Ο «συναγερμός» στην Ευρώπη στο «και πέντε» για δημιουργία αμυντικής βιομηχανίας και η μεγάλη πρόκληση
Η Ευρώπη τα τελευταία χρόνια και κυρίως μετά την λήξη του «ψυχρού» πολέμου μπήκε σε μια μεγάλη πορεία εφησυχασμού όσον αφορά την άμυνα και την ασφάλεια της περιοχής. Οι εχθροί έγιναν «φίλοι» στην αρχή και στη συνέχεια «εμπορικοί συνεργάτες» και συνέταιροι σε μεγάλα projects με κοινά συμφέροντα ενώ ο κίνδυνος ή η προοπτική μιας πολεμικής σύρραξης αλλά και η ενεργειακή ασφάλεια είχε σχεδόν σβηστεί από τις μνήμες πολλών.
Κάπως έτσι η αμυντική βιομηχανία για την Ευρώπη δεν αποτελούσε πρώτη ούτε καν δεύτερη προτεραιότητα με κάποιες μόνο μεγάλες αμυντικές πολυεθνικές όπως MBDA, Airbus, Leonardo, Fincantieri, Navantia, Indra, Rheinmetall, BAE, Rolls-Royce, Dassault, Naval Group, Thales, Safran, Nexter, Saab να αναπτύσσονται οι οποίες φυσικά από μόνες τους δεν αρκούν για να υπάρχει ένα οικοσύστημα που να μπορεί να ανταποκριθεί σε κρίσιμες στιγμές. Να αναφέρουμε μόνο χαρακτηριστικά ότι η ΕΕ δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στην υπόσχεση που έδωσε στην Ουκρανία για να παραδώσει 1 εκατ. βλήματα πυροβολικού γιατί πολύ απλά δεν έχει τέτοιου μεγέθους παραγωγή.
Ουσιαστικά οι χώρες της Ευρώπης έγιναν αγοραστές κυρίως αμερικανικών οπλικών συστημάτων και με τις άκρως απαραίτητες δαπάνες στους προϋπολογισμούς κάτω και από το 2% που απαιτεί το ΝΑΤΟ με μια από τις λίγες εξαιρέσεις την Ελλάδα. Όλα αυτά σε αντίθεση για παράδειγμα με χώρες όπως το Ισραήλ, η Τουρκία και ακόμα πιο μακριά η Νότια Κορέα που ανέπτυξαν δικά τους αμυντικά οικοσυστήματα. Όταν λοιπόν το 2020 ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ξεστόμισε τη περιβόητη φράση «το ΝΑΤΟ είναι κλινικά νεκρό» μετά από ένα γαλλο-τουρκικο στρατιωτικό περιστατικό στη Μεσόγειο πολλά ειπώθηκαν και γράφτηκαν ότι μπορεί να οδεύουμε ακόμα και στη διάλυση του.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία ήρθε όμως να διαλύσει όλα τα παραπάνω και το κυριότερο να αποκαλύψει με άγριο τρόπο ότι η Ευρώπη θεωρώντας ότι όλα θα λύνονται με τη διπλωματία τα προηγούμενα χρόνια πολύ απλά έφτασε στο σημείο να έχει μια υποτυπώδη αμυντική βιομηχανία η οποία δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε μεγάλες συρράξεις.
Πλέον τρέχει και αγωνίζεται να καλύψει τα τεράστια κενά που αναδείχτηκαν στην άμυνα και στην ασφάλεια, το αν θα τα καταφέρει είναι το μεγάλο ερωτηματικό, καθώς όπως όλα δείχνουν οι γεωπολιτικές συγκρούσεις στην ευρύτερη περιοχή – Ουκρανία, Μέση Ανατολή – δύσκολα θα τελειώσουν σύντομα.
Η διάσπαρτη ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία
Η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία αυτήν την στιγμή είναι ουσιαστικά διάσπαρτη χωρίς κάποια ενιαία στρατηγική και όραμα.
Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι η πρόεδρος της κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν είπε, στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής, ότι η ΕΕ θα χρειαστεί περίπου 500 δις. ευρώ για την άμυνά της τα επόμενα 10 χρόνια και την συζήτηση για τα αμυντικά ομόλογα να έχει φουντώσει αν και πολύ δύσκολα όπως φαίνεται θα καταλήξει καθώς οι διαφορές με το Ταμείο Ανάκαμψης είναι περισσότερες. Είχε προϊδεάσει βέβαια τον περασμένο Ιανουάριο ο Επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς Τιερί Μπρετόν ταράζοντας τα ευρωπαϊκά νερά δηλώνοντας ότι πρέπει να δημιουργηθεί ένα τεράστιο αμυντικό ταμείο στην Ε.Ε. ύψους 100 δισ. ευρώ.
Λίγο διάστημα αργότερα η Κομισιόν παρουσίασε την πρώτη ευρωπαϊκή βιομηχανική στρατηγική στον τομέα της άμυνας, προτείνοντας κοινές αγορές όπλων και ένα πρόγραμμα για την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία (EDIP), ύψους 1,5 δισ. ευρώ ως το 2027 για την επιτάχυνση της ευρωπαϊκής παραγωγής.
Η Κομισιόν πρότεινε ένα πρόγραμμα για την αμυντική βιομηχανία, με κονδύλι που αγγίζει το 1,5 δισ. ευρώ για τα επόμενα δύο χρόνια προσπαθώντας να κάνει έστω μια αρχή. Στόχος να διασφαλιστεί ότι, έως το 2030, τουλάχιστον το 35% της αμυντικής παραγωγής θα είναι αντικείμενο εμπορίου εντός της Ε.Ε. και ότι το 50% των αμυντικών προμηθειών των κρατών-μελών να είναι ευρωπαϊκής προέλευσης και αυτό να αυξηθεί στο 60% έως το 2035.
Με σύνθημα ότι για να αυξηθεί η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανική ετοιμότητα, τα κράτη-μέλη πρέπει να επενδύσουν περισσότερα, καλύτερα, από κοινού και ευρωπαϊκά η Κομισιόν θέλει να δώσει κίνητρα στις ευρωπαϊκές αμυντικές βιομηχανίες να ανταγωνιστούν τις αντίστοιχες αμερικανικές, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν από το 2022, το 75% της αγοράς στρατιωτικών εξοπλισμών δόθηκε σε μη ευρωπαϊκές εταιρείες, εκ των οποίων το 68% ήταν αμερικανικές.
Καθόλου τυχαία μάλιστα η Κομισιόν επικεντρώνεται στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις οι οποίες ουσιαστικά θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη ραχοκοκαλιά της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας.
Το αμυντικό ομόλογο
Στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής όμως δεν βγήκε «λευκός καπνός» για κοινή χρηματοδότηση αμυντικών δαπανών σε επίπεδο ΕΕ, με το Βερολίνο και το Παρίσι να εκφράζουν αντιρρήσεις και με την κοινή πρόταση Μητσοτάκη – Τουσκ για ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα δημιουργίας αντιπυραυλικού – αντιαεροπορικού θόλου να παραμένει στο τραπέζι.
Η έκδοση ενός αμυντικού ομολόγου, μπορεί να έχει τεθεί από κράτη όπως η Ελλάδα και η Πολωνία, όμως δεν θα είναι καθόλου εύκολη και γνώστες των αγορών το γνωρίζουν καλύτερα, καθώς τα ομόλογα απευθύνονται σε fund και επενδυτές που θέλουν να ξέρουν την απόδοση στο μέλλον των προγραμμάτων που θα χρηματοδοτηθούν.
Οι γνώστες ξέρουν ότι πρέπει να δημιουργηθεί πρώτα η λογική των προϊόντων dual use (διττή χρήση) που θα μπορεί να αποδώσει κι να υπάρξει συγκεκριμένο θεσμικό πλαίσιο για την κατακερματισμένη αμυντική βιομηχανία στην Ευρώπη. Κάτι που για παράδειγμα υλοποίησαν το Ισραήλ, η Τουρκία, η Νότια Κορέα δημιουργώντας επιτυχημένα αμυντικά οικοσυστήματα. Την ίδια στιγμή σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας EDA το 2022 οι συνολικές αμυντικές δαπάνες των 27 κρατών μελών αυξήθηκαν και ανήλθαν σε 240 δισ. ευρώ που δεν ξεπερνούν σε ποσοστό αύξησης το 6%.
Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, τις οποίες επικαλέστηκε το Reuters, η επικεφαλής της Κομισιόν είπε ότι από το 1999 έως το 2021 οι δαπάνες αυτές αυξήθηκαν 600% στην Κίνα και 300% στη Ρωσία (όπου αυξήθηκαν περαιτέρω δραστικά μετά την εισβολή στην Ουκρανία), ενώ στην ΕΕ αυξήθηκαν μόνο 20%. Το μέγεθος της διαφοράς τρομάζει και την αναδεικνύει ταυτόχρονα.
Με τους πολέμους λοιπόν να μαίνονται η νέα ηγεσία της Κομισιόν στην οποία θα υπάρχει πλέον όπως όλα δείχνουν και επίτροπος άμυνας θα πρέπει να τρέξει γρήγορα, αποτελεσματικά και σε πολλά επίπεδα παραγωγής και τεχνολογίας πριν να είναι αργά.
Σχόλια