Ιωάννης Καποδίστριας: Ο Μεγάλος Κυβερνήτης
Γράφει ο Δρ Ιωάννης Παρίσης
Tο πρωί της 27ης Σεπτεμβρίου 1831, ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο πρώτος κυβερνήτης του νέου Ελληνικού Κράτους, δέχθηκε δολοφονική επίθεση από τους Κωνσταντίνο και Γεώργιο Μαυρομιχάλη έξω από την εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα του Ναυπλίου, όπου μετέβαινε για να εκκλησιασθεί και έπεσε νεκρός. Ήταν 55 ετών. Ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης εφονεύθη επί τόπου από τους προστρέξαντες, οι οποίοι κυριολεκτικά τον λυντσάρισαν. Ο Γεώργιος Μαυρομιχάλης ζήτησε προστασία στη Γαλλική Πρεσβεία, κατόπιν όμως επιμόνου απαιτήσεως του συγκεντρωμένου πλήθους, που απείλησε ότι θα κάψει την πρεσβεία, παραδόθηκε στις αρχές. Καταδικάσθηκε σε θάνατο και θανατώθηκε δια τυφεκισμού το πρωί της 10ης Οκτωβρίου 1831.
Τα χέρια των δολοφόνων και εκείνων που τους καθοδήγησαν, στέρησαν από την Ελλάδα τον μεγαλύτερο ηγέτη που είχε στη νεώτερη ιστορία της. Αν ο Καποδίστριας συνέχιζε το έργο του η Ελλάδα θα ήταν διαφορετική. Μέσα στα 3,5 χρόνια διακυβέρνησης πέτυχε ένα θαύμα.
Ο Καποδίστριας από την άφιξή τους στην Ελλάδα, τον Ιανουάριο του 1828, κινήθηκε προς όλες τις κατευθύνσεις για την αναδιοργάνωση ενός κράτους στο οποίο δεν λειτουργούσε στην ουσία τίποτε. Επιδόθηκε με ζήλο στη συμπλήρωση των κυβερνητικών υπηρεσιών και την οργάνωση της επαρχιακής διοίκησης, την ανασύνταξη του στρατού και του στόλου, την οργάνωση της παιδείας και της δικαιοσύνης, την βελτίωση της οικονομικής κατάστασης, την εξάλειψη της πειρατείας και της ληστείας και της αποκατάσταση της ασφάλειας στις πόλεις, την ύπαιθρο και τις θάλασσες.
Συγχρόνως ιεράρχησε τις ανάγκες δίνοντας προτεραιότητα στην πολεμική προσπάθεια, ενώ παράλληλα επέβαλε σε όλους τους τομείς αυστηρή οικονομία, λογιστική τάξη και περισυλλογή, δίνοντας ο ίδιος το παράδειγμα με το να μη δεχθεί καμία κρατική επιχορήγηση. «Δεν μπορώ να κοιμάμαι», έλεγε, «όταν ξέρω ότι υπάρχουν Ελληνόπουλα που πεινούν».
Παράλληλα, με μεγάλη διπλωματική δεξιοτεχνία αύξησε τα σύνορα του νεοϊδρυθέντος κράτους για να καταστεί βιώσιμο. Πρόθεσή του είναι να μοιράσει σε όλους την «εθνική γη». Οι πλούσιοι και δυνατοί ζητούν τεράστιες εκτάσεις και χρήματα και να μην πληρώνουν φόρους. Αρνούνται κάθε διαπραγμάτευση μαζί του και
Ο λαός τον αγαπούσε με πάθος και αφοσίωση, η άρχουσα τάξη όμως τον μισούσε επίσης με πάθος. Επικεφαλής της αντιπολίτευσης οι μεγαλοκαραβοκύρηδες της Ύδρας και οι κοτζαμπάσηδες της Μάνης που επιθυμούσαν την συνέχιση της επιρροής που ασκούσαν και τον έλεγχο των επαρχιών που είχαν στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας.
Απόπειρες ανατροπής του, καθώς και προσπάθειες να ξεσηκώσουν τον Στρατό απέτυχαν. Η δολοφονία του Κυβερνήτη άρχισε να συζητείται ως λύση. Ο ίδιος είχε πει: «Εάν οι Μαυρομιχαλαίοι θέλουν να με δολοφονήσουν ας με δολοφονήσουν. Τόσο το χειρότερο δι’ αυτούς. Θα έλθει κάποτε η ημέρα κατά την οποία οι Έλληνες θα εννοήσουν την σημασία της θυσίας μου».
Σε επιστολή του προς τον Εδουάρδο Λο, στις 14 Σεπτεμβρίου 1831, δεκατρείς ημέρες πριν τη δολοφονία του, έγραφε:
«Ούτε ο φοβος των μηχανοραφιών ούτε αι μακραί συκοφαντικαί στήλαι μερικών εφημερίδων, δεν θέλουν με παρεκλίνει ποτέ της πορείας την οποία εχάραξα εις την ζωήν μου. Ας λέγουν και γράφουν ό,τι θέλουν. Θα έλθει όμως κάποτε καιρός, ότε οι άνθρωποι κρίνονται όχι σύμφωνα με όσα είπον ή έγραψαν περί των πράξεών των, αλλά κατ’ αυτήν την μαρτυρίαν των πράξεών των. Υπ’ αυτής της πίστεως, ως αξιώματος, δυναμούμενος έζησα μέσα εις τον κόσμον, με θεμέλιον αυτάς τας πνευματικάς αρχάς μέχρι τώρα, οπότε ευρίσκομαι εις την δύσιν της ζωή μου, και υπήρξα πάντοτε ευχαριστημένος διά τούτο. Μου είναι αδύνατον πλέον να αλλάξω τώρα. Θα συνεχίσω εκπληρών πάντοτε το χρέος μου, ουδόλως φροντίζων περί του εαυτού μου, και ας γίνει ό,τι γίνει…»
Ίσως δεν είναι ευρέως γνωστό ότι, στον Καποδίστρια οφείλεται η συγκρότηση και οργάνωση του σύγχρονου κράτους της Ελβετίας. Συγκεκριμένως, το 1813, υπηρετώντας ως διπλωμάτης στη Μόσχα, διορίστηκε από τον Τσάρο εκπρόσωπος της Ρωσίας στην Ελβετία, με σκοπό να συνεισφέρει στην απαλλαγή της από την επιρροή του Ναπολέοντα.
Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ενότητα, την ανεξαρτησία και την ουδετερότητα της Ελβετίας και συνεισέφερε στο ελβετικό σύνταγμα, που προέβλεπε αυτόνομα κρατίδια (καντόνια) ως μέλη της ελβετικής ομοσπονδίας, με προσωπικά του προσχέδια.
Συμμετείχε στο Συνέδριο της Βιέννης ως μέλος της ρωσικής αντιπροσωπίας και αργότερα εκπρόσωπος της Ρωσίας στη Συνδιάσκεψη των Παρισίων το 1815, όπου πέτυχε την εξουδετέρωση της αυστριακής επιρροής, την ακεραιότητα της Γαλλίας υπό Βουρβόνο μονάρχη καθώς και τη διεθνή ουδετερότητα της Ελβετίας.
Με την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, ενώ ήταν Υπουργός Εξωτερικών του Τσάρου, υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το αξίωμά του το 1822 για να εγκατασταθεί στη Γενεύη της Ελβετίας, όπου έχαιρε υπόληψης για την προσφορά του. Εκεί παρέμεινε μέχρι το 1928 που ανέλαβε Κυβερνήτης του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους. (Οι Ελβετοί τιμούν τον Καποδίστρια)
Σχόλια