Ο ΟΤΣΑΛΑΝ ΜΕ ΕΜΠΙΣΤΕΥΘΗΚΕ.....


Χρόνος Κομοτηνής - 28.03.2007Ότι από την στιγμή που πήγαμε στο Ναϊρόμπι, την ίδια μέρα οι Τούρκοι γνώριζαν τον προορισμό και μάλιστα στις 2 του μηνός πετάξαμε για Ναϊρόμπι, την ίδια μέρα ο διοικητής της ΜΙΤ παρέθεσε γεύμα σε 3-4 κορυφαίους δημοσιογράφους της Τουρκίας και τους είπε on the record και of the record ορισμένα πράγματα. Στο on the record ανέφερε τα εξής τα οποία τα είδαμε δημοσιευμένα στις 3 του μηνός στο Ναϊρόμπι. Έλεγε λοιπόν ο διοικητής της ΜΙΤ: Η ελληνική κυβέρνηση και η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών της Ελλάδας είναι στο πλευρό μας και δεν πρόκειται να στηρίξουν τον Αμπτουλάχ Οτσαλάν.

Ο ΣΑΒΒΑΣ ΚΑΛΕΝΤΕΡΙΔΗΣ ΜΙΛΗΣΕ ΓΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Μιλώντας με γεγονότα, πρόσωπα και ημερομηνίες ο Σάββας Καλεντερίδης, γνωστός από την υπόθεση Οτσαλάν, παρουσίασε την ιστορία που έζησε ο ίδιος όντας ο σύνοδος του Κούρδου ηγέτη στο Ναϊρόμπι, την τελευταία στάση πριν καταλήξει στις φυλακές Ιμραλί της Τουρκίας.

Ο Σάββας Καλεντερίδης και ο τ. υπουργός Στέλιος Παπαθεμελής βρέθηκαν στην Κομοτηνή καλεσμένοι της εφημερίδας «Αντιφωνητής» με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του «Παράδοση Οτσαλάν, η ώρα της αλήθειας» δίνοντας στοιχεία, σε μία εκδήλωση που προσέλκυσε το ενδιαφέρον πολύ κόσμου, που θέλησαν να μάθουν ποια ήταν τελικά η πραγματική εμπλοκή της Ελλάδας στην πολύκροτη υπόθεση. Ο Στέλιος Παπαθεμελής πήρε πρώτος τον λόγο για να δώσει το στίγμα των ενεργειών της τότε ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και υποστηρίζοντας τα λεγόμενα του Σάββα Καλεντερίδη.

Παπαθεμελής: «Θα μπορούσαν να είχαν στείλει τον Οτσαλάν στην Ε.Ε. καθιστώντας υπεύθυνη την ηγεσία της Ε.Ε. για την τύχη του»

Ο τ. υπουργός και βουλευτής Στ. Παπαθεμελής ανέφερε χαρακτηριστικά: Εκτιμώ ότι εκείνοι οι οποίοι χειρίστηκαν την υπόθεση στην Αθήνα και είχαν ακούσει σοφότερες εισηγήσεις από αυτή που στο τέλος επέλεξαν, θα μπορούσαν να είχαν στείλει τον Οτσαλάν στην ίδια την Ε.Ε. καθιστώντας υπεύθυνη την ηγεσία της Ε.Ε. για την τύχη αυτού του ανθρώπου. Θα μπορούσαν με τα διεθνή νόμιμα να στείλουν τον Οτσαλάν στην Ιταλία όπου κατά την διεθνή σύμβαση της προστασίας των ζητούντων πολιτικό άσυλο, ο Οτσαλάν στην πρώτη χώρα που είχε ζητήσει άσυλο ήταν η Ιταλία και κατά συνέπεια μπορούσε και έπρεπε να παραδοθεί.

Αν παραδίδονταν στην Ιταλία ο Οτσαλάν η Ελλάδα δεν είχε αυτό το ηθικό βάρος της παράδοσής του. Μπορούσε να παραδοθεί και στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης, ωστόσο δεν ακούστηκαν αυτές οι εισηγήσεις, προτιμήθηκε η μετάβαση, η μεταφορά και εκείθε ήταν βέβαιο ότι στην χώρα την οποία πήγε οι κανόνες του κράτους δικαίου δεν θα ίσχυαν. Με μαθηματική νομοτέλεια εξαρτιόταν πλέον από τις πιέσεις. Ο Σάββας Καλεντερίδης περιγράφει διάφορα συμβάντα πολύ ενδιαφέροντα, κρίσιμα και ουσιαστικά, το πώς με την τάση που είχε ο Κούρδος ηγέτης να ομιλεί από το δορυφορικό τηλέφωνο θα είχε σίγουρα εντοπισθεί στην Ρωσία, θα είχε σίγουρα εντοπισθεί στο Μινσκ και φαντάζομαι και στις έκτοτε κινήσεις του. Μετά από την επιμονή του κ. Καλεντερίδη δεν χρησιμοποιούσε αυτό το τηλέφωνο.

Ο Σάββας κάνει επίσης μερικές χρήσιμες αναφορές, γιατί εκείνες τις ώρες ακούσαμε μύρια όσα εναντίον του ανθρώπου αυτού και της ηθικής του υπόστασης και του δήθεν χαρεμιού το οποίο κουβαλούσε στην ελληνική πρεσβεία κλπ, κλπ, αντικρούει όλα αυτά τα εις βάρος του Οτσαλάν γραφόμενα και λεγόμενα. Θα μπορούσα να πω ακόμη ότι το κουρδικό βρίσκεται σε μία κρίσιμη εξέλιξη αυτή την στιγμή. Πληροφορούμαι ότι ο Οτσαλάν, όπως μου δήλωσαν οι Κούρδοι εκπρόσωποί του την προηγούμενη εβδομάδα στην Αθήνα, έχει σοβαρότατο πρόβλημα υγείας και έχουν ζητήσει μία διεθνής επιτροπή ιατρών να τον επισκεφθεί στις φυλακές Ιμραλί και να τον εξετάσει, δίνοντας και την ανάλογη θεραπεία. Το θέμα του Κουρδιστάν όμως όπως ξέρετε τα τελευταία χρόνια του έχει παίξει η αμερικανική πολιτική ιδιαίτερα, στηρίζοντας όπως δείχνουν τα πράγματα την συγκρότηση ενός πρώτου κουρδικού κρατικού μορφώματος στο βόρειο Ιράκ.

Οι ίδιες οι ΗΠΑ έχουν δυσαρεστήσει επιμόνως και κατ’ εξακολούθηση την …φίλη τους Τουρκία, η οποία ζητάει να «μπουκάρει» στο βόρειο Ιράκ, ζητάει βεβαίως να καταλάβει τα πετρέλαια του Κιρκούκ και εν πάση περιπτώσει είναι η Τουρκία η οποία αρνήθηκε να δεχθεί την παραμονή και την διάβαση έστω και ενός Αμερικανού ή Βρετανού στρατιώτη από αυτούς οι οποίοι θα πήγαιναν στο Ιράκ για να πολεμήσουν. Άσχετα από αυτό το πράγμα, η Τουρκία κάνει την δουλειά της όπως συνήθως, η συμπεριφορά της απέναντι της υπερδυνάμεως είναι συμπεριφορά άλλης υπερδυνάμεως, δηλαδή η ίδια έχει συμπεριφορά υπερδυνάμεως απέναντι των ΗΠΑ. Αυτό πάντως που φαίνεται σχεδόν βέβαιο αυτή την ώρα είναι ότι οι Αμερικανοί εμμένουν στην δημιουργία του κουρδικού κράτους στο βόρειο Ιράκ, μιας απαρχής η οποία μπορεί να σημάνει τελικώς την διάσπαση της Τουρκίας, δηλαδή την ίδρυση ενός μεγάλου κουρδικού κράτους από την σημερινή τουρκική Ανατολία, το βόρειο Ιράκ και ενδεχομένως σε άλλα κομμάτια πέριξ χωρών όπου κατοικούν συμπαγείς κουρδικοί πληθυσμοί. Δεν πρόκειται για μία εύκολη εξέλιξη όπως αντιλαμβάνεται ο καθένας, αλλά πάντως πρόκειται για μία αρχή που σηματοδοτεί ένα τέλος.

Θυμίζω ότι κουρδικό κράτος είχε ιδρυθεί με μία διεθνή σύμβαση, την συνθήκη των Σεβρών τον Αύγουστο του 1920, η οποία συγκροτούσε την Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών, όνειρο το οποίο κατακρημνίστηκε με την μικρασιατική τραγωδία και τα κατ’ εξακολούθηση λάθη και τον διχασμό του Ελληνισμού. Θέλω να πιστεύω πάντως ότι η συνεισφορά του Σάββα Καλεντερίδη και στην ιστοριογραφία αλλά και στην υπέρβαση των ψυχικών και ηθικών συνεπειών μιας απαξιωτικής ενέργειας η οποία διά χειρός Ελλήνων συνέβη στην κρίσιμη εκείνη περίοδο, είναι μία σημαντικότατη συνεισφορά».

Ο Σάββας Καλεντερίδης τοποθετήθηκε με λεπτομέρειες για το θέμα του Οτσαλάν που αξίζει να αποτυπωθεί τι ακριβώς υποστήριξε: «Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου, ήταν αυτή η οποία άρχισε τις σχέσεις, ημιεπίσημες και ανεπίσημες και σχετικά επίσημες σχέσεις με το κουρδικό απελευθερωτικό κίνημα. Αυτή η πολιτική που ξεκίνησε σαν πρωτοβουλία του τότε πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, σταδιακά έλαβε την θέση εθνικής πολιτικής. Και οι κυβερνήσεις του 1988-1993, η οικουμενική και η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, δεν άλλαξαν αυτή την πολιτική και η Ελλάδα μέσα από διάφορους τρόπους, ένα πλέγμα δραστηριοτήτων, στάθηκε κοντά στο κουρδικό κίνημα γιατί αυτό επέβαλαν τα εθνικά μας συμφέροντα.

Μόλις αποχώρησε ο Ανδρέας Παπανδρέου για λόγους υγείας από την πολιτική και ανέλαβε πρωθυπουργός ο Κωνσταντίνος Σημίτης και μετά την κρίση των Ιμίων, η οποία κατά την εκτίμησή μου είναι μία κρίση που δεν προκάλεσε η Τουρκία, αλλά προκάλεσε η Αμερική για να χειραγωγήσει τον μόλις 2 ημερών Έλληνα πρωθυπουργό, μετά λοιπόν από αυτή την κρίσιμη καμπή στην εξωτερική μας πολιτική, ο επόμενος στόχος ήταν η απεμπλοκή της Ελλάδας από το κουρδικό. Οι Αμερικανοί επιδίωκαν και επιδιώκουν την ελληνοτουρκική προσέγγιση χωρίς όρους από την ελληνική πλευρά, με ένα πολύ συγκεκριμένο όμως τότε όρο από την τουρκική πλευρά.

Η Τουρκία απαιτούσε την απεμπλοκή της Ελλάδας από το κουρδικό για να συνεχιστεί ο δρόμος για την ελληνοτουρκική προσέγγιση. Η κυβέρνηση τότε, όπως είμαι σε θέση να γνωρίζω, προσπάθησε, είναι αλήθεια, να απεμπλακεί από το κουρδικό. Πλην όμως το πλέγμα των ελληνοκουρδικών σχέσεων ήταν τέτοιο που αυτό ήταν περίπου αδύνατο. Δηλαδή μέσα στο κυβερνών κόμμα παρατηρούνταν ένας διχασμός. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός και μία πολύ μικρή ομάδα γύρω του ήταν της άποψης ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να απεμπλακεί από το κουρδικό, πλην όμως το ίδιο το κόμμα, η κοινοβουλευτική ομάδα αλλά και πολλοί υπουργοί της κυβέρνησης, συνέχιζαν την πολιτική στήριξης γιατί αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει με μία ξεκάθαρη εντολή, γιατί ήταν φανερό ότι η βίαιη απεμπλοκή της Ελλάδας από το κουρδικό δεν εξυπηρετεί τα εθνικά μας συμφέροντα.

Θα ήθελα να πω ότι το 1997, ένα χρόνο πριν την απέλαση του Οτσαλάν από την Συρία, μέσα στα πλαίσια της πολιτικής στήριξης του κουρδικού αγώνα από τον ελληνικό πολιτικό κόσμο, 197 βουλευτές του ελληνικού κοινοβουλίου υπέγραψαν μία πρόσκληση με την οποία καλούσαν τον Οτσαλάν να επισκεφθεί την Ελλάδα. Το 1997, ήταν μία χρονιά πριν την έξοδο του Οτσαλάν από την Συρία.

Στις 9 Οκτωβρίου του 1998 ο Οτσαλάν μετά από μία πολύωρη σύσκεψη του προεδρικού συμβουλίου της Συρίας υποχρεώθηκε από τον ασθενούντα τότε Χαφέζ Αλ Άσα να εγκαταλείψει την Συρία. Τότε είχε δύο επιλογές, από ό,τι μου είπε και ο ίδιος. Η μία επιλογή ήταν το Κουρδιστάν και μάλιστα είχε κάνει όλες τις απαραίτητες προετοιμασίες, είχε μεταφέρει τα αρχεία του και είχε ένα κρησφύγετο για να καταφύγει στο Κουρδιστάν, στο βόρειο Ιράκ δηλαδή και η άλλη επιλογή του ήταν η Ευρώπη. Ενώ η διορία που του έδωσε η κυβέρνηση της Δαμασκού έληγε, ιχνηλάτησε τις δυνατότητες να καταφύγει στην Ελλάδα.

Τότε κάλεσε τον βουλευτή του ΠΑΣΟΚ ο οποίος ήταν και ο σύνδεσμος της ελληνικής κυβέρνησης με το κουρδικό κίνημα, τον κάλεσε στην Δαμασκό για να μην ειπωθούν αυτά στο τηλέφωνο και διαρρεύσουν από υποκλοπές και του είπε ποια είναι η κατάσταση. Ότι δηλαδή έχει δύο επιλογές, μία να πάει στο Κουρδιστάν και μία να κινηθεί προς την Ευρώπη και ζήτησε από τον ίδιο να έρθει στην Ελλάδα και να βολιδοσκοπήσει την ελληνική κυβέρνηση για το αν τον δέχεται για λίγες μέρες να έρθει στην Ελλάδα. Ο βουλευτής επέστρεψε στην Αθήνα και την επόμενη μέρα με ένα συνθηματικό τρόπο τον κάλεσε στην Ελλάδα. Από ό,τι αποδείχθηκε δεν είχε κάνει τις απαραίτητες συνεννοήσεις με την κυβέρνηση και στις 9 Οκτωβρίου του 1998, ο Οτσαλάν παίρνοντας το αεροπλάνο των συριακών αερογραμμών της γραμμής Δαμασκός – Αθήνα – Στοκχόλμη, κατέβηκε στο αεροδρόμιο του Ελληνικού περιμένοντας ότι θα τον συναντήσουν οι πολιτικοί υποστηρικτές του. Αντ’ αυτού είδε μπροστά του τον θανόντα προ ημερών διοικητή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών Χαράλαμπο Σταυρακάκη και εμένα που ήμουν εκεί σαν μεταφραστής. Εκεί ακολούθησαν διαπραγματεύσεις πολύ σκληρές, είναι αλήθεια αυτό και μετά από αυτές τις σκληρές διαπραγματεύσεις και την αμετακίνητη θέση της χώρας μας αναγκάστηκε να αναχωρήσει για την Μόσχα.

Εκεί με ένα αεροπλάνο που μισθώσαμε, τον ακολούθησα, τον συνόδευσα μέχρι την Μόσχα και τον παρέλαβε μία αντιπροσωπεία βουλευτών του ρωσικού κοινοβουλίου με επικεφαλής τον Βλαδιμίρ Ζιρνόφσκι. Επέστρεψα στην Αθήνα και ακολούθησε ο Γολγοθάς του Οτσαλάν στην Μόσχα. Έμεινε στην Μόσχα 33 μέρες. Εκεί δυστυχώς για τον ίδιο, η Ρωσία βρισκόταν στην χειρότερη ίσως φάση της από τότε που κατέρρευσε το σοβιετικό καθεστώς. Ο Μπόρις Γέλτσιν ήταν ασθενής και δεν λειτουργούσε ένα ενιαίο σύστημα εξουσίας. Υπήρχαν διάφορα υποσυστήματα τα οποία μάλιστα ήταν και ασύνδετα μεταξύ τους.

Ένα υποσύστημα εξουσίας ήταν αυτό του Βλαδιμίρ Ζιρνόφσκι και μάλιστα γράφηκε στον Τύπο, κάτι που δεν μου το επιβεβαίωσε ούτε το διέψευσε ο Οτσαλάν όταν τον ρώτησα, ότι εξασφάλισε την στήριξη της ομάδας Ζιρνόφσκι καταβάλλοντας ένα ποσό 7,5 εκ. δολαρίων. Στην Μόσχα κάποια βραδιά, από κάποιον αξιωματούχο της υπηρεσίας εσωτερικής ασφάλειας της Ρωσίας, ο Οτσαλάν ενθαρρύνθηκε να μιλήσει στο κουρδικό κανάλι όπως συνήθιζε να κάνει κάθε Παρασκευή μέσα από δορυφορική επικοινωνία. Και μάλιστα ενθαρρύνθηκε να το κάνει για να μάθει η διεθνής κοινότητα μέσα από τις υποκλοπές ότι ο Οτσαλάν είναι στην Ρωσία και σταδιακά να γνωστοποιήσει και να πολιτικοποιήσει την παρουσία του στην ρωσική επικράτεια.

Όντως, το έκανε αυτό την πρώτη Παρασκευή και την επόμενη μέρα φυσικά οι ΗΠΑ, το Ισραήλ και η Άγκυρα ήξεραν με ακρίβεια μέτρου πού ακριβώς βρίσκεται ο Κούρδος ηγέτης. Η εκτίμησή μου είναι ότι η ενθάρρυνση του Οτσαλάν να μιλήσει στο τηλέφωνο ήταν σκόπιμη ενέργεια για να δημοσιοποιηθεί η παρουσία του και να πιεστεί στην συνέχεια να αποχωρήσει από την Ρωσία. Δηλαδή αυτοί που τον στήριξαν, πήραν τα λεφτά, είδαν ότι δεν μπορούν να συνεχίσουν αυτή την στήριξη μέσα στο πλέγμα των υποσυστημάτων εξουσίας της Ρωσίας και τον εξώθησαν να δημοσιοποιήσει την παρουσία του εκεί για να ασκηθούν οι πιέσεις και να φύγει από την Ρωσία. Φυσικά τις επόμενες μέρες ακολούθησε ένα ψήφισμα στην ρωσική Δούμα, όπου 198 βουλευτές ψήφισαν υπέρ της παραχώρησης πολιτικού ασύλου στον Οτσαλάν και ένας μόνο ψήφισε λευκό. Αυτή όμως η απόφαση ήταν στην ουσία μία κενή περιεχομένου, γιατί για να έχει διοικητική αξία, πρακτική αξία, θα έπρεπε να επικυρωθεί από τον ίδιο τον Μπόρις Γέλτσιν. Ο Γέλτσιν όμως είχε ήδη δεχθεί τις πιέσεις των ΗΠΑ και φυσικά και τις πιέσεις της Άγκυρας και έτσι ο Οτσαλάν έμεινε στον αέρα.

Στην συνέχεια άρχισαν οι Ρώσοι να πιέζουν τον Οτσαλάν να εγκαταλείψει την ρωσική επικράτεια. Τότε σύμφωνα με μαρτυρία ενός από τους εκπροσώπους του κουρδικού εργατικού κόμματος στην Ελλάδα του Ροσχάρ, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα, ενώ ήδη είχα τελειώσει την συγγραφή του βιβλίου και αναφέρω μία σημείωση για αυτόν, έξι Έλληνες βουλευτές στηριζόμενοι στην δεύτερη πρόσκληση 109 Ελλήνων βουλευτών, 100 βουλευτές από το ΠΑΣΟΚ και 9 βουλευτές από το ΔΗΚΚΙ, ένας ανεξάρτητος ο Κάκαλος και ο Παναγιώτης Καμένος ο μόνος από τη ΝΔ, υπέγραψαν και πάλι πρόσκληση να επισκεφθεί την Ελλάδα ο Οτσαλάν. Γνωρίζοντας αυτοί οι άνθρωποι τις πιέσεις της Αμερικής στην Ρωσία, αλλά και τις πιέσεις της Άγκυρας και όλων των άλλων διεθνών παραγόντων που ήταν στο πλευρό του άξονα Άγκυρας – Ουάσιγκτον. Αυτό έγινε στις 7 Νοεμβρίου και τις επόμενες μέρες έξι Έλληνες βουλευτές διοργάνωσαν μία επιχείρηση υποδοχής του Οτσαλάν στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Κρήτη.

Ενώ λοιπόν όλα ήταν έτοιμα να τον υποδεχτούν, είχαν πάει μάλιστα όλοι αυτοί οι παράγοντες και από την πλευρά των Κούρδων και οι βουλευτές στην Κρήτη για να τον υποδεχθούν, ο Μάσιμο Νταλέμα πρωθυπουργός της Ιταλίας και πρωθυπουργός μιας κυβέρνησης που απαρτίζονταν από 12 κόμματα της κεντροαριστεράς και της αριστεράς, δέχθηκε το αίτημα από τους εκπροσώπους των Κούρδων και είπε ότι είναι τιμή για την Ιταλία να δεχθεί τον Οτσαλάν και δεν είναι δυνατό να τον αφήσουμε έκθετο σε τόσους κινδύνους. Έτσι, η προσωπική πρόσκληση του Ιταλού πρωθυπουργού απέτρεψε εκείνη την στιγμή την έλευση του Οτσαλάν στην Ελλάδα από την Μόσχα. Μετά λοιπόν από 33 μέρες παρουσίας στην Μόσχα ο Οτσαλάν οδηγήθηκε στην Ιταλία.

Εκεί παρέμεινε 66 μέρες. Εκεί είναι αλήθεια ότι σύσσωμος ο ιταλικός πολιτικός κόσμος, όλα τα κόμματα στην αρχή και ο ίδιος ο πρόεδρος της δημοκρατίας, υποδέχθηκαν με πολύ τιμητικό τρόπο τον Οτσαλάν και μάλιστα κινήθηκαν προς την κατεύθυνση της παραχώρησης πολιτικού ασύλου. Είναι μάλιστα παροιμιώδης η δήλωση του Όσκαρ Λουΐτζι Σκάρφαλο, του προέδρου της Δημοκρατίας της Ιταλίας ο οποίος είπε ότι είναι τιμή για την Ιταλία να φιλοξενήσει τον Οτσαλάν και ότι η περίπτωση του κουρδικού έθνους μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα για όλους τους λαούς και τα έθνη που διεκδικούν τα δικαιώματά τους στην ελευθερία και στην αυτοδιάθεση.

Όμως ενώ οι μέρες του ενθουσιασμού και του ρομαντισμού στην Ιταλία τελείωναν, άρχισαν οι πιέσεις από πλευράς της Άγκυρας και κυρίως της Ουάσιγκτον. Όπως αναφέρονται μέσα στο βιβλίο όλο το χρονικό, μέρα και ώρα, ο ίδιος ο Κλίντον επικοινώνησε δύο φορές με τον Ιταλό πρωθυπουργό, δηλώνοντας του την αποφασιστικότητα της Ουάσιγκτον για να προσαχθεί ο Οτσαλάν σε ένα δικαστήριο και μάλιστα από ό,τι είπε στην Γερμανία, όπου υπήρχε ένα ένταλμα σύλληψης ή στην Άγκυρα.
Οι Γερμανοί βλέποντας τον κίνδυνο να καταλήξει σε αυτούς ο Οτσαλάν, με αντισυνταγματικό τρόπο όπως ομολογούν όλοι οι Γερμανοί που ασχολήθηκαν με το θέμα, ακύρωσαν το ένταλμα σύλληψης και έτσι έμεινε ο μόνος δρόμος για τον Οτσαλάν, ο οποίος ήταν η Άγκυρα. Οι Ιταλοί παρότι πιέστηκαν αφόρητα από αυτούς που πίεσαν και στην συνέχεια την Ελλάδα, ήταν αποφασισμένοι να μην παραδώσουν οι ίδιοι τον Οτσαλάν στην Άγκυρα. Και έτσι αναζητώντας μία τρίτη χώρα, διαφάνηκε και πάλι ο δρόμος για την Ρωσία. Εκεί μετά από ενθάρρυνση παραγόντων από την κουρδική πλευρά, ο Οτσαλάν σκεπτόμενος κατά την άποψή μου πιο πολύ συναισθηματικά παρά πολιτικά, εγκατέλειψε την Ιταλία, παρότι του είχε διαμηνυθεί με κάθε τρόπο και από την ελληνική κυβέρνηση, αλλά και από άλλους παράγοντες να παραμείνει στην Ιταλία, έστω κι αν χρειαστεί να μπει στην φυλακή.

Μάλιστα, όταν ήμασταν στο Ναϊρόμπι και συζητήσαμε και τον ρώτησα τον λόγο για τον οποίο έφυγε από την Ιταλία, μου είπε το εξής: Του είχε διαμηνύσει ο Νταλέμα ότι εάν δεν φύγει, στις αρχές Ιανουαρίου, σε μερικές εβδομάδες η κυβέρνησή του θα πέσει. Και σε περίπτωση που πέσει η κυβέρνησή του θα έρθουν στην εξουσία τα κόμματα της κεντροδεξιάς τα οποία ήταν σίγουρο ότι θα ζωντάνευαν και πάλι τα φαντάσματα της Γκλάντιουμ και ότι τότε αυτοί θα τον παρέδιναν ή στους Τούρκους ή στην ιταλική μαφία και ότι θα κινδύνευε η ζωή του.

Ο Οτσαλάν, από ό,τι μου είπε, δεν ήθελε να πληρώσει τον Νταλέμα με την πτώση της κυβέρνησής του, γιατί όπως είπε με στήριξε 66 ολόκληρες μέρες,. Και είπε το αμίμητο, ότι «δεν μένεις φιλοξενούμενος εκεί που δε σε θέλουν». Αυτό ήταν μία συναισθηματική και όχι πολιτική αντιμετώπιση της κατάστασης. Εγώ συγκεκριμένα του είπα ότι κακώς έφυγε από την Ιταλία, ότι ακόμη και σε περίπτωση που έπεφτε ο Νταλέμα από την κυβέρνηση, αυτό θα τον ηρωοποιούσε γιατί θα έπεφτε υπερασπιζόμενος τους θεσμούς της χώρας του και ότι το πιο πιθανό ήταν ο Νταλέμα να ξαναγινόταν πρωθυπουργός στην Ιταλία γιατί θα είχε ηρωοποιηθεί.

Εν πάση περιπτώσει, ο Οτσαλάν στην ουσία πιέστηκε, εκβιάστηκε και πήγε ξανά στην Ρωσία όπου, από την στιγμή που πάτησε το πόδι στο ρωσικό έδαφος, ήταν στην ουσία κρατούμενος και κάτω από τον ασφυκτικό έλεγχο των υπηρεσιών ασφαλείας της Ρωσίας. Ερχόμενη η Ολμπράϊτ, επισκέφτηκε την Μόσχα, ένας από τους λόγους της επίσκεψής της ήταν και αυτός και γι’ αυτό ο Πριμακόφ τον έστειλε στο Τατσικιστάν όπου έμεινε περίπου μία εβδομάδα σε μία στρατιωτική βάση. Στην συνέχεια έφυγε από εκεί, επέστρεψε στην Μόσχα, έμεινε ένα βράδυ εκεί και την επόμενη μέρα άνοιξε ο δρόμος για την Αθήνα.

Επειδή έχουν γραφτεί πολλά και επειδή έγινε προσπάθεια να δημιουργηθούν αποδιοπομπαίοι τράγοι, βόλευε κάποιους να χρεώσουν την επιχείρηση μεταφοράς του Οτσαλάν από την Πετρούπολη στην Αθήνα στον Αντώνη Ναξάκη. Καταρχάς θα ήθελα να πω το εξής. Ο Αντώνης Ναξάκης ήταν άτυπο όργανο της ελληνικής κυβέρνησης. Δεν είχε καμία σχέση, από όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω, με υπηρεσίες. Ήταν άτυπο όργανο του υπουργείου Εξωτερικών. Ο Αντώνης Ναξάκης όμως δεν είχε καμία απολύτως ανάμειξη στην οργάνωση της επιχείρησης μεταφοράς, παράνομης, μυστικής μεταφοράς του Οτσαλάν από την Ρωσία στην Αθήνα.

Η επιχείρηση αυτή οργανώθηκε από πολιτικούς, από τους πολιτικούς οι οποίοι ήταν κοντά στο κουρδικό κίνημα. Και επειδή την τελευταία βραδιά ανέκρουσαν πρύμνα οι υποστηρικτές του και δεν ήθελα να ακολουθήσουν το λίαρ τζετ που μισθώθηκε για να φέρουν τον Οτσαλάν στην Ελλάδα και επειδή η πρακτική που ζητούσε ο Οτσαλάν ήταν πάντα στο αεροπλάνο που μετακινείται να υπάρχει και ένας πολίτης της χώρας που τον υποδέχεται για να μην καταρρίψουν το αεροπλάνο του, πιο δύσκολα καταρρίπτεται ένα αεροπλάνο όταν είναι πάνω σε αυτό ένας αξιωματούχος, ή ένας πολιτικός της χώρας που τον υποδέχεται και επειδή δεν βρισκόταν άλλος, ενέπλεξαν τον Αντώνη Ναξάκη στις 9.30 το βράδυ, δηλαδή περίπου 12 ώρες πριν αναχωρήσει το αεροπλάνο για την Μόσχα. Άρα θα ήθελα να σας πω ότι τον Οτσαλάν στην Ελλάδα δεν τον έφερε ο Ναξάκης, ούτε διάφοροι ανεύθυνοι υπερπατριώτες.

Τον έφερε το κυβερνών κόμμα το οποίο στην πλειοψηφία του ήταν υπέρ της στήριξης του Κούρδου ηγέτη. Στην συνέχεια, ερχόμενος ο Οτσαλάν στην Ελλάδα, κατευθύνθηκε στο σπίτι της Βούλας Δαμιανάκου και αφού εντοπίσθηκε από τις ελληνικές υπηρεσίες, η άποψή μου όπως την γράφω στο βιβλίο, ήταν η εξής: εφόσον η ελληνική κυβέρνηση είχε δηλώσει ότι δεν θέλει τον Οτσαλάν στην Ελλάδα και δεν θα τον στηρίξει, ζήτησα από την υπηρεσία να προτείνει στην κυβέρνηση να μην εμπλακούμε στην υπόθεση. Δηλαδή να παραμείνει κάπου μυστικά ο Οτσαλάν και το ελληνικό κράτος, η Ελλάδα να μην εμπλακεί στην υπόθεση.

Είπα μάλιστα ότι σε περίπτωση που δεχθούμε διαβήματα, να πούμε ότι θα ερευνήσουμε την υπόθεση και στην διάρκεια αυτής της ανταλλαγής διαβημάτων, να υποχρεώσουμε αυτούς που στηρίζουν τον Οτσαλάν, να τον πάρουν και να τον μεταφέρουν εκτός ελληνικής επικράτειας. Είπα συγκεκριμένα: «Μην πηγαίνετε πάνω στον άνθρωπο. Καταρχάς είπα ότι θα πρέπει να δώσουμε ένα βραβείο στον αστυνομικό που δεν τον είδε, γιατί αν τον έβλεπε και τον συνελάμβανε τότε θα τον είχαμε στα χέρια μας και σας ρωτώ, τι θα τον κάναμε; Έχουμε κανένα σχέδιο απεμπλοκής από αυτή την κρίση;». Εν πάση περιπτώσει, δυστυχώς η μία εκδοχή είναι ότι εκείνη την στιγμή η κυβέρνηση δεν είχε διορατικότητα αλλά και ψυχραιμία και η άλλη εκδοχή είναι ότι επεδίωξε σκόπιμα να εμπλακεί στην υπόθεση για να τον παραδώσει τους Τούρκους.

Εγώ δεν είμαι σε θέση να ξέρω ποια από τις δύο εκδοχές είναι η σωστή. Πάντως, το σίγουρο είναι ότι μόλις ο Οτσαλάν ήρθε σε επαφή με το ελληνικό κράτος και την ελληνική κυβέρνηση, η πρώτη λέξη που ξεστομίσαμε και η πρώτη πρόταση που του κάναμε, ήταν η Κένυα. Στις 7 Σεπτεμβρίου 1998, δηλαδή μόλις 6 μήνες πριν από την επιλογή της Κένυας, είχαν πέσει δύο βόμβες από την Αλ Κάϊντα στην αμερικάνικη πρεσβεία στο Ναϊρόμπι και στο Νταρ Ελ Σαλάμ. Σε αυτές τις βομβιστικές επιθέσεις αν δεν κάνω λάθος, σκοτώθηκαν 75 Αμερικανοί διπλωμάτες και υπάλληλοι.

Μετά από αυτό η κυβέρνηση της Κένυας υπέγραψε επίσημη συμφωνία με την κυβέρνηση των ΗΠΑ, να εγκατασταθούν στο Ναϊρόμπι 800 πράκτορες του FBI. Δηλαδή εκτός από τους 800, υπάρχουν και οι μυστικοί που δεν δηλώνονται, βάλετε με το νου σας τι γινόταν στο Ναϊρόμπι. Έβραζε από ανθρώπους των αμερικανικών υπηρεσιών ασφαλείας. Και σας ερωτώ πώς είναι δυνατό να θέλεις να απεμπλακείς από μία υπόθεση ή να σώσεις έναν άνθρωπο ο οποίος είναι ικέτης όπως αναφέρω στο βιβλίο και όπως πολύ εύστοχα ανέφερε ο κ. Παπαθεμελής και να τον στέλνεις στην φωλιά του λύκου, στο στόμα του λύκου...
Εν πάση περιπτώσει η πρώτη πρόταση που κάναμε στον Οτσαλάν, ήταν να πάει στην Κένυα. Στην συνέχεια ο ίδιος προσπάθησε να μεταβεί στην Ολλανδία μέσα από ένα δικό του σχέδιο, το οποίο όμως είχε οργανωτικές αδυναμίες και κατέληξε σε φιάσκο. Πήγαμε στο Μινσκ όπου μείναμε 6-7 ώρες σε μείον 19 βαθμούς Κελσίου, δηλαδή κοντέψαμε να πεθάνουμε από το κρύο.

Υπήρχε μία πρόταση που έλεγε να μεταβεί σε μία αφρικανική χώρα για ένα διάστημα και στην συνέχεια αφού εξασφαλιστούν οι απαραίτητες διαδικασίες να μεταβεί στη Νότια Αφρική.

Ο Αμπτουλάχ Οτσαλάν έβλεπε με καχυποψία αυτή την πρόταση και δεν την δεχόταν. Κάποια στιγμή μου τηλεφώνησε ο συγχωρεμένος ο Σταυρακάκης και ζήτησε από μένα να πείσω τον Οτσαλάν να πάει στην Αφρική. Για πρώτη φορά λοιπόν εμπλέκομαι στην υπόθεση, ζητώ να μάθω ποια είναι η πρόταση, μου λέει την πρόταση ο Σταυρακάκης χωρίς να μου αναφέρει την χώρα που θα πήγαινε, τον ενδιάμεσο σταθμό, μου είπε δεν πρέπει να το ξέρεις για λόγους ασφαλείας, εγώ δεν είχα κανένα λόγο να ρωτήσω και μεταβίβασα την πρόταση, μεταβιβάζοντάς του κρατικές εγγυήσεις.

Συγκεκριμένα μου είπε ότι η ελληνική πολιτεία, η ελληνική κυβέρνηση εγγυάται για την ασφάλεια, για την ζωή σου και για την ελευθερία σου. Μεταβίβασα αυτή την πρόταση και τις εγγυήσεις και στην συνέχεια ο Οτσαλάν μου ζήτησε και την προσωπική μου άποψη. Εκεί ίσως είναι το μόνο λάθος που καταλογίζω στον εαυτό μου. Όντας από την φύση μου άνθρωπος που παθιάζεται και ενθουσιάζεται με αυτό που κάνει και πραγματικά νοιώθοντας περήφανος που η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε να στηρίξει και να δώσει εγγυήσεις, δεν έκρυβα την χαρά μου και τον ενθουσιασμό μου και όταν με ρώτησε είπα την άποψή μου, ότι όταν εγγυάται η Ελλάδα που είναι ένα κράτος με ιστορία, με θεσμούς, οφείλεις να δεχθείς τις εγγυήσεις.

Αυτό επαναλαμβάνω ήταν και μια ατυχής στιγμή για μένα, όμως κάνοντας αυτή την αυτοκριτική θα ήθελα να πω ότι ένας αξιωματικός δεν μπορεί να είναι καχύποπτος απέναντι στην ίδια του την πατρίδα. Εμένα μου έδωσαν εντολή να μεταβιβάσω μία πρόταση και όφειλα να την στηρίξω με ενθουσιασμό όπως έκανα πάντα στην ζωή μου. Ο Οτσαλάν όταν του εξέφρασα και την προσωπική μου άποψη με κάρφωσε στα μάτια, δεν θα ξεχάσω αυτό το βλέμμα, με είδε στα μάτια και μου είπε «πάμε» και κατάλαβα ότι αυτόν που πίστευε ήταν εγώ και όχι το ελληνικό κράτος… Αυτός ήταν καχύποπτος απέναντι στο ελληνικό κράτος. Επειδή όμως ήξερε την δική μου διαδρομή, για λόγους που θα δείτε μέσα στο βιβλίο, ήξερε την αγωνιστικότητά μου και το πάθος για την υπηρέτηση των εθνικών μας συμφερόντων, θεώρησε αδιανόητο και αδύνατο να κάνω λάθος εγώ. Έτσι πίστεψε και με πήγε στο Ναϊρόμπι. Δεν θέλω να σας πω λεπτομέρειες για αυτά που έγιναν στο Ναϊρόμπι, θα τα διαβάσετε στο βιβλίο.

Αυτό που έχω όμως να σας πω και να σας διαβεβαιώσω είναι το εξής. Ότι από την στιγμή που πήγαμε στο Ναϊρόμπι, την ίδια μέρα οι Τούρκοι γνώριζαν τον προορισμό και μάλιστα στις 2 του μηνός πετάξαμε για Ναϊρόμπι, την ίδια μέρα ο διοικητής της ΜΙΤ παρέθεσε γεύμα σε 3-4 κορυφαίους δημοσιογράφους της Τουρκίας και τους είπε on the record και of the record ορισμένα πράγματα. Στο on the record ανέφερε τα εξής τα οποία τα είδαμε δημοσιευμένα στις 3 του μηνός στο Ναϊρόμπι. Έλεγε λοιπόν ο διοικητής της ΜΙΤ: Η ελληνική κυβέρνηση και η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών της Ελλάδας είναι στο πλευρό μας και δεν πρόκειται να στηρίξουν τον Αμπτουλάχ Οτσαλάν.

Αυτό σημαίνει ότι είχαν προηγηθεί διαπραγματεύσεις και επαφές με την ελληνική κυβέρνηση και με βάση τα αποτελέσματα αυτών των επαφών και των διαπραγματεύσεων, ο διοικητής της ΜΙΤ έγραψε και είπε στους δημοσιογράφους αυτά τα πράγματα. Και μάλιστα την επόμενη της παράδοσης Οτσαλάν ο ένας από τους δημοσιογράφους, προσέτρεξε στο of the record της συζήτησης και είπε ότι ο διοικητής της ΜΙΤ τους είχε διαβεβαιώσει στις 2 του μηνός, την ώρα που πετούσαμε για Ναϊρόμπι, ότι τον έχουμε στα χέρια μας, θα συλληφθεί. Αποτελεί περίπου απόδειξη το εξής. Στις 30 του μηνός οι Τούρκοι έκαναν διάβημα επίσημο στην ελληνική κυβέρνηση και στις 31 κάλεσαν τον Έλληνα πρέσβη στην Άγκυρα και είπαν ότι ο Οτσαλάν είναι στην Ελλάδα και ζητούμε την ελληνική κυβέρνηση να μην τον στηρίξει.

Μετά την αναχώρησή μας από την Αθήνα στις 2 Φεβρουαρίου 1999 μέχρι την σύλληψη του Αμπτουλάχ Οτσαλάν στις 15 Φεβρουαρίου, δεν είχαμε κανένα απολύτως διάβημα ούτε από την τουρκική, ούτε από την αμερικανική κυβέρνηση κατά της Ελλάδας. Αυτό σημαίνει ότι στις 2 του μηνός είχαν δοθεί όλες οι διαβεβαιώσεις και οι Τούρκοι και οι Αμερικανοί ήταν σίγουροι ότι έχουν τον Οτσαλάν στα χέρια τους. Επίσης θέλω να σας πω ότι στις 5 ή στις 6 Φεβρουαρίου, δηλαδή τρεις ημέρες μόλις μετά την αναχώρησή μας για το Ναϊρόμπι, οι Τούρκοι ετοίμαζαν την φυλακή του Ιμραλί. Και ρωτώ: πώς ήταν βέβαιοι ότι έχουν τον Οτσαλάν στα χέρια τους από την στιγμή που ήταν στα δικά μας χέρια και ετοίμαζαν την φυλακή του Ιμραλί;

Εκτός όμως από την εθνική διάσταση της παράδοσης του Οτσαλάν, υπάρχει και μία άλλη διάσταση της λειτουργίας του ελληνικού κράτους και της ελληνικής πολιτείας. Στο βιβλίο που θα διαβάσετε θα δείτε ότι υπήρχαν και εύχομαι να μην συνεχίζουν να υπάρχουν σοβαρότατα κενά στην διαχείριση μιας κρίσης και μάλιστα της συγκεκριμένης κρίσης. Αυτό που επιδιώχθηκε με την παράδοση Οτσαλάν ήταν η εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Η Ελλάδα χωρίς να θέσει όρους σύρθηκε σε μία προσέγγιση η οποία στην ουσία την έφερε ούτε καν στην λογική της εξομοίωσης του θύματος με τον θύτη. Μας έφερε στην λογική του 19ου αιώνα, δηλαδή του αφέντη και του ραγιά. Αυτό κατέστη δυνατό όχι από τους σεισμούς, αυτό είναι μία λανθασμένη εκτίμηση. Αυτό κατέστη δυνατόν από την παράδοση του Οτσαλάν μέσα από ελληνικά χέρια και από την απεμπλοκή της Ελλάδας στο κουρδικό»ανέφερε ο κ. Καλεντερίδης.

Οι δύο ομιλητές δέχτηκαν να απαντήσουν σε ερωτήσεις κατά την διάρκεια των οποίων επικράτησε ένταση, όταν ο ιδιοκτήτης της τουρκόφωνης «Ιλερί» και ο δημοσιογράφος Αμπντουλχαλήλ Ντεντέ δεν διατύπωσαν ερωτήσεις, αλλά θέλησαν από του βήματος να εκφράσουν τις προσωπικές τους απόψεις. Πολλοί ήταν αυτοί που έσπευσαν να αγοράσουν το βιβλίο του Σάββα Καλεντερίδη προκειμένου να μάθουν όλες τις λεπτομέρειες της υπόθεσης και να έχουν την υπογραφή ενός εκ των πρωταγωνιστών.

Δήμητρα Συμεωνίδου
http://www.xronos.gr


Read more: http://infognomonpolitics.blogspot.com

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Γνωρίζατε ότι το Εθνικό Ζώo της Ελλάδας είναι το δελφίνι;

ΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑ ΤΟΥ ΣΤΑΛΙΝ ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΤΑ!