Ο ιστορικός δρόμος της Θεσσαλονίκης και ο βυζαντινός αυτοκράτορας Ιωάννης Τσιμισκής
Πόσοι από μας άραγε γνωρίζουν πού οφείλει το όνομά του ο πιο εμπορικός δρόμος της Θεσσαλονίκης;
H Θεσσαλονίκη υπήρξε ανά τους αιώνες χωνευτήρι πολιτισμών, σταυροδρόμι και τόπος αρμονικής συνύπαρξης διαφορετικών εθνοτήτων και θρησκειών. Ο κοσμοπολίτικος χαρακτήρας αυτής της ιδιότυπης πόλης μας παρουσιάζεται καθημερινά και αδιαλείπτως στις γειτονιές, στους δρόμους και στους ανθρώπους δίπλα μας. Ένα τέτοιο σταυροδρόμι είναι και η Τσιμισκή.
Ένας δρόμος που είχε την δική του ιστορία. Μία οδός που ενσαρκώνει τη βυζαντινή, ορθόδοξη, γερμανική και ελληνική επίδραση στη διαμόρφωση της Θεσσαλονίκης. Σήμερα, κατακλύζεται καθημερινά από χιλιάδες ανθρώπους που πάνε στη δουλειά, κάνουν τα ψώνια τους ή απλά περνούν την ώρα τους βαδίζοντας κατά μήκος της. Ωστόσο, ο σημερινός περιπατητής της Τσιμισκή δεν γνωρίζει συνήθως το ιστορικό και πολιτιστικό βάθος της, και δεν είναι εύκολο να κατανοήσει τι ήταν αυτό που την έκανε τόσο δημοφιλή.
Κάποτε ονομαζόταν Δεύτερη Παράλληλος. Όταν, όμως, το 1913 πέρασε σε ελληνικά χέρια μετονομάζεται σε οδός Ιωάννη Τσιμισκή, αποκτώντας την τωρινή μορφή της μετά την μεγάλη πυρκαγιά του 1917, οπού ξεκινά να κατασκευάζεται και ολοκληρώνεται το 1921.
Η προέλευση του ονόματος της δρομολογείται στην εποχή του Βυζαντίου και πιο συγκεκριμένα σε έναν σημαντικό στρατηγό και αυτοκράτορα του Βυζαντίου, τον Ιωάννη Τσιμισκή.
Ο Ιωάννης Τσιμισκής, Αρμενικής καταγωγής, περιγράφεται από τους ιστορικούς ως ένα πολύ δυνατό άτομο, τόσο από πλευράς σωματικών, όσο και από πλευράς διοικητικών ικανοτήτων. Ήταν μετρίου αναστήματος και του αποδίδονται πολλαπλές ικανότητες, στον αθλητικό, στρατιωτικό και διοικητικό τομέα. Ο Ιωάννης Β’ Τσιμισκής διετέλεσε αυτοκράτορας του Βυζαντίου από το 969 έως το 976 μ.Χ. Διαδέχθηκε στο θρόνο το θείο του Νικηφόρο Β’ Φωκά, και μαζί με τον ανιψιό του Βασίλειο Β’ Βουλγαροκτόνο, αποτέλεσαν την τριάδα των στραταρχών αυτοκρατόρων, που οδήγησαν το Βυζάντιο στην πιο ένδοξη στρατιωτική του περίοδο. Ανήκαν δε και οι τρεις στη Μακεδονική δυναστεία, η οποία κυβέρνησε την αυτοκρατορία για 190 συνεχή χρόνια, από το 867 έως το 1057.
Η Τσιμισκή της ζοφερής Ναζιστικής κατοχής
Το καφενείο «Αστόρια», γωνία Τσιμισκή και Αγίας Σοφίας, ήταν σημείο αναφοράς και για την προπολεμική και για την κατοχική Θεσσαλονίκη. Εκεί σύχναζαν οι διανοούμενοι, οι λογοτέχνες της πόλης και όλος ο «καλός κόσμος» που σνομπάριζε το γειτονικό καφενείο «Τιτάνια», όπου σύχναζαν οι νέοι. Στις αρχές του 1942, οι Γερμανοί υπέταξαν το καφενείο μαζί με το ξενοδοχείο, όπου το γραφείο προπαγάνδας της Γερμανίας οργάνωσε το 1943 μία μεγάλη αντιμπολσεβίκικη έκθεση με φωτογραφίες, με τίτλο ο «Σοβιετικός Παράδεισος».
Στην Τσιμισκή 72 στεγαζόταν το διαβόητο κτίριο που όλη η Θεσσαλονίκη γνώριζε, τα κεντρικά γραφεία της γερμανικής Γκεστάπο της μυστικής κρατικής αστυνομίας της ναζιστικής Γερμανίας. Επρόκειτο για ένα κολαστήριο στην κυριολεξία, στο οποίο βασανίστηκαν εκατοντάδες Θεσσαλονικείς στα τριάμισι χρόνια της γερμανικής κατοχής, με πολλούς από αυτούς να μην ξαναβγαίνουν ζωντανοί.
Ενώ, από τον Ιούνιο ως τον Αύγουστο του ’43, μπορούσε κανείς να δει τις αξιολύπητες φάλαγγες των Εβραίων που μεταφέρονταν πεζή, μέσω της οδού Τσιμισκή, στου Βαρώνου Χιρς.
Η Τσιμισκή της γοητείας στα χρόνια του ’50 και του ’60
Στην δεκαετία του ’50 και του ’60, τόσο οι Θεσσαλονικείς όσο και οι επισκέπτες της πόλης μπορούσαν, όχι μόνο να δουν και να αγοράσουν ρούχα, παπούτσια, καπνό, αρώματα, αλλά και να κοντοσταθούν, να κουβεντιάσουν, να χαζέψουν και να φλερτάρουν. Οι νεαροί που ξημεροβραδιάζονταν στην Τσιμισκή αποκαλούνταν «τσιμισκάκηδες» ή «τσιμισκόβιοι», συμβάλλοντας έτσι στη μεταγενέστερη «μυθολογία» της ως τόπου όπου άκμαζε το λεγόμενο «νυφοπάζαρο» σχεδόν όπως και στην παραλία.
Στην Τσιμισκή με Βενιζέλου, στην καρδιά της πόλης, φιλοξενήθηκε για αρκετά χρόνια ως «λογοτεχνικό στέκι» το ιστορικό πλέον φαρμακείο του Κατσόγιαννη. Δίπλα στην κύρια είσοδο του τότε Υπουργείου Βορείου Ελλάδος. Από την άλλη πλευρά της εισόδου βρισκόταν το εβραϊκό βιβλιοπωλείο Μόλχο. Το Μόλχο ήταν το αρχαιότερο βιβλιοπωλείο στη Θεσσαλονίκη και υπήρξε το πρώτο διεθνές βιβλιοπωλείο στην πόλη μας. Εξαναγκάστηκε να κλείσει, διότι οι Γερμανοί θέλησαν να το μετατρέψουν σε κέντρο διανομής χαρτιού προς τις υπηρεσίες τους. Στο κλείσιμο του βιβλιοπωλείου συνέβαλαν και οι συνεργάτες των Γερμανών με υπεύθυνο τον δοσίλογο Βοσνιάδη ιδιοκτήτη του «Γερμανικόν Βιβλιοπωλείον Γεωργίου Βοσνιάδη», που βρισκόταν ακριβώς στη γωνία Καρόλου Ντηλ και Τσιμισκή.
Δίπλα στο μικρό και δύο φορές καμένο παρεκκλήσι της Αγίας Ελεούσας, ο κινηματογράφος «Τιτάνια» ήταν ο πρώτος στην πόλη που λάνσαρε τις τρισδιάστατες ταινίες. Στο ταμείο, μαζί με το εισιτήριο, έδιναν και τα ειδικά γυαλιά για την παρακολούθηση της ταινίας. Η «ουρά» στο Τιτάνια έφτανε μέχρι το γνωστό ζαχαροπλαστείο – αρτοποιείο «Μόντερν».
Από την Τσιμισκή βέβαια δεν έλειπαν τα ζαχαροπλαστεία, ο «Τερκενλής», ο «Αγαπητός», το «Φλόκα», το «Γαλλικόν» (μεταξύ Βενιζέλου και Κομνηνών),ο «Γκικιλίνης» και τα σφαιριστήρια με τα «ποδοσφαιράκια», που ήταν μέρος της καθημερινής ζωής ιδίως στα χρόνια του ‘50 και του ‘60.
Σχόλια