Η Τουρκία σε αδιέξοδο
Του Θεόδωρου Θεοδώρου*
Όταν η Τουρκία αναζητά διέξοδο από τον πολιτικό και διπλωματικό κυκλώνα που έχει εμπλακεί.
Συμφωνούμε όλοι, κυβερνήσεις, πολιτικά κόμματα, αναλυτές και ακαδημαϊκοί, ότι η Τουρκία ακολουθεί μία αδιέξοδη διεθνή πορεία και βρίσκεται πλέον αντιμέτωπη με την πρόκληση των επιλογών της, που θα μπορούσαν να την απομακρύνουν οριστικά από τα δυτικά σχήματα στα οποία αυτοβούλως προσήλθε.
Την τελευταία περίοδο των διεθνών οικονομικών, πολιτικών και υγειονομικών προκλήσεων η Ελλάδα οικοδόμησε αξιοπιστία, διεθνή αξιοπρέπεια και δυνατότητες δημιουργικής εξωτερικής πολιτικής. Το σημαντικότερο επίτευγμα, κυρίως του εσωτερικού πολιτικού μας διαλόγου, εμπεριέχεται στη δυνατότητα ανάλυσης και αξιολόγησης τόσο στο Υπουργείο Εξωτερικών όσο στο Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής, άλλα και στην Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων του Ελληνικού Κοινοβουλίου ακόμη και της διπλωματικής προοπτικής που θα εξασφάλιζε αξιοπρεπή διέξοδο της Τουρκίας από τη δύνη της εξωτερικής πολιτικής στην οποία σταθερά βυθίζεται επειδή θεωρεί ότι κατέχει την απόλυτη δύναμη πρόκλησης και αντιπαράθεσης.
Τώρα που η Άγκυρα κατάφερε να εξοργίσει συμμάχους και εταίρους καθώς επίσης και την πλειοψηφία των μουσουλμανικών κρατών της ευρύτατης περιοχής συνεχίζονται οι διερευνητικές συνομιλίες, τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης όχι μόνο στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, αλλά και της πολιτικής συνεργασίας. Ανακοινώθηκε διαδικασία συνάντησης των Υπουργών Εξωτερικών και προετοιμάζεται προσεκτικά μελλοντική του Έλληνα Πρωθυπουργού με τον Πρόεδρο της Τουρκίας. Ο προκλητικός γείτονας, σύμμαχος ή πιθανός ευρωπαίος εταίρος, οποτεδήποτε ολοκληρωθεί η ενταξιακή διαδικασία, ίσως αντιληφθεί ότι επιλέγει πορεία που τον οδηγεί στη γωνία και την απομόνωση. Η μεθοδική πολιτική της Ελλάδας, με επιλογές που δεν χαρακτηρίζονται από φόβο ή αδυναμία, αλλά αντίθετα από ψύχραιμη και ολοκληρωμένη αξιολόγηση στρατηγικών κινήσεων οδηγεί στη διαπίστωση ότι νέοι προσανατολισμοί της Εξωτερικής μας Πολιτικής όχι μόνο έχουν αποπροσανατολίσει την Τουρκία, αλλά ικανοποιούν σε μεγάλο βαθμό τις επιδιώξεις των διαχρονικών γεωστρατηγικών επιδιώξεων μας. Η Ελλάδα αποτελεί σημείο αναφοράς, πολιτικής και δημοκρατικής σταθερότητας, και αξιόπιστο στρατηγικό συνομιλητή σε μία ιδιαίτερα εύθραυστη περιοχή του κόσμου.
Σημαντικά στοιχεία που συμπληρώνουν διεθνώς την ελληνική εικόνα προέρχονται από την εξωστρέφεια, επιχειρηματικότητα, αλλά και τις επενδυτικές προοπτικές μας. Επιχειρήσεις της Μακεδονίας με εξειδίκευση στις κατασκευές, στις αρδεύσεις, στις μονώσεις, στα διυλιστήρια, στα ναυπηγεία, στις υψηλές κατασκευές, στην τεχνολογία, ψηφιοποίηση και βεβαίως στις υποδομές κατακτούν έδαφος σε δύσκολες αγορές της Δύσης και της Ανατολής. Προσφέρουν το έργο τους σε ευαίσθητους τομείς της διεθνούς οικονομίας πέραν των αγροτικών προϊόντων, των τροφίμων ή του τουρισμού, με εξελιγμένη σύγχρονη τεχνολογία και σημαντικό εξοπλισμό. Ταυτοχρόνως προσφέρεται εργασία σε έλληνες εργαζόμενους που προέρχονται από την Κρήτη μέχρι και τη Θράκη. Το προφίλ αυτής της Ελλάδας, παρά το δυναμισμό του, παραμένει υποβαθμισμένο στη χώρα μας και πολλές φορές εγκλωβισμένο στην ιδεολογική στειρότητα απροσδιόριστων αναγκών μίας ξεπερασμένης πολιτικής ιδεοληψίας. Έλληνες επιχειρηματίες που ολοκληρώνουν εργασίες ναυπήγησης των μεγαλύτερων κρουαζιερόπλοιων στα ναυπηγεία στη Γαλλία, συντηρούν τον Πύργο του Άιφελ και επιλέγονται για πιστοποιημένες εργασίες σε διυλιστήρια, πετρελαιοπηγές και αγωγούς μεταφοράς ενέργειας από χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, το Κουβέιτ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Κατ προφανώς αποτελούν δυναμικό προβολής της χώρας που συμπληρώνει την αξιοπιστία της εξωστρέφειάς μας.
Η Τουρκία, σε μία λογική ακρότατου ανταγωνισμού, αξιολογεί τη συνολική δυναμική πολιτική μας ως προσπάθεια αποκλεισμού και πολιτικής απαξίωσης της, επιβεβαιώνοντας ότι η Αθήνα ασκεί δυναμική διπλωματία. Περιέργως την ίδια πολιτική μας κύκλοι στο εσωτερικό της Ελλάδος την θεωρούν φοβική, αναποφάσιστη, αδύναμη με διάθεση “ξεπουλήματος” όλων των εθνικών δικαιωμάτων μας.
Παρά τις τουρκικές προκλήσεις, ένοπλες και φραστικές, και τις επιφυλάξεις ορισμένων σκεπτικιστών της πολιτικής μας ζωής εξελίσσεται επιτυχώς η στρατηγική που έχουμε επιλέξει για την προώθηση των εθνικών μας στόχων. Οι διερευνητικές συνεχίζονται, τα ΜΟΕ αποτελούν αντικείμενο του πολιτικού υπηρεσιακού διαλόγου σε επίπεδο Γενικού Γραμματέα του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών και του τούρκου μόνιμου Υφυπουργού Εξωτερικών (διπλωμάτης καριέρας και ο δεύτερος) τόσο στο διμερές όσο και στο πολυμερές πλαίσιο ενδιαφερόντων από το οποίο δεν παραλείπεται διερεύνηση και της ευρύτερης Ανατολικής Μεσογείου. Η στρατηγική συνεργασία με ΗΠΑ, Ισραήλ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία, Αίγυπτο, Λιβύη Γαλλία και χώρες της Βαλκανικής προωθείται μεθοδικά και δημιουργικά.
Οι πολιτικές ηγεσίες των χωρών αξιοποιούν το Διεθνές Δίκαιο, παρά τις ακραίες ερμηνείες που εφευρίσκουν, κυρίως όταν οι συνθήκες ωριμάσουν και η διεθνής πίεση καταστεί “ασφυκτική” ώστε να διαφυλαχθεί η πολιτική τους αξιοπιστία, η διπλωματική τους επιρροής και να μειωθεί το πολιτικό κόστος της αλλαγής των πολιτικών τους επιλογών. Τη διέξοδο της αναζητά και η Τουρκία.
Οι κυβερνήσεις κρίνονται από τους λαούς, άλλα και τη διεθνή κοινότητα για τις επιλογές τους. Η Ελλάδα πέτυχε, μέχρι αυτή τη στιγμή, να συμπεριλαμβάνεται στους σημαντικούς στρατηγικούς συνομιλητές των ΗΠΑ, της ΕΕ, των Αράβων, της Κίνας, της Ρωσίας και μεγάλου αριθμού ισλαμικών κρατών. Κανένα πλεονέκτημα στη διεθνή πολιτική δεν εξασφαλίζεται αν δεν φροντίσεις άμεσα να το κεφαλαιοποιήσεις, να το κατοχυρώσεις ως διπλωματικό αποτέλεσμα και να το αναδείξεις ώστε να το υιοθετήσει και να το εγγράψει το διεθνές σύστημα.
Η Άγκυρα, μία ακραίως προκλητική πρωτεύουσα, διεκδικεί εκβιαστικά οτιδήποτε θεωρεί δικαίωμά της. Οι αντιδράσεις της ΕΕ, οι ισχυρότατες διατυπώσεις των ΗΠΑ, οι διαφοροποιήσεις της Ρωσίας ή ακόμη και των μουσουλμανικών κυβερνήσεων επιβεβαιώνουν ότι η διπλωματική δραστηριοποίηση της Ελλάδας αποφέρει σημαντικότατα αποτελέσματα, επειδή δεν αποσκοπεί μονολιθικά στην επιβολή κυρώσεων στην Άγκυρα, αλλά κυρίως στην ανάδειξη και προώθηση της στρατηγικής των κοινών ευρω-ατλαντικών και μεσογειακών επιδιώξεων στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και τα ελληνικά συμφέροντα.
*Ο Δρ. Θεοδώρου Θεόδωρος είναι Πρέσβυς ε.τ, Γενικός Διευθυντής Ερευνητικού Κέντρου ΜΟΧΑ, Καβάλα
“Μακεδονία”
Σχόλια