Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΓΛΩΣΣΙΚΟΥ ΙΔΙΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΩΝ ΣΚΟΠΙΩΝ

ev3 1 ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΓΛΩΣΣΙΚΟΥ ΙΔΙΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΩΝ ΣΚΟΠΙΩΝ

Γ. ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ

Ότι ή μεσαιωνική μορφή τού σλαβικού γλωσσικού ιδιώματος τού κράτους των Σκοπίων συγγένευε πολύ με εκείνη στην οποία κατά τον 9ον αιώνα μ.Χ. μετέφρασαν μέρη τής Αγίας Γραφής οι Θεσσαλονικείς Έλληνες ιεραπόστολοι Κύριλλος και Μεθόδιος πρέπει να θεωρηθή ως βέβαιο, γιατί και λογικά είναι το πιθανότερο και ιστορικά φαίνεται αναντίρρητο. Εκείνο πού ούτε λογικά ούτε ιστορικά στηρίζεται πουθενά είναι ό ισχυρισμός των Σλάβων γλωσσολόγων, ότι ή γλώσσα τής μετάφρασης αυτής είναι το σλαβικό γλωσσικό ιδίωμα τής πόλης τής Θεσσαλονίκης, γιατί είναι περισσότερο από βέβαιο ότι ή πρωτεύουσα τής ελληνικής Μακεδονίας ήταν στους βυζαντινούς χρόνους καθαρά ελληνική, απέκρουσε πάντοτε με επιτυχία όλες τις σλαβικές επιδρομές, και δεν κατοικήθηκε, έως τότε τουλάχιστο, ποτέ από Σλάβους, ούτε καν από μειονότητα σλαβόφωνη, ή οποία να διαμορφώσει δικό της Ιδίωμα. Αλλά ποιος ποτέ θα μπορέση να βγάλη από το νου των ονειροπόλων τής Σλαβικής καθόδου στο Αιγαίο μια τόσο προσφιλή πλάνη; ‘Έξω και βορειότερα από τη Θεσσαλονίκη θα υπήρχαν στον 9ον αιώνα σλαβικές αγροτικές εγκαταστάσεις, των οποίων το γλωσσικό ιδίωμα ήταν εύλογο να χρησιμοποίησαν οι μεταφραστές ιεραπόστολοι, και το οποίον ιδίωμα θα ήταν αρκετά συγγενικό με το ιδίωμα τής Β. Μακεδονίας τής εποχής εκείνης, ώστε να μπορή να θεωρηθή πρόγονος τού σημερινού ιδιώματος τού κράτους των Σκοπίων.

Οι μαθητές και συνεχιστές των δύο Ελλήνων ιεραποστόλων, ό Κλήμης από την Οχρίδα, ό Ναούμ και οι λοιποί Σλάβοι διάδοχοί τους, εξακολούθησαν το μεταφραστικό έργο των διδασκάλων τους, και έτσι σιγά σιγά το αφανές πριν και άδοξο και ακαλλιέργητο ιδίωμα των Σλάβων τής Μακεδονίας είχε την τύχη να εξυψωθή σε καλλιεργημένη και πλουτισμένη επάνω σε ελληνικά υποδείγματα εκκλησιαστική γλώσσα, πού διαδόθηκε σε ολόκληρο το σλαβικό κόσμο, ως ιερή γλώσσα τής Εκκλησίας και κατόπι ως λόγια γραπτή γλώσσα των Σλάβων, πριν καλλιεργηθούν οι άλλες τοπικές σλαβικές γλώσσες.

Σήμερα σώζονται περί τα 80 χειρόγραφα πού περιέχουν εκκλησιαστικά κείμενα τού 12ου- 14ου αιώνα, γραμμένα στη γλωσσική εκείνη μορφή τής Σλαβικής, ή οποία θεωρείται μητέρα των σημερινών σλαβικών ιδιωμάτων τής Β. Μακεδονίας, και επομένως και τής νέας φιλολογικής «γλώσσας» πού καλλιεργείται στα Σκόπια. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν σε σπουδαιότητα ό Απόστολος τής Οχρίδας, το Ευαγγέλιο τού Dobromir, το Ευαγγέλιο τού Παπά Ιωάννου, το Τριώδιο των Βιτωλίων, πού ανάγονται και τα τέσσερα στον 12ο αιώνα, και ό Απόστολος τού Vraneste, το Ψαλτήριο τής Bologna και ή Παραίνεσις τού Leskovo, πού ανήκουν στον 13ο αιώνα. Η έκδοση των κειμένων αυτών, ως ιστορικών μνημείων τής σημερινής φιλολογικής γλώσσας των Σκοπίων, είναι μια από τις κυριώτερες φροντίδες τού Σκοπιανού «Ινστιτούτου για τη Μακεδονική γλώσσα», πού για το σκοπό αυτόν ίδρυσε την εκδοτική σειρά Stari Textovi (= Αρχαία Κείμενα).

Όταν το 14ον αιώνα ή Μακεδονία ολόκληρη υπέκυψε στους Τούρκους, ή καλλιέργεια και ή γραπτή χρήση της μακεδονικής μορφής τής Σλαβονικής έσβησε σιγά σιγά, χωρίς να αναστηθή ποτέ πια, και τούτο γιατί όταν αργότερα στα 1557 ό σλαβικής καταγωγής Μέγας Βεζίρης Mehmet Sokolovic, κατά πρόταση τού αδελφού του Σέρβου πατριάρχη Μακαρίου, ίδρυσε ξανά το σερβικό Πατριαρχείο τού Ρεc, πού περιέλαβε ολόκληρη τη σλαβόφωνη περιοχή τής Β. Μακεδονίας, τότε όχι μόνο τα χειρόγραφα σλαβικά κείμενα, αλλά και εκείνα πού άρχισαν να τυπώνωνται στα τυπογραφεία της Βενετίας και να κυκλοφορούν στην επικράτεια τού Πατριαρχείου αυτού γράφονταν καθ’ όλη τη διάρκεια τού 16ου και 17ου αιώνα στη σερβική μορφή της εκκλησιαστικής Σλαβικής, ανήκουν στη λεγόμενη γλωσσική Σχολή της Resava, και όσο κι αν κάπου κάπου παρουσιάζουν σποραδικά στοιχεία των μακεδονικών ιδιωμάτων, ιδίως εκείνα πού ήταν λαϊκά αναγνώσματα, όπως λ.χ. ό Δαμασκηνός, δεν ανήκουν πια στα ιστορικά κείμενα της μακεδονικής Σλαβικής.

Αργότερα πάλι, όταν ή Ρωσία έγινε μεγάλη πολιτική δύναμη και άρχισε να εκδηλώνη το ενδιαφέρον της για τούς Σλάβους της Βαλκανικής, με την αθρόα εισαγωγή στη Βαλκανική εκκλησιαστικών βιβλίων γραμμένων στη ρωσική μορφή της Σλαβονικής, ή σερβική μορφή τής γραφόμενης γλώσσας εκτοπίζεται από τη ρωσική, ή οποία επικρατεί πια στους Σλάβους τής Β. Μακεδονίας ως τα τέλη τού 19ου αιώνα.

Ενδιαφέρον για την ιστορία τού ιδιώματος παρουσιάζει ένα σλαβοελληνικό γλωσσάριο Πού είδαμε παραπάνω, γραμμένο τον 15ον αιώνα από Έλληνα τής Μακεδονίας, με ελληνικά γράμματα, πού περιέχει 301 λέξεις και φράσεις σλαβικές τής περιοχής Καστοριάς. Το κείμενο αυτό πού το εξέδωσαν για πρώτη φορά από κώδικα τού Βατικανού οι C. Giannelli και A. Vaillant, με τον τίτλο Un lexique macedonien du XVIe siecle στη σειρά των εκδόσεων τού Institut d’Etudes Slaves de l’Universite de Paris, 1958, επιτρέπει τη χρονολόγηση διαφόρων γραμματικών χαρακτηριστικών των σλαβικών ιδιωμάτων στα οποία στηρίζεται ή λεγόμενη «μακεδονική γλώσσα».

Από το 17ο αιώνα και δώθε παρουσιάζονται δειλά, κάτω από τον επίπαγο τής σερβικής και κατόπι τής ρωσικής Σλαβονικής, κάποια ασήμαντα κείμενα στο ζωντανό τοπικό ιδίωμα, όπως λ.χ. ή Επιστολή τού Krusevo, μερικά μάλιστα γραμμένα με ελληνικό αλφάβητο, όπως το «Τετράγλωσσον Λεξικόν» τού Δανιήλ Μοσχοπολίτη (1793), στην Ελληνική, Αλβανική, Αρωμουνική και Σλαβική, όπου ή Σλαβική αντιπροσωπεύεται από το σλαβικό ιδίωμα της Οχρίδος (γιατί τότε ακόμα δεν υπήρχε επίσημη βουλγαρική και σερβική γλώσσα), και μία νέα μετάφραση τού Ευαγγελίου, τυπωμένη στη Θεσσαλονίκη στα 1852, άλλα τα κείμενα αυτά προσκρούουν στον εθνικισμό τής Βουλγαρικής Εξαρχίας πού, αφότου στο τελευταίο τέταρτο τού 19ου αιώνα πήρε τη θέση τού Οικουμενικού Πατριαρχείου στις σλαβόφωνες περιοχές τής Μακεδονίας, δεν ανέχονταν άλλη μορφή τής γραφομένης Σλαβικής εκτός από τη βουλγαρική.

Τα άξια λόγου λοιπόν γραπτά μνημεία των μακεδονικών σλαβικών ιδιωμάτων αρχίζουν τον 9ον αιώνα και τελειώνουν το 13ο. Στα μνημεία αυτά ανατρέχουν σήμερα οι φιλόλογοι και γλωσσολόγοι των Σκοπίων για να στηρίξουν την άποψή τους ότι το ιδίωμα πού προσπαθούν να υψώσουν σε ιδιαίτερη, ανεξάρτητη από τις άλλες σλαβική γλώσσα βρίσκει και ιστορικά τη δικαίωσή του, αφού έχει πίσω του παλαιά γραπτή παράδοση. Λησμονούν όμως ότι ή παράδοση αυτή δεν αρκεί για να μεταβάλη ένα γλωσσικό ιδίωμα ή διάλεκτο σε αυτοτελή γλώσσα, γιατί και άλλων γλωσσών τα ιδιώματα και οι διάλεκτοι έχουν πίσω τους γραπτά μνημεία παλαιά, χωρίς γι’ αυτό να αποτελούν ιδιαίτερες γλώσσες. Και οι αρχαίες ελληνικές διάλεκτοι λ.χ. έχουν ή καθεμιά τα γραπτά μνημεία της, χωρίς να αποτελούν ιδιαίτερες γλώσσες. Και το σημερινό γλωσσικό ιδίωμα τής Κύπρου έχει τα μεσαιωνικά μνημεία του, χωρίς γι’ αυτό να αποτελή ούτε άλλη ελληνική γλώσσα, ούτε καν χωριστή νεοελληνική διάλεκτο. Το ίδιο θα μπορούσε να λεχθή και για τής Γαλλικής και τής Ιταλικής τα μεσαιωνικά ιδιώματα, για να περιοριστούμε στα γνωστότερα παραδείγματα.

ΠΗΓΗ: Η γλώσσα της Μακεδονίας, εκδ. Όλκος, Γ. Μπαμπινιώτης.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Γνωρίζατε ότι το Εθνικό Ζώo της Ελλάδας είναι το δελφίνι;

ΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑ ΤΟΥ ΣΤΑΛΙΝ ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΤΑ!