Ο ευρωπαϊκός εκνευρισμός θα φτιάξει μια Αργεντινή στο Αιγαίo
Αν μη τι άλλο, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε στους Ευρωπαίους ότι πέτυχαν διάνα στον ιστορικό συγχρονισμό... Ήταν τον Ιούνιο του 2001, όταν η Αργεντινή, παλεύοντας με το βάρος του δημόσιου χρέους της, αποφάσισε να διπλασιάσει ένα ήδη χαμένο στοίχημα, με τη προώθηση μιας ανταλλαγής ομολόγων τεραστίων διαστάσεων, προκειμένου να μεταθέσει τις πληρωμές εξυπηρετήσης του χρέους της κάπου στο μέλλον. Έξι μήνες αργότερα, η χώρα κατέληξε στη μεγαλύτερη κρατική χρεοκοπία της ιστορίας.
Τον Ιούνιο του 2011, ακριβώς 10 χρόνια αργότερα, η Ελλάδα απειλείται με ένα νέο ιστορικό ρεκόρ κρατικής χρεοκοπίας. Παρουσιάστηκε ένα σχέδιο, με την υπογραφή του Παρισιού, που θέλει να αγοράσει χρόνο πείθοντας τους κατόχους των ελληνικών ομολόγων να μετακυλίσουν τους τίτλους τους.
Μένει να δούμε τη βιωσιμότητα του σχεδίου και τις τελικές του λεπτομέρειες.
Αλλά το σίγουρο είναι ότι η αντιμετώπιση μιας κρίσης φερεγγυότητας με μια σειρά από βραχυπρόθεσμες λύσεις ρευστότητας ούτε το πρόβλημα λύνει, ούτε εμπνέει εμπιστοσύνη σε εκείνους που το διαχειρίζονται. Μένει να δούμε τη βιωσιμότητα του σχεδίου και τις τελικές του λεπτομέρειες.
Ακόμη και χωρίς να συγκρίνουμε τα στοιχεία της κρίσης, οι αναλογίες ανάμεσα στην Ελλάδα και την Αργεντινή είναι χτυπητές. Μια στενή πολιτική ελίτ που νοιάζεται μόνο για την αυτοδυνάμωσή της; Ναι. Χρόνια διαφθορά που διαβρώνει την ανάπτυξη; Σαφώς. Αποχαλίνωση των δημόσιων οικονομικών; Οπωσδήποτε. Κουλτούρα φοροδιαφυγής; Ειδικότης μας...
Βεβαίως δεν είναι υποχρεωτικό το ότι οι χώρες είναι δέσμιες του παρελθόντος τους. Ένα χρόνο μετά το χαοτικό χρεοστάσιο της Αργεντινής, η κεντροαριστερή κυβέρνηση της Βραζιλίας, μιας χώρας με τη δική της οδυνηρή ιστορία αστάθειας, αντιμετώπισε τον πανικό των επενδυτών με ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής ορθοδοξίας με τη στήριξη του Διεθνούς Νομισματικου Ταμείου. Αλλά από αρκετές απόψεις, αυτοί που διαχειρίζονται την ελληνική κρίση επαναλαμβάνουν την κρίση της Αργεντινής. Καταρχήν υπάρχουν ισχυρότατες αμφιβολίες για την πραγματική βούληση τους να προχωρήσουν σε δυσάρεστες ενέργειες. Δεύτερον, η αποστολή ‘Διάσωση της Ευρωζώνης’ όχι μόνο αποφεύγει κάθε ουσιαστική αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους αλλά ακόμη και την διεξαγωγή μιας ουσιαστικής συζήτησης γι’ αυτήν.
Εν τω μεταξύ ενισχύονται τα αισθήματα διάψευσης στο ΔΝΤ, τόσο μεταξύ του προσωπικού όσο και μεταξύ των μελών του Εκτελεστικού Συβουλίου, σχετικά με την πολιτική βούληση της ελληνικής κυβέρνησης. Καθώς εκτροχιάζονταν το πρόγραμμα ΕΕ και ΔΝΤ, μεγάλωνε η απόσταση ανάμεσα στους όρους που αναγράφονται στα χαρτιά που υπέγραψαν οι τεχνοκράτες και σε όσα συμβαίνουν πάνω στο ελληνικό έδαφος. Η εφαρμογή ενός προγράμματος λιτότητας δεν απαιτεί μόνο ικανότητα να περνάς νομοσχέδια στο Κοινοβούλια χάρη σε μια εκβιασμένη πλειοψηφία αλλά και το διοικητικό και πολιτικό σθένος να δίνεις χιλιάδες καθημερινές μάχες με τους απείθαρχους φορολογούμενους, τους αμετανόητα σπάταλους υπουργούς και τους εξοργισμένους υπαλλήλους του δημόσιου τομέα.
Οι άνθρωποι του ΔΝΤ έχουν μια ιδιαίτερη προτίμηση να διαπραγματεύονται με ανθρώπους που τους μοιάζουν και βρήκαν έναν τέτοιον στο πρόσωπο του Γιώργου Παπακωνσταντίνου, έως πρότινος Υπουργού Οικονομικών της Ελλάδας. Ο . Παπακωνσταντίνου, τεχνοκράτης με διδακτορικό στα οικονομικά, ήταν κάτι αντίστοιχο του Ντομίνγκο Καβάλο, του υπουργού Οικονομικών της Αργεντινής το 2001, ο οποίος είχε σπουδές στο Χάρβαρντ.
Ο κ. Καβάλο δοκίμασε πολλούς τρόπους για να επιβάλλει στη χώρα του μέτρα που θα την έβγαζαν από το στενό κουστούμι του χρέους, αλλά δεν διέθετε την αναγκαία πολιτική επιρροή που θα του επέτρεπε να θέσει υπό έλεγχο τις δημόσιες δαπάνες, ιδίως στις επαρχίες. Ο κ. Παπακωνσταντίνου είχε ανάλογα προβλήματα και δεν μπορούσε να υπερκεράσει τις παγιωμένες αντιδράσεις μέσα στο κυβερνών κόμμα. Μετά την κατάρρευση της δημόσιας εμπιστοσύνης στο πρόσωπό του, ο πρωθυπουργός τον απάλλαξε από τα καθήκοντά του και τον αντικατέστησε με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, ένα βετεράνο πολιτικό με νομική και όχι οικονομική παιδεία.
Η άλλη ανησυχητική αναλογία με την Αργεντινή έγκειται στην προσφυγή σε βραχυπρόθεσμες λύσεις ρευστότητας αντί για μακροπρόθεσμες λύσεις φερεγγυότητας. Η συμφωνία ανταλλαγής ομολόγων του Ιουνίου του 2001 είχε ανακουφίσει τις άμεσες πιέσεις αποπληρωμής των επενδυτών μέσω της επιμήκυνσης της διάρκειας των τίτλων τους, αλλά με το κόστος της περαιτέρω γιγάντωσης του βάρους του χρέους.
Τον Αύγουστο του 2001 κι ενώ η κατάσταση επιδεινώνονταν περαιτέρω, το ΔΝΤ έσωσε πρόσκαιρα το παιχνίδι για άλλη μια φορά προσθέτοντας στα υπάρχοντα πακέτα δανεισμού άλλο ένα νέο δάνειο 8 δις δολαρίων – και το 2001 τα 8 δις δολάρια ήραν πραγματικό χρήμα. Κατά έναν εντελώς παράλογο τρόπο, το αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών επέμενε από αυτό το κονδύλι να τεθούν κατά μέρος τα 3 δις δολάρια προκειμένου να χρηματοδοτήσουν μια εθελοντική αναδιάρθρωση. Από τη στιγμή που το βάρος του χρέους είχε ήδη ξεπεράσει τα 100 δις δολάρια, αυτή η παθητική κίνηση ανέδειξε ακόμη περισσότερο την απελπισία της όλης κατάστασης.
Οι αρχές της Ευρωζώνης μπορεί να έχουν κατά νου την περισσότερο ευτυχή κατάληξη της αναδιάρθρωσης χρέους της γειτόνισσας της Αργεντινής Ουρουγουάης, που έγινε το 2003. Έχοντας ‘μολυνθεί’ από την αναταραχή που προκάλεσε η χρεοκοπία της Αργεντινής, η κυβέρνηση της Ουρουγουάης έπεισε τους κατόχους των ομολόγων της να αποδεχτούν μια μέτρια διαγραφή με τη μείωση της καθαρής ονομαστικής αξίας να μην ξεπερνά το 20% και κατάφερε να οδηγήσει τη χώρα στην έξοδο από την κρίση.
Αλλά η Ουρουγουάη είχε πολύ πιο υγιή δημόσια οικονομικά από την Αργεντινή και το πρόβλημά της ήταν πράγματι έλλειψη ρευστότητα. Έτσι ένα σχετικά μικρό ‘κούρεμα’ επί της αξίας των ομολόγων της στάθηκε αρκετό για να ανακουφίσει την πίεση της πτώχευσης. Αντιθέτως η Ελλάδα έχει πολύ υψηλότερο χρέος και για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του το ‘κούρεμα’ που απαιτείται εκτιμάται ότι θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 50%. Συν ότι η διαχείριση του ελληνικού χρέους χρειάζεται πολύ προσεκτικές κινήσεις προκειμένου να μην ενεργοποιηθούν οι πληρωμές των CDS – συμβόλαια ασφάλισης έναντι κινδύνου πτώχευσης – κι αυτό επιτρέπει ελάχιστα περιθώρια χειρισμών.
Με άλλα λόγια, όποια αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους κι αν γίνει τώρα είναι βέβαιο ότι θα πρέπει να την ακολουθήσει κάποια άλλη αργότερα. Αυτό δεν θα ήταν τόσο κακό αν οι επενδυτές πείθονταν ότι οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχουν κάποιο ξεκάθαρο σχέδιο για τη χρηματοδότηση της Ελλάδας καθώς και για το πώς και πότε θα αναλάβουν το δικό τους μερίδιο των ζημιών που θα προκύψουν από την αναδιάρθρωση. Αλλά όλα αυτά τα μπρος-πίσω σε σχέση με τα διάφορα σχέδια δεν είναι καλό σημάδι. Από την έναρξη της κρίσης η ανταπόκριση της Ευρωζώνης στους κινδύνους χαρακτηρίζονταν από αναποφασιστικότητα, εκνευρισμό, διαμάχες και αναβολές. Ακόμη κι όταν έπαιρναν τις σωστές αποφάσεις τις έπαιρναν 3-6 μήνες πιο μετά από όταν χρειάζονταν προκειμένου να είναι αποτελεσματικές.
Πέρα από τους ακριβείς όρους της συμφωνίας, για να είναι επιτυχημένη η όποια συμφωνία ανταλλαγής των ελληνικών ομολόγων προετοιμάζεται, θα πρέπει να πείσει τους επενδυτές ότι οι ευρωπαϊκές αρχές είναι ενωμένες, ισχυρές και αποφασιστικές. Η επιμονή της Ευρωζώνης να υποκρίνεται ότι το πρόβλημα είναι λιγότερο κακό από ό,τι είναι στην πραγματικότητα και οι σχεδόν ανοιχτές εχθροπραξίες μεταξύ των κυβερνήσεων της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δίνουν ακριβώς την αντίθετη εντύπωση.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δείνει να πιστεύει ότι μπορεί να φτιάξει μια Ουρουγουάη στην Ευρωζώνη. Επί του παρόντος πάντως, διατρέχει τον πολύ σοβαρό κίνδυνο να κατασκευάζει μια Αργεντινή στο Αιγαίο.
Σχόλια