οντότητας.
Ωστόσο, όλα αυτά δεν αναίρεσαν την προσπάθεια της Τουρκίας να διατηρεί μια άμεση παρουσία στο συριακό έδαφος σε μια προσπάθεια και να συνεχίσει να έχει λόγο στην επόμενη μέρα στη Συρία. Ας μην ξεχνάμε ότι πέραν όλων των άλλων ένα τμήμα της ισλαμιστικής αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση Άσαντ στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό σε μεγάλο βαθμό στην υποστήριξη από τη μεριά της Τουρκίας.
Η διαρκής προσπάθεια της Τουρκίας για ένοπλη παρουσία στο συριακό έδαφος
Σε όλη την περίοδο μετά το 2015 η Τουρκία διεκδίκησε όχι μόνο να είναι τμήμα των όποιων διαπραγματεύσεων για το μέλλον της Συρίας, αλλά και ταυτόχρονα να μπορέσει να εισβάλει στο συριακό έδαφος σε μια προσπάθεια να διαμορφώσει μια «ζώνη ασφαλείας» ενάντια στη δράση των κουρδικών οργανώσεων στη Βορειοανατολική Συρία.
Ως προς το πρώτο, η Τουρκία πέραν της συμμετοχής της στις διαπραγματεύσεις, διεκδίκησε να έχει λόγο και για την περιοχή της Ιντλίμπ, δηλ. του τελευταίου θύλακα όπου υπάρχουν συγκεντρωμένες δυνάμεις των ισλαμιστικών ένοπλων οργανώσεων, διεκδικώντας ρόλο εγγυητής της διαδικασίας αποκλιμάκωσης με αντάλλαγμα την αποτροπή της άμεσης επίθεσης των κυβερνητικών (και με ρωσική υποστήριξη) δυνάμεων.
Ως προς το δεύτερο η Τουρκία δοκίμασε μια πρώτη εκδοχή εισβολής στην περιοχή της Αφρίν, στις αρχές του 2018, την οποία και μπόρεσε να καταλάβει, ιδίως από τη στιγμή που οι κουρδικές δυνάμεις επέλεξαν να μην την υπερασπιστούν και να αποχωρήσουν.
Όμως, έμενε ανοιχτό το τι θα γίνει με τις περιοχές που παραμένουν υπό κουρδικό έλεγχο και βρίσκονταν ανατολικά του Ευφράτη. Εκεί ήταν που επικεντρώνονταν οι τουρκικοί σχεδιασμοί, ιδίως από τη στιγμή οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν – χωρίς ωστόσο να το έχουν κάνει και πράξη ακόμη – την αποχώρησή τους από τη Συρία, κίνηση που άφηνε περιθώριο στην Τουρκία να διεκδικήσει να αποκτήσει αυξημένο ρόλο εκεί, εκμεταλλευόμενη το κενό που αντικειμενικά θα άφηνε η αμερικανική αποχώρηση.
Το σημείο αυτό έγινε και κρίσιμη πλευρά της διαπραγμάτευσης ανάμεσα στον Ερντογάν και τον Τράμπ, παρά τα παράλληλα προβλήματα που υπήρχαν σε σχέση με τόσο με την τουρκική καχυποψία ως προς τυχόν αμερικανική ανάμειξη στο πραξικόπημα του 2016 όσο και σε σχέση με την προμήθεια των ρωσικών συστοιχιών S-400.
Η καταρχήν συμφωνία με τις ΗΠΑ
Ως προς αυτό ακριβώς ήταν που είχαμε και μια σημαντική εξέλιξη με την καταρχήν συμφωνία των ΗΠΑ και της Τουρκίας για την ανάπτυξη τουρκικών δυνάμεων σε μια ζώνη ασφαλείας στη Βορειοανατολική Συρία.
Θυμίζουμε ότι εδώ και καιρό η τουρκική πλευρά και ο ίδιος ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επέμεναν ότι μια τουρκική επιχείρηση στο συριακό έδαφος μπορούσε να λάβει χώρα ανά πάσα στιγμή και ότι ήταν διατεθειμένοι «μονομερώς» να αντιμετωπίσουν τις κουρδικές δυνάμεις πολιτοφυλακής.
Σε αυτή τη βάση η συμφωνία με τις ΗΠΑ, που ανακοινώθηκε στις αρχές Αυγούστου, προβλέπει έναν συντονισμό ανάμεσα στις δύο χώρες για τη διαμόρφωση μιας «ασφαλούς ζώνης». Ωστόσο, ακόμη δεν έχει αποσαφηνιστεί η διαδικασία και η μεθοδολογία που θα ακολουθηθεί. Σε πρώτη φάση αυτό που δείχνει να μπαίνει σε εφαρμογή είναι ένα κοινό κέντρο επιχειρήσεων στην περιοχή που θα επιβλέψει την όλη διαδικασία διαμόρφωσης της ασφαλούς ζώνης.
Η βασική διαφωνία παραμένει η μορφή και η έκταση της «ασφαλούς ζώνης». Η Τουρκία ζητά μια ζώνη 30-32 χιλιόμετρα με δική της αποκλειστική ευθύνη, ενώ οι ΗΠΑ αντιπροτείνουν μια ζώνη αρχικά 5 χιλιομέτρων με προοπτική επέκτασης στα 18 χιλιόμετρα, όπου την ευθύνη τελικά να την έχουν οι αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις και οι σύμμαχοί τους.
Πάντως, ακόμη και εντός της Τουρκίας υπάρχουν αρκετές επιφυλάξεις για τη συμφωνία και κυρίως για το εάν οι ΗΠΑ θα είναι συνεπείς προς τις ίδιες τις δεσμεύσεις τους.
Υπάρχει, άλλωστε, και το προηγούμενο του «οδικού χάρτη» για την Μανμπίζ. Εκεί τον Ιούνιο του 2018 υπήρξε μια συμφωνία ανάμεσα στην Τουρκία και τις ΗΠΑ για την αποχώρηση από την Μανμπίζ, μια πόλη στα δυτικά του Ευφράτη, των κουρδικών δυνάμεων. Μάλιστα, ο συγκεκριμένος «οδικός χάρτης» είχε θεωρηθεί και πρόκριμα για ανάλογες κινήσεις ανατολικά του Ευφράτη. Ωστόσο, επί της ουσίας η συμφωνία δεν υλοποιήθηκε από την πλευρά των ΗΠΑ και αυτό συνέβαλε στην τουρκική δυσπιστία.
Αυτή τη φορά πάντως φαίνεται ότι γίνεται προσπάθεια η συμφωνία να υλοποιηθεί. Ενδεικτικές είναι από αυτή την άποψη και οι πρόσφατες κρίσεις στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, που πραγματοποιήθηκαν από το τουρκικό Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο. Αναλυτές επεσήμαναν ότι αυτή τη φορά αποστρατεύτηκαν αρκετοί ανώτατοι αξιωματικοί που θεωρούνταν ότι είχαν μια πιο αντιαμερικανική τοποθέτηση.
Το ανοιχτό μέτωπο της Ιντλίμπ
Την ίδια στιγμή φαίνεται πως υπάρχουν προβλήματα στον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται η Τουρκία την παρουσία της στην ευρύτερη περιοχή της Ιντλίμπ. Οι συριακές κυβερνητικές δυνάμεις κατηγορούν ουσιαστικά την Τουρκία ότι δεν έχει εφαρμόσει τις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει τον περασμένο Σεπτέμβριο στο Σότσι της Ρωσίας για να απομακρυνθούν τα μεσαία και βαρέα όπλα των ανταρτών από τη ζώνη αποκλιμάκωσης στην Ιντλίμπ. Στις αρχές Αυγούστου συμφωνήθηκε μια ανακωχή, υπό τον όρο να υλοποιήσει η Τουρκία τις δεσμεύσεις, όμως οι συριακές κυβερνητικές δυνάμεις υποστηρίζουν ότι αυτό δεν έγινε και τρεις μέρες ξεκίνησαν εκ νέου οι επιθέσεις κατά των ανταρτών. Σε αυτό το πλαίσιο το πρωί της 19ης Αυγούστου υπήρξε επίθεση και σε ένα κομβόι των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων που κατευθυνόταν προς ένα από τα «παρατηρητήρια» που έχει η Τουρκία στην περιοχή. Λίγες μέρες η Τουρκία είχε κατηγορηθεί ότι είχε διευκολύνει τη μετακίνηση ανταρτών από την Αφρίν προς την Χαν Σεϊχούν. Είναι προφανές ότι τέτοιες ενέργειες, πέραν όλων των άλλων, υπενθυμίζουν στην Τουρκία ότι η όποια τελική λύση και εξασφάλιση ως προς την κατάσταση στη Συρία δεν μπορεί παρά να περάσει και από μια διαδικασία διαπραγμάτευση με τη συριακή κυβέρνηση και τη Ρωσία, ανεξαρτήτως των όποιων χειρισμών με τις ΗΠΑ.
Σχόλια