Ενέργεια, ελληνοτουρκικές σχέσεις, ελληνικός αγνωστικισμός και τουρκικές επιδιώξεις

 



Γράφει ο Διονύσιος Ι. Θεοδωρίτσης, Αντιστάτηγος ε.α. – Επίτιμος

Επί ένα και πλέον χρόνο βιώνουμε μια ιδιαίτερα αναβαθμισμένη και συνεχή έκρηξη της τουρκικής προκλητικότητας, τη μακροβιότερη στη διαχρονία των Ελληνο – Τουρκικών ( Ε/Τ ) σχέσεων, με την αμφισβήτηση  «λόγω και έργω» της εδαφικής, ενάλιας και εναέριας ακεραιότητας  της χώρας μας.

Η τουρκική προκλητικότητα ταλανίζει την Ελλάδα επί μισό περίπου αιώνα, και συγκεκριμένα από το έτος 1973  μέχρι και σήμερα. Το έτος 1973, που λαμβάνεται ως αφετηρία, αποτελεί ένα κομβικό σημείο ιδιαίτερης σημασίας στις ( Ε/Τ ) σχέσεις. Η Τουρκία πριν από το έτος αυτό αδιαφορούσε για το Αιγαίο, καίτοι είχαν εκδοθεί παλαιότερα από την Ελλάδα δικαιώματα σε εταιρείες για την  έρευνα/εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, σε διάφορες περιοχές του Αιγαίου Πελάγους. Ήταν στα τέλη του 1973 όταν  η Τουρκία αμφισβήτησε αυθαίρετα και για πρώτη φορά την ελληνική υφαλοκρηπίδα στο Αιγαίο, εκχωρώντας δικαιώματα έρευνας στον Τουρκικό Κρατικό Οργανισμό Πετρελαίων. Στην τουρκική αυτή ενέργεια δεν αντέδρασε τότε η Χώρα μας ( η επιβληθείσα έξωθεν στη χώρα στρατιωτική δικτατορία, ασχολούνταν τη συγκεκριμένη περίοδο με άλλα  « θέματα » . Προφανώς δεν τη  βαρύνει μόνο η  προδοσία της Ν. Κύπρου, αλλά και άλλες ενέργειες με κόστος για την Ελλάδα ).

Η υπόψη ( τέλη 1973 ) αυθαίρετη ενέργεια της Γείτονος, ενδεχομένως και να προήλθε από πληροφορίες άλλων, που γνώριζαν καλά τον υφιστάμενο πλούτο – υπό το έδαφος και τη Θάλασσα – της Ελλάδας,  σε συνδυασμό και με το μεγάλο Πετρελαϊκό  «Εμπάργκο» του Οργανισμού Πετρελαιοπαραγωγών Χωρών ( ΟΠΕΚ/ΟPEC ). Ο ΟPEC  βγήκε από την αφάνεια το 1973,  εξ αφορμής του πολέμου «Γιόμ – Κιπούρ» Αράβων – Ισραήλ, προκαλώντας μια φοβερή κρίση  στην παγκόσμια οικονομία (περιορισμός των  παγκόσμιων αποθεμάτων Πετρελαίου, με αποτέλεσμα τον τετραπλασιασμό της τιμής του). Αμέσως μετά ( αρχές 1974)  έγινε η ανακοίνωση για την ανακάλυψη εκμεταλλεύσιμης ποσότητας πετρελαίου στον « Πρίνο Ι », δυτικά της Ν. Θάσου.  Ακολουθεί έκτοτε  συνεχώς ένας «κυοφορούμενος» Ε/Τ πόλεμος στην περιοχή, λόγω των αμφισβητήσεων και των  προκλητικών ενεργειών της Τουρκίας, οι οποίες  έχουν φέρει επικίνδυνα κοντά  τη σπίθα και την εύφλεκτη ύλη. Ιδιαίτερα προκλητικές, διαρκείς και έντονες τουρκικές ενέργειες/αμφισβητήσεις  έγιναν μέσα  στο έτος 2020 εις βάρος της Χώρας μας ( Αιγαίο – Κρήτη – Καστελλόριζο , Έβρος ),  αλλά και της Κύπρου ( ΑΟΖ ) .

Μετά την αυθαίρετη αμφισβήτηση (τέλη 1973) της ελληνικής υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο,  η πρώτη πρόκληση της Τουρκίας έγινε με την έξοδο ερευνητικού σκάφους ( «Τσανταρλί» – Μάιος 1974) συνοδευόμενου από πολεμικά πλοία , για έρευνες υδρογονανθράκων. Κρίνεται σημαντικό να αναφερθεί ότι – της τουρκικής αυτής ενέργειας – προηγήθηκε ειδοποίηση της Τουρκίας το  Μάιο 1974 προς την καναδική εταιρεία, η οποία είχε συμβληθεί με τη Xώρα μας για την πραγματοποίηση ερευνών υδρογονανθράκων επί της ελληνικής υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο. Σύμφωνα με την εν λόγω ειδοποίηση η καναδική εταιρεία όφειλε να μην κάνει έρευνες σε περιοχές, στις  οποίες είχαν  παραχωρηθεί – από την κυβέρνηση της Τουρκίας – δικαιώματα έρευνας / εκμετάλλευσης σε τουρκική εταιρεία πετρελαίων. Η καναδική εταιρεία δεχόμενη τους αίολους τουρκικούς ισχυρισμούς , υπαναχώρησε στη σύμβαση που είχε με την Ελλάδα και  δεν  συνέχισε. Η συγκεκριμένη  στάση δημιούργησε ένα δεδομένο,  σύμφωνα με το οποίο για να κάνει κάποιος έρευνες στην  υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου, πρέπει να έχει και τη συμφωνία της Τουρκίας.

Η Τουρκία βεβαίως βολιδοσκοπούσε  τις αντιδράσεις της Ελλάδας η οποία, αντί να κηρύξει τότε άμεσα τα  χωρικά της ύδατα στα 12 ν.μ. , όπως και είχε το δικαίωμα από το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας ( ΔΔΘ) / Σύμβαση της Γενεύης 1958 , άρχισε να συζητά  με την τουρκική κυβέρνηση.  Το σημείο αυτό , μπορεί να χαρακτηρισθεί και ως η «γενέθλιος ημέρα» των Ε/Τ διαφορών, που έφερε και την αμοιβαία αναστολή της διεξαγωγής ερευνών σε αμφισβητούμενες περιοχές, μέχρι επιλύσεως του θέματος , το οποίο στη συνέχεια θα παγώσει και θα  ακολουθεί  βεβαίως τις  Ε/Τ σχέσεις μέχρι και  σήμερα !  Τότε, για πρώτη φορά προέκυψε –  από ελληνικής πλευράς – η μόνη διαφορά με την Τουρκία , που ήταν η υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου. Επίσης, τότε έγινε αντιληπτό – από  τουρκικής πλευράς – ότι θα μπορούσε η Τουρκία να καρπωθεί  τον ενεργειακό πλούτο (και όχι μόνο ) του μισού Αιγαίου. Σήμερα θεωρείται βεβαία η ύπαρξη υποθαλάσσιου  ενεργειακού πλούτου στο Αιγαίο, γεγονός που ενισχύεται επίσης από τα διαδραματιζόμενα επί πολλά έτη γεγονότα και τη συνεχή προκλητικότητα της Τουρκίας  στην / και για την υπόψη περιοχή.

Οι αναφερόμενοι κατά κόρον σήμερα όροι  «Υφαλοκρηπίδα»,  «Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη /ΑΟΖ» και ( ιδιαίτερα έντονα τελευταίως ) «Θαλάσσιες Ζώνες », έχουν τη μυρωδιά  του πετρελαίου. Έχουν δηλαδή  άμεση σχέση  με την  Ενέργεια , η οποία  – στην ουσία – έγραψε και γράφει την Ιστορία. Προς επίρρωση αυτού, ας πάμε κάποιες  δεκαετίες πίσω , περί το τέλος του Β΄ΠΠ. Η τελική ήττα των δυνάμεων του Άξονα κατά τον πόλεμο αυτό  ήταν προδιαγραμμένη,  τόσο μετά την αποτυχία των δυνάμεων του Στρατάρχη Ε. Ρόμελ στη Β. Αφρική, όσο και μετά την αποτυχία των δυνάμεων του Στρατάρχη Φ. Πάουλους στο Στάλινγκραντ. Ουσιαστικά, οι δυνάμεις του Ε. Ρόμελ είχαν ως αντικειμενικό σκοπό (εις βάθος) τα πετρέλαια της Μέσης Ανατολής (περιοχή Ιράκ και όχι  Σαουδικής Αραβίας, που αναφέρουν μερικοί. Η πετρελαιοφόρος Σαουδική  Αραβία παρουσιάστηκε  χρονικά αργότερα ),  και οι  δυνάμεις του Φ.  Πάουλους  τα  πετρέλαια  του Καυκάσου. Δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις, οι οποίες τονίζουν τον ενεργειακό χαρακτήρα του Β΄ΠΠ, και – συνωδά – την καθοριστική σημασία του πετρελαϊκού  παράγοντα . Η πορεία του κόσμου σήμερα , 76 έτη μετά τη λήξη του Β΄ΠΠ, έχει βεβαίως αλλάξει σε ασύλληπτο βαθμό. Η Ενέργεια όμως κάθε μορφής, εξακολουθεί να είναι και να παραμένει πρωταρχική ανάγκη επιβίωσης του ανθρώπου.

Σήμερα, η όλη δομή , οργάνωση και λειτουργικότητα της κοινωνίας των ισχυρών χωρών/μεγάλων δυνάμεων στον κόσμο  βασίζεται κυρίως στο πετρέλαιο και στα παράγωγά του, που αποτελούν τη βάση του παγκόσμιου εμπορίου και της οικονομίας. Εκτιμάται μάλιστα ότι θα εξακολουθήσει να βασίζεται για πολύ ακόμα σε αυτά  για διάφορους  λόγους, με πρωταρχικό λόγο το οικονομικό κέρδος. Η Ενέργεια πρωταγωνιστεί διαχρονικά σε όλα τα πολιτικά και στρατιωτικά δρώμενα και τις εξελίξεις παγκοσμίως, φανερά ή  συγκεκαλυμμένα. Αμφισβητεί σήμερα παραδοσιακές γεωστρατηγικές τακτικές – διακρατικές συμφωνίες –  διεθνείς συνθήκες – συμμαχίες και φιλίες . Λόγω της Ενέργειας , είδαμε χώρες να ευημερούν , χώρες να υφίστανται πλείστα όσα δεινά  και μερικές εξ αυτών  να καταλήγουν μέχρι και τη «χειρουργική κλίνη». Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και φυσικά το συμφέρον, προέχουν των πάντων. Όποια χώρα το αντιληφθεί έγκαιρα,  θα επιβιώσει στο σημερινό διεθνές γίγνεσθαι. Όποια δεν το αντιληφθεί  και ακολουθεί επί του θέματος Ενέργεια το νόμο της αδράνειας,  παραμένουσα  διαρκώς ενεργειακώς ανεπαρκής , θα αντιμετωπίσει στο μέλλον πολύ «δύσκολες» καταστάσεις.

Προ ετών σε ερώτηση δημοσιογράφου, κατά τη διάρκεια ενημέρωσης  στο Λευκό Οίκο, γιατί αμερικανικά αεροσκάφη επιχειρούσαν με αεροπορικές προσβολές στη Λιβύη, ο τότε Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ  Ομπάμα απάντησε ότι αυτό γίνεται για λόγους «Εθνικής Ασφάλειας». Με άλλα λόγια, είπε ότι η Ενέργεια αποτελεί πρωταρχική υπόθεση ασφάλειας για τις ισχυρές χώρες / μεγάλες δυνάμεις, και  φυσικά   τα εξ αυτής τεράστια οικονομικά οφέλη. Προς τούτο και είναι ιδιαίτερα πολύπλοκο σήμερα το ενεργειακό παιγνίδι , το οποίο – εκτός της Μ. Ανατολής και των «ευρασιατικών» Βαλκανίων (υπόψη  προσφάτως το Αρτσάχ ) – είναι εμφανές και στα «κλασσικά» Βαλκάνια . Παραμένει επίσης  έντονα εμφανές  και σε πολλά άλλα μέρη του πλανήτη. Aγωγοί πετρελαίου και φυσικού αερίου – θαλάσσιες μεταφορές – υγροποιημένο φυσικό αέριο/Liguified Natural Gas(LNG) – τερματικoί σταθμοί και εγκαταστάσεις – δίκτυα διανομής – κλπ, όλα είναι εντεταγμένα στο σύγχρονο Concept /

Αντίληψη : « Νew Energy – New Geopolitics», στο οποίο οι μεγάλες πολυεθνικές πετρελαϊκές εταιρείες έχουν κύριο και πρωταγωνιστικό  ρόλο στην παγκόσμια ενεργειακή σκακιέρα. Προ έτους περίπου, οι κινήσεις ειδικών σκαφών πολυεθνικών εταιρειών εξορύξεως πετρελαίου/φυσικού αερίου , πολεμικών πλοίων διαφόρων χωρών προς υποστήριξη των υπόψη ειδικών σκαφών  και τουρκικών ερευνητικών πλοίων πέριξ και εντός των οικοπέδων της κυπριακής ΑΟΖ, αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Οι προβαλλόμενες εικόνες στην TV και τα νideos/φωτο των MME με επίκεντρο την ΑΟΖ της Κύπρου, έφερναν συνειρμικά στο νου, την παρουσία  των συμμάχων  μας κάποτε στη Μικρά Ασία. Δεν είμαστε μόνο Εμείς / οι Έλληνες παρόντες στη Μικρά Ασία. (Εμείς όμως στο τέλος «πληρώσαμε το τίμημα»!). Ήταν παρόντες οι Γάλλοι , οι Ιταλοί και οι  Εγγλέζοι. Το πετρόλαδον  σαφώς  η αιτία. Η Ρωσία ενίσχυε τον Κεμάλ. Οι ΗΠΑ δεν είχαν ακόμα εμφανώς «δραστηριοποιηθεί» στην ευρύτερη περιοχή, στην οποία βεβαίως αφίχθησαν αργότερα. Με την αναφορά στους τότε συμμάχους και φίλους  ας έλθουμε σήμερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση /ΕΕ , η οποία  με ηγεμόνα τη Γερμανία  αποτελεί έναν από τους παγκόσμιους εμπορικούς και οικονομικούς πρωταγωνιστές, στερούμενη όμως επαρκών πηγών ενέργειας. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Εταίροι του Νότου της ΕΕ, που κτυπήθηκαν ανηλεώς από την οικονομική κρίση και  βαρύτερα  από όλους η Ελλάδα, είναι ενεργειακώς ανεπαρκείς.

Στο σημείο αυτό, μας διαφεύγει και  μια λίαν καθοριστική «λεπτομέρεια»: η αγορά του πετρελαίου με δάνεια οδηγεί  τη Χώρα μας, οποτεδήποτε το θελήσουν οι όποιοι δανειστές της, στην οδό της  οικονομικής κρίσης. Κύρια διέξοδο από το τούνελ της διαρκούς ύφεσης που βιώνει η Ελλάδα  σήμερα, πρέπει να αποτελεί και η επιδίωξη όπως η Χώρα καταστεί, όσο το δυνατό ενεργειακώς επαρκής. Το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζει και η Τουρκία, η οποία όμως διαχρονικά – σταθερά – μεθοδικά και με εμμονή στο σκοπό επιδιώκει με κάθε τρόπο να το επιλύσει. Κοιτάζει μόνο προς Δυσμάς, δεδομένου ότι η Μοσούλη, το Κιρκούκ και η διείσδυση προς άλλες κατευθύνσεις, έχουν «πεθάνει» οριστικά για την Τουρκία , μαζί και με τον
τέως πρόεδρο της Τουργκούτ Οζάλ. Η γεωστρατηγική της θέση και η διέλευση αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου από την επικράτεια της, παρέχει στην Τουρκία «πλεονεκτήματα» στον επιδιωκόμενο σκοπό της. Οι ενεργειακοί αγωγοί διευκολύνουν ιδιαίτερα τον κ. Ερντογάν να
προβαίνει σήμερα και σε «ανεξάρτητες » κινήσεις στο πολιτικό πεδίο. Τίθεται όμως και στην κρίση του καθενός κατά πόσο ισχύει – το αναφερόμενο μετ΄επιτάσεως – ότι η Τουρκία «απομακρύνεται» από τη Δύση και τις ΗΠΑ, τη στιγμή που διατρέχεται από τον κύριο ενεργειακό αγωγό  Μπακού – Τσεϊχάν, ο οποίος  υλοποιήθηκε με μεγάλα κεφάλαια από γνωστές μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες ( και δυτικές κυρίως  χώρες).

Ας μετακομίσει η σκέψη μας στην Ανατολική  Μεσόγειο /ΑνΜ. Κύριες θέσεις στο χώρο αυτό, από τον οποίο διέρχονται θαλάσσιες γραμμές / λωρίδες  επικοινωνιών – εμπορίου – μεταφοράς ενέργειας /Sea Lanes Of Communications / SLOCs ( πετρελαιοφόρα και LNG πλοία, αγωγοί πετρελαίου και φυσικού αερίου ), κατέχουν : τα Στενά των Δαρδανελλίων – το Σουέζ – η Κύπρος – η Κρήτη και το Ελληνικό Νησιωτικό Σύμπλεγμα του Αιγαίου Πελάγους, ένα πραγματικό Αρχιπέλαγος που ανήκει όμως σε μη αρχιπελαγική χώρα. Βασικά στόμια/περάσματα στον κλειστό θαλάσσιο χώρο της λεκάνης της Αν.  Μεσογείου, είναι τα Στενά των Δαρδανελλίων και το Σουέζ.  Για  τους «ισχυρούς»  είναι  σκόπιμη και «λογική» ίσως, η ιππαστί  κατοχή  των συγκεκριμένων περασμάτων από μια και μόνο χώρα (ο ένας ελέγχεται καλύτερα από τους δύο), κατά περίπτωση. Το Εφοδιαστικό Ενεργειακό Ρεύμα/ΕΕΡ στην ευρύτερη περιοχή, προέχει των πάντων.

Η σταθερότητά του ευνοεί άμεσα το παγκόσμιο εμπόριο και την οικονομία (δηλαδή τα συμφέροντα των ισχυρών χωρών / μεγάλων δυνάμεων). Κάθε απόκλιση από τη σταθερότητα του ΕΕΡ, καθώς και οτιδήποτε μπορεί να διαταράξει το ενεργειακό ισοζύγιο στην περιοχή, έχουν δυσμενή  αποτελέσματα, φανερά ή μη. Βεβαίως  το πώμα αυτού του χώρου, αυτής της στρατηγικής θαλάσσιας φιάλης,  στα Στενά των Δαρδανελλίων είναι το Σύμπλεγμα των  Νησιών του Αιγαίου, και στο  Σουέζ είναι η Κρήτη και η Κύπρος. Επίσης, η  γραμμή των Νήσων Κύθηρα – Αντικύθηρα – Κρήτη – Κάσος – Κάρπαθος – Ρόδος αποτελεί το τελευταίο ισχυρό φράγμα του Νησιωτικού Συμπλέγματος του Αιγαίου, που φράσσει το ΕΕΡ από το Βορρά ακόμα και εάν τα Στενά των Δαρδανελλίων είναι ανοικτά. Μεγάλη η αξία του Στρατηγικού Τριγώνου Κρήτη – Κύπρος – Σουέζ. Οι Νήσοι Κρήτη και Κύπρος αποτελούν ουσιαστικά τα «αεροπλανοφόρα» (σταθερά μεν , αβύθιστα δε) της Ανατολικής Μεσογείου.

Η νήσος Κρήτη, ευρισκόμενη στην κορυφή του Στρατηγικού Τριγώνου – εκτός από τα  μεγάλα στρατιωτικά πλεονεκτήματα που παρέχει η θέση της και η έκτασή της –  προσδίδει τη δυνατότητα ελέγχου των εξερχόμενων/εισερχόμενων SLOCs από/προς το Σουέζ, ελέγχοντας έτσι την Ανατολική ( αλλά και την Κεντρική ) Μεσόγειο. Αποτελεί σφάλμα η μειωμένη επήρεια της Κρήτης, στην πρόσφατη συμφωνία ΑΟΖ με την Αίγυπτο, το οποίο εκτιμάται ότι θα εκμεταλλευτεί κατάλληλα η Τουρκία στο μέλλον ( με άλλα λόγια, το αεροπλανοφόρο σου δεν το υποβιβάζεις ποτέ – και σε καμία περίπτωση – σε αντιτορπιλικό).

Όλα τα παραπάνω αναφέρονται απλώς και μόνο με βάση το ΕΕΡ, χωρίς να υπολογίζεται και ο παράγοντας της ύπαρξης μεγάλων ενεργειακών κοιτασμάτων, τόσο  στην  περιοχή του Αιγαίου , όσο και πέριξ της Κρήτης. Το διαρκές «ενδιαφέρον» της  Τουρκίας για το Αιγαίο ( Yφαλοκρηπίδα
/ΑΟΖ – Eναέριος  Xώρος – Έρευνα και Διάσωση /Search And Rescue/SΑR ), τα Νησιά του και τη  Ν. Κρήτη ,  εξηγείται και από όλη αυτή
τη γεωγραφία μεταφοράς ενέργειας / οικονομικής ισχύος. Η προοδευτικά όμως κατακόρυφη αύξηση ( από τη δεκαετία του 1970 και μετά ) του «ενδιαφέροντος» της Τουρκίας για όλα αυτά – συμπεριλαμβανόμενου και του περιορισμού της Ελλάδας στα 6 ν.μ. – αποτελεί  και το ισχυρότερο
επιχείρημα για την ύπαρξη μεγάλου υποθαλάσσιου ενεργειακού πλούτου στην περιοχή του Συμπλέγματος των Νήσων του Αιγαίου Πελάγους,
καθώς και στη θαλάσσια περιοχή πέριξ της Ν. Κρήτης.  Ακολουθεί, ενδεικτικά προς τούτο, αριθμός  κύριων  χαρακτηριστικών γεγονότων, τα οποία χρήζουν ιδιαίτερης μνείας. Έτος 1973 : Υφαλοκρηπίδα – 1974: Έξοδος ερευνητικού σκάφους  Τσανταρλί – 1975 : Δήλωση Τούρκου Π/Θ
Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ στην τουρκική εθνοσυνέλευση για την αντίδραση της Τουρκίας  στην περίπτωση επέκτασης των χωρικών υδάτων της Ελλάδας στα 12 ν.μ. –   1976 :  Χόρα /Σισμίκ –  1987: Πίρι Ρέις – 1995: Casus Belli – 1996:  Θερμό Επεισόδιο στα Ίμια – Μελέτη Ακαδημιών Πολέμου Τουρκίας / Θεωρία των Γκρίζων Ζωνών – Τουρκική Δήλωση (Statement ) για τη Ν. Γαύδο κατά τη  Σχεδίαση Συμμαχικής Άσκησης στη ΝΑ Πτέρυγα του ΝΑΤΟ – 2006 : Λίαν «ενδεικτικές» τουρκικές ενέργειες στο θαλάσσιο χώρο Βως Κρήτης.

Ο ημερήσιος  Τύπος ανέφερε για το γερμανικό ερευνητικό σκάφος που έπλεε στον υπόψη χώρο για σεισμικές έρευνες με χρηματοδότηση της ΕΕ,  σε συνεργασία και με το Πανεπιστήμιο Κρήτης. Το γεγονός  πυροδότησε την άμεση τουρκική αντίδραση, με τα γνωστά εκ μέρους μας επακόλουθα, για όσους τότε παρακολούθησαν και κατανόησαν τα τεκταινόμενα – Σύγκρουση μαχητικών α/φ Ελλάδας και Τουρκίας στον ελληνικό εναέριο χώρο του
Αιγαίου και απώλεια του ήρωα Σμηναγού Ηλιάκη – 2018 : Ν. Καστελλόριζο – 2019/2020/2021 : Τα γνωστά γεγονότα στο κεντρικό Αιγαίο , στην ΑΟΖ  της Κύπρου ,  και στην περιοχή του Καστελλόριζου ( με τη συνεχή και επίμονη παραβίαση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και των χωρικών μας υδάτων ). Υπόψη  και η προκλητική  τουρκική ενέργεια  με τον  καθορισμό / χάραξη  ΑΟΖ Τουρκίας – Λιβύης . Γνωστή επίσης και η λίαν πρόσφατη δραστηριότητα του τουρκικού ερευνητικού σκάφους Τσεσμέ στο Αιγαίο. Επιπρόσθετα, έχουν διαχρονικά καταστεί «κανονικότητα» και οι συνεχείς παραβιάσεις στο Αιγαίο από τουρκικά πολεμικά α/φ , καθώς  και οι πτήσεις άνωθεν ελληνικών Νήσων . Επίσης   – και για πρώτη φορά –  άνωθεν και ελληνικού εδάφους  στον  Έβρο.

Στη διαχρονία των Ε/Τ σχέσεων είναι γνωστό ότι Τουρκία, χρησιμοποιώντας συστηματικά ως μέθοδο την απειλή χρήσης βίας,  εφαρμόζει μια πολιτική εντάσεων, πρόκλησης ελεγχόμενων κρίσεων  και συγκρούσεων χαμηλής έντασης ( Low Intensity Conflicts ), αποσκοπώντας στην επιβολή τετελεσμένων στο Αιγαίο. Η προσπάθεια άσκησης εξαναγκαστικής διπλωματίας – μέσω της απειλής χρήσης βίας – που καταβάλλει αμείωτα η Τουρκία, διευκολύνει  τις επεκτατικές της επιδιώξεις, την υπονόμευση της ελληνικής κυριαρχίας και την αναβάθμισή της ως περιφερειακή δύναμη. Επίσης, απομακρύνει μια γενικευμένη στρατιωτική αναμέτρηση , η οποία – υπό ορισμένες πάντα προϋποθέσεις  – θα μπορούσε και να οδηγήσει την Τουρκία , λόγω των πολλών φυλών και φύλων του πληθυσμού της, ακόμα και στον περιορισμό του αφύσικου εδαφικού της μεγέθους σε σχέση με τα γειτονικά  της  κράτη. Το τελευταίο θα μπορούσε ίσως  να συμβεί, εάν και εφόσον η Τουρκία έπαυε να αποτελεί σημαντικό κομμάτι γεωστρατηγικού άξονα στην ευρύτερη περιοχή, κάτι το οποίο εξαρτάται από άλλους, των οποίων όμως τα συμφέροντα εξυπηρετούνται από την υφιστάμενη κατάσταση, τον αναθεωρητισμό και  τον εν  γένει  ρόλο της  Γείτονος  ως  περιοχικού  χωροφύλακα.

Ας συνεχίσουμε ευρύτερα το ταξίδι μας  στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου /ΑνΜ.  Μια περιοχή  που επηρέασε καθοριστικά την
Ελλάδα – καθώς  και την Κύπρο – στη Μεταπολεμική τους Ιστορία , λόγω της γειτνίασής της με την περιοχή της  Μέσης Ανατολής/ΜΑ.  Η τεράστιου  ενεργειακού  πλούτου ΜΑ , αποτελεί  την περιοχή με τη μεγαλύτερη γεωστρατηγική αξία παγκοσμίως. Η εξίσωση  ασφάλειας της ΜΑ δεν είναι αλγεβρική. Είναι μια εξίσωση δυσεπίλυτος , και – κατά συνέπεια – η ασφάλεια και σταθερότητα στη ΜΑ δεν είναι δεδομένη. Οι συνεχείς πολεμικές συρράξεις στην περιοχή κατά το παρελθόν  (ενεργειακοί πόλεμοι στην ουσία ), καθώς  και οι πολεμικές εστίες σήμερα – κυριολεκτικά στη γειτονιά μας – αυτά επιβεβαιώνουν διαχρονικά και καθιστούν  αναπόφευκτα  και  την Ελλάδα , μια χώρα με ευκαιρίες αλλά και με κινδύνους. Οι ευκαιρίες αναφέρονται στον ενεργειακό ρόλο της Χώρας στην ευρύτερη περιοχή της  ΑνΜ και στη δυνατότητα να καταστεί – όσο το δυνατό περισσότερο – ενεργειακώς επαρκής. Η θέση της Χώρας, την καθιστά μια καίριας σημασίας «χώρα – στροφέα» ( pivotal country ), για τη μεταφορά ενέργειας εξ Ανατολών ( και όχι μόνο ) προς Δυσμάς, με ότι βεβαίως αυτό μπορεί να συνεπάγεται επ΄ ωφελεία της.  Οι κίνδυνοι αφορούν τη χρόνια αναθεωρητική πολιτική της Γείτονος. Η Τουρκία  σταθερά, μεθοδικά και σαφώς ανεξάρτητα από την όποια πολιτική της κατάσταση, διεκδικεί και καραδοκεί με εμμονή στην αρπαγή . Ο διαρκώς «κυοφορούμενος» Ε/Τ πόλεμος στην περιοχή, χαρακτηρίζεται από μια Ελλάδα να διαμαρτύρεται , να επικαλείται το Διεθνές Δίκαιο, να υποχωρεί  και να ενδίδει τελικά σε τετελεσμένα ,  όπως:  Βέρνη (1976) , ΄Ιμια (1996) , Μαδρίτη (1997).

Επίσης,  από μια αναθεωρητική Τουρκία  με σταθερή  εμμονή στο σκοπό της, εις βάρος πάντα των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Χώρας μας. Μόνιμος «επιδιαιτητής» στα Ε/Τ  δρώμενα στην περιοχή, ο αποκαλούμενος «διεθνής παράγων» ( ισχυρές χώρες / μεγάλες δυνάμεις – διεθνείς οργανισμοί ) στον οποίο είναι εμφανής η  υπεροχή των ΗΠΑ , λόγω  της στρατιωτικής τους ισχύος που τους εξασφαλίζει και τον έλεγχο της ευρύτερης περιοχής. Ο «διεθνής παράγων»  εφοδιάζει ( επ΄ωφελεία του βεβαίως, και κατά περίπτωση ) με στρατιωτικό υλικό και τα δύο μέρη. Έτσι αναθερμαίνονται οι Ε/Τ διαφορές, με όποιο κόστος αυτό συνεπάγεται και ιδιαίτερα για τη Χώρα μας. Με αυτό τον τρόπο, ενδεχομένως να
«αντισταθμίζεται» (αποτελεί  θέμα προς εξέταση) και η όποια αξία του ενεργειακού πλούτου στο Αιγαίο. Σήμερα, λόγω αλλαγής ορισμένων «γεωπολιτικών παραμέτρων» ( στροφή των ΗΠΑ στην NA Ασία, ηγεμονία Γερμανίας στην ΕΕ / επιβολή λίαν επώδυνων μνημονίων στη χώρα μας ,
εναγκαλισμός Ρωσίας με Τουρκία,  κλπ ) ο «διεθνής παράγων» στην ευρύτερη περιοχή της ΑνΜ παρουσιάζεται εκπροσωπούμενος κυρίωςαπό τη Γερμανία και δευτερευόντως από τη Γαλλία. Η Γερμανία ηγεμονεύει στην ΕΕ,  με τη Γαλλία όμως απαραίτητη για την ύπαρξη της Ένωσης. Και οι δύο χώρες, έχουν μεγάλες ενεργειακές ανάγκες.

Από την  περιοχή  έχουν «απομακρυνθεί»  οι ΗΠΑ, πλην όμως ουδέποτε ένας χώρος τέτοιας γεωστρατηγικής σημασίας μένει «κενός». Καλύπτεται άμεσα από άλλον, με την έγκριση ή και την ανοχή  του στρατιωτικά επικρατούντος σε αυτόν. Ο άλλος εδώ φυσικά είναι η ΕΕ, με προεξάρχουσα την  ηγεμονεύουσα αυτής Γερμανία. Υπό το βλέμμα της Γερμανίας στην περιοχή μας είδαμε πρόσφατα να εκτυλίσσονται : το μεγάλο ενεργειακό θέμα Λιβύη, ο καθορισμός παράνομης από την Τουρκία ΑΟΖ με τη Λιβύη και νόμιμων από την Ελλάδα  ΑΟΖ με Ιταλία – Αίγυπτο , καθώς και μια νέα Ε/Τ  κρίση συνεχής, μεγάλης  διάρκειας , χαρακτηριζόμενη από την πρωτοβουλία της Τουρκίας, με διαρκώς κλιμακούμενες (πολιτικά και στρατιωτικά) πιέσεις και αμφισβητήσεις  εις βάρος της χώρας μας. Η υπόψη εικόνα συμπληρώθηκε με την παρουσία της Τουρκίας στις όποιες διαβουλεύσεις ( Σύσκεψη του Βερολίνου ) για τη Λιβύη και την  απουσία της χώρας μας από αυτές. Η Ελλάδα απάντησε  διττά στην τουρκική προκλητικότητα. Στρατιωτικά, με τη λήψη των απαραίτητων στρατιωτικών ενεργειών των ΕΔ της και – κυρίως – με την  παρακολούθηση από τον ελληνικό στόλο των κινήσεων του έχοντος την πρωτοβουλία τουρκικού στόλου. Πολιτικά, με την «καλλιέργεια» εξ αρχής της  αποδοχής μιας συζήτησης με την Τουρκία, σε περίπτωση αποκλιμάκωσης της κατάστασης από τη Γείτονα.

Την κλιμάκωση δημιούργησε  σαφέστατα η ίδια η Τουρκία, με σκοπό να μας οδηγήσει υπό πίεση ( στην ουσία να μας χειραγωγήσει ) σε διερευνητικές
επαφές για την  επίλυση  διαφορών,  υπό την ευλογία, παρότρυνση και  αγαστή  μέριμνα των Εταίρων – φίλων  μας και την  ανοχή / μη καταδίκη  των παράνομων τουρκικών προκλήσεων από αυτούς. Το όλο σκηνικό συμπληρώθηκε, από εσπευσμένες διπλωματικές κινήσεις της Χώρας μας (καθορισμός ΑΟΖ με Ιταλία και ειδικότερα με Αίγυπτο ). Ο προς Ανατολάς ακρωτηριασμός της ΑΟΖ με την Αίγυπτο, εκτιμάται ότι θα έχει δυσμενείς συνέπειες εις βάρος της Χώρας μας και του Ελληνισμού. Δημιουργεί μεγάλο καραδοκούντα κίνδυνο για τις ελληνική και κυπριακή ΑΟΖ, καθώς και άλλα σοβαρά επακόλουθα μακροπρόθεσμα. Τις ενέργειες αυτές των δύο μερών, συμπλήρωσε ο «διεθνής παράγων » ο οποίος  παρενέβη (  όπως δήλωσε ο ίδιος ) για την αποκλιμάκωση της Ε/Τ κρίσης, αναφέροντας μάλιστα και την ανάγκη δημιουργίας ενός μηχανισμού «αποκλιμάκωσης» (και  όχι «αποτροπής της κλιμάκωσης» – με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει). Ταυτόχρονα, συνέστησε διαπραγματεύσεις για την επίλυση των Ε/Τ διαφορών. Όλα αυτά, ενώ Κυβερνητικοί παράγοντες της Χώρας μας  τάχθηκαν υπέρ του διαλόγου με τη Γείτονα χώρα, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου διαλόγου ΕΕ – Τουρκίας. Συγκρατείται η δήλωση : « σε μια διαπραγμάτευση κάτι πρέπει να πάρει και η Τουρκία. Αρκεί να ακολουθήσει την ευρωπαϊκή λογική», μια δήλωση που , κατά την άποψή μας , προμηνύει  λογικά μόνο δυσμενείς εξελίξεις. Υπόψη ότι η Χώρα μας δεν ζήτησε  να πάρει κάτι από τη Γείτονα – ούτε και η Τουρκία δήλωσε ότι έχει κάτι να της δώσει. Συγχρόνως, υπήρξαν και κάποιες γενικού περιεχομένου δηλώσεις από
παράγοντες της μείζονος αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Συγκρατείται η δήλωση: «δεν έχουμε ως χώρα μια ολοκληρωμένη Εθνική Στρατηγική»,
μια διαπίστωση απλώς και μόνο για ένα – γνωστό διαχρονικά – μειονέκτημα της Χώρας. Καθένας βεβαίως μπορεί να  εκτιμήσει – κατά την κρίση του πάντοτε – όσα επισήμως ακούει, όσα αντιλαμβάνεται να εξελίσσονται, και όσα μας επιφυλάσσει το μέλλον.

Το συμπέρασμα που προκύπτει αβίαστα από όλα  όσα προαναφέρθηκαν,  είναι φυσικά ότι:  Η «αδηφάγος» ΤΟΥΡΚΙΑ αποτελεί  τη Μόνη – Άμεση και Ορατή Απειλή  κατά της Χώρας μας ( με ότι αυτό συνεπάγεται και για κάποια γεγονότα του εγγύς παρελθόντος ).

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΑΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ και ΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΕΠΙΔΙΩΞΕΙΣ 

Ένα βασικό ερώτημα που πλανάται και προβληματίζει κάθε σώφρονα πολίτη είναι: πώς πρέπει να ενεργεί  μια χώρα μικρή  όπως η Χώρα μας,  με μεγάλη όμως  γεωστρατηγική αξία στην ευρύτερη περιοχή της Ν.Α Ευρώπης – Ανατολικής  Μεσογείου, και μάλιστα πώς τονίζει / προβάλλει διαχρονικά, μεθοδικά και με τρόπο που να πείθει τη μεγάλη γεωστρατηγική της σημασία ,  σε συνδυασμό πάντα και με την ωφέλεια της χώρας / του λαού της; Εδώ είναι αναγκαίο να αναφερθεί ότι  η γεωστρατηγική αποτελεί τη στρατηγική διαχείριση γεωπολιτικών συμφερόντων. Δεν υφίσταται σήμερα χώρα στον πλανήτη χωρίς κάποια/όποια  γεωστρατηγική αξία. Επίσης , καμία χώρα παγκοσμίως – ανεξαρτήτως του μεγέθους και της ισχύος της – δεν δύναται να εγγυηθεί αφ΄ εαυτής τη  δική της ασφάλεια.  Η  ύπαρξη σοβαρών ενεργειακών κοιτασμάτων, τόσο στο θαλάσσιο – όσο και στον ηπειρωτικό χώρο της επικράτειας της χώρας μας , θέτουν πιο έντονα  σήμερα το παραπάνω  ερώτημα.

Η απάντηση  είναι  απογοητευτική,  λόγω πολλών δικών μας σφαλμάτων και λοιπών καταστάσεων του παρελθόντος – με προεξάρχουσες  τη «διεθνή παρουσία» και το δικό μας αγνωστικισμό – για λόγους που ίσως γνωρίζουν μερικοί από αυτούς που κυβέρνησαν την Ελλάδα. Από τότε που γίναμε ελεύθερο κράτος το μόνιμο δράμα μας είναι η αρχομανία. Κύριο αίτιο αυτού του δράματος είναι η διχόνοια, καλλιεργούμενη φυσικά έντεχνα από τα συμφέροντα κάποιων ξένων και ντόπιων παραγόντων της ολιγαρχίας. Τίποτα βεβαίως δεν  καλλιεργείται, χωρίς την ύπαρξη του κατάλληλου προς τούτο εδάφους της διαπλοκής και  της διαφθοράς.

Η όποια δημοκρατικά εκλεγμένη Κυβέρνηση της χώρας, οφείλει να δίδει απτά δείγματα γραφής σοβαρών προσπαθειών, προκειμένου να αναδεικνύεται, στις πραγματικές της διαστάσεις,  η γεωστρατηγική  σημασία της Ελλάδας στην περιοχή της Ν.Α. Ευρώπης και ιδιαίτερα στην Ανατολική Μεσόγειο, λαμβανομένων υπόψη και των υφιστάμενων διαχρονικά πηγών αστάθειας στην ευρύτερη  περιοχή. Η Ελλάδα στην Περιοχή της ( η Χώρα μας δεν είναι σήμερα  στην εποχή της Pax Minoica ή της Συμμαχίας της Δήλου , όπως  ίσως και να φαντάζονται μερικοί ) δεν είναι δυνατόν να αδρανεί , να ενεργεί απερίσκεπτα, ή και να  ισορροπεί « σε δύο πλεούμενα». Προς τούτο είναι λογικό και φρόνιμο να συνδέεται με το  ισχυρότερο « πλεούμενο » στην υπόψη  Περιοχή, με βάση κοινά πολιτιστικά χαρακτηριστικά και κοινά βεβαίως συμφέροντα, με μια σχέση φιλίας και συμμαχίας. Μια σχέση μη «δογματικά» δεδομένη, αναλογικά  ανταποδοτική και όχι υποτέλειας, με διαρκή επιδίωξη τα βέλτιστα για το συμφέρον της Πατρίδας και του λαού μας. Το τελευταίο επαφίεται κυρίως στην ικανότητα, γνώση, σοβαρότητα και ανιδιοτέλεια των πολιτικών μας ταγών.

Ο διεθνής διπλωματικός μαραθώνιος και οι επιτυχείς  προσπάθειες της  ελληνικής  διπλωματίας στο διάστημα 2015–2018, έφεραν στη Χώρα μας συμμαχίες, τριμερή – τετραμερή σχήματα και άλλες πρωτόγνωρες για την Ελλάδα και αναγνωρισμένες διεθνώς πρωτοβουλίες, και την εγκατέστησαν  στη φυσική της θέση / στην Ανατολική Μεσόγειο, από την οποία η Χώρα απουσίαζε εμφανώς. Αναπτύχθηκε μια επιτυχής περιφερειακή συνεργασία με σκοπό και την αποθάρρυνση της Γείτονος από τον επεκτατισμό στην ευρύτερη περιοχή. Αυτά, σε συνδυασμό και με την καθοριστική επιρροή της Χώρας στη Βαλκανική, καθώς  και με τη σημαντική συνεισφορά της  για την «κανονικότητα » της Κύπρου. Η Χώρα (καίτοι χρεωστούσε στους δανειστές της και Εταίρους μας) όρθωσε ανάστημα ενεργού και πατριωτικής εξωτερικής πολιτικής, με πλήρη  γνώση του σημερινού διεθνούς περιβάλλοντος –  σοβαρότητα – αξιοπιστία – ικανότητα  και   πολιτική επάρκεια, ως ισότιμο μέλος της παγκόσμιας κοινότητας των διεθνών σχέσεων.

Η ενεργητική εξωτερική πολιτική της υπόψη περιόδου επεδίωξε με ρεαλισμό την  ασφάλεια της Ελλάδας και της Κύπρου, καθώς και την απόκτηση και διάθεση ενεργειακών πόρων. Έλαβε επίσης υπόψη της τους συσχετισμούς ισχύος στην ευρύτερη περιοχή και συνέβαλε ώστε αυτοί να διαρθρωθούν σύμφωνα με τους τεθέντες προς επίτευξη στόχους και  επ΄ωφελεία της Χώρας. Η Χώρα  όμως –  προ του  τέλους  της προηγούμενης διακυβέρνησης  – έδειξε να παγώνει, και να μεταστρέφει /υποβαθμίζει αυτή την προσπάθεια εξωτερικής πολιτικής, και ακολούθως σήμερα να την έχει χαρακτηριστικά περαιτέρω υποβαθμίσει / εάν όχι εγκαταλείψει. Είναι πρόδηλο ότι  κάποιους δεν συνέφερε η εν λόγω ασκούμενη από την Ελλάδα  εξωτερική πολιτική, η οποία ανεκόπη και στη συνέχεια εγκαταλείφθηκε, με αποτέλεσμα να φθάσουμε στις σημερινές εξελίξεις. Αποτελεί μεγάλη ανάγκη η εξωτερική πολιτική αυτής της μορφής να αποκατασταθεί και να ακολουθηθεί  – έστω και τώρα – εν όψει των επερχόμενων εξελίξεων για την Κύπρο και την Ελλάδα, οι οποίες προβάλλουν ήδη τη βαριά σκιά τους. Είναι η μόνη οδός σήμερα για την ανάσχεση  των επεκτατικών σχεδίων της Τουρκίας, της συρρίκνωσης του ελληνισμού, και της παρακμής της Χώρας και του λαού μας.

Έχουν ήδη αρχίσει οι διερευνητικές συνομιλίες μεταξύ των δύο χωρών και ευρίσκονται σε εξέλιξη. Στην επανέναρξη αυτών των συνομιλιών, που αποτελούν ένα δομημένο διάλογο, οδηγηθήκαμε κάτω από τις έντονες πιέσεις  της Τουρκίας. Παράλληλα, η Τουρκία φρόντισε τεχνηέντως να
φορτώσει το κλίμα – όπως συνηθίζει – με πολλά και ποικίλα θέματα ( αποστρατικοποίηση Νησιών στο Αιγαίο , κλπ ), τα περισσότερα των οποίων εκτιμάται ότι – σε ένδειξη «καλής θέλησης» – θα τα άρει  στο τέλος, παραμένοντας βεβαίως με εμμονή στο Σκοπό που επιδιώκει στην παρούσα φάση να επιτύχει και αφού πρωτίστως θα έχει δημιουργήσει το κατάλληλο υπόθεμα για την επιτυχή  υλοποίησή του, με τη βοήθεια και κάποιων / όποιων φίλων της. Έτσι, ενεργώντας βάσει σχεδίασης δια της επιστράτευσης ανυπόστατων ιστορικών και νομικών επιχειρημάτων, της εκμετάλλευσης των παρουσιαζόμενων εκάστοτε ευκαιριών (δικές μας αδυναμίες, διεθνείς συγκυρίες, κλπ ), και με συνεχή και  προμελετημένα βήματα /σκαλιά , επιδιώκει να φθάσει στο «μπαλκόνι». Είναι μια πάγια τουρκική Στρατηγική, Οθωμανικής προέλευσης, η οποία δεν ονοματίζεται αυτοτελώς  σε αναλύσεις και εκτιμήσεις ειδικών, όπως π.χ. η Στρατηγική Κατευνασμού, η  Στρατηγική Εξουθένωσης, κ.α. Είναι  μια  Στρατηγική  κατάλληλη για  την περίπτωση, η οποία αποδίδει ιδιαίτερα όταν αντιμετωπίζει φοβικά και υποχωρητικά  σύνδρομα. Είναι η Στρατηγική του «Ροκανίσματος» της
Ελλάδας. Και  για να γίνει αυτό πιο κατανοητό , είναι η  Στρατηγική του  «ξηλώματος της κάλτσας » , όπως χαρακτηριστικά λέει ο θυμόσοφος λαός μας ( «από έναν πόντο που φεύγει, ξηλώνεται όλη η κάλτσα στο τέλος» ).

Οι διερευνητικές συνομιλίες συνεχίζονται και ίδωμεν πως και που θα καταλήξουν. Βεβαίως, ουδείς από ελληνικής πλευράς αναμένεται να ενδώσει σε κάτι κατά τη διάρκεια αυτών των συνομιλιών, για να είμαστε σοβαροί σε τέτοια καίρια θέματα και να μη διχάζουμε / διαιρούμε, αντί να ενώνουμε / πολλαπλασιάζουμε. Είναι γνωστό ότι υφίσταται για επίλυση διαφορών μεταξύ κρατών και ο παράγων  «διαπραγμάτευση». Όμως διαπραγμάτευση με την Τουρκία θα μπορούσε να γίνει μόνο από θέσεως ισχύος, και με την επισήμανση από τη Χώρα μας του  Νομικού χαρακτήρα των Ε/Τ διαφορών και όχι του Πολιτικού χαρακτήρα που επιδιώκει σκόπιμα η τουρκική ηγεσία. Μια ενδεχόμενη πολιτική λύση στις Ε/Τ διαφορές φαντάζει καταστροφική για τη Χώρα μας. Μια αξιόπιστη  διπλωματική ισχύς διεθνούς εμβέλειας και συνεργασίας που να αποθαρρύνει τον αναθεωρητισμό / επεκτατισμό της
Τουρκίας, υποστηριζόμενη βεβαίως και από μια στρατιωτική αποτρεπτική ισχύ που να πείθει , αποτελεί το μόνο «κοκτέιλ» που αντιλαμβάνεται η Τουρκία, και όχι τα λεκτικά μηνύματα και τα θεωρητικά «χαστούκια», τα οποία στην ουσία απευθύνονται στο εσωτερικό ακροατήριο, δίκην προφάσεων εν αμαρτίαις. Η εξωτερικά πολιτική εκπέμπει , με γνώση – σκέψη – σκοπιμότητα – ενεργοποίηση όλων των συμμαχιών – χρήση όλων των διατιθέμενων διεθνών εργαλείων, και με κατεύθυνση προς τα έξω και όχι προς το εσωτερικό της Χώρας. Το εάν αυτά βεβαίως υλοποιούνται  σήμερα από τη Χώρα μας, ας το κρίνει ο καθένας κατά το δοκούν.

Η κατάληξη των εν εξελίξει διερευνητικών συνομιλιών είναι , εκ των πραγμάτων, πολύ πιθανό να οδηγήσει τα δύο μέρη σε κάποιο Διεθνές Δικαιοδοτικό Όργανο προς οριστική διευθέτηση, όπως το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης/ ΔΔΧ  , μέσω της εφαρμογής κανόνων Διεθνούς Δικαίου και  εν προκειμένω του  Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας / ΔΔΘ – Διεθνής Σύμβαση  Montego Bay 1982 , που η Τουρκία έχει καταψηφίσει. Αποτελεί επιτακτική ανάγκη κατά τις διερευνητικές συνομιλίες όπως τεθεί, ως βασική  προϋπόθεση της οδού προς τη Χάγη, η  αποδοχή του υφιστάμενου ΔΔΘ από την Τουρκία. Το ΔΔΧ εκδικάζει διαφορές , όχι πάντοτε με γνώμονα τις αυστηρές προβλέψεις του Δικαίου, αλλά την ευθυδικία. Υπάρχουν  αποφάσεις του Δικαστηρίου που φωτογραφίζουν και τη λήψη οικονομικό–πολιτικών ,  γεωλογικών, γεωγραφικών, κλπ  δεδομένων.

Είναι γνωστό ότι, κατά την προσφυγή της Χώρας μας στο ΔΔΧ το έτος 1976 για τις έρευνες τουρκικού ερευνητικού σκάφους επί της υφαλοκρηπίδας , το δικαστήριο με το σκεπτικό της απόφασής  του δεν καταδίκασε  την Τουρκία, γεγονός που συνέβαλε και στην αύξηση  της  προκλητικότητάς της στο μέλλον.  Συμπερασματικά , η προσφυγή στο ΔΔΧ  επιτάσσει  προηγουμένως την αποδοχή του ΔΔΘ από την Τουρκία. Απαιτεί επίσης από μέρους μας  πλήρη γνώση όλων των συναφών παραγόντων , εξονυχιστική προετοιμασία και  ιδιαίτερη ικανότητα ! Στο πλαίσιο των Ε/Τ διαφορών  δεν θα πρέπει να ξεχνάμε και υφιστάμενες Τάσεις από Σχολές  –  Δεξαμενές Σκέψης στη Χώρα μας, που εμμέσως πλην σαφώς μπορούν να επηρεάσουν τις δικές μας αποφάσεις, πρεσβεύοντας «διάφορα» και  εν πολλοίς γνωστά  για την επίλυση των Ε/Τ διαφορών. Υπόψη και η λεγόμενη Σχολή του «τουρκικού κατευνασμού» , καθώς και η  Προσπάθεια  επίτευξης « Ε/Τ  φιλίας» , με επιδίωξη τον ίδιο σκοπό. Κάποια δρώμενα μερικών από τις προαναφερθείσες Σχολές – Δεξαμενές Σκέψεις – Τάσεις και Προσπάθειες,  δίνουν την εντύπωση ότι υφέρπει μια κάποια αντίληψη περί «Συνδιαχείρισης » με την Τουρκία στο Αιγαίο.  Υπήρξαν και μερικές δικές μας ενέργειες στο  παρελθόν  ( προαναφερθείσες ήδη στο παρόν άρθρο ), που εκτιμάται ότι ενισχύουν την εν λόγω εντύπωση. Μερικοί αρκετά «προχωρημένοι » έχουν αρχίσει σήμερα , στην αμίμητη παγκοσμίως «ελληνική γεωπολιτική των τηλεοπτικών παραθύρων », να υπονοούν μέχρι και  «Συνεκμετάλλευση » στο Αιγαίο.  Πλανώνται όμως,  πλάνη  οικτρά, αγνοώντας  πλήρως – επί αυτού που υπονοούν – τις  λίαν δυσμενείς  συνέπειες για την Ελλάδα.  Έναντι όλων αυτών, υπάρχουν μερικά αναμφισβήτητα δεδομένα, που ίσως δεν λαμβάνονται υπόψη.

Το εμβόλιο της Δημοκρατίας σε μια ουσιαστικά ολιγαρχικά κυβερνώμενη – διαχρονικά και από ένα «Βαθύ Κράτος» – Χώρα, ουδέν απολύτως συμβάλλει στη μείωση της αρπακτικότητας, του αναθεωρητισμού και του μεγαλοϊδεατισμού της Τουρκίας. Η όποια προσπάθεια για τον  εξευρωπαϊσμό  της Γείτονος , έχει αποδειχθεί ένα «κακόγουστο αστείο». Επιτρέπει εκάστοτε στην Τουρκία να «πουλάει απογοήτευση ή και εκδούλευση » ( που σαφώς τα πληρώνει με ενέργειες βίας η Χώρα μας ) και να λαμβάνει  ζεστό  χρήμα από την ΕΕ , κυρίως  ελέω  Γερμανίας. Μια Τουρκία επίσης μέσα στην ΕΕ δεν  θα σήμαινε τίποτα καλλίτερο για τις Ε/Τ σχέσεις. Τουναντίον θα ενέτεινε περισσότερο τις τουρκικές εις βάρος μας διεκδικήσεις.  Η όλη αναφορά είναι ανάγκη να συμπληρωθεί με την « Αδηφαγία / Επεκτατισμό», τον διαπράττοντα γενοκτονίες «Μεγαλοϊδεατισμό»  και τον  προσοδοφόρο ρόλο του  «Επιτήδειου Ουδέτερου », που χαρακτηρίζουν διαχρονικά  το Βαθύ Τουρκικό Κράτος.  Η Τουρκία δεν πρόκειται να σταματήσει την επεκτατική της πολιτική εις βάρος της Χώρας μας, μέχρι να υλοποιήσει το Βασικό Αντικειμενικό  Σκοπό,  που επί  μισό περίπου αιώνα  επιδιώκει μεθοδικά και ακατάπαυστα μέχρι σήμερα.

Επικεντρωνόμενοι στις σημερινές εξελίξεις με την Τουρκία, υφίστανται  ιδιαίτερης μνείας  «κρίσιμες»  ενδείξεις οι οποίες συνοψίζονται : στο κενό που αφήσαμε ανατολικά στην  ΑΟΖ με την Αίγυπτο σε συνδυασμό και με τη λαβωμένη επήρεια  Κρήτης και  Ρόδου, σε κάποια δεδομένα της ΑΟΖ με την Ιταλία, στις  έντονες τουρκικές προκλητικές ενέργειες με τη συνεχή και επίμονη παραβίαση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και των χωρικών μας υδάτων στη θαλάσσια περιοχή του νησιωτικού συγκροτήματος του Καστελλόριζου, στον αναφερόμενο ιδιαίτερα έντονα τελευταίως   « καθορισμό των Θαλασσίων Ζωνών », και στις  αμείωτες παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου στο Αιγαίο από τουρκικά πολεμικά α/φ. Παράλληλα, υπόψη και οι αναμενόμενες  καθοριστικές εξελίξεις για την Κύπρο, σε συνδυασμό με τη διαφαινόμενη σήμερα τουρκική τάση για ένα «ιδιότυπο» κατασκεύασμα  προς δική της ωφέλεια  ,  και  τη  μη υλοποίηση της ΑΟΖ Ελλάδας – Κύπρου. Απαιτείται ιδιαίτερα μεγάλη προσοχή από την ελληνική Κυβέρνηση, αλλά και από την Αντιπολίτευση, δεδομένου ότι  κάποια ή και συνδυασμός εκ των υπόψη «κρίσιμων» ενδείξεων μπορεί να αποτελέσει – έστω και μακροπρόθεσμα –  έναν αρχικό και φυσικά μοιραίο « πόντο της κάλτσας», όπως αυτό προαναφέρθηκε για την ακολουθούμενη από την Τουρκία  Στρατηγική του «Ροκανίσματος» της Ελλάδας.

Υπάρχει επί αυτού μια καίρια διαπίστωση , που εξάγεται από το πρώτο συνθετικό των όρων της  Γεω-στρατηγικής και  της  Γεω-πολιτικής, η οποία και δεν  δύναται να αμφισβητηθεί από τους όποιους θιασώτες της «Ε/Τ φιλίας » και του «κατευνασμού» της Τουρκίας , και – κυρίως – από όσους σήμερα διαμορφώνουν την Εθνική Πολιτική μας στις Ε/Τ  Σχέσεις . Η υπόψη διαπίστωση αναφέρεται στην όλη Γεω-γραφική διάταξη στο  Χώρο, την οποία κακώς δεν την «διαβάζουν »/μελετούν και φυσικά δεν την υπολογίζουν πολλοί εκ των υπευθύνων. Αυτό βεβαίως, δεν αποτελεί  μια/κάποια «προδοτική» συμπεριφορά των ( πάσης φύσεως και κατηγορίας) υπεύθυνων ταγών και λοιπών αρμοδίων της Χώρας μας, όπως κακώς και λανθασμένα αναφέρουν ή υπονοούν μερικοί. Μαρτυρεί όμως και κατά  περίπτωση : έλλειψη ολοκληρωμένων γνώσεων και εμπειριών, αναξιοκρατία, ένα σύνδρομο αβεβαιότητας – φοβίας – υποχωρητικότητας – ενδοτισμού, άσκηση πολιτικής από «ομάδες» και υφιστάμενες «παρεούλες» έχουσες ίσως κάποιες έξωθεν δεσμεύσεις , αδυναμία λήψεως αποφάσεων προς υλοποίηση έγκαιρων και σκόπιμων κατά περίπτωση ενεργειών, απουσία
λίαν αναγκαίων « ενεργών » θεσμικών  οργάνων  ( και όχι «υποτονικών» όπως κάποια υπάρχοντα σήμερα ), επικράτηση μη ικανών / επιλεγόμενων απλώς και μόνο «κομματικά» ή και ικανών αλλά αριβιστών ( και ως εκ τούτου λίαν επικίνδυνων ) συμβούλων, αρχομανία,  ιδιοτέλεια, και πολιτική ανεπάρκεια.

Η Γεωγραφική  διάταξη  στο χώρο κραυγάζει και ορύεται:  Κύριος της Ελλάδας είναι εκείνος που κατέχει το Αιγαίο Πέλαγος με τα νησιά του. Το Αιγαίο  Πέλαγος – από αρχαιοτάτων χρόνων λίκνο του Ελληνισμού –  δεν αποτελεί σήμερα απλώς ένα Ζωτικό Χώρο για την Ελλάδα, αλλά είναι ο Ένας και Μόνος και Ενιαίος και Μη Μεριζόμενος  Χώρος . Είναι ο Κρίσιμος  Χώρος  για την Ελλάδα και απώλεια έστω και ελάχιστου μέρους του αποτελεί  απαρχή  διασπάσεως της Εθνικής Άμυνας της Χώρας, και – κατ΄ επέκταση  –  της Εθνικής μας Κυριαρχίας. Επί του τελευταίου υπόψη , εκ των αναμφισβήτητων μνημονιακών δεδομένων, η ελλοχεύουσα Βαλκανιοποίηση της Χώρας και συνωδά η περιοχική  δορυφοροποίησή της στην Τουρκία.

Η απώλεια έστω και  ενός αρχικού « πόντου της κάλτσας»  με – βάση όσα έχουν προαναφερθεί – είναι αυτό που θα επιφέρει σταδιακά,  έστω και μακροπρόθεσμα, τη «συνδιαχείρηση», τη  «συνεκμετάλλευση»,  και  προϊόντος του  χρόνου  η τουρκική  πλευρά ροκανίζοντας συνεχώς θα επιδιώξει να επιτύχει τη « διχοτόμηση  » του Αιγαίου . Εδώ έχει τεράστια σημασία η τουρκική εισβολή και η συνεχής έκτοτε  – επί μισό περίπου αιώνα – παράνομη κατοχή από την Τουρκία μέρους της Κύπρου, παρά τις σχετικές αποφάσεις του ΟΗΕ και τις προβλέψεις του Διεθνούς Δικαίου, που φαίνεται ότι δεν λειτουργούν στην  εν λόγω περίπτωση. Η τουρκική στρατιωτική κατοχή στην Κύπρο , όπως αυτό προκύπτει συλλογιστικά , αποτελεί τη βάση της τουρκικής και εις βάθος χρόνου/μακρόπνοης  σχεδίασης, με επιδίωξη την  «διχοτόμηση» του Αιγαίου Πελάγους.

Το υπόψη ενδεχόμενο σχηματοποιείται πιο εμφανώς, εάν προσέξει κανείς ότι ουσιαστικά οι τουρκικές ενέργειες στο Αιγαίο Πέλαγος και στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου  {από τις διαμαρτυρίες, τις έντονα προκλητικές ενέργειες και αμφισβητήσεις , τα Ίμια , το Casus Belli μέχρι την « αμοιβαία αναστολή διεξαγωγής  ερευνών σε αμφισβητούμενες περιοχές », καθώς και τη σημερινή  έντονη, διαρκή, και ιδιαίτερα προκλητική τουρκική στάση στο Αιγαίο , την προσφάτως προκλητική και αυθαίρετη χάραξη από την Τουρκία ΑΟΖ με τη Λιβύη , κλπ/κλπ } , άρχισαν (και στη συνέχεια κλιμακώθηκαν, παγιοποιήθηκαν και συνεχίζονται βάσει σχεδίου  διαχρονικά ) αμέσως μετά την παράνομη τουρκική εισβολή και
κατοχή μέρους της Νήσου Κύπρου, ενός ανεξάρτητου κράτους  μέλους του ΟΗΕ και της ΕΕ. Η επιδίωξη  της «διχοτόμησης» του Αιγαίου Πελάγους εκτιμάται ως και ο Βασικός  Αντικειμενικός Σκοπός  της
ουρκίας.

Εάν η Τουρκία κατορθώσει και τον υλοποιήσει , εκμεταλλευόμενη και τις ανάλογες στρατηγικές / γεωπολιτικές  επιλογές του «διεθνή παράγοντα» (ισχυρών χωρών – μεγάλων δυνάμεων – διεθνών οργανισμών , και κυρίως χωρών φιλικών προς τη Γείτονα λόγω  κοινών  συμφερόντων  ) , τότε θα δορυφοροποιήσει τη Χώρα μας, κρατώντας την ως παιδίσκη από το χεράκι , όπως παραστατικά αποτυπώθηκε στη διαφημιστική «μπροσούρα» (αναφέρθηκε αρμοδίως ότι έγινε από λάθος και αποσύρθηκε ) του Υπουργείου Υγείας της Γερμανίας  για τη μάχη της Ευρώπης κατά της μάστιγας  του COVID /19.  Είναι  ένας  ελλοχεύων  μεγάλος και υπαρκτός  κίνδυνος , που βεβαίως δύναται  να αποτραπεί εάν ακολουθήσουμε ως Χώρα μια μελετημένη , σταθερή και ενιαία Εθνική Πολιτική απέναντι στον τουρκικό αναθεωρητισμό στην ευρύτερη περιοχή.  Ασφάλεια  και  Άμυνα είναι όροι  αλληλένδετοι , καίτοι σήμερα επικρατεί στο δίδυμο ο όρος Ασφάλεια, ο οποίος αποτελεί αποκλειστικά υπεύθυνο έργο των αρμοδίων της ελληνικής Πολιτείας, με  πρωταρχικό το ρόλο της Εξωτερικής Πολιτικής και της Αμυντικής Πολιτικής που οφείλει να  υποστηρίζει την
Εξωτερική Πολιτική ( και όχι να την ανταγωνίζεται  και  πολύ  περισσότερο να την «αντιστρατεύεται» ), με όλο το βάρος της  Αμυντικής Πολιτικής εναποτιθέμενο σαφέστατα στις Ένοπλες Δυνάμεις / ΕΔ της Χώρας,  οι οποίες ως προϊόν  παράγουν Ασφάλεια. Είναι επιτακτική πλέον εθνική ανάγκη να σοβαρευτούμε ως Xώρα, για να μην υποστούμε στο μέλλον  επώδυνα παθήματα του παρελθόντος .

Στον πυρήνα του σκοπού του παρόντος άρθρου, κρίνεται αναγκαίο να αναφερθούν ( παρά τη καταστρατήγηση της έκτασης ενός άρθρου, κάτι για το οποίο ο γράφων  ζητά συγγνώμη ) σύντομα και επιλεκτικά, μερικά σχετικά και με τα Ε/Τ Θέματα   σημαντικά στοιχεία ( εν πολλοίς γνωστά ):

Η Χώρα μας – από την ανεξαρτησία της μέχρι σήμερα – υστερεί χαρακτηριστικά στη διαμόρφωση μιας Εθνικής Στρατηγικής/ΕΣ,  σεβαστής και ακολουθούμενης σταθερά και σε κάθε περίπτωση , από τους εκάστοτε Κυβερνώντες. Δύναται να λεχθεί ( πολύ απλά )  ότι η ΕΣ καθορίζει τις Πολιτικές που απαιτούνται και τη βέλτιστη εφαρμογή τους προς υποστήριξη των Εθνικών μας Συμφερόντων ( Εξωτερική – Αμυντική – Οικονομική – Ενεργειακή – Αναπτυξιακή – Κοινωνική –Δημογραφική Πολιτική , Παιδεία κ΄ Έρευνα , Πολιτιστική Κληρονομιά , Ναυτιλία , Ελληνισμός Διασποράς, κ.α. ). Η Εξωτερική Πολιτική ανήκει  στο σκληρό πυρήνα της ΕΣ, μαζί και με την Αμυντική Πολιτική από την οποία και υποστηρίζεται. Είναι επιτακτική η ανάγκη του καθορισμού μια ΕΣ αποδεκτής – με τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση από τους Πολιτικούς Φορείς της  Χώρας –  και συνακόλουθα της εφαρμογής μιας Εθνικής Πολιτικής εδραιωμένης στη  βάση των Αρχών και των Κανόνων της Δημοκρατίας. Μια διατυπωμένη, και αρμοδίως εγκεκριμένη, κατ΄αυτό τον τρόπο ΕΣ, θα ήταν έως ένα βαθμό δεσμευτική και δεν θα επέτρεπε αυθαιρεσίες και πρόχειρες λύσεις.

Είναι  βεβαίως ένα Θέμα  δύσκολο να επιτευχθεί , όχι όμως και ακατόρθωτο . Αρκεί να επιδειχθεί από όλα τα Μέρη : Αποφασιστικότητα, Υπέρβαση «Στερεότυπων και Περιχαρακωμένων  Θέσεων »,  Ανιδιοτέλεια, Πατριωτισμός, Πίστη στη Δημοκρατία και Αμείωτη Προσπάθεια για την Αναγέννηση της Χώρας μας και την Ωφέλεια των Πολιτών της. Υπόψη ότι η ΕΣ δεν είναι δυνατό να υποκατασταθεί από τις προγραμματικές δηλώσεις της εκάστοτε Κυβέρνησης της Χώρας. ( Σημ. : Η ΕΣ , όπως και ακολούθως το ΣΕΑ, αποτελούν Θέματα τα οποία δεν μπορούν να αναπτυχθούν ευχερώς  σε λίγες γραμμές και  δη εμβόλιμα σε ένα άρθρο.) Καθίσταται επίσης αναγκαίο ένα Μόνιμο Συντονιστικό και Συμβουλευτικό Όργανο  όπως αυτό υφίσταται , κατά τα διεθνή δεδομένα, σε   χώρες  με παράδοση  στην Εθνική τους Στρατηγική και Ασφάλεια ( Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας/ΣΕΑ ονομάζεται στις περισσότερες  των  χωρών αυτών ).

Το εν λόγω Όργανο, έχοντας γνώση της γενικής κατάστασης της Χώρας  θα  λαμβάνει υπόψη του και  θα εκτιμά – επανεκτιμά τις διαμορφούμενες καταστάσεις στην Ευρύτερη Περιοχή μας , και εν γένει το Διεθνές Περιβάλλον,  και θα εισηγείται προς την Πολιτική Ηγεσία της Χώρας την – κατά περίπτωση – βέλτιστη αντιμετώπιση των πάσης φύσεως σοβαρών Κρίσεων , για την ασφάλεια της Χώρας και την προστασία των Συμφερόντων της . Η Δομή – Σύνθεση – Λειτουργία  – Στελέχωση – Θητεία  Μελών –  Όρια Αρμοδιοτήτων – Ονομασία  – κ.α.  πρέπει να καθορισθούν Κοινοβουλευτικά με σχετική Νομοθεσία. Ο ρόλος ενός τέτοιου οργάνου  θα βοηθούσε την εκάστοτε Πολιτική Ηγεσία ( Π/Θ – Υπουργικό Συμβούλιο – ΚΥΣΕΑ , κ.α. ) να ανταποκριθεί στο θεσμικό πλαίσιο της ΕΣ  χωρίς όρους μικροπολιτικής , αυθαιρεσίες και πρόχειρες  λύσεις , ενδεικτικά στοιχεία παθογένειας στην Πατρίδα μας.

Το γνωστό  ΚΥΣΕΑ, αποτελεί ένα κύριο όργανο , που στερείται όμως ουσιαστικά μηχανισμούς υποστήριξης με θεσμική υπόσταση και πλήρη γνώση όλων των παραγόντων, με αποτέλεσμα να μη δύναται να επεξεργασθεί πολύπλευρα  τα δεδομένα κατά το χρόνο που προηγείται μιας σοβαρής Κρίσης οποιασδήποτε μορφής. Ευρισκόμενο έτσι προ τετελεσμένων γεγονότων,  καλείται να τα αντιμετωπίσει με διαδικασίες AD–HOC, χωρίς την αναγκαία προετοιμασία  και τη διαρκή θεσμική δράση. Η κρίση των Ιμίων αποτελεί μια σοβαρή και παραδειγματική περίπτωση επί των προαναφερόμενων. Το θέμα του ΣΕΑ απασχολεί από παλαιά ( προ 20ετίας περίπου , κατά την όποια αντίληψη και εμπειρία του γράφοντος ) αρμόδιους φορείς της Χώρας , χωρίς όμως αποτέλεσμα.  Κατόπιν των προαναφερθέντων για το ΣΕΑ , η ύπαρξη σήμερα ενός και μόνο ατόμου ως Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας επαφίεται απλώς στην κρίση καθενός κατά το δοκούν.

Επισημαίνεται επίσης, η – επί πολλά  έτη –  μη ύπαρξη στον τομέα της Αμυντικής Πολιτικής της Χώρας μιας οργανωτικής δομής του τύπου «MOD/ Ministry of Defense », όπως στις συμμαχικές κ.α. χώρες.  Eίναι γνωστό από την ιστορία για τις διαφορές μεταξύ κρατών ότι,  η προερχόμενη από τον οποιονδήποτε  “Επιδιαιτησία” , υποστηρίζει κατά τεκμήριο  τον ισχυρότερο των «μονομάχων».

Τέλος, είναι επιτακτική η ανάγκη εξαίρεσης της Εθνικής Άμυνας της Χώρας από Επιτροπείες , Εποπτείες και τα συναφή. Είναι κάτι που βεβαίως φαίνεται σήμερα , το οποίο και  δεν ελήφθη υπόψη εξ΄ αρχής από την εφαρμογή των Μνημονίων , με ευθύνη κάποιων / όποιων αρμοδίων (οικονομιστών – κ.α. ) που  το αποφάσισαν , αλλά και κάποιων / όποιων  υπευθύνων   που το εδέχθησαν . Οι ΕΔ δεν οικοδομούνται σε μια μέρα. Πρέπει ανά πάσα στιγμή να είναι έτοιμες και αξιόμαχες για τα ενδεχόμενα.

Όλα τα προαναφερόμενα εκτιμάται ότι  επιβεβαιώνονται από γεγονότα, τα οποία έχουν συμβεί στη Χώρα μας στο παρελθόν και εξακολουθούν να  συμβαίνουν.  Από Προμηθείς βεβαίως έχει σήμερα ανάγκη η Χώρα, από Επιμηθείς είναι πλήρης.


https://www.patrinorama.com.gr

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Γνωρίζατε ότι το Εθνικό Ζώo της Ελλάδας είναι το δελφίνι;

ΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑ ΤΟΥ ΣΤΑΛΙΝ ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΤΑ!

Ο Ερντογάν κάλεσε σε τζιχάντ για την Ιερουσαλήμ – Jerusalem Post: «Τώρα η Άγκυρα έδειξε το πραγματικό της πρόσωπο»