Το νησί που αν πατήσεις το πόδι σου θα χάσεις αμέσως τη ζωή σου
Μερικά χρόνια αργότερα, τον Ιανουάριο του 1880, ένας κυβερνήτης της Εταιρίας Ανατολικών Ινδιών, κάποιος Μορίς Πόρτμαν, αποβιβάστηκε με το πλήρωμά του στις ακτές του Βόρειου Σέντινελ για να αναπτύξει επαφές με τους ντόπιους. Η αποστολή βρήκε ένα δίκτυο περασμάτων στη ζούγκλα και μια χούφτα από εγκαταλειμμένα χωριά. Λίγες μέρες αργότερα, έπιασαν έξι Σεντινελέζους, ένα ζευγάρι ηλικιωμένων και τέσσερα παιδιά, και τα απήγαγαν, κατά τη συνήθη τακτική τους αναφορικά με τις «πρωτόγονες» φυλές: άρπαζαν μερικά μέλη, τους φέρονταν καλά και τους έδιναν δώρα, πριν τους επιστρέψουν στη φυλή ελπίζοντας να συσφίξουν τις σχέσεις τους.
Τους πήγαν λοιπόν στο γειτονικό Πορτ Μπλερ, όπου όπως γράφει ο αποικιοκρατικός διοικητής «αρρώστησαν αμέσως και ο γέρος και η γυναίκα του πέθαναν, οπότε τα τέσσερα παιδιά επέστρεψαν στο σπίτι τους με ποσότητες δώρων». Ο Πόρτμαν γύρισε στο μυστηριώδες νησί τον Αύγουστο του 1883, όπως έκανε και το 1885 και το 1887, αν και δεν είδε άλλους γηγενείς, μιας και εκείνοι αποσύρονταν κάθε φορά στα ενδότερα.
Οι Βρετανοί σταμάτησαν λοιπόν να προσπαθούν και έστρεψαν την προσοχή τους στις σαφώς πιο φιλικές φυλές των άλλων Άνταμαν. Τη σκυτάλη πήραν αργότερα οι Ινδοί, στέλνοντας εξερευνητικές αποστολές με ρητές εντολές για δημιουργία σχέσεων με τους αυτόχθονες, χωρίς επιτυχία όμως.
Από το 1967 μάλιστα και μετά, η ινδική κυβέρνηση έστελνε σχεδόν κάθε χρόνο ένα πλοίο με δώρα και ελπίδες, αλλά και ισχυρή ένοπλη συνοδεία, αν και κάθε φορά το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο: οι ντόπιοι αποσύρονταν γοργά στην ενδοχώρα και καμία πραγματική επαφή δεν έλαβε ποτέ χώρα.
Το Ινδικό Ναυτικό το προσπάθησε πάντως πολύ, με δεκάδες αποστολές που αγκυροβολούσαν στα ανοιχτά και άφηναν δώρα και προμήθειες για τους αυτόχθονες. Σύμφωνα με τις περιγραφές τους, καλοδέχονταν τα καλούδια, διατηρώντας πάντως την ίδια εχθρική διάθεση. Η πιο αποτυχημένη αποστολή στο νησί έγινε στις αρχές του 1974, όταν ένα συνεργείο του National Geographic, με ισχυρή αστυνομική προστασία, θέλησε να αποβιβαστεί στις ακτές για να τραβήξει μερικά πλάνα και, γιατί όχι, να τα πουν και λίγο με τους ντόπιους.
Το σκάφος το υποδέχτηκαν οι αυτόχθονες με καταιγισμό από βέλη, αναγκάζοντας τους ανθρωπολόγους να φύγουν άρον-άρον, όχι βέβαια προτού αφήσουν σε άλλη πλευρά του νησιού τα δώρα που είχαν φέρει για τους Σεντινελέζους: ένα πλαστικό αυτοκινητάκι, μερικές καρύδες, ένα ζωντανό γουρούνι, μια κούκλα και μια κατσαρόλα.
Το συνεργείο περίμενε στα ανοιχτά για να δει τι θα γίνει. Οι γηγενείς βγήκαν ξαφνικά από τη ζούγκλα και στη νέα ομοβροντία από βέλη τραυματίστηκε στον μηρό ο διευθυντής της αποστολής. Οι ντόπιοι γελούσαν με καμάρι την ώρα που κάποιοι άλλοι έσφαξαν και έθαψαν το γουρούνι και την κούκλα. Πήραν πάντως μαζί τους τις καρύδες και την κατσαρόλα.
Το 1975, ο βασιλιάς Λεοπόλδος Γ’ του Βελγίου αγκυροβόλησε στα ανοιχτά του Βόρειου Σέντινελ, στο πλαίσιο της κρουαζιέρας του στα Άνταμαν, τον συμβούλευσαν ωστόσο να μην πατήσει πόδι στις ακτές.
Έκτοτε, τόσο το 1977 όσο και το 1981, δύο εμπορικά πλοία ναυάγησαν στις ακτές του και οι διασωστικές αποστολές βρήκαν μερικές μέρες αργότερα μόνο τα γυμνά σκαριά τους. Λίγο αργότερα, ένα τρίτο πλοίο εξόκειλε λίγο έξω από τις ακτές και ο καπετάνιος ειδοποίησε μέσω ασυρμάτου για επείγουσα παροχή όπλων, μιας και έβλεπε στις ακτές τους Σεντινελέζους να φτιάχνουν σχεδίες με σκοπό να επιτεθούν!
Η καταιγίδα δεν επέτρεψε την παροχή συνδρομής, την ίδια ώρα ωστόσο η θαλασσοταραχή εμπόδισε και τους ντόπιους να τους προσεγγίσουν. Το πλήρωμα σώθηκε μια βδομάδα αργότερα από ελικόπτερο μιας ινδικής πετρελαϊκής.
Το 1980, μια ομάδα ανθρωπολόγων πήραν μερικούς κατοίκους από τα γειτονικά νησιά και αποβιβάστηκαν, πάντα με ένοπλη συνοδεία, στο Βόρειο Σέντινελ μπας και αναγνωρίσουν οι γείτονες καμιά λέξη της γλώσσας των Σεντινελέζων. Στις σύντομες και ιδιαιτέρως εχθρικές ανταλλαγές, κανείς δεν κατάλαβε έστω και μία λέξη από την ντοπιολαλιά του Βόρειου Σέντινελ.
Ένας ινδός ανθρωπολόγος πάντως, διευθυντής του Ανθρωπολογικού Ινστιτούτου της Ινδίας, είπε πως αυτός και οι συνεργάτες του έκαναν μια ειρηνική επαφή με τους Σεντινελέζους τον Ιανουάριο του 1991, αν και αυτή θα ήταν μια από τις τελευταίες απόπειρες της Ινδίας να μάθει τα ήθη και τα έθιμά τους. Κάθε επαφή Ινδών και Σεντινελέζων σταμάτησε επισήμως το 1997, καθώς μέχρι τότε οι απόπειρες είχαν κριθεί ολότελα αποτυχημένες.
Όπως μας λένε πάντως οι ινδικές αναφορές, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 οι ντόπιοι επέτρεπαν στις αποστολές να προσεγγίσουν στις ακτές και κάποιες φορές τους χαιρετούσαν κιόλας άοπλοι. Λίγα λεπτά μετά ωστόσο, όσο το σκάφος έκανε να πλησιάσει κι άλλο, οι γηγενείς τους προειδοποιούσαν με χειρονομίες και βέλη που εκτόξευαν στις βάρκες, χωρίς αιχμές όμως.
Οι Σεντινελέζοι επιβίωσαν από το καταστροφικό τσουνάμι του Ινδικού Ωκεανού το 2004, το οποίο έπληξε το νησί τους και το ανασήκωσε μάλιστα αρκετά μέτρα. Τρεις μέρες μετά τον σεισμό, ένα διασωστικό ινδικό ελικόπτερο πέταξε στο νησί για να επιθεωρήσει την κατάσταση, το υποδέχτηκαν όμως οι Σεντινελέζοι με βέλη και πέτρες.
Τελευταία τραγική επαφή, τον Ιανουάριο του 2006, όταν δύο ψαράδες παρασύρθηκαν από τα ορμητικά νερά και βγήκαν στις ακτές του Βόρειου Σέντινελ, όπου κατακρεουργήθηκαν κυριολεκτικά από τους γηγενείς. Το ελικόπτερο της Ινδικής Ακτοφυλακής που πήγε να περισυλλέξει τις σορούς δεν κατάφερε να προσγειωθεί, καθώς το υποδέχτηκαν ξανά με τα φαρμακερά τους βέλη.
Πώς ζουν
Σχετικά κοντόσωμοι, με σκούρο δέρμα και αφρικανικά χαρακτηριστικά, οι Σεντινελέζοι μοιάζουν με τους άλλους πληθυσμούς των Άνταμαν, αν και ο πολιτισμός τους παραμένει εντελώς άγνωστος. Οι ανθρωπολόγοι θεωρούν πως είναι κοινωνίες τροφοσυλλεκτών, κυνηγών και ψαράδων και δεν έχουν εξελιχθεί σε επίπεδο υλικού πολιτισμού από τη Λίθινη Εποχή.
Ούτε αποδείξεις για καλλιέργειες έχουμε ούτε και για δικά τους μεταλλικά αντικείμενα. Χρησιμοποιούν πάντως με εφευρετικό τρόπο τα πράγματα που ξεβράζονται στις ακτές τους ή αρπάζουν από ναυάγια, ενσωματώνοντας συνήθως τον σίδηρο στην καθημερινότητά τους και βελτιώνοντας τα όπλα τους, το δόρυ και το τόξο. Τα βέλη τους είναι μάλιστα τριών τύπων, ένα για ψάρεμα, ένα για κυνήγι και ένα για πόλεμο.
Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των Ινδών, ο αριθμός τους αποτελεί ζητούμενο. Οι επίσημες καταγραφές κάνουν λόγο από 50-400 νοματαίους, καθώς όλες οι απόπειρες απογραφής τους γίνονται αναγκαστικά από πολύ μακριά. Στην απογραφή του 2011, για παράδειγμα, μέτρησαν 15 ανθρώπους που κατέβηκαν ως την ακροθαλασσιά!
Παρά το γεγονός ότι είναι τυπικά ινδικό έδαφος, οι Σεντινελέζοι ζουν ελεύθεροι και ωραίοι με τον τρόπο που έχουν επιλέξει. Όπως λέει εξάλλου το ινδικό κράτος, λειτουργούν ανεξάρτητα και αυτόνομα, καθώς έχουν αναγκάσει ακόμα και τους «κηδεμόνες» τους να περιπολούν στα ανοιχτά του Βόρειου Σέντινελ για να αποτρέψουν κάθε επικοινωνία ξένου με δαύτους…
Μερικά χρόνια αργότερα, τον Ιανουάριο του 1880, ένας κυβερνήτης της Εταιρίας Ανατολικών Ινδιών, κάποιος Μορίς Πόρτμαν, αποβιβάστηκε με το πλήρωμά του στις ακτές του Βόρειου Σέντινελ για να αναπτύξει επαφές με τους ντόπιους. Η αποστολή βρήκε ένα δίκτυο περασμάτων στη ζούγκλα και μια χούφτα από εγκαταλειμμένα χωριά. Λίγες μέρες αργότερα, έπιασαν έξι Σεντινελέζους, ένα ζευγάρι ηλικιωμένων και τέσσερα παιδιά, και τα απήγαγαν, κατά τη συνήθη τακτική τους αναφορικά με τις «πρωτόγονες» φυλές: άρπαζαν μερικά μέλη, τους φέρονταν καλά και τους έδιναν δώρα, πριν τους επιστρέψουν στη φυλή ελπίζοντας να συσφίξουν τις σχέσεις τους.
Τους πήγαν λοιπόν στο γειτονικό Πορτ Μπλερ, όπου όπως γράφει ο αποικιοκρατικός διοικητής «αρρώστησαν αμέσως και ο γέρος και η γυναίκα του πέθαναν, οπότε τα τέσσερα παιδιά επέστρεψαν στο σπίτι τους με ποσότητες δώρων». Ο Πόρτμαν γύρισε στο μυστηριώδες νησί τον Αύγουστο του 1883, όπως έκανε και το 1885 και το 1887, αν και δεν είδε άλλους γηγενείς, μιας και εκείνοι αποσύρονταν κάθε φορά στα ενδότερα.
Οι Βρετανοί σταμάτησαν λοιπόν να προσπαθούν και έστρεψαν την προσοχή τους στις σαφώς πιο φιλικές φυλές των άλλων Άνταμαν. Τη σκυτάλη πήραν αργότερα οι Ινδοί, στέλνοντας εξερευνητικές αποστολές με ρητές εντολές για δημιουργία σχέσεων με τους αυτόχθονες, χωρίς επιτυχία όμως.
Από το 1967 μάλιστα και μετά, η ινδική κυβέρνηση έστελνε σχεδόν κάθε χρόνο ένα πλοίο με δώρα και ελπίδες, αλλά και ισχυρή ένοπλη συνοδεία, αν και κάθε φορά το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο: οι ντόπιοι αποσύρονταν γοργά στην ενδοχώρα και καμία πραγματική επαφή δεν έλαβε ποτέ χώρα.
Το Ινδικό Ναυτικό το προσπάθησε πάντως πολύ, με δεκάδες αποστολές που αγκυροβολούσαν στα ανοιχτά και άφηναν δώρα και προμήθειες για τους αυτόχθονες. Σύμφωνα με τις περιγραφές τους, καλοδέχονταν τα καλούδια, διατηρώντας πάντως την ίδια εχθρική διάθεση. Η πιο αποτυχημένη αποστολή στο νησί έγινε στις αρχές του 1974, όταν ένα συνεργείο του National Geographic, με ισχυρή αστυνομική προστασία, θέλησε να αποβιβαστεί στις ακτές για να τραβήξει μερικά πλάνα και, γιατί όχι, να τα πουν και λίγο με τους ντόπιους.
Το σκάφος το υποδέχτηκαν οι αυτόχθονες με καταιγισμό από βέλη, αναγκάζοντας τους ανθρωπολόγους να φύγουν άρον-άρον, όχι βέβαια προτού αφήσουν σε άλλη πλευρά του νησιού τα δώρα που είχαν φέρει για τους Σεντινελέζους: ένα πλαστικό αυτοκινητάκι, μερικές καρύδες, ένα ζωντανό γουρούνι, μια κούκλα και μια κατσαρόλα.
Το συνεργείο περίμενε στα ανοιχτά για να δει τι θα γίνει. Οι γηγενείς βγήκαν ξαφνικά από τη ζούγκλα και στη νέα ομοβροντία από βέλη τραυματίστηκε στον μηρό ο διευθυντής της αποστολής. Οι ντόπιοι γελούσαν με καμάρι την ώρα που κάποιοι άλλοι έσφαξαν και έθαψαν το γουρούνι και την κούκλα. Πήραν πάντως μαζί τους τις καρύδες και την κατσαρόλα.
Το 1975, ο βασιλιάς Λεοπόλδος Γ’ του Βελγίου αγκυροβόλησε στα ανοιχτά του Βόρειου Σέντινελ, στο πλαίσιο της κρουαζιέρας του στα Άνταμαν, τον συμβούλευσαν ωστόσο να μην πατήσει πόδι στις ακτές.
Έκτοτε, τόσο το 1977 όσο και το 1981, δύο εμπορικά πλοία ναυάγησαν στις ακτές του και οι διασωστικές αποστολές βρήκαν μερικές μέρες αργότερα μόνο τα γυμνά σκαριά τους. Λίγο αργότερα, ένα τρίτο πλοίο εξόκειλε λίγο έξω από τις ακτές και ο καπετάνιος ειδοποίησε μέσω ασυρμάτου για επείγουσα παροχή όπλων, μιας και έβλεπε στις ακτές τους Σεντινελέζους να φτιάχνουν σχεδίες με σκοπό να επιτεθούν!
Η καταιγίδα δεν επέτρεψε την παροχή συνδρομής, την ίδια ώρα ωστόσο η θαλασσοταραχή εμπόδισε και τους ντόπιους να τους προσεγγίσουν. Το πλήρωμα σώθηκε μια βδομάδα αργότερα από ελικόπτερο μιας ινδικής πετρελαϊκής.
Το 1980, μια ομάδα ανθρωπολόγων πήραν μερικούς κατοίκους από τα γειτονικά νησιά και αποβιβάστηκαν, πάντα με ένοπλη συνοδεία, στο Βόρειο Σέντινελ μπας και αναγνωρίσουν οι γείτονες καμιά λέξη της γλώσσας των Σεντινελέζων. Στις σύντομες και ιδιαιτέρως εχθρικές ανταλλαγές, κανείς δεν κατάλαβε έστω και μία λέξη από την ντοπιολαλιά του Βόρειου Σέντινελ.
Ένας ινδός ανθρωπολόγος πάντως, διευθυντής του Ανθρωπολογικού Ινστιτούτου της Ινδίας, είπε πως αυτός και οι συνεργάτες του έκαναν μια ειρηνική επαφή με τους Σεντινελέζους τον Ιανουάριο του 1991, αν και αυτή θα ήταν μια από τις τελευταίες απόπειρες της Ινδίας να μάθει τα ήθη και τα έθιμά τους. Κάθε επαφή Ινδών και Σεντινελέζων σταμάτησε επισήμως το 1997, καθώς μέχρι τότε οι απόπειρες είχαν κριθεί ολότελα αποτυχημένες.
Όπως μας λένε πάντως οι ινδικές αναφορές, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 οι ντόπιοι επέτρεπαν στις αποστολές να προσεγγίσουν στις ακτές και κάποιες φορές τους χαιρετούσαν κιόλας άοπλοι. Λίγα λεπτά μετά ωστόσο, όσο το σκάφος έκανε να πλησιάσει κι άλλο, οι γηγενείς τους προειδοποιούσαν με χειρονομίες και βέλη που εκτόξευαν στις βάρκες, χωρίς αιχμές όμως.
Οι Σεντινελέζοι επιβίωσαν από το καταστροφικό τσουνάμι του Ινδικού Ωκεανού το 2004, το οποίο έπληξε το νησί τους και το ανασήκωσε μάλιστα αρκετά μέτρα. Τρεις μέρες μετά τον σεισμό, ένα διασωστικό ινδικό ελικόπτερο πέταξε στο νησί για να επιθεωρήσει την κατάσταση, το υποδέχτηκαν όμως οι Σεντινελέζοι με βέλη και πέτρες.
Τελευταία τραγική επαφή, τον Ιανουάριο του 2006, όταν δύο ψαράδες παρασύρθηκαν από τα ορμητικά νερά και βγήκαν στις ακτές του Βόρειου Σέντινελ, όπου κατακρεουργήθηκαν κυριολεκτικά από τους γηγενείς. Το ελικόπτερο της Ινδικής Ακτοφυλακής που πήγε να περισυλλέξει τις σορούς δεν κατάφερε να προσγειωθεί, καθώς το υποδέχτηκαν ξανά με τα φαρμακερά τους βέλη.
Πώς ζουν
Σχετικά κοντόσωμοι, με σκούρο δέρμα και αφρικανικά χαρακτηριστικά, οι Σεντινελέζοι μοιάζουν με τους άλλους πληθυσμούς των Άνταμαν, αν και ο πολιτισμός τους παραμένει εντελώς άγνωστος. Οι ανθρωπολόγοι θεωρούν πως είναι κοινωνίες τροφοσυλλεκτών, κυνηγών και ψαράδων και δεν έχουν εξελιχθεί σε επίπεδο υλικού πολιτισμού από τη Λίθινη Εποχή.
Ούτε αποδείξεις για καλλιέργειες έχουμε ούτε και για δικά τους μεταλλικά αντικείμενα. Χρησιμοποιούν πάντως με εφευρετικό τρόπο τα πράγματα που ξεβράζονται στις ακτές τους ή αρπάζουν από ναυάγια, ενσωματώνοντας συνήθως τον σίδηρο στην καθημερινότητά τους και βελτιώνοντας τα όπλα τους, το δόρυ και το τόξο. Τα βέλη τους είναι μάλιστα τριών τύπων, ένα για ψάρεμα, ένα για κυνήγι και ένα για πόλεμο.
Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των Ινδών, ο αριθμός τους αποτελεί ζητούμενο. Οι επίσημες καταγραφές κάνουν λόγο από 50-400 νοματαίους, καθώς όλες οι απόπειρες απογραφής τους γίνονται αναγκαστικά από πολύ μακριά. Στην απογραφή του 2011, για παράδειγμα, μέτρησαν 15 ανθρώπους που κατέβηκαν ως την ακροθαλασσιά!
Παρά το γεγονός ότι είναι τυπικά ινδικό έδαφος, οι Σεντινελέζοι ζουν ελεύθεροι και ωραίοι με τον τρόπο που έχουν επιλέξει. Όπως λέει εξάλλου το ινδικό κράτος, λειτουργούν ανεξάρτητα και αυτόνομα, καθώς έχουν αναγκάσει ακόμα και τους «κηδεμόνες» τους να περιπολούν στα ανοιχτά του Βόρειου Σέντινελ για να αποτρέψουν κάθε επικοινωνία ξένου με δαύτους…
http://www.newsbeast.gr
Σχόλια