Πριν από 108 χρόνια, ξέσπασε ο 2ος Βαλκανικός Πόλεμος


Τις νυχτερινές ώρες της 16 προς 17 Ιουνίου 1913, οι Βούλγαροι επιτέθηκαν ύπουλα και απροειδοποίητα κατά των πρώην συμμάχων τους, Ελλήνων και Σέρβων.
Ο πλήρως επιστρατευμένος Ελληνικός Στρατός δεν αιφνιδιάστηκε. Η επίθεση αναμενόταν.
Και πριν περάσουν 24 ώρες, ο ΕΣ πέρασε στην αντεπίθεση, με βάση τα ήδη υπάρχοντα σχέδια.
Πριν από 108 χρόνια, οι Βούλγαροι επιτέθηκαν ύπουλα και απροειδοποίητα κατά των πρώην συμμάχων τους, Ελλήνων και Σέρβων.
Ο πλήρως επιστρατευμένος Ελληνικός Στρατός δεν αιφνιδιάστηκε, ήταν σε πλήρη ετοιμότητα. Και πριν περάσουν 24 ώρες, πέρασε στην αντεπίθεση, με βάση τα ήδη υπάρχοντα σχέδια.

16/17 Ιουνίου 1913
Οι Βουλγαρικές επιθέσεις
Οι Βούλγαροι, έχοντας αποφασίσει να επιτεθούν αιφνιδιαστικά, μετέφεραν μέχρι τα μέσα Ιουνίου του 1913 τον όγκο των δυνάμεων τους απέναντι στα Ελληνικά και Σερβικά στρατεύματα, αφήνοντας ελάχιστες μόνο δυνάμεις στη Θράκη και στα βόρεια σύνορά τους με την Ρουμανία. Παράλληλα, ακολουθούσαν παρελκυστική πολιτική στις συνομιλίες με την Ελλάδα και τη Σερβία, μέχρι να ολοκληρώσουν την αναδιάταξη του Στρατού τους.
Οι Βουλγαρικές δυνάμεις ήταν η 1η και 3η Στρατιά στα βόρεια και δυτικά, κοντά στα τότε σερβοβουλγαρικά σύνορα, η 4η Στρατιά στην περιοχή Ιστίπ - Στρώμνιτσας, απέναντι από τη νότια πτέρυγα των Σέρβων, και η 5η Στρατιά στο Κιουστεντήλ, νοτιοδυτικά της Σόφιας, πάνω από την Τζουμαγιά. Στα νότια, στην γραμμή διαχωρίσεως με τον Ελληνικό Στρατό, από τον Αξιό ως τον Νέστο, είχε αναπτυχθεί η 2η Στρατιά με έδρα τις Σέρρες. Η Στρατιά αυτή, με Διοικητή τον Αντιστράτηγο Ιβανώφ, διέθετε την 3η ΜΠ (μείον Ταξιαρχία) στο Κιλκίς (17 Τάγματα και 13 Πυροβολαρχίες), την 1η Ταξιαρχία της 10ης ΜΠ στην περιοχή Λαχανά (7 Τάγματα και 3 Πυροβολαρχίες), την Ταξιαρχία Σερρών στην περιοχή του Στρυμονικού (8 Τάγματα και 4 Πυροβολαρχίες), την Ταξιαρχία Δράμας στην περιοχή του χωριού Ροδολίβος (8 Τάγματα και 4 Πυροβολαρχίες) και την 11η ΜΠ στην Ελευθερούπολη (12 Τάγματα και 6 Πυροβολαρχίες).
Μαζί με τις υπόλοιπες μονάδες της, η συνολική δύναμη της 2ης Στρατιάς ανερχόταν σε 62 (ενισχυμένα) Τάγματα Πεζικού, 10 Ίλες Ιππικού και 44 Πυροβολαρχίες, συνολικά 108.000 άνδρες με 175 πυροβόλα (σύμφωνα με τη επίσημη Βουλγαρική έκθεση επιχειρήσεων του 1932).
Ήταν δηλαδή ισοδύναμη αριθμητικά με τις 8 Μεραρχίες της Στρατιάς Μακεδονίας (109.000 Αξιωματικοί και Οπλίτες με 170 πυροβόλα).
Μόλις οι Βούλγαροι ολοκλήρωσαν τη συγκέντρωσή τους, αποφάσισαν να επιτεθούν αιφνιδιαστικά, με στόχο να καταλάβουν εδάφη που ανήκαν στην Ελλάδα και τη Σερβία και να δημιουργήσουν τετελεσμένα γεγονότα. Για το σκοπό αυτό, στις 15 Ιουνίου 1913, η Ανώτατη Βουλγαρική Στρατιωτική Διοίκηση διέταξε την 2η και 4η Στρατιά να επιτεθούν κατά των Ελλήνων και Σέρβων αντίστοιχα και να καταλάβουν, το ταχύτερο, όσο το δυνατό περισσότερα εδάφη, πριν επέμβουν οι Μεγάλες Δυνάμεις και εμποδίσουν τις παραπέρα τις πολεμικές ενέργειες. Οι δύο Βουλγαρικές Στρατιές ολοκλήρωσαν τις προετοιμασίες τους ως το επόμενο απόγευμα και στις 18.50 της 16ης Ιουνίου, χωρίς να προηγηθεί κήρυξη πολέμου, επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά σε όλο το μέτωπο.
Η κύρια ενέργεια της 2ης Βουλγαρικής Στρατιάς εκδηλώθηκε στην περιοχή του Παγγαίου όρους. Μετά από σύντομη προπαρασκευή πυροβολικού, φάλαγγες πεζικού πέρασαν τη γραμμή διαχωρίσεως και κινήθηκαν προς τις Ελευθερές και την κοιλάδα της Μουσθένης. Στον τομέα Ελευθερών, ο εκεί Ελληνικός Λόχος προκαλύψεως, αφού επιβράδυνε τον εχθρό, επιβιβάστηκε τελικά σε πλοιάρια την νύχτα 16/17 Ιουνίου και αποβιβάστηκε στη Θάσο. Οι Βούλγαροι, συνεχίζοντας την κίνηση τους, κατέλαβαν το πρωί της 17ης Ιουνίου το λιμάνι των Ελευθερών. Τα υπόλοιπα Ελληνικά τμήματα του Παγγαίου, δυνάμεως δύο Ταγμάτων περίπου, μετά από μάχη επιβράδυνσης πέρασαν το πρωί της 17ης Ιουνίου τον Στρυμόνα και συνενώθηκαν με τμήματα του 20ού ΣΠ της 7ης ΜΠ στα ΒΑ υψώματα των Νέων Κερδυλίων, και αφού απέκρουσαν αλλεπάλληλες Βουλγαρικές επιθέσεις, συμπτύχθηκαν το βράδυ προς το χωριό Βρασνά. Το 21ο ΣΠ της ίδιας Μεραρχίας, που ήταν αναπτυγμένο στην περιοχή Νιγρίτας, λόγω της απειλής που δημιουργήθηκε στο δεξιό του, άρχισε να συμπτύσσεται από το πρωί και μέχρι το βράδυ εγκαταστάθηκε αμυντικά στα νότια υψώματα της Αρέθουσας. Στο μεταξύ, το μεσημέρι της 17ης Ιουνίου, κατέπλευσε στον κόλπο Ορφανού το Αντιτορπιλικό «Λέων», ενώ το επόμενο πρωί έφτασε και ο υπόλοιπος Στόλος για να υποστηρίξει τις επιχειρήσεις του Στρατού.
Στον τομέα της 1ης Μεραρχίας, η Βουλγαρική επίθεση εκδηλώθηκε τις πρώτες απογευματινές ώρες της 17ης Ιουνίου. Οι προφυλακές της Μεραρχίας που ήταν στο όρος Βερτίσκο, μετά σύντομο επιβραδυντικό αγώνα υποχώρησαν στην κύρια αμυντική τοποθεσία της Μεραρχίας, μεταξύ των λιμνών Λαγκαδά και Βόλβης.
Δυτικότερα, μέχρι την αποξηραμένη σήμερα λίμνη Αματόβου, οι Βούλγαροι προώθησαν τις δυνάμεις τους προς τα νότια, χωρίς όμως να περάσουν τη συνοριακή γραμμή διαχωρίσεως.
Η 10η Μεραρχία, που ήταν αναπτυγμένη βόρεια του Πολυκάστρου, δέχτηκε αιφνιδιαστική επίθεση τη νύχτα 16/17 Ιουνίου. Τα Βουλγαρικά τμήματα, αφού αιχμαλώτισαν ολόκληρο σχεδόν τον Ελληνικό Λόχο προκαλύψεως στην περιοχή του χωριού Κάστρο, συνέχισαν την προέλασή τους και το απόγευμα κατέλαβαν το χωριό Πευκοδάσος, όπου αναχαιτίστηκαν από τις εκεί Ελληνικές δυνάμεις, που στο μεταξύ είχαν ενισχυθεί σημαντικά με τμήματα Πεζικού και Πυροβολικού.
Βορειότερα, οι Βούλγαροι πέτυχαν να καταλάβουν άθικτη τη γέφυρα του Αξιού ποταμού ανατολικά της Γευγελής και να προωθηθούν μέχρι τη Γευγελή. Τα Σερβικά τμήματα, μετά από σύντομο αγώνα, συμπτύχθηκαν βορειοδυτικά.
Στο μεταξύ, η Βουλγαρική Κυβέρνηση, προέβη σε διαμαρτυρίες, ότι δήθεν «τα στρατεύματά της δέχτηκαν επίθεση από τους συμμάχους της Έλληνες και Σέρβους».
Αλλά η Ελλάδα και η Σερβία δεν παρέλειψαν να διαφωτίσουν τις Μεγάλες Δυνάμεις και να διαμαρτυρηθούν έντονα προς τη Βουλγαρική Κυβέρνηση, όπως δείχνουν τα τηλεγραφήματα του Υπουργείου Εξωτερικών προς τις Ελληνικές Πρεσβείες στην Ευρώπη, στη Σόφια και στο Βελιγράδι:
«Ελληνικάς Πρεσβείας όλης της Ευρώπης
Βούλγαροι, παρά τας ειρηνικάς διακηρύξεις Δάνεφ, εξηκολούθησαν επίθεσιν εναντίον Σερβικών δυνάμεων αρξαμένην κατά την νύκτα της 16 προς 17. Εκτιμώσιν, ότι εις το Κέντρον επιτίθενται Βουλγαρικαί δυνάμεις ανερχόμεναι εις εκατόν χιλιάδας.
Αθήναι 18-6-13
Υπουργείον Εξωτερικών Κορομηλάς»
«Ελληνικήν Πρεσβείαν Σόφιαν
Το γενικόν Στρατηγείον ανεκοίνωσεν σήμερον την 11 π.μ. τα εξής:
Χθες μεταξύ 7ης και 8ης εσπερινής ώρας, οι Βούλγαροι προσέβαλον τα ημέτερα στρατεύματα εις Ελευθεράς και Μουστένι.
Την 11ην εσπερινήν προσεβλήθη απόσπασμα ημών εις Προβίστην. Σήμερον περί 4ης της πρωίας ηκούσθησαν κανονιοβολισμοί προς Β. της Βογδάντης.
Τρία Βουλγαρικά Συντάγματα εκ Δοϊράνης επετέθησαν κατά των προφυλακών της αριστεράς όχθης του Αξιού (εις) Μπουτσίκοβον. Βουλγαρικόν Πυροβολικόν βάλλει κατά Σερβικών χαρακωμάτων δεξιάς όχθης.
Βουλγαρικαί δυνάμεις αναβάσαι Αξιόν προσέβαλον Γευγελήν, ην και κατέλαβον.
Την 5ην της πρωίας σήμερον προσεβλήθη ημέτερον φυλακείον παρά το 12ον χιλιόμετρον από Καρασούλι εις Κυλιντίρι.
Την 7.45 Τάγμα Βουλγαρικόν επετέθη κατά των εν Νιγρίτη φυλακείων μας.
Την 8.30 Βουλγαρικός Στρατός προυχώρει εξ Αρτζάν προς Μπαλάντσαν.
Λόχος Ελευθερών απεκλείσθη.
Γενικόν Στρατηγείον παρεκάλεσεν Ναύαρχον αποστείλλη Θωρηκτόν προς υποστήριξίν του.
Κυβερνήτης Ανιχνευτικού «Λέοντος» τηλεγραφεί ότι, πλησιάσας Ελευθεράς εύρεν αυτάς ήδη κατειλημμένας υπό Βουλγαρικού Στρατού, όστις επυροβόλησε δια τυφεκίων και μαξίμ.
Καθ’ όλας τας επιθέσεις ταύτας ο Βουλγαρικός Στρατός παραβιάζων αναφανδόν το πρωτόκολλον Θεσσαλονίκης, γραμμής διαχωρίσεως, εισέβαλεν εις εδάφη κατεχόμενα υπό Ελληνικών στρατευμάτων.
Τοιουτοτρόπως, παρ’ όλην την ειλικρινώς ημών φιλειρηνικήν πολιτικήν, παρ’ όλας τας προσπαθείας και διαρκή διαλλακτικότητα και υποχωρητικότητα έτι ημών, ο Βουλγαρικός Στρατός όλως παρασπόνδως ήρχισεν από χθες εσπέρας ακήρυκτον καθ’ ημών πόλεμον άδικον και αδελφοκτόνον.
Είμεθα υπόχρεοι να διατάξωμεν τον Ελληνικόν Στρατόν να προελάση κατά του Βουλγαρικού, όπως υπερασπίση τας θέσεις του και το έδαφος.
Διαμαρτυρόμεθα εντόνως προς την Βουλγαρικήν Κυβέρνησιν δια την αδικαιολόγητον πολιτεία ταύτην και επρρίπτομεν εις την Βουλγαρίαν αμέριστον και ακεραίαν την ευθύνην των συνεπειών των σοβαρωτάτων γεγονότων, άτινα θα επακολουθήσωσι.
Γνωστοποιήσατε ωσαύτως αυτή, ότι κατόπιν τούτου το Γενικόν Στρατηγείον διέταξε το Βουλγαρικό απόσπασμα Θεσσαλονίκης να απέλθη ή να καταθέση τα όπλα, ταχθείσης αυτώ προθεσμίας μίας ώρας.
ΚΟΡΟΜΗΛΑΣ»
«Ελληνικήν Πρεσβείαν Βελιγράδιον
Ανακοινώσατε τάχιστα Σερβική Κυβερνήσει, ότι η Βουλγαρία διεμαρτυρήθη ενταύθα ζητούσα επιρρίψη ευθύνην εφ’ ημών των προσβληθέντων άνευ της παραμικράς προκλήσεως καθ’ όλην την γραμμήν από Ελευθερών μέχρι Γευγελής.
Απαντήσαμεν, ότι οι Βούλγαροι είναι οι προβάντες εις ακήρυκτον πόλεμον, οι παραβιάσαντες γραμμήν διαχωρίσεως την αυτήν σχεδόν ώραν όχι μόνον προς την Ελληνικήν κατοχήν, αλλά και προς την Σερβικήν.
Η παρασπονδία είναι κατάφωρος, λελογισμένη και δεν ήτο δυνατόν να συντελεσθή ή κατόπιν διαταγών εκ του Αρχηγείου.
Ως γνωρίζετε ο κ. Πανάς διεμαρτυρήθη εν Σόφια δι’ ης η Βουλγαρία εξαναγκάζει ημάς εις πόλεμον και δηλών, ότι είμεθα υπόχρεοι υπερασπίσωμεν έδαφος προβαίνοντες εις μέτρα ανάλογα προς τα των Βουλγάρων.
Βουλγαρικός στρατός εξέβαλε του Παγγαίου τα ασθενή ημών αποσπάσματα ως κατέλαβε Γευγελή εισχωρήσας μεταξύ Σέρβων και Ελλήνων.
Επικαλούμεθα την άμεσον συμφώνως τη συμπράξει της Σερβίας και την παράλληλον του στρατού αυτής ενέργειαν.

Έχομεν απόλυτον το δίκαιον υπέρ ημών θα έχωμεν συν Θεώ και την επιτυχίαν.
Απαντήσατε τάχιστα.
Χθες ως αναγγείλαμεν εν Σόφια ηναγκάσθημεν προσκαλέσωμεν το εν Θεσσαλονίκη βουλγαρικόν τάγμα καταθέση όπλα μη δυνάμενοι να έχωμεν αυτό εν τω μέσω ημών, καθ’ ην ώραν Βουλγαρικός στρατός προβαίνει πανταχού εις πολεμικάς επιχειρήσεις.
Στρατηγός Χεσαψήεφ πριν ή ακόμη γίνωσι γνωστά τα των συμπλοκών εζήτησε ν’ αναχωρήσωσι.
Αθήναι 18-6-13
Υπουργείον Εξωτερικών Κορομηλάς»
Τη νύχτα 16/17 Ιουνίου, οι επικοινωνίες της 1ης Μεραρχίας με τα τμήματα προκάλυψης, και της 7ης Μεραρχίας προς τη Θεσσαλονίκη είχαν διακοπεί από Βουλγαρική δολιοφθορά. Έτσι, το Γενικό Στρατηγείο έμαθε για τα γεγονότα του Παγγαίου στις 5.30 της 17ης Ιουνίου. Το Στρατηγείο, αφού διαπίστωσε ότι δεν επρόκειτο για συνηθισμένα μεθοριακά επεισόδια, ανέφερε σχετικά στις 9.00 της ίδιας ημέρας στην Κυβέρνηση και στον Αρχιστράτηγο Βασιλιά στην Αθήνα, ζητώντας διαταγές, για το αν θα αναλάμβανε γενική επίθεση ή αν θα περιοριζόταν στην ανακατάληψη του Παγγαίου. Παράλληλα διέταξε, πριν από κάθε άλλη ενέργεια, την εφαρμογή του σχεδίου εκκαθάρισης Θεσσαλονίκης, από τα Βουλγαρικά τμήματα που στάθμευαν εκεί.
Το Υπουργικό Συμβούλιο συνήλθε έκτακτα υπό την προεδρία του Βασιλιά και αποφάσισε ομόφωνα την ανάληψη γενικής επίθεσης. Στις 12.00, ο Πρωθυπουργός Ελ. Βενιζέλος ανακοίνωσε στο Γενικό Στρατηγείο την απόφαση αυτή, καθώς και την απόφαση της Κυβερνήσεως να επιτρέψει την αναχώρηση από τη Θεσσαλονίκη του Στρατηγού Χεσαψήεφ, ο οποίος από το πρωί είχε ζητήσει άδεια να αναχωρήσει για τη Σόφια .
Για την εκκαθάριση της Θεσσαλονίκης από τα Βουλγαρικά στρατεύματα, απαιτήθηκαν αλλεπάλληλες συνεννοήσεις μεταξύ Βασιλιά, Κυβέρνησης και Γενικού Στρατηγείου. Η Κυβέρνηση ήταν επιφυλακτική, φοβούμενη μήπως η ευθύνη του πολέμου επιρριφθεί στην Ελλάδα. Τελικά, νωρίς το απόγευμα, διατάχθηκε ο «αποκλεισμός» των Βουλγαρικών τμημάτων που στάθμευαν στην πόλη μέσα στα καταλύματά τους.
Από τον Απρίλιο ήδη, υπήρχε πρόβλεψη η αποστολή αυτή να ανατεθεί στη 2η Μεραρχία, που κατέστρωσε λεπτομερές σχέδιο για την ταχεία εξουδετέρωση των Βουλγαρικών τμημάτων στην πόλη, σε συνεργασία με τη Χωροφυλακή. Ο Στρατηγός Χεσαψήεφ, σε συνεννόηση με το Βουλγαρικό Αρχηγείο στις Σέρρες, ζήτησε άδεια αναχώρησης, αφού πρώτα διέταξε τα τμήματα της Θεσσαλονίκης να αντισταθούν μέχρι το πρωί της 19ης Ιουνίου, υπολογίζοντας ότι ως τότε θα είχαν προελάσει τα Βουλγαρικά στρατεύματα για να καταλάβουν την πόλη. Στον Χεσαψήεφ επιτράπηκε να αναχωρήσει σιδηροδρομικά για Κιλκίς, αλλά οι Βουλγαρικές δυνάμεις, με έγγραφο του Μεράρχου της 2ης ΜΠ Υπτγου Καλλάρη, διατάχθηκαν στις 15.00 της 17ης Ιουνίου να παραδώσουν τα όπλα τους και να απομακρυνθούν με ειδική αμαξοστοιχία, μέσα σε μία ώρα από τη λήψη του εγγράφου. Άλλως, σε αντίθετη περίπτωση, τα Βουλγαρικά τμήματα θα θεωρούνταν εχθρικά.
Οι Βούλγαροι δεν συμμορφώθηκαν. Απεναντίας, άρχισαν να παίρνουν μέτρα άμυνας. Μετά απ' αυτό, ο Στρατός και η Κρητική Χωροφυλακή απέκλεισαν τα Βουλγαρικά στρατόπεδα και λίγο πριν τις 7 μμ άρχισαν πυρά κατά των Βουλγάρων, που απάντησαν με σφοδρότητα.
Ακολούθησε γενική επίθεση, που διάρκεσε μέχρι τις πρωινές ώρες της 18ης Ιουνίου, και έληξε με τη σταδιακή παράδοση όλων των Βουλγάρων της πόλης. Συνελήφθησαν συνολικά 19 Αξιωματικοί, 1.160 Οπλίτες και 80 Κομιτατζήδες. Επίσης βρέθηκαν 54 Οπλίτες και 6 Κομιτατζήδες νεκροί και 17 τραυματίες. Οι Ελληνικές απώλειες ανήλθαν σε 18 Οπλίτες νεκρούς και 4 Αξιωματικούς και 42 Οπλίτες τραυματίες.
Το πρωί της 18ης Ιουνίου, έφτασε στη Θεσσαλονίκη με τη βασιλική θαλαμηγό «Αμφιτρίτη» ο Αρχιστράτηγος Βασιλιάς, ο οποίος ενημερώθηκε αμέσως για την τακτική κατάσταση και χωρίς να χάσει χρόνο, στις 11.00 εξέδωσε διαταγή επιχειρήσεων καθορίζοντας τα εξής:
- Η 7η ΜΠ, αφήνοντας ένα Σύνταγμα Πεζικού με το Πεδινό Πυροβολικό στην Ασπροβάλτα, για κάλυψη του δεξιού της, να προελάσει προς την κατεύθυνση της Νιγρίτας, φτάνοντας ως το χωριό Αρέθουσα.
- Η 1η ΜΠ να προελάσει προς το χωριό Βερτίσκος, φτάνοντας εντός της ημέρας μέχρι το χωριό Λοφίσκος.
- Η 2η ΜΠ να κινηθεί αμέσως και να διανυκτερεύσει μεταξύ των χωριών Μελισσοχώρι και Λητή.
- Οι λοιπές Μεραρχίες να παραμείνουν στις θέσεις τους, αναμένοντας νεώτερες διαταγές.
Παράλληλα, ενημέρωσε τον Στόλο και ζήτησε να υποστηρίξει το απόσπασμα της 7ης Μεραρχίας που θα παρέμενε στην Ασπροβάλτα.
Με άλλες διαταγές του εξέφρασε θερμά συγχαρητήρια προς τη 2η Μεραρχία, την Κρητική Χωροφυλακή και την Υπηρεσία Μετόπισθεν, για την ταχύτατη εκκαθάριση της Θεσσαλονίκης από τα Βουλγαρικά τμήματα.
Η 7η Μεραρχία, της οποίας το 20ό Σύνταγμα βρισκόταν στις 18 Ιουνίου στο χωριό Βρασνά και το 21ο συνέχιζε την αμυντική του εγκατάσταση νότια της Αρέθουσας, μόλις έλαβε τη διαταγή προελάσεως, έστειλε το 20ό Σύνταγμα με όλο το Πεδινό Πυροβολικό προς τα χωριά Ασπροβάλτα - Νέα Κερδύλια και με τις υπόλοιπες δυνάμεις προωθήθηκε στην Αρέθουσα, χωρίς να συναντήσει σοβαρή αντίσταση. Μόνο τα αριστερά τμήματα της, όταν έφτασαν ανατολικά της λίμνης Λάντζας, δέχτηκαν πυρά Βουλγαρικών τμημάτων από τα υψώματα που ήταν στα νότια του χωριού Σκεπαστό και ανέκοψαν την κίνηση τους.
Η 1η Μεραρχία συγκεντρώθηκε βόρεια των λιμνών Λαγκαδά και Βόλβης, ενώ η 2η Μεραρχία αναχώρησε στις 15.00 από τη Θεσσαλονίκη και νωρίς το βράδυ έφτασε στην περιοχή Μελισσοχώρι - Λητή. Οι λοιπές Μεραρχίες ασχολήθηκαν με τη συμπλήρωση των προπαρασκευών τους, προκειμένου να είναι έτοιμες να αναλάβουν επιθετικές ενέργειες από την επομένη το πρωί.
Στο μεταξύ η Ρωσία, σε μια ύστατη προσπάθεια να προλάβει τη γενίκευση του πολέμου, προσκάλεσε το πρωί της 18ης Ιουνίου τους Πρωθυπουργούς της Ελλάδας, Σερβίας και Βουλγαρίας στην Πετρούπολη για συνεννοήσεις.
Ήταν όμως αργά, γιατί ήδη είχαν αρχίσει οι πολεμικές επιχειρήσεις.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Γνωρίζατε ότι το Εθνικό Ζώo της Ελλάδας είναι το δελφίνι;

ΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑ ΤΟΥ ΣΤΑΛΙΝ ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΤΑ!